Παγκόσμια Ημέρα της Ναυτιλίας σήμερα και ο λόγος στους ναυτικούς. Ζητήσαμε απο τον παλαίμαχο Κεφαλονίτη ναυτικό και συγγραφέα Γαβρίλη Παναγιωσούλη να διηγηθεί μια απο τις ιστορίες του στους Αναγνώστες του Kefalonia press. Και όπως πάντα δεν μας χάλασε το χατήρι. Τον ευχαριστούμε θερμά.. Πρόκειται για μια ακόμα αληθινή ιστορία της ζωής του που θα μπορούσε να είναι ιστορία του κάθε ναυτικού!
Έξω από τα Σύνορα Θυμήθηκα τους υπεράριθμους, στο πρώτο μου βαπόρι που ήμουν: δηλαδή αυτούς που προσφέρονταν να δουλέψουν χωρίς μισθό μέχρι να βρεθεί μια θέση εργασίας.
Ο Χρήστος Δ. από την Σπάρτη ήταν κι αυτός υπεράριθμος, καλός άνθρωπος μιας πιο μεγάλης ηλικίας από εμάς, μαθημένος όμως τελείως διαφορετικά. Όταν ήρθε στο βαπόρι, μας χαιρέτισε δια χειραψίας (πράμα ασυνήθιστο για ναυτικούς) αυτοσυστήθηκε Χρήστος Δ. έφεδρος υπολοχαγός…
Με φωνάζει ο καμαρότος και μου λέει: Θα τον πάρεις βοηθό, θα τον βάλεις να καθαρίζει τουαλέτες κλπ… υπεράριθμος είναι.
Αυτό δεν του καλάρεσε του Χρήστου κι έκανε παράπονα γιατί να καθαρίζει τις καλλιόπες…
Το βαπόρι ήταν Κεφαλονίτικο του Βεργωτή τον πήραν χαμπάρι κάτι Κεφαλλονίτες ότι δεν ήταν της πάστας τους, στην τραπεζαρία πάνω στο φαγητό υπήρχαν κάθε μέρα αψιμαχίες, μέχρι που κατάφεραν και του έσπασαν το κεφάλι, έτσι όπως έτρωγαν κάποιος του πέταξε την αλατιέρα μια χοντρή γυάλινη. Τον πήραν τα αίματα, πήγαν στον γραμματικό έναν χρυσό άνθρωπο από τα Σπαρτιά, τον καπετάν Διονύση Καλαναρχόπουλο του έβαλε βαμβάκι οινόπνευμα και του έδεσε το κεφάλι. Και όχι μόνο αλλά αρνήθηκε να δουλεύει, έτσι έχασα τον βοηθό μου.
Όλα αυτά στη μέση του ατλαντικού ωκεανού.
Σαν φτάσαμε στην Αμερική εξαφανίστηκε, Ο Τάσος Σ. του βασιλικού ναυτικού. Καμαροτάκι των αξιωματικών καλό παιδί κι αυτός, γέννημα και θρέμμα από τις Τζιτζιφιές, μαζί λέγαμε τα μυστικά μας στο βαπόρι, άφραγκοι και οι δυο μας, είχε σκοπό να το σκάσει στην Αμερική.
Η περιουσία μας ήταν δέκα δολάρια, τα οποία είχα εγώ τα είχα ζητήσει προκαταβολή από τον καπετάνιο να πάρω ρούχα, μαζί κατεβήκαμε τη σκάλα του βαποριού στην καρβουνόσκαλα της Βαλτιμόρης για να μην ξαναγυρίσουμε, η ελληνική σημαία κυμάτιζε στην πρύμη, η αμερικανική στο πλωριό άρμπουρο, πατήσαμε αμερικανικό χώμα, όμως στα στενά της σκάλας ανέβαινε ο Μαστρο Στάθης ο Μαρκαντωνάτος Port Engineer του Βεργωτή στην Νέα Υόρκη από τα Δρακοπουλάτα Πυλάρου μούφερνε ραβασάκι από Πυλαρινούς συγγενείς ότι δεν πρέπει να φύγω, οπότε γύρισα πίσω, έτσι τόθελε η τύχη, μαζί μου γύρισε και ο Τάσος, γιατί δεν φεύγεις, τι περιμένεις; Του λέω.
Ξέρεις βασιζόμουνα στο δικό σου δεκάρικο, δώσε μου τουλάχιστον τα πέντε;
-Έχω μόνο ένα χαρτονόμισμα των δέκα, πάρε το άλλαξέ το και φέρε μου τα πέντε, για να έχω κι εγώ… ήταν αρχές Σεπτεμβρίου του 1950
Πέρασαν τα χρόνια, ακόμα περιμένω, δεν τον ξαναείδα ούτε έμαθα ποτέ τι απέγινε…
Γαβριήλ Παναγιωσούλης
Υ.Γ. Στην φωτογραφία το πλοίο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ του Βεργωτή όπου έγινε η ιστορία αυτή