Καθώς η Τουρκία κλιμακώνει την πίεση με την επίδειξη και χρήση των στρατιωτικών της δυνατοτήτων, οι οποίες μπορούν να καλύψουν τους στόχους της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής από το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο μέχρι τη Βόρεια Αφρική και τη Λιβύη, οι ελληνικές πολιτικές δυνάμεις (τα κόμματα που κυβέρνησαν, κυβερνούν και φιλοδοξούν να ξανακυβερνήσουν) εμφανίζονται να ομονοούν σε ένα «σχέδιο» για την αντιμετώπιση των τουρκικών απαιτήσεων: στην παραπομπή των διαφορών στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΛAΚΑΣ
Καθώς αυτή η συζήτηση, περί παραπομπής των ελληνοτουρκικών διαφορών στη Χάγη, επανέρχεται στο εγχώριο προσκήνιο ολοένα και συχνότερα κατ’ απόλυτη αναλογία της κλιμάκωσης της πίεσης που ασκεί η Τουρκία, είναι, έχουμε την εντύπωση, απαραίτητες κάποιες επισημάνσεις.
Όλα στον ντορβά;
Κατ’ αρχάς πάγια θέση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι ότι υπάρχει μία αποδεκτή ελληνοτουρκική διαφορά: η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών.
Ωστόσο, παρακολουθώντας τη δημόσια συζήτηση, διακρίνει κανείς μια απροθυμία απ’ όσους υποστηρίζουν την αναζήτηση των δικαίων της χώρας μέσα από τις πρόνοιες του δικαστηρίου της Χάγης να επαναλάβουν και να υπογραμμίσουν το αυτονόητο, δηλαδή την πάγια ελληνική θέση. Γιατί άραγε;
● Μήπως αυτή η θέση έχει αλλάξει;
● Τι άλλο άραγε μπορεί να τεθεί ως ελληνοτουρκική διαφορά για την οποία θα αποφασίσει το διεθνές δικαστήριο;
Διαβάζοντας τα όσα είπε γύρω απ’ αυτό το ζήτημα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στο «Βήμα» την περασμένη Κυριακή, δημιουργείται η εντύπωση πως είτε ο πρωθυπουργός δεν κατανοεί επακριβώς τα όσα διατυπώνει είτε – το πιθανότερο – με τις διατυπώσεις του επιχειρεί να μετακινήσει την πάγια ελληνική θέση. Είπε, λοιπόν, ο πρωθυπουργός όταν ρωτήθηκε «πώς σχεδιάζετε να κινηθείτε; Η προσφυγή στη Χάγη αποτελεί μια επιλογή για εσάς;»:
«Η Ελλάδα δεν απαιτεί τίποτε, αλλά και δεν εκχωρεί τίποτα. Και δεν προκαλεί, αλλά συνομιλεί. Ο δρόμος του διαλόγου είναι ανοιχτός και για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και για τις διερευνητικές επαφές και για πολιτικό διάλογο. Πρόθεσή μου, λοιπόν, είναι να συζητούμε με την Τουρκία και στα τρία επίπεδα.
Και πιστεύω πως, ναι, θα πρέπει να πούμε καθαρά ότι, αν δεν μπορούμε να τα βρούμε, τότε θα πρέπει να συμφωνήσουμε η μία διαφορά που αναγνωρίζει η Ελλάδα να εκδικαστεί από ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, όπως είναι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Και για να είμαι απολύτως σαφής, αναφέρομαι στον ορισμό της υφαλοκρηπίδας και των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αν πιστεύουμε – και το πιστεύουμε – ότι έχουμε το δίκιο με το μέρος μας, δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα ως χώρα από αυτή την εξέλιξη».
Οι ορισμοί του Διεθνούς Δικαίου
«Κρατώντας» τις διατυπώσεις του πρωθυπουργού, ας ρίξουμε τώρα μια ματιά στο περιεχόμενο του όρου «θαλάσσιες ζώνες», για τις οποίες η κυβέρνηση εμφανίζεται διατεθειμένη να συνομιλήσει «πολιτικά» με την Τουρκία ή να αναζητήσει μια απόφαση από το Διεθνές Δικαστήριο. Σύμφωνα με απλούς ορισμούς του Διεθνούς Δικαίου, οι θαλάσσιες ζώνες είναι:
● Χωρικά Ύδατα ή Αιγιαλίτιδα Ζώνη. Η ζώνη αυτή μπορεί να εκτείνεται έως τα 12 ναυτικά μίλια από τις γραμμές – βάσεις, από τα σημεία δηλαδή που αποτελούν την αφετηρία της μέτρησης. Περιλαμβάνει τον βυθό, το υπέδαφος, τη θαλάσσια μάζα και τον υπερκείμενο αέρα. Εδώ το κράτος ασκεί την απόλυτη και πλήρη κυριαρχία.
● Υφαλοκρηπίδα. Η υφαλοκρηπίδα ξεκινάει έξω από τα χωρικά ύδατα και περιλαμβάνει τον βυθό και το υπέδαφός του. Εκτείνεται από τις γραμμές – βάσεις τουλάχιστον 200 ναυτικά μίλια. Σε αυτή τη ζώνη το παράκτιο κράτος έχει κυριαρχικά δικαιώματα ευθύς εξαρχής και αυτοδικαίως, χωρίς να απαιτείται οριοθέτηση και κανένα άλλο κράτος δεν μπορεί να προχωρήσει σε έρευνες ή εκμετάλλευση χωρίς άδεια του παράκτιου κράτους.
● Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ). Η ζώνη αυτή ξεκινάει έξω από τα χωρικά ύδατα και περιλαμβάνει τον βυθό, το υπέδαφος, τη θαλάσσια μάζα, την επιφάνεια της θάλασσας και τον αέρα πάνω από την επιφάνεια. Εκτείνεται έως τα 200 ναυτικά μίλια και στη ζώνη αυτή το παράκτιο κράτος έχει κυριαρχικά δικαιώματα για έρευνα και εκμετάλλευση. Για να ασκηθούν τα κυριαρχικά δικαιώματα, σε αντίθεση με την υφαλοκρηπίδα, θα πρέπει να υπάρξει εξαγγελία και οριοθέτηση. Στα υπερκείμενα ύδατα εξακολουθεί να ισχύει η αρχή της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας.
Τα ερωτήματα
Ας επιστρέψουμε τώρα στη διατύπωση του Κυριάκου Μητσοτάκη, σύμφωνα με την οποία αναγνωρίζει ως επίδικο για παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο «τον ορισμό της υφαλοκρηπίδας και των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο». Ποιες άραγε θαλάσσιες ζώνες έχει κατά νου ο πρωθυπουργός;
Όσοι, λοιπόν, «πουλούν» την πανάκεια της Χάγης καλό θα είναι προηγουμένως να διευκρινίσουν αν στον κατάλογο των προς επίλυση προβλημάτων περιλαμβάνονται:
● Το δικαίωμα της χώρας να έχει χωρικά ύδατα στα 12 μίλια.
● Το δικαίωμα των κατοικημένων νησιών να έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ και όχι να… επικάθονται στην τουρκική υφαλοκρηπίδα, όπως υποστηρίζει η Άγκυρα.
Επίσης οι επισπεύδοντες την προσφυγή στη Χάγη καλό θα είναι να γνωρίζουν ότι καμία απόφαση κανενός διεθνούς δικαστηρίου δεν πρόκειται να απαλλάξει από την πολιτική και ιστορική ευθύνη όσους αναζητούν προσχήματα και δικαιολογίες για την επισφράγιση της αλλαγής του καθεστώτος στο Αιγαίο, όπως αυτό στην πράξη έχει συντελεστεί μετά την κρίση των Ιμίων και τη σιωπή όλων των ελληνικών κυβερνήσεων από τότε και μέχρι τώρα…