«Γνωρίζω ότι το να πεθάνω ή να μπω στη φυλακή με ισόβια έχει να κάνει με τον λογικό υπολογισμό των πιθανοτήτων». Και δεν έπεφτε έξω.
Ο Κώστας Πάσσαρης –ελληνικής και ρουμανικής καταγωγής- θα κατέληγε έγκλειστος σε φυλακές υψίστης ασφαλείας, έχοντας στο ενεργητικό του ληστείες μετά φόνου, διαρρήξεις και ανθρωποκτονίες από πρόθεση.
Η εδώ και καιρό επιθυμία του Πάσσαρη να επιστρέψει στην Ελλάδα για να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής του στη χώρα μας, φαίνεται ότι γίνεται πραγματικότητα. Οι ρουμανικές αρχές έδωσαν το πράσινο φως και πλέον το μπαλάκι περνάει στο ελληνικό γήπεδο.
Η ελληνική δικαιοσύνη καλείται εντός των επόμενων 90 ημερών να αποφασίσει αν ο 45χρονος ισοβίτης θα επιστρέψει στη χώρα μας, σενάριο που θεωρείται και το πιο πιθανό αυτή τη στιγμή.
Ο Πάσσαρης εξακολουθεί να παίρνει όρκο ότι έχει αλλάξει. Και εμφανισιακά και μέσα του, καθώς επιμένει ότι βρήκε τη γαλήνη στο λόγο του Θεού…
Είναι όμως έτσι; Πάμε να θυμηθούμε τα έργα και τις ημέρες του Κώστα Πάσσαρη…
Ήδη από την ηλικία των 15 ετών η παραβατική του συμπεριφορά προμήνυε ότι ο μεγαλόσωμος νεαρός με τα ξανθά μαλλιά και τα γαλανά μάτια θα απασχολούσε τις Αρχές για πολύ καιρό. Κανείς, ωστόσο, δεν γνώριζε τότε πως είχε μπροστά του τον άνδρα που σε μερικά χρόνια θα γινόταν ο φόβος και ο τρόμος της αστυνομίας.
Από ληστής, δολοφόνος
Στα τέλη του 1996 τα πράγματα σοβαρεύουν και ο Πάσσαρης ξεκινά πλέον να αντιμετωπίζεται από τις Αρχές ως «δημόσιος κίνδυνος. Οι ληστείες γρήγορα εξελίχθηκαν σε ανθρωποκτονίες, με τον δραπέτη να παρουσιάζεται από τις Αρχές και τα Μέσα ως «ο πιο επικίνδυνος κακοποιός της χώρας».
Όλα ξεκίνησαν όταν συνελήφθη έχοντας ληστέψει υπό την απειλή όπλου μια γυναίκα που πουλούσε φρούτα έξω από τον Ηλεκτρικό Σταθμό της Καλλιθέας. Η καταδίωξη που ακολούθησε τον έριξε στα χέρια της Αστυνομίας, με τον ίδιο –στα 21 του τότε χρόνια- να μη διστάζει να ανοίξει πυρ εναντίον των ανδρών της Ασφάλειας.
Δεν ήθελε απλά να ξεφύγει. Ήθελε να σκοτώσει.
Εκείνη την ημέρα, δεν τα κατάφερε. Θα του δίνονταν, όμως, κι άλλες ευκαιρίες…
Ύστερα από αυτό, οι πύλες των Αγροτικών Φυλακών Κασσάνδρας στη Χαλκιδική άνοιξαν για εκείνον. Αυτό που δεν γνώριζε η Αστυνομία, ήταν πως η παραμονή του εκεί θα τον έκανε πολύ χειρότερο. Τόσο από άποψη θυμού προς τους αστυνομικούς όσο και από άποψη γνωριμιών με άλλα επικίνδυνα κακοποιά στοιχεία που βρήκαν στο πρόσωπο του Πάσσαρη έναν «κολλητό» έτοιμο για όλα.
Οι ρουμανικές του ρίζες τον είχαν φέρει γρήγορα κοντά με τον επίσης ρουμανικής καταγωγής κατάδικο Nικολάε Γκόρεα, τον οποίο ο Κωνσταντίνος γνώριζε από τα 15 του χρόνια και ο οποίος δύο περίπου χρόνια αργότερα, τον Νοέμβριο του 1999, αποφυλακίστηκε και περίμενε τον φίλο του για «δουλειές» εκτός φυλακής.
Έναν μήνα αργότερα, στις 4 Δεκεμβρίου, αφήνεται ελεύθερος και ο Πάσσαρης. Η αντίστροφη μέτρηση ξεκινά…
19 Φεβρουαρίου 2000: Πεδίο μάχης η Πλατεία Βάθης
Ένας έλεγχος ρουτίνας της ομάδας «Σίγμα» της Άμεσης Δράσης στο αυτοκίνητο που επέβαινε η σπείρα, στάθηκε αφορμή για αιματοκύλισμα. Παρότι αρχικά οι τρεις του φάνηκαν να συνεργάζονται με τους αστυνομικούς, δεν άργησαν να δείξουν τις προθέσεις τους.
Ξεκίνησαν να πυροβολούν κατά των αστυνομικών, καταφέρνοντας να τραυματίσουν δύο εξ’ αυτών στα άνω και τα κάτω άκρα, με τα αλεξίσφαιρά τους να τους σώζουν τη ζωή σαν από θαύμα. Ο Ίον Βασίλι δεν στάθηκε το ίδιο τυχερός και «έσβησε» χτυπημένος από τα πυρά του νόμου.
Πάσσαρης και Γκόρεα καταφέρνουν να διαφύγουν μετά τη συμπλοκή, τελικά όμως δεν γλιτώνουν τη σύλληψη. Αμέσως μετά, ο Πάσσαρης τηλεφωνεί στον ραδιοφωνικό σταθμό ALPHA, ανακοινώνοντας αντίποινα. «Θα σκοτώσω τρεις αστυνομικούς», είπε κατά λέξη.
Τρεις ημέρες αργότερα, ο ίδιος συλλαμβάνεται σε μπαρ της Πλατείας Αμερικής – φορώντας καπέλο και έχοντας αφήσει λίγο μούσι προκειμένου να μην αναγνωρίζεται- και ο συνεργός του πέφτει νεκρός στην Πετρούπολη από σφαίρα αστυνομικών η οποία σφηνώθηκε στο κεφάλι του, ύστερα από άρνησή του να παραδοθεί.
Είχε κάνει ληστεία σε τράπεζα της οδού Δωδεκανήσου, φορώντας αλεξίσφαιρο γιλέκο. Ήταν οπλισμένος και επικίνδυνος. Το ίδιο και ο Πάσσαρης, πάνω στον οποίο βρέθηκε μια χειροβομβίδα κι ένα γεμάτο εννιάρι το οποίο –για καλή τύχη των ανδρών της αστυνομίας- δεν πρόλαβε να χρησιμοποιήσει.
Το «θηρίο» ξυπνά και εκδικείται με αίμα
Η επόμενη μέρα της σύλληψής του αποδείχτηκε καταστροφική για τον ψυχισμό του. Μόλις συνειδητοποιεί πως και οι δύο συνεργοί του –εκ των οποίων ο ένας ήταν αδερφικός του φίλος- είναι νεκροί, δεν μπορεί να ελέγξει τον θυμό του. Ορκίζεται να πάρει εκδίκηση και θέτει σε εφαρμογή το σχέδιό του.
Ένα σχέδιο που θα βύθιζε δυο οικογένειες στον πένθος και θα μετέτρεπε το Γενικό Κρατικό σε πεδίο μάχης. Το τεράστιο μένος του για τη Δικαιοσύνη χαρακτηρίστηκε ως αποτέλεσμα της χρόνιας εξάρτησής του από τα σκληρά ναρκωτικά αλλά και το σοκ που υπέστη μετά τον θάνατο των συνεργών του. Ωστόσο, ήταν σαφές πως ο χαρακτήρας του είχε διαμορφωθεί πολύ νωρίτερα.
Με πρόφαση τις κρίσεις επιληψίας, μεταφέρεται στις 08:10 το πρωί της 16ης Φεβρουαρίου του 2001 στο Γενικό Κρατικό συνοδεία δύο Αρχιφυλάκων του Τμήματος Μεταγωγών και του ειδικού φρουρού του υπουργείου Δικαιοσύνης, Ανδρέα Φυσέκη, 33 ετών.
Μαζί του είχε πάρει και 100.000 δραχμές που είχε σηκώσει από τον προσωπικό του λογαριασμό μέσα στις φυλακές. Η κίνησή του δεν υποψίασε κανέναν… Και τα λάθη συνεχίστηκαν.
Αν και η εντολή μεταγωγής έκανε λόγο για έναν εξαιρετικά επικίνδυνο κρατούμενο, το προσωπικό που επιλέχθηκε για τη μεταφορά του ήταν μάλλον ακατάλληλο, αν σκεφτούμε πως επρόκειτο για δύο αστυνομικούς που ετοιμάζονταν να βγουν στη σύνταξη.
Ο λόγος για τον 49χρονο Αρχιφύλακα Διονύση Αλεβιζόπουλο –ο οποίος εκτάκτως ανέλαβε τη μεταφορά, χωρίς να γνωρίζει περί τίνος πρόκειται- και τον 47 ετών Aθανάσιο Δρακόπουλο.
Οι δυο τους βάδιζαν στον θάνατο και δεν είχαν ιδέα. Ο Πάσσαρης, βλέπεις, δεν βγήκε άοπλος από τις φυλακές. Πριν διαμαρτυρηθεί για κρίσεις επιληψίας, είχε οργανώσει τόσο καλά το σχέδιό του μαζί με συνεργούς του εκτός φυλακών, που είχε καταφέρει να εξασφαλίσει το όπλο που θα του άνοιγε τις πόρτες για την ελευθερία.
Με το που μπαίνει στο νοσοκομείο και φορώντας χειροπέδες, πιάνει το πιστόλι, πυροβολεί σχεδόν εξ’ επαφής τους δύο Αρχιφύλακες και τραυματίζει τον ειδικό φρουρό, καταφέρνοντας να αποδράσει.
Αλεβιζόπουλός και Δρακόπουλος κατέληξαν, ενώ ο Φυσέκης έζησε και αργότερα κατάφερε να κερδίσει αποζημίωση ύψους 100.000 ευρώ, σύμφωνα με απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Το Δημόσιο έφερε ευθύνη για τον τραυματισμό του και ο ίδιος διεκδίκησε όσα δικαιωματικά του ανήκαν.
Η ενέδρα και το φιάσκο της ΕΛ.ΑΣ
Η Αστυνομία φτάνει στα ίχνη του μερικούς μήνες αργότερα. Ο Πάσσαρης είχε βρει καταφύγιο σε διαμέρισμα της οδού Ιππάρχου στον Νέο Κόσμο.
Οργανώνεται ολόκληρη επιχείρηση, με τους αστυνομικούς να πραγματοποιούν έφοδο και να συλλαμβάνουν τον 24χρονο συγκάτοικο.
Εκείνος, καταφέρνει να τελικά να διαφύγει φεύγοντας… σαν κύριος από το κτήριο, αφού οι άνδρες ασφαλείας που βρίσκονταν απ’ έξω τον πέρασαν για τρομοκρατημένο ένοικο που απλά έτρεξε να σωθεί από τους πυροβολισμούς.
Οι δολοφονίες του Πάσσαρη συνεχίζονται
Ο Κωνσταντίνος συνεχίζει να εκφράζει τον θυμό του μέσω θανατηφόρων επιθέσεων. Μέχρι να καταφέρει να διαφύγει στη Ρουμανία έχει τραυματίσει με το όπλο του μια νεαρή κοπέλα στην ωμοπλάτη και μία φαρμακοποιό την οποία πυροβόλησε μαζί με μία γιατρό από απόσταση μισού μέτρου.
Όλα αυτά μέσα σε ένα φαρμακείο στην περιοχή της Κυψέλης. Η γιατρός δεν κατάφερε να επιβιώσει.
Οι τελευταίες ζωές που στέρησε ήταν εκείνες που του στοίχισαν την ελευθερία του. Οι δολοφονίες αυτές έλαβαν χώρα τον Νοέμβριο του 2001 στο Βουκουρέστι, κατά τη διάρκεια μιας ληστείας ανταλλακτηρίου συναλλάγματος στο οποίο εισέβαλλε με δύο Ρουμάνους συνεργούς του.
Εντέλει συλλαμβάνεται στη χώρα της μητέρας του –η οποία πέθανε όταν εκείνος ήταν 6 ετών- και μεταφέρεται στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της πόλης Κραϊόβα όπου εκτίει ποινή δις ισόβιας κάθειρξης για τη ληστεία μετά διπλού φόνου στο Βουκουρέστι.
Από δολοφόνος… αφοσιωμένος στον Θεό
Σήμερα, στα 45 του χρόνια και όντας έγκλειστος στις φυλακές για 17 ολόκληρα χρόνια, ο Κωνσταντίνος Πάσσαρης δηλώνει μετανιωμένος και ζητά συγχώρεση από τις οικογένειες των θυμάτων του. Πλέον, δεν βρίσκεται στην πτέρυγα υψίστης ασφαλείας, αλλά έχει μεταφερθεί στη γενική πτέρυγα των φυλακών.
Έχοντας βρει παρηγοριά στην αγκαλιά του πνευματικού του, Πατέρα Γερβάσιου, δηλώνει αλλαγμένος εσωτερικά και περνά πολλές ώρες στο εκκλησάκι των φυλακών. Εξομολογείται καθημερινά. Κάτι που υποστηρίζει και ο Αρχιμανδρίτης που δεν έφυγε στιγμή από το πλευρό του.
Πριν λίγο καιρό, μάλιστα, έκανε και μνημόσυνο στα θύματά του, ενώ κάθε βράδυ –όπως χαρακτηριστικά λέει ο πνευματικός του- «κάνει 100 εδαφιαίες μετάνοιες για κάθε σκοτωμένο του». Σύμφωνα με τον ίδιο είναι «ένας τέλειος Χριστιανός».
Ο γέροντας υποστηρίζει πως ο Πάσσαρης επιθυμεί να γίνει Μοναχός στο Άγιον Όρος και να περάσει την υπόλοιπη ζωή του δίπλα σε ανθρώπους του Θεού…
Αργοστολιώτης της διασποράς 26/5/20 Ο λύκος που έγινε αρνάκι είναι μόνο παραμύθι για πολύ μικρά παιδιά..Υποθέτω ότι ο εν λόγω θέλει να έλθει στην Ελλάδα γιατί έχει μάθει ότι ο ποινικός κώδικας Παρασκευόπουλου είναι για τα σκουπίδια,οπότε γρήγορα θα αφεθεί ελεύθερος για να συνεχίσει το κακοποιό έργο του.