Το βράδυ της Παρασκευής 28/2, κατά τις 10, ήμουν θεατής της παρενόχλησης ενός αδύναμου ανθρώπου από δυνατούς: μια παρέα νεαρών, ηλικίας μάλλον Λυκείου – ήταν σκοτάδι και δεν μπορούσα να διακρίνω πρόσωπα – κορόιδευε έναν άνθρωπο με αναπηρία. Έγινε κοντά στο σπίτι μου, στο κέντρο του Αργοστολίου, όπου ειδικά τα Σαββατοκύριακα συχνάζουν πολλά παιδιά λόγω των καταστημάτων της περιοχής. Η αντανακλαστική μου αντίδραση ήταν να βγω στο μπαλκόνι και να φωνάξω όσο πιο δυνατά μπορούσα να σταματήσουν και να εξαφανιστούν ΤΩΡΑ. Φεύγοντας ένα από τα παιδιά έκανε ένα μορφασμό να με κοροϊδέψει: μου είναι παγερά αδιάφορο να κοροϊδεύουν εμένα. ΜΗΝ ΤΥΧΟΝ ΞΑΝΑΤΟΛΜΗΣΟΥΝ ΟΜΩΣ ΝΑ ΠΕΙΡΑΞΟΥΝ ΑΔΥΝΑΜΟ ΑΝΘΡΩΠΟ!
Αν ήταν μέρα θα ήταν διαφορετική η εξέλιξη: θα ξεκινούσα καλοπροαίρετα να πω – για την περίπτωση που δεν το γνώριζαν ήδη – ότι δεν είναι όλες οι αναπηρίες ορατές. Το ότι δεν είναι ορατή μια αναπηρία δεν την εξαφανίζει, και θα πρέπει να θεωρούν τους εαυτούς τους πολύ τυχερούς που είναι υγιείς σωματικά και πνευματικά. Είναι απαράδεκτο για οποιονδήποτε άνθρωπο να παρενοχλεί συνάνθρωπό του, όποιος κι αν είναι αυτός: άντρας, γυναίκα, παιδί, Έλληνας, ξένος, υγιής ,ανάπηρος, στρέιτ, γκέι… όλοι είμαστε ΑΝΘΡΩΠΟΙ και δεν έχουμε το δικαίωμα να κρίνουμε και να θεωρούμε ως κατώτερό μας έναν άλλον άνθρωπο επειδή στα μάτια μας φαντάζει «παράξενος». Είναι ακόμα πιο άσχημο η παρενόχληση να γίνεται από νέο άνθρωπο, που θα έπρεπε να έχει το ανοιχτό μυαλό, τη λογική και την πνευματική καλλιέργεια να αντιληφθεί το μέγεθος της αδικίας που διαπράττεται τη στιγμή της παρενόχλησης.
Υπάρχουν περιπτώσεις όπου αυτοί οι «παράξενοι» άνθρωποι μπορεί να κάνουν κάτι που δεν μας αρέσει: να μας κοιτάξουν πιο έντονα, να μουρμουρίσουν κάτι, να αντιδράσουν διαφορετικά από τον περισσότερο κόσμο που συναντάμε στις καθημερινές μας συναναστροφές. Εκεί θα πρέπει να είμαστε λίγο προσεκτικοί και διορατικοί και να αναρωτηθούμε: «μήπως δεν φταίει ο άνθρωπος αυτός για την «αλλόκοτη» συμπεριφορά του»; Και στη συνέχεια: «Αλήθεια, πόσο κακό μου έκανε που με κοίταξε; Μήπως ο ίδιος φοβάται; Μήπως με το να του πω ένα γεια ή μια καλή κουβέντα, θα τον κάνω να αισθανθεί καλύτερα;» Το ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ πράγμα που χρειάζονται αυτοί οι άνθρωποι – οι οποίοι ζουν μια πολύ δύσκολη καθημερινότητα, και εδώ να πω ότι έχω προσωπική εμπειρία στο άμεσο οικογενειακό μου περιβάλλον – είναι να γελούν οι άλλοι μαζί τους.
Θεωρώ λοιπόν ότι το περιστατικό που είδα ήταν αποτέλεσμα καθαρά και μόνο άγνοιας αυτών που έγραψα πιο πάνω. Θεωρώ ότι δεν υπήρχε καμία κακία, καμία διάθεση των παιδιών να κάνουν κακό: ήταν μια στιγμή επιπολαιότητας. Θεωρώ πως δεν θα επαναληφθεί. Αν όμως ξανασυμβεί, με μένα θα έχουν να κάνουν: δεν υπάρχει περίπτωση να αντιληφθώ άδικη και απάνθρωπη μεταχείριση ανθρώπου μπροστά στα μάτια μου και να μην κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να προστατέψω τον αδικούμενο. Και με την ίδια αμεσότητα θα σε προστατέψω αν την επόμενη φορά είσαι ΕΣΥ στη θέση του θύματος. Και πιστεύω πως δεν είμαι μόνη: είμαστε πολλοί που μοιραζόμαστε τις ίδιες στοιχειώδεις ανθρώπινες αξίες.
Καλοπροαίρετα πάντα όλα αυτά. Όσοι έτυχαν να με έχουν καθηγήτρια ξέρουν.
Μίνα Θεοφιλάτου
- Ηλεκτρολόγος Μηχανικός & Τεχνολογίας Υπολογιστών Πολυτεχνικής Σχολής Παν/μίου Πατρών
- Πρώην καθηγήτρια πληροφορικής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση