υκολότερες γίνονται πλέον οι συναλλαγές επί ακινήτων φορολογουμένων που χρωστούν στην Εφορία, αφού με απόφαση του διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, Γιώργου Πιτσιλή, μεταρρυθμίζεται το πλαίσιο έκδοσης αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής για χρέη προς το Δημόσιο.
Η εν λόγω απόφαση καθιστά, ουσιαστικά, εφικτή την πώληση ακινήτου από φορολογούμενο με οφειλές προς το Δημόσιο, χωρίς να εξοφληθεί το σύνολο των οφειλών, καθώς με το νέο σύστημα στην περίπτωση όπου η τιμή στην οποία πωλείται το ακίνητο υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας του, η διασφάλιση της οφειλής περιορίζεται στη διαφορά ανάμεσα στο τίμημα και την αντικειμενική αξία.
Πιο αναλυτικά το κείμενο της ανακοίνωσης της ΑΑΔΕ αναφέρει ότι:
Ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, Γιώργος Πιτσιλής, εξέδωσε απόφαση με την οποία μεταρρυθμίζεται το πλαίσιο έκδοσης αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής για χρέη προς το Δημόσιο.
Με την εκδοθείσα απόφαση εξορθολογίζεται η έκδοση αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής και τίθενται για πρώτη φορά σαφείς κανόνες για τον καθορισμό των ποσοστών παρακράτησης επί του αποδεικτικού.
Σκοπός της μεταρρύθμισης είναι η διόρθωση χρόνιων στρεβλώσεων, με γνώμονα τη διευκόλυνση των συναλλαγών για τις οποίες απαιτείται φορολογική ενημερότητα, τη μεταχείριση των φορολογουμένων με διαφάνεια και την ταυτόχρονη διασφάλιση των συμφερόντων του δημοσίου. Οι συνεπείς φορολογούμενοι, που τηρούν τις ρυθμίσεις των οφειλών τους, επιβραβεύονται και διευκολύνονται στις συναλλαγές τους, ενώ ταυτόχρονα εξυπηρετείται η είσπραξη βεβαιωμένων οφειλών.
Με τη νέα απόφαση, καταργείται η ευρεία διακριτική ευχέρεια καθορισμού ποσοστού παρακράτησης από 10 έως 100%. Τα ποσοστά συστηματοποιούνται και κλιμακώνονται, ανάλογα με το ρυθμό αποπληρωμής των ρυθμισμένων οφειλών.
Ειδικότερα, τα ποσοστά παρακράτησης επί του εισπραττόμενου ποσού ξεκινούν από 10% όταν έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό μεγαλύτερο του 70% της ρυθμισμένης οφειλής, ανέρχονται σε 30%, όταν έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό μεγαλύτερο του 50% της ρυθμισμένης οφειλής, σε 50%, όταν έχει καταβληθεί συνολικό ποσό μεγαλύτερο του 30% της ρυθμισμένης οφειλής και φτάνουν το 70% όταν το αποπληρωμένο ποσό ρύθμισης είναι μικρότερο ή ίσο του 30%. Τα ως άνω κλιμακωτά ποσοστά μπορούν να αυξηθούν, υπό προϋποθέσεις, έως και 20 ποσοστιαίες μονάδες, κατόπιν ειδικής αιτιολογίας. Τα ποσοστά αυτά απεικονίζονται στον παρακάτω πίνακα:
Περαιτέρω, με τη νέα απόφαση μειώνεται ο αριθμός των δόσεων ρύθμισης, των οποίων δεν μπορεί να υπολείπεται το ποσό παρακράτησης, από τρεις (3) ή πέντε (5) δόσεις, για εναπομένουσες δόσεις λιγότερες ή περισσότερες των δώδεκα (12), κατά περίπτωση, σε δύο (2) ή τέσσερις (4) δόσεις ρύθμισης, αντίστοιχα.
Επιπλέον, με σκοπό τη διευκόλυνση της ταμειακής ρευστότητας των οφειλετών που εισπράττουν περιοδικές απαιτήσεις, στις περιπτώσεις αυτές η παρακράτηση ορίζεται σε ποσοστό 10%, ενώ για εναπομένουσα ρυθμισμένη οφειλή άνω των 5.000 ευρώ τίθεται ελάχιστο ποσό παρακράτησης ίσο με μία (1) δόση και για εναπομένουσα οφειλή άνω των 20.000 ευρώ ελάχιστο ποσό παρακράτησης ίσο με (2) δόσεις ρύθμισης.
Τέλος, ορίζεται ότι κατά την έκδοση βεβαίωσης οφειλής (που επέχει θέση αποδεικτικού ενημερότητας) για την πώληση ακινήτου, στην περίπτωση όπου το τίμημα υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας του μεταβιβαζόμενου ακινήτου, η διασφάλιση της οφειλής περιορίζεται στη διαφορά ανάμεσα στο τίμημα και την αντικειμενική αξία. Με τον τρόπο αυτό διευκολύνονται οι συναλλαγές επί ακινήτων φορολογούμενων, οι οποίοι βρίσκονται σε δυσχερή ταμειακή θέση και οι οφειλές τους δεν εξοφλούνται πλήρως με το τίμημα, ενώ ταυτόχρονα επιτυγχάνεται η είσπραξη των βεβαιωμένων οφειλών.