Ιδιαίτερα επίκαιρη, ενόψει της επικείμενης εφαρμογής και στην χώρα μας, από την 25/5/2018 του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (GDPR) κρίνεται η υπ. αριθμ. 1/2018 απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, με την οποία η Αρχή επέβαλε μεταξύ άλλων κυρώσεων και χρηματικό πρόστιμο χιλίων Ευρώ, σε επιχείρηση εστίασης, η οποία είχε εγκαταστήσει στο κατάστημα της σύστημα βιντεοεπιτήρησης με κάμερες, καθώς έκρινε ότι, δεν πληρούνταν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την λειτουργία του, αφού μέσω αυτού πραγματοποιούνταν και επιτήρηση των εργαζομένων της επιχείρησης.
Ο έλεγχος των ελεγκτών της Αρχής, που ήταν αιφνίδιος – χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση του ιδιοκτήτη της επιχείρησης – και πραγματοποιήθηκε κατόπιν σχετικής καταγγελίας, έγινε κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 2472/1997, τον οποίο θα αντικαταστήσει αμέσως μετά την εφαρμογή του ο νέος Γενικός Κανονισμός, οι διατάξεις του οποίου, αναμένεται να αντιμετωπίζουν με ακόμα μεγαλύτερη αυστηρότητα – τουλάχιστον ως προς τις επιβαλλόμενες κυρώσεις –, το ίδιο ζήτημα της παρακολούθησης επαγγελματικών χώρων με σύστημα βιντεοεπιτήρησης.
Ειδικότερα και σύμφωνα με την ως άνω απόφαση της Αρχής, κατά τον έλεγχο διαπιστώθηκε καταρχάς ότι, ο υπεύθυνος επεξεργασίας (ιδιοκτήτης της επιχείρησης), δεν είχε προβεί σε προηγούμενη ενημέρωση – γνωστοποίηση προς την Αρχή, για την πρόθεση του να προβεί σε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σύστημα βιντεοεπιτήρησης, σύμφωνα με το άρθρο 10 της υπ. αριθμ. 1/2011 Οδηγίας της Αρχής και μάλιστα πριν την έναρξη της επεξεργασίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του Ν.2472/1997, καθώς τα δεδομένα ήχου και εικόνας, εφόσον αναφέρονται σε πρόσωπα συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με την διάταξη του 2 στοιχ. α του ιδίου νόμου.
Εξάλλου, η αποθήκευση και διαβίβαση εικόνας προσώπου, η οποία συλλέγεται από σύστημα βιντεοεπιτήρησης, που λειτουργεί νόμιμα, συνιστά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και μάλιστα εν όλω ή εν μέρει αυτοματοποιημένη, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 στοιχ. δ και 3 παρ. 1 του Ν.2472/1997.
Από τον έλεγχο διαπιστώθηκε επίσης ότι, το σύστημα βιντεοεπιτήρησης δεν περιορίζονταν σε χώρους εισόδου και εξόδου, ή στο ταμείο, αλλά κάλυπτε και χώρους εργασίας, όπου κινούνταν αποκλειστικά και μόνο οι εργαζόμενοι της επιχείρησης, ενώ παράλληλα, το σύστημα περιελάμβανε και κάμερες που επέβλεπαν τον χώρο των τραπεζοκαθισμάτων. Επιπλέον δε, το σύστημα λάμβανε εικόνες και από την δημόσια οδό έμπροσθεν του καταστήματος και από το πεζοδρόμιο εξωτερικά της κεντρικής εισόδου αυτού. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι, ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν είχε αναρτήσει πινακίδες, για την ενημέρωση των υποκειμένων, σχετικά με την ύπαρξη συστήματος βιντεοεπιτήρησης.
Η Αρχή στο σκεπτικό της απόφασης της αναφέρεται εκτενώς στην διάταξη του άρθρου 1 του Ν.2472/1997 και του άρθρου 5 της υπ. αριθμ. 1/2011 Οδηγίας της, σύμφωνα με τα οποία, βασική προϋπόθεση για την νομιμότητα της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων είναι η τήρηση της αναλογικότητας, υπό την έννοια ότι, τα συλλεγόμενα δεδομένα πρέπει να είναι αναγκαία και πρόσφορα για τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο οποίος θα πρέπει να μην δύναται να επιτευχθεί με ηπιότερα μέσα, η δε προσφορότητα και αναγκαιότητα της βιντεοεπιτήρησης εκτιμάται με βάση τον κίνδυνο, που ο υπεύθυνος επεξεργασίας θέλει να αντιμετωπίσει σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Περαιτέρω έκρινε ότι, τα σημεία εγκατάστασης των καμερών και ο τρόπος λήψης των δεδομένων πρέπει να προσδιορίζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε τα δεδομένα που συλλέγονται να μην είναι περισσότερο από όσο είναι απολύτως αναγκαία για την εκπλήρωση του σκοπού της επεξεργασίας και να μην θίγονται τα θεμελιώδη δικαιώματα των προσώπων που βρίσκονται στο χώρο που επιτηρείται και ιδίως να μην παραβιάζεται αυτό το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ως ¨νόμιμη προσδοκία ορισμένου βαθμού προστασίας της ιδιωτικής ζωής ¨σε ορισμένο χώρο.
Επισημαίνεται επίσης στο σκεπτικό της απόφασης ότι, σύμφωνα με το άρθρο 7 της υπ. αριθμ. 1/2011 Οδηγίας της Αρχής, το σύστημα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την επιτήρηση των εργαζομένων εντός των χώρων εργασίας, εκτός από ειδικές εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου αυτό δικαιολογείται από την φύση και τις συνθήκες της εργασίας και είναι απαραίτητο για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, ή την προστασία κρίσιμων χώρων της εργασίας (π.χ. στρατιωτικά εργοστάσια, τράπεζες, εγκαταστάσεις υψηλού κινδύνου), ενώ αντίστοιχα, σε έναν τυπικό χώρο γραφείων μίας επιχείρησης η βιντεοεπιτήρηση πρέπει να περιορίζεται σε χώρους εισόδου και εξόδου, χωρίς να επιτηρούνται συγκεκριμένες αίθουσες γραφείων ή διάδρομοι ,με επιτρεπτή επίσης την εξαίρεση συγκεκριμένων χώρων, όπως ταμεία, χώροι με χρηματοκιβώτια, ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισμό κ.λ.π., υπό τον όρο όμως ότι οι κάμερες εστιάζουν στα αγαθά που προστατεύουν και όχι στους χώρους των εργαζομένων.
Παράλληλα και σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 19 παρ. 2 της υπ. αριθμ. 1/2011 Οδηγίας της Αρχής οι κάμερες επιτρέπεται να τοποθετούνται στα σημεία εισόδου και εξόδου των καταστημάτων, στα ταμεία και τους χώρους φύλαξης χρημάτων, στις αποθήκες εμπορευμάτων, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 4 της άνω Οδηγάς, απαγορεύεται η λειτουργία καμερών σε χώρους εστίασης και αναψυχής, στα δοκιμαστήρια, στις τουαλέτες και στους χώρους όπου εργάζονται υπάλληλοι καταστήματος και δεν είναι προσιτοί στο κοινό. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 12 της ίδιας ως άνω Οδηγίας της Αρχής, πριν ένα πρόσωπο εισέλθει στην εμβέλεια του συστήματος βιντεοεπιτήρησης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να το ενημερώσει, με τρόπο εμφανή και κατανοητό ότι, πρόκειται να εισέλθει σε χώρο που βιντεοσκοπείται, αναρτώντας προς τούτο, σε επαρκή αριθμό και σε εμφανές μέρος, ευδιάκριτες πινακίδες, όπου θα αναγράφεται το πρόσωπο, για λογαριασμό του οποίου γίνεται η βιντεοσκόπηση (υπεύθυνος επεξεργασίας), καθώς και το άτομο με το οποίο, οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούν να επικοινωνήσουν, για να ασκήσουν τα δικαιώματα, που ο νόμος αναγνωρίζει στο υποκείμενο των δεδομένων .
Η Αρχή λαμβάνοντας υπόψη τις διαπιστώσεις του ελέγχου και την βαρύτητα των παραβάσεων επέβαλε στον υπεύθυνο επεξεργασίας, αφενός μεν πρόστιμο χιλίων (1.000) Ευρώ, αφετέρου δε, τον διέταξε να προβεί αμελλητί στην αφαίρεση της κάμερας που βρισκόταν στην κουζίνα του καταστήματος, καθώς και αυτών που λάμβαναν εικόνα από τον χώρο των τραπεζοκαθισμάτων, παράλληλα δε, να προβεί στην τροποποίηση του πεδίου λήψης των καμερών, που βρίσκονταν στον εξωτερικό χώρο του καταστήματος, έτσι ώστε, να εστιάζουν στην είσοδο του καταστήματος και να μην λαμβάνουν εικόνα από το πεζοδρόμιο και τον δημόσιο δρόμο, καθώς και των καμερών που επιτηρούν το ταμείο. ώστε να εστιάζουν μόνο στον χώρο του ταμείου και όχι του πάγκου προετοιμασίας των παραγγελιών, τέλος δε, να καταστρέψει κάθε αρχείο με προσωπικά δεδομένα εργαζομένων και πελατών και αφού υποβάλλει στην Αρχή τροποποιητική γνωστοποίηση του συστήματος βιντεοεπιττήρησης, να αναρτήσει πινακίδες για την ενημέρωση του κοινού, σχετικά με το σύστημα βιντεοσκόπησης.
Εκτιμάται ότι και οι διατάξεις του νέου νόμου, που αναμένεται να ψηφισθεί άμεσα, για την ενσωμάτωση του Γενικού Κανονισμού δεν θα απέχουν πολύ από τις σχετικές διατάξεις του Ν.2472/1997, ως προς τις προϋποθέσεις της νόμιμης άδειας χρήσης συστήματος βιντεοεπιτήρησης – πλην των επαυξημένων προστίμων – και για τον λόγο αυτό η σχετική απόφαση της Αρχής μπορεί να χρησιμεύσει στα μέλη του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου, ως γενικός οδηγός για τις προϋποθέσεις νόμιμης λειτουργίας τέτοιων συστημάτων στις επιχειρήσεις τους.
Αναδημοσίευση από το site του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών