Τη νύχτα της 28ης Δεκεμβρίου 2014 το πλοίο «Norman Atlantic» έφτασε με καθυστέρηση 48 λεπτών από το λιμάνι της Πάτρας στην Ηγουμενίτσα. Η φόρτωση των οχημάτων, προκειμένου να συνεχιστεί το ταξίδι με τελικό προορισμό την Ανκόνα, φέρεται να έγινε «ανάλογα με την τυχαία προσέλευσή τους, με υπερβολική βιασύνη», για να μην χαθεί κι άλλος χρόνος.
Γράφει ο
Στο κατάστρωμα 4, όπου λίγες ώρες αργότερα θα ξεκινούσε η φονική πυρκαγιά, φορτώθηκαν 47 οχήματα – ψυγεία, εκ των οποίων δύο μετέφεραν ζωντανά ψάρια. Οι διαθέσιμες πρίζες, όμως, ήταν 40. Στο κατάστρωμα 3 υπήρχαν τουλάχιστον 14 μη χρησιμοποιούμενες παροχές ηλεκτρικού ρεύματος. Μετά τον απόπλου, κάποια οχήματα διατήρησαν αναμμένους τους κινητήρες για να συντηρήσουν το εμπόρευμά τους, παρά τον κίνδυνο υπερθέρμανσης και ανάφλεξης.
Αυτές οι λεπτομέρειες, που παρουσιάζονται σήμερα για πρώτη φορά από την «Κ», περιλαμβάνονται στο ελληνικό κατηγορητήριο για το δυστύχημα του «Norman Atlantic». Σε ποινική δίκη στις 9 Απριλίου 2020, στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιά, παραπέμπονται 11 Ελληνες. Μεταξύ των κατηγορουμένων βρίσκονται στελέχη της ναυλώτριας εταιρείας ΑΝΕΚ, ο υποπλοίαρχος, ο αρχιφροντιστής, ο μαθητευόμενος ηλεκτρολόγος του πλοίου, ένας ναύκληρος και ναύτες οι οποίοι συμμετείχαν στην «έχμαση» (στερέωση, ασφάλιση) του φορτίου, και ναυτόπαιδες.
Αντιμετωπίζουν κατηγορίες για ανθρωποκτονία από αμέλεια κατά συρροή, εμπρησμό από αμέλεια, από τον οποίο προέκυψε κίνδυνος για ξένα πράγματα και ανθρώπους, και επικίνδυνες παρεμβάσεις στη συγκοινωνία πλοίων από αμέλεια. Η «Κ» επικοινώνησε με την ελληνική εταιρεία για να ζητήσει κάποιο σχόλιο και της γνωστοποιήθηκε ότι η ναυλώτρια δεν επιθυμεί να κάνει κάποια δήλωση σε αυτό το στάδιο της ποινικής διαδικασίας.
Η επιχείρηση εκκένωσης του πλοίου κράτησε 36 ώρες. Μέχρι και σήμερα υπάρχουν αγνοούμενοι.
Σύμφωνα με το ελληνικό κατηγορητήριο, η φωτιά εκδηλώθηκε όσο το «Norman Atlantic» έπλεε στα 12 ναυτικά μίλια από τις αλβανικές ακτές, ενώ έπνεαν άνεμοι έντασης 8 έως 9 μποφόρ. Προκλήθηκε από την υπερθέρμανση φορτηγού ψυγείου με ζωντανά ψάρια, το οποίο δεν ήταν ηλεκτρικά συνδεδεμένο.
Οπως προκύπτει από το κατηγορητήριο, η πυρκαγιά θα μπορούσε να είχε αντιμετωπιστεί εγκαίρως εάν δεν ακολουθούσε μια σειρά λαθών και παραλείψεων. Ενδεικτικά, Ιταλός μέλος του πληρώματος θεώρησε λανθασμένα ότι ο προσυναγερμός οφειλόταν στον καπνό της εξάτμισης ενός φορτηγού και όχι στη φωτιά, την οποία κατά το κατηγορητήριο θα μπορούσε να κατασβέσει άμεσα με τοπικά μέσα πυρόσβεσης προτού εκείνη επεκταθεί. Τουλάχιστον τέσσερις προσυναγερμοί του συστήματος ανίχνευσης καπνού φέρεται να ήχησαν από τις 3.43 έως τις 5.12 εκείνη τη νύχτα, αλλά αγνοήθηκαν.
Στο κατηγορητήριο αναφέρεται ότι 12 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στο ναυτικό δυστύχημα. Αλλοι αγνοούνται μέχρι και σήμερα. Το πλοίο είχε 56μελές ιταλικό και ελληνικό πλήρωμα και περισσότερους από 400 επιβάτες. Το ελληνικό κατηγορητήριο δέχεται ότι στο «Norman Atlantic» βρίσκονταν 7 έως 10 λαθρεπιβάτες, εκ των οποίων αγνοούνται οι έξι και ένας βρέθηκε απανθρακωμένος. Την ημέρα του απόπλου φέρεται να είχαν σημειωθεί απόπειρες λαθραίας επιβίβασης τουλάχιστον πέντε ατόμων.
Τα φορτηγά και οι πρίζες
Το βασικό σκέλος του ελληνικού κατηγορητηρίου εστιάζει στον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιήθηκε η φόρτωση του πλοίου. Αναφέρει ότι, κατά παράβαση του ναυλοσυμφώνου, λόγω κακής συντήρησης, μόνο 60 και όχι 80 παροχές ηλεκτρικού ρεύματος μπορούσαν να αξιοποιηθούν στα γκαράζ. Οι αρμόδιοι φέρονται να γνώριζαν λίγες ημέρες πριν από το προγραμματισμένο δρομολόγιο ποιος ήταν ο μέγιστος αριθμός φορτηγών ψυγείων που έπρεπε να επιβιβαστούν και να συνδεθούν ηλεκτρικά για την αποφυγή βραχυκυκλώματος και ατυχήματος. Τελικά, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, επιβιβάστηκαν 65 φορτηγά ψυγεία, ενώ έγιναν και λάθη στην κατανομή του φορτίου.
Στο κρίσιμο πόστο της σύνδεσης των φορτηγών ψυγείων τοποθετήθηκε μαθητευόμενος ηλεκτρολόγος, ενώ κάποια οχήματα στοιβάχτηκαν πλάι σε άλλα φορτηγά που μετέφεραν δεξαμενές ελαιόλαδου, παραβιάζοντας την ελάχιστη απόσταση ασφαλείας των 40 εκατοστών. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, σε κλειστό χώρο με περιορισμένο εξαερισμό και με οχήματα με αναμμένες τις μηχανές υπάρχει κίνδυνος υπερθέρμανσης, πρόκλησης σπινθήρων και ανάφλεξης.
Το σύστημα πυρανίχνευσης του πλοίου ενεργοποιείτο μόλις η θερμοκρασία ξεπερνούσε το όριο των 54 βαθμών Κελσίου. Ωστόσο το κατάστρωμα 4, όπου ξεκίνησε η φωτιά, είχε ανοίγματα που μοιάζουν με μεγάλα παράθυρα. Η κατασκευή του φέρεται να δυσκόλεψε την ανίχνευση του καπνού και της θερμότητας και αργότερα, μέσω του αέρα που έμπαινε, να συνέβαλε στη γρήγορη εξάπλωση της φωτιάς. Ακόμη, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι οθόνες του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης είχαν τοποθετηθεί στο δωμάτιο χαρτών του πλοίου, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει συνεχής και άμεση οπτική επαφή.
Τα κενά και οι παραλείψεις που επισημαίνει το κατηγορητήριο δεν περιορίζονται εκεί. Υπήρχαν μέλη πληρώματος τα οποία είχαν συγκεχυμένα καθήκοντα σε περίπτωση πυρκαγιάς, ενώ ο βοηθός θαλαμηπόλος φέρεται να μην γνώριζε ποιο είναι το σχέδιο έκτακτης ανάγκης. Ελληνας κατηγορούμενος δεν μερίμνησε για ασφάλιση της θύρας που θα απέτρεπε την πρόσβαση των οδηγών στο γκαράζ κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Ακόμη, Ιταλοί μέλη του πληρώματος φέρονται να εγκατέλειψαν το μηχανοστάσιο χωρίς να κλείσουν τον εξαερισμό. Ο καπνός εισήλθε εκεί μέσω των αεραγωγών και η φωτιά επεκτάθηκε στα καταστρώματα 3 και 2.
Τον περασμένο Απρίλιο η «Κ» είχε παρουσιάσει το ιταλικό κατηγορητήριο για την ίδια υπόθεση, η οποία εκδικάζεται στο Μπιτόντο. Οι ιταλικές δικαστικές αρχές περιέγραφαν πώς μέλη του πληρώματος παράτησαν τα πόστα τους, πώς το σύστημα κατάσβεσης ενεργοποιήθηκε αρχικά λανθασμένα στο κατάστρωμα 3 και όχι στο 4 και πώς οι επιβάτες σε αρκετές περιπτώσεις επιχειρούσαν μόνοι τους να προμηθευτούν σωσίβια χωρίς οδηγίες.
Η παράλληλη δίκη
Η ποινική δίκη στην Ιταλία για το «Norman Atlantic» ξεκίνησε στις 6 Μαΐου. Η επόμενη συνεδρίαση έχει οριστεί για τις 26 Φεβρουαρίου 2020 και τότε το δικαστήριο αναμένεται να μπει στην ουσία της υπόθεσης. Οι αγωγές για αποζημίωση που έχουν κατατεθεί στα ιταλικά δικαστήρια από επιβάτες και συγγενείς θυμάτων έχουν συζητηθεί και ακολουθεί μία δικάσιμος στις 12 Φεβρουαρίου.
Από τους 11 Ελληνες που παραπέμπονται σε δίκη στον Πειραιά, οι πέντε είναι ήδη κατηγορούμενοι για την ίδια υπόθεση στην Ιταλία. Βάσει του άρθρου 57 του Ποινικού Κώδικα, «αν σε βάρος του ίδιου προσώπου για την ίδια πράξη ασκήθηκαν περισσότερες διώξεις, κηρύσσονται απαράδεκτες λόγω εκκρεμοδικίας εκείνες οι οποίες ασκήθηκαν μεταγενέστερα». Ωστόσο, στις 18/11/2019 προστέθηκε στο συγκεκριμένο άρθρο η παράγραφος 4, η οποία αναφέρει ότι «ο εισαγγελέας μπορεί να απόσχει» από τη δίωξη προσώπου (είναι, δηλαδή, στην ευχέρειά του) «εάν έχει ήδη ασκηθεί δίωξη σε βάρος του για τα ίδια πραγματικά περιστατικά σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης». Αυτή την προσθήκη επικαλείται το ελληνικό κατηγορητήριο, απέχει από τη δίωξη των Ιταλών και της πλοιοκτήτριας εταιρείας και ασκεί διώξεις μόνο κατά της ελληνικής πλευράς.
Βίντεο: Το ιταλικό κατηγορητήριο που είχε παρουσιάσει η «Κ» για το ναυτικό δυστύχημα