“Δεν με ενδιαφέρει να κάνω την Ελλάδα τον νούμερο ένα προορισμό στην Ευρώπη, αλλά τον ασφαλέστερο στην Ευρώπη. Ο ελληνικός τουρισμός επέστρεψε. Σήμερα το μήνυμά μου είναι απλό, ελάτε στην Ελλάδα, πείτε στους φίλους σας, στους αναγνώστες σας, στους ακροατές σας, στους τηλεθεατές σας ότι έχουμε ανοίξει κι ότι είναι καλοδεχούμενοι”.
Αυτό ήταν το μήνυμα που έστειλε από τη Σαντορίνη ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας σε εκπροσώπους του διεθνούς Τύπου.
“Από τη Δευτέρα οι πτήσεις θα φτάνουν στα αεροδρόμια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης και σε δύο εβδομάδες, από την 1η Ιουλίου, θα μπορείτε να φτάσετε από το εξωτερικό σχεδόν σε όλα τα περιφερειακά αεροδρόμια. Σαφώς, εξακολουθούμε να παίρνουμε πολύ σοβαρά τις ευθύνες μας για την ασφάλειά σας. Έτσι, εάν φτάνετε από συγκεκριμένα διεθνή αεροδρόμια είστε υποχρεωμένοι να υποβληθείτε σε τεστ τις επόμενες εβδομάδες. Όμως, από την 1η Ιουλίου, οι περισσότεροι τουρίστες που φτάνουν στην Ελλάδα θα υποβάλλονται μόνο δειγματοληπτικά σε τεστ”, τόνισε ο Πρωθυπουργός, απευθυνόμενος σε δυνητικούς επισκέπτες στη χώρα μας.
“Θέλουμε να επιμηκύνουμε την τουριστική σεζόν μας και ο τρόπος να το κάνουμε είναι να πείσουμε τον κόσμο ότι έχει πολλούς καλούς λόγους να έρθει στην Ελλάδα, όχι μόνον κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Μπορεί κανείς να απολαύσει αυτό το υπέροχο ηλιοβασίλεμα όχι μόνον κατά τη διάρκεια του Ιουλίου και του Αυγούστου, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Η Ελλάδα έχει πολλά να προσφέρει πέραν του ήλιου και της θάλασσας. Έχει υπέροχα βουνά, μία πανέμορφη ηπειρωτική χώρα και μία απίστευτα πλούσια πολιτιστική κληρονομιά που πιστεύω ότι δεν έχουμε δεν έχουμε καταφέρει να αξιοποιήσουμε πλήρως, δήλωσε ο Πρωθυπουργός.
Απαντώντας σε ερώτηση στις αλλαγές που έφερε η πανδημία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε: “Πιστεύω ότι η Covid-19 ήταν προφανώς μία τραγωδία αλλά και μία σημαντική ευκαιρία να προωθήσουμε μεταρρυθμίσεις που είχαμε ήδη σχεδιάσει, αλλά πια καταλαβαίνουμε πολύ καλά ότι πρέπει να επιταχυνθούν στον μέγιστο βαθμό”.
“Το κράτος άρχισε να προσφέρει ψηφιακές υπηρεσίες με απίστευτα ταχύ ρυθμό”. “Αξίζει να σημειωθεί ότι μέσα σε λίγες εβδομάδες καταφέραμε να παράσχουμε ψηφιακές υπηρεσίες που δεν είχαμε προσφέρει επί χρόνια”.