Οι άγνωστες αποφάσεις για το κλίμα που θα αλλάξουν το φαγητό και την ύπαιθρό μας

290

Βουτηγμένοι στα προβλήματά μας με την Τουρκία, την ανάπτυξή μας και τις καταλήψεις ή καλύτερα απο-καταλήψεις, ελάχιστη σημασία δώσαμε σε δύο γεγονότα που ίσως διαμορφώσουν το μέλλον της αγροτικής/επαρχιακής και όχι μόνο, Ελλάδας.

Οι άγνωστες αποφάσεις για το κλίμα που θα αλλάξουν το φαγητό και την ύπαιθρό μαςΤου Δημήτρη Αντωνόπουλου (*)

Το πρώτο είναι η σύνοδος κορυφής της ΕΕ για την Πράσινη συμφωνία ή Green Deal. Πακτωλός χρημάτων από την ΕΕ για να γίνει η Ευρώπη η πρώτη γεωγραφική περιοχή του κόσμου φιλική προς το περιβάλλον, με παραγωγή και καθημερινότητα που θα έχουν ελάχιστη επιβάρυνση στο κλίμα. Το δεύτερο, μια κοινή δήλωση των Υπουργών Γεωργίας των Μεσογειακών χωρών ότι οι Ευρωπαίοι καταναλωτές δεν είναι επαρκώς ενήμεροι για τη σήμανση προέλευσης των διατροφικών προϊόντων που αγοράζουν. Η Επιτροπή της ΕΕ συμφώνησε κατ’ αρχήν με το θέμα, που σημαίνει ότι θα υπάρξουν εξελίξεις. Ο χώρος δεν επαρκεί και για τα δύο θέματα, και θα επικεντρωθούμε στο πρώτο, το μεγάλο θέμα του περιβάλλοντος.

Ποιος θα φέρει αντίρρηση; Από την προσωπική παρατήρηση του καθενός μας γίνεται αντιληπτό ότι κάτι συμβαίνει με το κλίμα. Ολόκληρο τον περασμένο Νοέμβριο κυκλοφορούσαμε με κοντομάνικο! Οι πιο δύσπιστοι το αποδίδουν σε κυκλικότητες που κρατούν χρόνια. Το μεγαλύτερο μέρος της επιστημονικής κοινότητας λέει ότι φταίει η κλιματική αλλαγή, προϊόν της ανθρώπινης παρέμβασης. Ας αφήσουμε το θέμα αυτό να το κρίνει η ζωή και οι επιστήμονες και ας επικεντρωθούμε σε ένα καθαρά οικονομικής φύσεως ερώτημα: δύο προϊόντα που έχουν παραχθεί με διαφορετικές συνθήκες σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος και τον σεβασμό προς το κλίμα θα πρέπει να τύχουν της ίδιας υποδοχής από την αγορά;

Η απάντηση που φαίνεται ότι προσπαθεί να δώσει η Πράσινη Συμφωνία βρίσκεται στον εξισορροπητικό ρόλο της φορολογίας: με την επιβολή ενός φόρου διοξειδίου του άνθρακα τα δύο προϊόντα θα γίνουν κλιματικά ισοδύναμα και η απόφαση του τελικού καταναλωτή θα βασίζεται μόνο στην τιμή και τις όποιες άλλες ιδιότητες έχει το καθένα.

Τα παραδείγματά μας φυσικά από τον πρωτογενή τομέα: Ο υπογράφων καλλιεργεί τα φιστίκια του σε ευρωπαϊκό έδαφος με βάση τα εγκεκριμένα φυτοφάρμακα και λιπάσματα αλλά κυρίως με βάση τις υπόλοιπες ενδεδειγμένες καλλιεργητικές τεχνικές και πρακτικές που φροντίζουν το έδαφος, το νερό, το περιβάλλον, τους ανθρώπους που δουλεύουν στο κτήμα του. Ο συνάδελφός μου από την Τουρκία ή την Περσία (είναι ακόμη συνάδελφος και όχι ανταγωνιστής διότι η αγορά είναι ελλειμματική και το προϊόν φεύγει σαν το ζεστό ψωμί) καλλιεργεί τα φιστίκια του με βάση τις καλλιεργητικές συνήθειες της περιοχής του, χρησιμοποιώντας παλαιότερης τεχνολογίας σκευάσματα φαρμάκων και παραδοσιακής αντίληψης λιπάσματα. Το έδαφός του είναι ήδη εξαντλημένο μετά από συνεχή καλλιέργεια χιλιάδων ετών και κυρίως με την εφαρμογή λανθασμένων καλλιεργητικών πρακτικών (πχ ξεριζώνει διαρκώς τα χόρτα, αφήνοντας ακάλυπτο το έδαφος και καταστρέφοντας έτσι την οργανική ουσία του, το μεγάλο δηλαδή ζητούμενο για κάθε καλλιεργητή). Τα σκευάσματα που χρησιμοποιεί δεν είναι καθόλου φιλικά προς το περιβάλλον αφού παλαιότερα οι προβλεπόμενες τεχνικές αγνοούσαν τη διατήρηση της φυσικής βιοποικιλότητας και της άγριας ζωής. Για παράδειγμα τα εντομοκτόνα, παλαιότερα χρησιμοποιούντο και για την εξόντωση αδέσποτων ζώων. Σήμερα όμως πολλά από αυτά περιέχουν αντιεμετικές ουσίες και όταν φαγωθούν από άγρια ή αδέσποτα ζώα δεν έχουν τις προφανείς συνέπειες. Επιπλέον οι δραστικές ουσίες και ο τρόπος που αυτές δρουν, στιγματίζουν τα δένδρα και κυρίως τους καρπούς και συχνά εντοπίζονται στα τελικά προϊόντα. Τέλος οι συνθήκες αποθήκευσης, κυρίαρχο θέμα στους ξηρούς καρπούς, διαφέρουν τόσο πολύ που είναι εδώ και καιρό το βασικό μας εμπορικό πλεονέκτημα στην διεθνή αγορά.

Τέλος όμως τα τεχνικά θέματα. Πριν την επιστροφή μας στην οικονομική κανονικότητα (sic) να επισημάνουμε ότι τα όποια παραδείγματα επικαλούμαστε είναι απολύτως αληθινά και αποδεικνύονται από τις καθημερινές μας συζητήσεις με συναδέλφους από τις βασικές παραγωγικές χώρες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Οταν λοιπόν έρχονται τα εισαγόμενα φιστίκια στην ευρωπαϊκή αγορά είναι άραγε τα ίδια με τα φιστίκια που φτιάχναμε εμείς εδώ όλο το καλοκαίρι; Που μετρούσαμε το νερό σταγόνα σταγόνα, που ψεκάζαμε με ακριβά φυτοφάρμακα βραδυάτικα για αν μην επηρεαστούν οι μέλισσες, που χρησιμοποιούσαμε άζωτο αργής αποδέσμευσης για να μην περάσει το περίσσευμα στον υδροφόρο ορίζοντα και άλλα πολλά! Φυσικά και όχι! Θα πρέπει λοιπόν να βρεθεί ένας οικονομικός τρόπος να επιβαρυνθούν τα προϊόντα που έχουν παραχθεί με μη φιλικές προς το περιβάλλον και το κλίμα μεθόδους κι έτσι να γίνουν ισοδύναμα με τα άλλα που έχουν σεβαστεί ένα ολοκληρωμένο πρωτόκολλο.

Η προφανής και μοντέρνα εκδοχή για να συμβεί το ζητούμενο είναι ο φόρος του διοξειδίου του άνθρακα.

Η Πράσινη Συμφωνία προβλέπει ότι με τον φόρο αυτό θα επιβαρυνθούν αρχικά τα προϊόντα σιδήρου και τσιμέντου, επιστρέφοντας η ΕΕ στις ρίζες της τότε που ήταν συμφωνία Άνθρακα και Χάλυβα. Προφανώς θα υπάρξουν και αντίστοιχες μέθοδοι για όλα τα προϊόντα εισαγωγής και ιδιαίτερα για αυτά που επιβαρύνουν το περιβάλλον/κλίμα. Λεπτομέρειες για το όλο εγχείρημα θα έχουμε την άνοιξη.

Έτσι λοιπόν εάν επιβληθεί ένα περιβαλλοντικό-κλιματικό τέλος στις εισαγωγές φιστικιών (αλλά και λαχανικών, φρούτων, σιτηρών, κρέατος και ότι άλλου εδώδιμου) είναι προφανές ότι το εγχώριο ευρωπαϊκό προϊόν γίνεται ανταγωνιστικότερο ή και πολλές φορές εξοστρακίζει από το ράφι το αντίστοιχο εισαγόμενο.

Πώς σας φαίνεται; Πανούργο σχέδιο διάσωσης της ευρωπαϊκής παραγωγής;

Δύσκολο να πει κανείς αν τα κίνητρα του νομοθέτη πηγάζουν από την απαίτηση των πολιτών για δράσεις προστασίας περιβάλλοντος ή είναι μια έξυπνη αλλά και πολύπλοκη μέθοδος προστασίας της ευρωπαϊκής παραγωγή. Φαίνεται πάντως ότι θα λειτουργήσει και ως τέτοια. Μένει όμως να το δούμε στην πράξη αφού πρέπει να αντιμετωπιστούν ένα σωρό θέματα. Δεν μπορούμε για παράδειγμα να διακινδυνεύσουμε τον ομαλό ανεφοδιασμό της αγοράς με τρόφιμα στο όνομα της περιβαλλοντικής προστασίας. Αυξήσεις τιμών, καθυστερήσεις στα σύνορα, έλεγχοι και απορρίψεις φορτίων, μπορούν πολύ εύκολα να μετατρέψουν την καθημερινότητα σε εφιάλτη. Επιπλέον άντε να πείσεις τώρα τους αγρότες σε όλη την Ευρωπαϊκή Ηπειρο που έμαθαν στη μηχανοκαλλιέργια να κατέβουν από το τρακτέρ τους και να ξεριζώσουν με το χεράκι τους το αγριόχορτο και όχι με έναν καθολικό ψεκασμό. Ή να πάνε ξημερώματα στο χωράφι γιατί το ποτιστικό μπεκ θα ποτίζει τον αγροτικό δρόμο και το (φορολογημένο (;) και άρα ακριβό) νερό θα πηγαίνει χαμένο. Ούτε μπορούμε σε μια νύχτα να πετάξουμε από τις αγορές μας προϊόντα χωρών που έχουμε χρόνια συνεργασία αγνοώντας τις συνέπειες. Αντί για τομάτες και πορτοκάλια θα μας στέλνουν… μετανάστες.

Μεγάλες και καθολικές αλλαγές. Προσθέστε και στο σκηνικό αυτό τα food miles δηλαδή τα χιλιόμετρα που έχει διανύσει ένα προϊόν να φτάσει από το χωράφι στο ράφι και θα έχετε ένα εκρηκτικό μείγμα!

Φαίνεται όμως ότι δεν γίνεται αλλιώς: η κατάσταση στο περιβάλλον μας δεν είναι καλή και έχουμε πολλές πια ενδείξεις: οι στρεμματικές αποδόσεις δεν πάνε καλά, παρόλο που χρησιμοποιούμε βελτιωμένους σπόρους και εισροές. Τα εδάφη μας κουράστηκαν, εξαντλήθηκαν και χρειάζονται ανανέωση. Τα νερά μας είναι γεμάτα αλάτια επιβαρύνοντας εδάφη και καλλιέργειες. Τα ωφέλιμα έντομα τα ψάχνουμε με το κλεφτοφάναρο, αφού τα έχουν κι αυτά εξοντώσει οι ψεκασμοί, αλλά όταν τα βρίσκουμε μας βγάζουν συχνά από πολλούς μπελάδες.

Χρειάζεται δράση και η δράση έχει κόστος. Και φυσικά το κόστος αυτό δεν μπορεί να το επωμισθεί η μια μόνο πλευρά. Οταν η εγχώρια – ευρωπαϊκή- ντομάτα, για να μιλήσουμε για ένα πολύ καθημερινό προϊόν είναι ακριβότερη κατά 50% από την κλιματικά επιβαρυμένη Μαρόκου τότε η τύχη της στην αγορά είναι μάλλον επισφαλής. Οταν η διαφορά αυτή μειωθεί στο 10% μετά την επιβολή ενός τέλους τότε τα πράγματα αλλάζουν. Ούτε τα Ελληνικά ελαιόλαδα θα μένουν απούλητα (λίγο πάνω από τα 2 ευρώ το κιλό τα αγοράζουν φέτος από τον παραγωγό) διότι η καλλιέργεια επεκτάθηκε σε νέες περιοχές στα όρια της οικολογικής αντοχής του δένδρου, με ό,τι αυτό σημαίνει στη χρήση φυτοφαρμάκων, και η προσφορά αυξήθηκε πλημμυρίζοντας την παγκόσμια αγορά με λάδια. Ο μέσος καταναλωτή, όσο ενήμερος και να είναι για τα θέματα αυτά, δεν θα είναι ποτέ σε θέση να διαλέξει σε μια τόσο πολυπαραγοντική αγορά.

Δεν θα ξεχάσω πριν αρκετά χρόνια πριν στο παγωμένο Μόναχο στα μέσα Ιανουαρίου, ένας πλανόδιος πωλητής πουλούσε στο καροτσάκι του, φρέσκα δαμάσκηνα και σύκα προφανώς από την άλλη άκρη της γης. Οποιος θέλει να απολαύσει καταχείμωνο σύκα και να συνδράμει στο περιβαλλοντικό έγκλημα, ας το κάνει, πληρώνοντας όμως το αντίστοιχο τίμημα. Προσωπικά, όπως και οι περισσότεροι Ελληνες θα περιμένουμε το κατακαλόκαιρο να φάμε σύκο και να το ευχαριστηθεί η ψυχούλα μας. Ετσι αναδύονται σιγά σιγά οι εθνικές ταυτότητες και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα λαών και περιοχών.

Κι αυτό θέλησαν να τονίσουν με την κοινή τους δήλωση οι Υπουργοί Γεωργία των Μεσογειακών χωρών στη σύνοδο της 16ης Δεκεμβρίου. Περισσότερα όμως προσεχώς.

* Ο κ. Δημήτρης Αντωνόπουλος είναι Αγροτοοικονομολόγος Msc – Παραγωγός Κελυφωτού Φιστικιού

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις