Μια βόλτα μέχρι τη γραφική Πλάκα είναι αρκετή για να πραγματοποιήσει κανείς ένα ταξίδι στο χρόνο. Ένα ταξίδι αρκετούς αιώνες πίσω, με άρωμα εποχής και εικόνες που ξυπνούν μνήμες από τα παλιά.
Ένα τέτοιο ταξίδι πραγματοποιήσαμε κι εμείς μόλις περάσαμε την πόρτα του Αρχοντικού των Μπενιζέλων, στον αριθμό 96 της Αδριανού. «Το πιο παλιό σπίτι της Αθήνας» ενημερώνει η μεγάλη μαύρη επιγραφή εξωτερικά, προϊδεάζοντας τους περαστικούς -σίγουρα θα κεντρίσει το ενδιαφέρον τους για μια επίσκεψη αν όχι επιτόπου, κάποια άλλη στιγμή μελλοντικά- αλλά και όσους καταφτάνουν εδώ επί τούτου.
Ο κύριος Γιώργος Θεοδωρόπουλους, Διευθυντής του Αρχοντικού Μπενιζέλων, μας υποδέχτηκε εγκάρδια και η ξενάγησή μας στο παλιό σπίτι της Αθήνας ξεκίνησε αμέσως.
Όπως πληροφορούμαστε τα εγκαίνια της λειτουργίας του πραγματοποιήθηκαν το Φεβρουάριο του 2017, ενώ οι εργασίες για την αναπαλαίωσή του διήρκησαν μόλις ενάμιση χρόνο, με μια ομάδα επιστημόνων που συνεργάστηκαν άριστα για το βέλτιστο αποτέλεσμα.
Το Αρχοντικό των Μπενιζέλων ανεγέρθηκε επί Οθωμανικής κυριαρχίας στο πρώτο μισό του 18ου αιώνα, πρόκειται για ένα διώροφο, ορθογώνιο κτίσμα, ενώ διαθέτει στοιχεία και από τον 16ο αιώνα, τα οποία συνδέουν την χρήση του με το πατρικό της Ρεβούλας Μπενιζέλου, όπως ήταν το κοσμικό όνομα της Οσίας Φιλοθέης.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι αποτελεί το τελευταίο σωζόμενο κονάκι στην Αθήνα και το δεύτερο σε ολόκληρη την Κεντρική Ελλάδα (το άλλο βρίσκεται στην οδό Παίδων στη Χαλκίδα), καθώς τέτοιου είδους κτίσματα συναντώνται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα.
Όπως μας αποκαλύπτει ο κύριος Θεοδωρόπουλος το σπίτι χρονολογείται από το 1522 και είναι σχεδόν βέβαιο (κανείς δεν μπορεί να μιλήσει με σιγουριά γι’ αυτό το θέμα) ότι αποτελούσε το πατρικό της Οσίας Φιλοθέης.
«Το γεγονός και μόνο ότι εδώ έζησε η μεγαλύτερη επαναστάτρια της εποχής, και όχι μόνο, προσθέτει μαγεία στην ατμόσφαιρα, κάνοντας τον επισκέπτη να νιώσει την ιδιαίτερη αύρα του κτηρίου και του χώρου γενικότερα», μας εξομολογείται και ξεκινάμε την γνωριμία μας με τον χώρο.
Στο ισόγειο του κτηρίου, λοιπόν, οι τρεις επιμέρους χώροι του χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα και συνδέονται με το πατρικό της Οσίας Φιλοθέης. Πρώτος συναντάται ο ληνός, ο αποθηκευτικός χώρος της κατοικίας με αγγεία μέσα στο χώμα ώστε να διατηρούνται σταθερές οι θερμοκρασίες των αποθηκευμένων τροφών.
Εν συνεχεία, ακολουθεί το πατητήρι με συγκεκριμένο χώρο για το πάτημα των σταφυλιών και δοχεία για το μούστο, και τρίτο στη σειρά, και πιο σημαντικό, το σπίτι της Οσίας Φιλοθέης. Στο συγκεκριμένο χώρο, μάλιστα, παρακολουθούμε ένα δεκάλεπτο βίντεο που προβάλλεται αναφορικά με την ιστορία της Οσίας Φιλοθέης, αλλά και την άκρως ενδιαφέρουσα ιστορία της εποχής.
Ο όροφος του κτηρίου, όπως μας εξηγεί ο κύριος Θεοδωρόπουλος «αποτελεί προσθήκη του 18ου αιώνα», ενώ προστέθηκε επί Οθωμανικής κυριαρχίας αφού πρώτα ταπεινώθηκε το ύψος της οροφής του πατρικού της Οσίας Φιλοθέης, καθιστώντας τους τρεις υπάρχοντες χώρους ως το κατώι της νέας αρχοντικής κατοικίας.
Κατευθυνόμενοι, λοιπόν, προς τη σκάλα που θα μας οδηγήσει στον όροφο πραγματοποιούμε μια στάση στην εσωτερική αυλή του αρχοντικού και παρατηρούμε τα ευρήματα από μέρος του Υστερορωμαϊκού τείχους του 267 μ.Χ. που ήρθε στο φως κατά την διάρκεια των ανασκαφών για την αναπαλαίωση του κτηρίου.
Μάλιστα σε αυτή την αυλή βρίσκεται και ένα πηγάδι, που όπως μας αποκαλύπτει ο κύριος Θεοδωρόπουλος «είναι γεμάτο με νερό και αποτελεί μία από τις δραστηριότητες στις οποίες επιδίδονται οι μικροί επισκέπτες του μουσείου».
Ανεβαίνοντας στον όροφο βρισκόμαστε, στην οθωμανική αστική κατοικία και μεταφερόμαστε, πια, στον 18ο αιώνα. Εδώ συναντώνται οι οντάδες -ο χειμερινός με το τζάκι και ο θερινός- με αρκετά ξύλινα παράθυρα, φεγγίτες και ευέλικτη διαρρύθμιση και εσωτερική διαμόρφωση, ώστε να ανταποκρίνονται σε διάφορες ανάγκες (ύπνο, σαλόνι κ.α.).
Από τα πιο εντυπωσιακά σημεία και των δύο οι προσεγμένες ξυλοκατασκευές και η ξυλόγλυπτη διακόσμηση, βασικό χαρακτηριστικό για όλα τα κονάκια της περιόδου, ενώ έκπληξη προκαλεί η ύπαρξη πολεμίστρων που εξωτερικά μοιάζουν με παράθυρα. Τέλος, μεταξύ των δύο οντάδων βρίσκεται το χαγιάτι, ο ημιυπαίθριος χώρος που λειτουργούσε ως καθιστικό (σοφάς) και χώρος για όλες τις δουλειές.
Ολοκληρώνοντας την ξενάγησή μας, μεταφερόμαστε στην πίσω αυλή όπου πραγματοποιούνται διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις, σύμφωνα με τον κύριο Θεοδωρόπουλο.
Εδώ, παρατηρούμε το μοναδικό σωζόμενο υπέργειο τμήμα του Υστερορωμαϊκού τείχους που είχε ανεγερθεί στην Αθήνα, ενώ παράλληλα απολαμβάνουμε και την αρχιτεκτονική του σαχνισιού, της προεξοχής που στηρίζεται σε ξύλινα δοκάρια πέρα από τα όρια της τοιχοποιίας του ισογείου και αποτελούσε ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία των κονακίων της εποχής.
Ωστόσο, η επίσκεψή μας στο Αρχοντικό Μπενιζέλων μας επιφυλάσσει μια ευχάριστη έκπληξη. Ο λόγος για την συνάντησή μας με την δρ. Ελευθερία Τσακανίκα, πολιτικό μηχανικό και Επίκουρη Καθηγήτρια στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, η οποία είχε κάνει την διατριβή της στο συγκεκριμένο κτήριο και αποτέλεσε (αρκετά χρόνια αργότερα) την πολιτικό μηχανικό που ανέλαβε τη μελέτη και το έργο της ανακαίνισης του αρχοντικού.
Σύμφωνα με την ίδια «κύριο μέλημά μας κατά την διάρκεια των εργασιών της ανακαίνισης του Αρχοντικού Μπενιζέλων δεν ήταν άλλο από την συντήρηση των υπαρχόντων στοιχείων και την ενίσχυσή τους, όπου αυτό ήταν απαραίτητο, με νέα».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η συντήρηση των ξύλινων δοκαριών και επιφανειών γενικότερα, και η ενίσχυσή τους με αντίστοιχο ξύλο μαύρης πεύκης, όπως προέκυψε από την ανάλυση που έγινε στα υπάρχοντα.
Για την ίδια, όπως πολύ γλυκά μας αποκαλύπτει, «το Αρχοντικό των Μπενιζέλων αποτελεί ένα μουσείο του εαυτού του, καθώς παρουσιάζει μεγάλο ιστορικό, αρχαιολογικό και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον από μόνο του».
Επίσης, σύμφωνα με την κυρία Τσακανίκα η σπουδαιότητα του συγκεκριμένου κτηρίου έγκειται στο γεγονός ότι «πρόκειται για ένα σπουδαίο αρχοντικό καθώς εδώ έζησε μία από τις παλαιότερες, πλουσιότερες και σπουδαιότερες οικογένειες της εποχής, αλλά και γιατί μιλάμε για την μοναδική σωζόμενη, κοσμική οθωμανική κατοικία από την συγκεκριμένη περίοδο σε όλη την Αθήνα».
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε πως η ανακαίνιση του Αρχοντικού Μπενιζέλων πραγματοποιήθηκε με τέτοιους όρους ώστε να είναι φιλικό σε επισκέπτες ΑμεΑ, με ειδικό ασανσέρ που οδηγεί στον όροφο καθώς και κώδικα γραφής Μπράιγ σε ελληνικά και αγγλικά, στις επιγραφές του. Συγχαρητήρια, λοιπόν, αξίζουν σε όλους όσοι ασχολήθηκαν με την ανακαίνιση του αρχοντικού (αρχιτέκτονες: Γ. Κίζη, Κ. Ασλανίδη, Χ. Πινάτση, πολιτικοί μηχανικοί: Ε. Κατσανίκα, Χ. Μουζάκη και Ε. Ζαρογιάννη, συντηρητής: Γ. Παυλόπουλος), και έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό για ένα κτήριο-ιστορικό μνημείο στην καρδιά της Αθήνας.
Αναλογιζόμενοι, λοιπόν, όλα τα παραπάνω δεν έχουμε παρά να παραδεχτούμε πως το Αρχοντικό Μπενιζέλων αποτελεί ένα αληθινό κόσμημα στην καρδιά της Αθήνας. Έναν πραγματικό θησαυρό που αξίζει κανείς να ανακαλύψει.
Πληροφορίες για την επίσκεψη
Αδριανού 96, Πλάκα, τηλ. 2103248861
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη- Πέμπτη 10.00-13.00 και Κυριακή 11.00-16.00