Τη μορφή χιονισμένης αλέας μας χαρίζουν από την αρχή της σεζόν τα χιλιάδες σκουπίδια που είναι διασκορπισμένα εκατέρωθεν του δρόμου προς το μαγευτικό Φανάρι. Κάθε μέρα που περνώ από εκεί δεν μπορώ παρά να θαυμάζω τα μικροβιασμένα στολίδια που με τέχνη περισσή έχουν τοποθετηθεί σαν επίτηδες στα πιο εμφανή και ταυτόχρονα στο πιο δυσπρόσιτα σημεία.
Και προειδοποιώ ότι εδώ δεν θα αναφερθώ καν στα πολύχρωμα κουτάκια μπύρας που κρύβονται ντροπαλά ανάμεσα στους ακανθωτούς θάμνους, ούτε στα εξίσου ποικιλόχρωμα σακουλάκια προφυλακτικών και καπάκια μπουκαλιών που παίζουν το ρόλο άοσμων ανθέων στο μυστικό κήπο της βρωμιάς, ούτε καν στις κόκκινες, πράσινες και θαλασσιές σακούλες που κινούνται νωχελικά στις ακτές με το μεθυστικό ρυθμό του κύματος, περιμένοντας να τις παρασύρει βαθύτερα μπας και καταφέρουν να πνίξουν κανένα χελωνάκι.
Λοιπόν, όσο όμορφα και αν ακούγονται όλα αυτά, φοβάμαι ότι θα πρέπει να τα αναζητήσετε σε αντίστοιχο ανοιξιάτικο άρθρο˙ εδώ θα μιλήσουμε για χιονοστιβάδα. Γιατί εκείνο που αυτό το καλοκαίρι χτυπάει στο μάτι είναι οι αγνές χαρτοπετσέτες και τα ολόλευκα μαντιλάκια μιας χρήσης που κοσμούν το -κάποτε- όμορφο δάσος μας.
Τα συγχαρητήρια, βέβαια, αξίζουν στο οικείο σε όλους μας πρόσωπο του καλοκαιρινού παράνομου κατασκηνωτή, που κάθε χρόνο δεν παραλείπει να μας θυμίζει πόσο πολιτισμένος και πεπαιδευμένος Ευρωπαίος είναι με τους πιο ευφάνταστους τρόπους. Το μότο του, με το οποίο απέσπασε φέτος το Βραβείο Καλύτερου Επισκέπτη ήταν προφανώς : «Κρατάω το εαυτό μου καθαρό-λερώνω οτιδήποτε άλλο». Και πραγματικά το έκανε πράξη, χαρίζοντας σε όλους μας το μοναδικό θέαμα του αηδιαστικού χαρτοπόλεμου που κάθε περπατητής μπορεί πλέον να απολαμβάνει στο δρόμο του προς τις παραλίες.
Παρ’ όλ’ αυτά, δεν μπορώ να αντισταθώ στο να προτείνω μια εικαστική αναδιάταξη. Προσωπικά, θα προτιμούσα να σχημάτιζε τη λέξη Reservé με τα μωρομάντιλά του, εφόσον αρέσκεται στο να σημαδεύει επιδεικτικά την περιοχή του, παρά να τα σκορπίζει σε έκταση 500 μέτρων δεξιά και αριστερά.
Θα με διευκόλυνε πολύ γιατί θα ήταν όλα συγκεντρωμένα και δεν θα περνούσα άδικα μιάμιση ώρα από το μεσημέρι μου να τα μαζεύω, γεμίζοντας μια ολόκληρη σακούλα σκουπιδιών και εντέλει χωρίς εμφανές αποτέλεσμα˙ γιατί πραγματικά ένιωθα σαν ξανθιά σε στερεοτυπικό ανέκδοτο που καθαρίζει χωματερή τεραστίων διαστάσεων. Αλλά, ακόμη και αν αυτό του φαίνεται κάπως δύσκολο, του έχω και δεύτερη λύση: να μην πετά σκουπίδια! Απλό, λιτό και εύκολο να το θυμάσαι. Αν και, μάλλον πολλοί πάσχουν από ασθενές μνημονικό…
Γενικά δεν ξέρω πόσοι έχουν το φετίχ να λερώνουν και πόσοι να καθαρίζουν, αλλά ως άτομο που ανήκει στη δεύτερη κατηγορία, ξέρω ότι οι πρώτοι μας έχουν ξεπεράσει σε αριθμό εδώ και καιρό και μάλιστα κουνώντας μας πανηγυρικά τα μωρομάντιλά τους. Ξέρω επίσης ότι το να μαζεύει κανείς τα σκουπίδια του άλλου δεν είναι ο ιδανικός τρόπος να περάσει το απόγευμά του, δεδομένων των εναλλακτικών, και δεν μπορώ να αναγκάσω κανέναν να επιδοθεί στο απαιτητικό-απ’ όλες τις πλευρές- αυτό σπορ. Όμως θεωρώ ότι αν δεν μπορεί κάποιος να μαζέψει τα ξένα, τουλάχιστον ας μην πετά τα δικά του.
Είναι χυδαίο και προκλητικό να επιβάλλει στον άλλο την ασχήμια και τη βρωμιά των εμετικών του πράξεων, απλά και μόνο επειδή σε δυο μέρες φεύγει και δεν θα ξαναντικρίσει το χάος που άφησε πίσω του. Γιατί τα σκουπίδια αυτά δεν υπάρχει κανείς αρμόδιος να τα καθαρίσει και οι εθελοντές μετρώνται στα δάκτυλα του ενός χεριού, χωρίς καν να είναι οργανωμένοι.
Λίγος σεβασμός και ανοικτό μυαλό είναι το μόνο που ζητώ, λοιπόν, από τους επισκέπτες γιατί τα απορρήματα που κάποιοι από αυτούς φυτεύουν στο δάσος όταν έρχονται έχουν τόσο οικολογικές, όσο και αισθητικές επιπτώσεις και όσοι μένουν πίσω τις βιώνουν καθημερινά.
Χριστίνα Καππάτου