Πας στην παραλία και σε ενοχλεί που έχει οικογένειες με παιδάκια. Σε
ενοχλεί που θα έχεις δίπλα σου τόσο θόρυβο. Μπας και είσαι
μισάνθρωπος; μήπως σε ενοχλούν τα παιδιά των άλλων;
Δίπλα σου κλαίει ένα παιδί, και νιώθεις δύσφορα επειδή λίγο πριν εκεί
που απολάμβανες την αύρα της θάλασσας σε αρμονία ήχων μια επιθετική
διαπεραστική φωνή που πάει να τρυπήσει το ακουστικό νεύρο ενός παιδιού
για να του επιβάλει το ΣΩΣΤΟ στα δικά της μέτρα έχει τρυπήσει και τα
δικά σου αφτιά και υποφέρεις όσο το παιδί εκείνο.
Ανασηκώνεσαι από την ηλιοθεραπεία και κοιτάς το δύστυχο παιδί που του
έτυχε τέτοιος βάρβαρος για μητέρα και αναπολείς τα δικά σου αντίστοιχα
βιώματα.
Μετά Σιωπή. Μια θυμωμένη Σιωπή Οργισμένη δίχως να εκφράζεται κάτι
ξεκάθαρα από τη μάνα. Μόνο χρώμα έχει εκείνη η ΜΕΓΑΛΗ ΣΙΩΠΗ, κάπως σαν
σκοτεινό σύννεφο γεμάτο πετρέλαιο σε κηλίδα του ουρανού σου. Μια
τιμωρητική σου Σιωπή που σου διαπερνά το μυαλό και σε απογοητεύει
επειδή την αγαπάς αυτήν που στο κάνει και αυτό σε πονάει πιο βαθειά.
Περιμένεις τη δική της ενθάρρυνση και όχι της απαξίωσή της. Αντί για
αυτό βιώνεις την τρομοκρατία και τον σωφρονισμό σου μέσα από μια
ΜΕΓΑΛΗ ΕΝΗΛΙΚΗ ΣΙΩΠΗ.
Είναι η ίδια που άλλοτε όταν σπάσει τον όρκο της σιγής της θα σου πει:
“Αν δεν με αγαπάς θα κλαίω. Θα είναι λυπημένη η μανούλα”. Και κάπου
εκβιαστικά σου αναγκάζεσαι να γίνεις πιόνι και έρμαιο των δικών της
συναισθημάτων αστάθειας για να παίρνεις την επιβράβευσή της με
ψίχουλα.
Πριν λίγο το παιδί έτρεχε πάνω-κάτω στην ακροθαλασσιά και μάζευε
λίγα-λίγα πολεμοφόδια βοτσαλάκια που τα μετέφερε πάνω στην πετσέτα που
προορίζεται για τραπεζομάντηλο ενός πικ-νικ στη θάλασσα και πρέπει να
μείνει αμόλυντο. Μα πιτσιλούσαν τ΄άτιμα εκείνα τα ασύμμετρα μεταξύ
τους βοτσαλάκια και αναπηδούσαν σαν χαρούμενοι βάτραχοι μέσα την
αφηρημένη της φαντασίας σου ποδιά, με ζωηράδα. Μια τυχαία αφορμή κάνει
μια μητέρα να ξεσπάσει την υστερική δική της φύση για το πως θέλει τα
πράγματα εκείνη να τα επιβάλλει σαν κανόνες στους γύρω της, πράγμα που
αν γίνει αλλιώτικα απ΄ότι θεωρεί το δικό της μυαλό οργάνωση καμωμένη,
τη στρεσάρει την ίδια και αντιδρά για να εκτονώσει το δικό της στρες
μετατοπίζοντάς το στον ΑΛΛΟ. Αναρωτιέσαι αν γίνει ακόμη πιο βίαιο το
τοπίο αν πρέπει να επέμβεις να σώσεις το παιδάκι με το οποίο
συμπάσχεις και ταράζεται και η δική σου ψυχική λήθη από το αντίστοιχο
βίωμα.
Κάποια άλλη ενήλικας γυναίκα παραπέρα συμπεριφέρεται στο δικό της
απόκτημα, εν αγνοία του παιδιού ότι αποτελεί κάτι τέτοιο στη δική της
ζωή, λες και είναι όχι το μέλλον του κόσμου απλά αλλά το ΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ
ΚΟΣΜΟΥ. Το παιδί εγωκεντρικά προκαλεί δυσφορία σε όλες τις ισορροπίες
των γύρω επειδή έχει πάρει το χρίσμα για να το κάνει και σαφώς δεν
φταίει το ίδιο. Αυτό, γυρνάς ρίχνεις μια ματιά και το λυπάσαι επειδή
είναι το μέλλον της χρεωκοπημένης ελλάδας. Αναρωτιέσαι αν θα το σώσει
το σχολείο με τη φιλοτιμία κάποιου δασκάλου του στο σύντομο μέλλον.
Οι νεοέλληνες γονείς στερούνται φαντασίας για το μέλλον των παιδιών
τους. Χτίζουν στην προσωρινή άμμο της ΑΠΟΛΑΥΣΗΣ ΤΗΣ ΣΤΙΓΜΗΣ του
παιδιού, Εκτόνωσης της Στιγμής ενός παιδιού, Παλάτια για το μέλλον
του. Κάθε παρέμβασή τους δεν την κάνουν με οξυδέρκεια τι επίπτωση ή
επιρροή αυτή μπορεί να΄χει για τη διαμόρφωση του ενήλικου χαρακτήρα
ενός παιδιού στο προσεχές μέλλον. Όταν χτίζεις στην ΑΜΜΟ ένα παιδί σαν
το Κέντρο του Κόσμου φτιάχνεις ένα παλάτι από Εγωκεντρικό άνθρωπο του
μέλλοντος, αυτού του καταρρέει την πνευματική ΑΝΑΠΤΥΞΗ αυτού του
κακόμοιρου τόπου.
Οι κοινωνικές ευαισθησίες ενός ενήλικα δε μπολιάζονται με ενέσεις
ιδεών όταν μεγαλώσει αυτός, επειδή τότε είναι επιφανειακότατες στην
προσωπικότητά του και καταρρέουν οι ιδέες του αυτές σαν τραπουλόχαρτο
μόλις ο ίδιος έρθει σε ατομική ρήξη με κάποιον άλλον και θίγονται τα
συμφέροντά του. Εκεί που τον μπόλιασες μεγάλο σαν αντιφασίστα ξαφνικά
τον βλέπεις στιγμιαία να αντιδρά σαν φασίστας για να κερδίσει και να
επιβληθεί το δικό του συμφέρον. Κάπου εκεί τον αποκαλείς ιδεολόγο της
δεκάρας.
Τις κοινωνικές ευαισθησίες πρέπει να τις εμφυσήσει κάποιος στην
παιδική ηλικία ενός ανθρώπου με κάθε παρέμβαση της ΣΤΙΓΜΗΣ που κάνει
με οξυδέρκεια και φαντασία, και αυτό θα΄πρεπε να συμβαίνει επειδή την
παιδική ηλικία μας την κουβαλάμε όλοι πάνω μας, ανά πάσα στιγμή έτοιμη
να ξεχυθεί με μια αφορμή στο περιβάλλον που μας το ευννοεί προκλητικά:
να γίνουμε αυτό που είναι πιο σοφό από τον ενήλικο εαυτό μας. Να
ξαναγίνουμε εκείνο που δεν το αλλοίωσε ποτέ η ιδεοληψία μια Κοινωνικής
Παιδείας μας. Αυτή η παιδική μας ηλικία που δεν είναι βαλμένη σε
σώματα παιδιών και μπόι ηλικίας είναι εκείνο που επικρατεί στη
βαθύτερη ψυχή μας ανά πάσα στιγμή ή και εκείνο που πληγώνεται και
αιμοραγεί όταν ο δίπλα σου ενήλικας σου απευθύνεται με τρόπο λες και
κρατάει λοστό για την ενήλικη συναλλαγή του μαζί σου.
Αν ποτέ καταφέρεις να σκέφτεσαι και να νιώθεις όπως ένα παιδί ενώ
είσαι ενήλικας τότε έχεις καταφέρει το μισό και περισσότερο έργο της
ατομικής σου αυτοβελτίωσης που αν είσαι τυχερός θα καταφέρεις να
Ολοκληρώσεις μέχρι το τέλος της δικής σου ζωής.
Μαρία Μαγουλά
εικαστικός