Με αφορμή την ανακήρυξη της Αθήνας ως Παγκόσμιας Πρωτεύουσας Βιβλίου 2018, μια περιήγηση στα σπίτια των λογοτεχνών όπως τα κατέγραψαν οι καθηγητές και συγγραφείς Θανάσης Γιοχάλας και η Τόνια Καφετζάκη στο βιβλίο τους «Αθήνα Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία». Γράφουν γιαυτά νεώτεροί τους συγγραφείς στα βιβλία τους.
Οικία Γ. Σεφέρη (Άγρας 20)
Εδώ διέμενε τα τελευταία χρόνια της ζωής του (από το 1962) ο νομπελίστας ποιητής Γ. Σεφέρης. Μετά από το θάνατό του το 1971, στο σπίτι συνέχισε να ζει η σύζυγός του Μαρώ. «Τη μέρα που βραβεύτηκε, ένας εφημεριδοπώλης, τον θυμάσαι ντε, τον Κώτσο από το Παγκράτι, ροβολούσε την οδό Αρχιμήδους, αναστατώνοντας τη γειτονιά και ανεμίζοντας το Βήμα με οκτάστηλη την είδηση, πρωτοσέλιδη. «πήραμε το Νόμπελ, πήραμε το Νόμπελ». Και το σπίτι του ποιητή, κατάλαβες, οδός Άγρας, πάροδος Αρχιμήδους πίσω από το Στάδιο. Ο Μαραθωνοδρόμος. Ο Κώτσος από το Παγκράτι. Τότε θυμήθηκα αμυδρά κάποιους στίχους που απαγγέλθηκαν σε κείνη την εκπομπή».
Στρατής Τσίρκας «Η χαμένη Άνοιξη».
Το σπίτι του Ηλία Βενέζη
Στην οδό Ζαΐμη, στα Εξάρχεια, κατοικούσε ο συγγραφέας με την οικογένειά του. Τον Δεκέμβριο του 1944 είχαν μετακομίσει και τους φιλοξενούσε στο σπίτι της η οικογένεια Καραγάτση. «Οι Βενέζηδες έμεναν κοντά στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, στην οδό Ζαΐμη κι εκεί οι Ελασίτες είχαν στήσει τα οδοφράγματά τους και μπροστά στο σπίτι των Βενέζηδων γινόντουσαν μάχες».
Μαρίνα Καραγάτση : «Το ευχαριστημένο ή οι δικοί μου άνθρωποι».
«Σ’ εκείνα τα μέρη, στην οδό Ζαΐμη, ήταν μια μικρή ταβέρνα μέσα σε αυλή φυτεμένη με λίγα δέντρα. Εκεί πήγαιναν ξεμοναχιασμένα αγόρια και κορίτσια να μιλήσουν για αγάπη και να φιληθούν. Ήταν φτωχοί σπουδαστές που έρχονταν απ’ τα νησιά του Αιγαίου και απ’ τα βουνά του τόπου τους, πρώτη φορά βλέπαν τόσο μεγάλη χώρα, σαν την Αθήνα, και πρώτη φορά δοκίμαζαν να φύγουν για το γοητευτικό ταξίδι που έχει μαύρα μαλλιά, έχει καστανά μάτια, κι έχει στο νέο κορμί φόρεμα από φτηνό τσίτι. Ήταν δειλά παιδιά, δεν έκαναν διόλου φασαρία, πίναν ούζο με αμύγδαλα και μέναν πολλή ώρα ήσυχα, ώσπου να νυχτώσει και να βγουν τ’ άστρα. Τότε φιλούσαν τα κορίτσια τους, άκουγαν το μούρμουρο του ποταμιού και λέγαν ιστορίες των θαλασσών και των βουνών της πατρίδας τους. Όμως με τέτοια πελατεία η ταβέρνα της οδού Ζαΐμη έκανε πολύ μέτριες δουλειές, κι ο ιδιοχτήτης της πολύ ζήλευε τους συναδέλφους του της Πλάκας, του Ψυρρή και άλλων θρυλικών τόπων”
Ηλίας Βενέζης, «Η Δάφνη»
Οικία Γρηγορίου Ξενόπουλου
Στον τρίτο όροφο μιας κατοικίας στην οδό Ευριπίδου κατοικούσε ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. Εκεί είχε την έδρα του και το περιοδικό του, η Διάπλασις των Παίδων. Το σπίτι καταστράφηκε στα Δεκεμβριανά.
«Κι ένα απόγεμα παίρνοντάς με από το χέρι με πήγε στα γραφεία της Διαπλάσεως των Παίδων και μ΄ έγραψε συνδρομητή. Θυμάμαι τον Ξενόπουλο, με τα γυαλάκια του, που σηκώθηκε από το γραφείο του κι ήρθε και με χάιδεψε, ρωτώντας με τι ψευδώνυμο ήθελα να πάρω, κι εγώ του αποκρίθηκα «Αιθήρ». Κι από τότε έγινα, για χρόνια ο «Αιθήρ»της Διαπλάσεως των παίδων».
Ναπολέων Λαπαθιώτης, Η ζωή μου.
Οικία Κωστή Παλαμά
Στη διώροφη αυτή μεσοπολεμική κατοικία στην Αμαλίας και Περιάνδρου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κωστής Παλαμάς, από το 1935 έως το θάνατό του στις 27 Φεβρουαρίου 1943.
«Περιάνδρου 5. Στενό ελικοειδές. Ξεφτίζει ο χειμώνας, ανθισμένη δίκαρπη νεραντζιά σκορπίζει τη μοσχοβολιά της ξεχειλίζοντας από τον κιτρινωπό μαντρότοιχο, σχεδόν αγγίζει ένα κλωνάρι το μαύρο κρέπι της ορθάνοιχτης διπλανής πόρτας. «Κωστής Παλαμάς». Σκληρά μαύρα γράμματα πάνω σε κρύο λευκό, πλαίσιο μαύρο. Η λέξη «ποιητής» πουθενά. Σκιές οι άνθρωποι, εισέρχονται ελάχιστοι οι άλλοι σιωπούν ορθοί, χώνουν τα χέρια κάτω από τις μασχάλες, 29 Φεβρουαρίου 1943, το κρύο διαπεραστικό, όσο πιο πολλοί οι παρόντες τόσο ο δρομάκος στενεύει, γίνεται το αδιαχώρητο, βγαίνει ίσαμε έξω η μυρωδιά του λιβανιού. Στο κέντρο του γραφείου λάμπει κάτω από τις αναμμένες λαμπάδες το κάτασπρο κεφάλι και γενάκι του ποιητή, ρουφηγμένα τα μάγουλα, λίγο ξεφτισμένο το μέτωπο, πρόσωπο γλυπτό. Στέγαστρό του η βιβλιοθήκη, γαλλικά κυρίως βιβλία, παρατηρεί ο Ζακ. Σαν να μη πατάει το σανιδένιο πάτωμα που τρίζει κάτω από τα βήματα των άλλων, άηχα τελείως της αναβιωμένης Αντιγόνης, Η Ναυσικά ακουμπάει την τρυφερότητά της με μια κίνηση καθημερινή διορθώνοντας λίγο το πουκάμισο του πατέρα, χαϊδεύοντας τα μαλλιά του δίχως δάκρυα , παρών ακόμα ο ποιητής στο δωμάτιο της αέναης εργασίας του».
Τατιάνα Μιλλιέξ «Από την άλλη όχθη του Χρόνου»
Το σπίτι του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη
Η νεοκλασική διώροφη κατοικία με εσωτερική αυλή και εξωτερική πέτρινη σκάλα στην οδό Οικονόμου 30 στα Εξάρχεια σήμερα ρημάζει. . Σ΄αυτή έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του και σε αυτή βρήκε τραγικό θάνατο, όταν αυτοπυροβολήθηκε το 1944.
«Πρώτη φορά έμπαινα σε ένα τόσο αριστοκρατικό σπίτι. Όσα έβλεπα μούκαναν εντύπωση. Θαύμαζα τα χαλιά του, τη μεγαλοπρεπή επίπλωση, τις μεγάλες ως το ταβάνι βιβλιοθήκες, με ομοιόμορφο ντύσιμο όλων των βιβλίων, τα δύο δωμάτια- γραφεία: του στρατηγού (Λεωνίδα Λαπαθιώτη) και του Ναπολέοντα το καθένα με ιδιαίτερο στιλ και παντού βιβλία και πάλι βιβλία».
Τ.Α. Μουμτζής: Τα στρατιωτικά χρόνια του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη
Οικία Ανδρέα Εμπειρίκου
Στην οδό Αινιάνος βρισκόταν η οικία του ποιητή Α. Εμπειρίκου, στην οποία σύχναζαν ποιητές και διανοούμενοι της γενιάς του 30. Εκεί πρωτοδιαβάστηκαν τα έργα του ίδιου του Εμπειρίκου αλλά και η Αμοργός του Νίκου Γκάτσου και ο Μπολιβάρ του Ν. Εγγονόπουλου.
«Είχαμε άλλωστε, τώρα αποκτήσει για τις βραδινές ώρες, ένα άλλο καταφύγιο, το καινούργιο σπίτι του Ανδρέα Εμπειρίκου στην οδό Γεωργίου Αινιάνος. Οι τακτικές συγκεντρώσεις της Πέμπτης, που κρατήσανε σε όλο το διάστημα της Κατοχής, και ακόμα – αλλά όχι με την ίδια ζωηρότητα – μετά την Απελευθέρωση έγιναν ιστορικές. Εκεί στις δυο συνεχόμενες αίθουσες που η μια τους πλευρά ήταν σκεπασμένη ως πάνω με βιβλία και οι άλλες με έργα του Yves Tanguy και του Max Ernst, στριμωγμένοι σε πολυθρόνες, καναπέδες, καρέκλες, καρεκλάκια, κι οπουδήποτε αλλού βρίσκαμε, πολλές φορές χάμου, πάνω σε μαξιλάρια, παρακολουθούσαμε τον οικοδεσπότη μας να διαβάζει με τη ζεστή, χαρακτηριστική φωνή του, που ήξερε τόσο καλά να παρακολουθεί και να χρωματίζει τις πιο παραμικρές διακυμάνσεις του κειμένου, όλα τα καινούργια τότε έργα του τα «Γραπτά» πρώτα-πρώτα, το «Αργώ ή Πλους αεροστάτου» και, τέλος, το μεγάλο, χιλίων σελίδων, μυθιστόρημά του «Ο μέγας Ανατολικός».
Οδυσσέας Ελύτης «Το χρονικό μιας δεκαετίας».