Το στρατηγικό σχέδιο του υπουργείου Τουρισμού και της κυβέρνησης για την επανεκκίνηση της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας, παρουσίασε, συνοπτικά, ο αρμόδιος υπουργός Χάρης Θεοχάρης, από το βήμα του ΔΣ του ΕΒΕΑ.
Ο υπουργός αναφέρθηκε επίσης στα μέτρα που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση για την προστασία της δημόσιας υγείας πολιτών και επισκεπτών, καθώς και για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των εργαζόμενων του κλάδου.
Πιο συγκεκριμένα, ο Χάρης Θεοχάρης -ο οποίος, μάλιστα, παρέλαβε ενθύμιο από τον πρόεδρο του ΕΒΕΑ, κ. Κωνσταντίνο Μίχαλο- ανέφερε: «Δεν θα πρέπει να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι βιώνουμε πρωτοφανείς καταστάσεις μετά από την έξαρση της πανδημίας. Είναι πρωτοφανής η επανεκκίνηση της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας, κατ’ αρχάς από υγειονομική άποψη. Και, σε δεύτερη φάση, είναι εξίσου πρωτοφανής η επανεκκίνηση του τουρισμού από οικονομικής πλευράς. Οι προσπάθειες όλων μας είναι αντίστοιχες της σημασίας του τουρισμού για την Ελλάδα. Αντάξιες μιας εθνικής υπόθεσης, ενός εθνικού κεφαλαίου.
Μέσα σε αυτό το πολύ δύσκολο πλαίσιο, σε ένα αβέβαιο περιβάλλον, κάνουμε το καλύτερο δυνατό για την τουριστική μας βιομηχανία. Αυξήσαμε το όριο πληρότητας από 50% σε 65% και συνεχίζουμε. Ο τουρισμός, ειδικά στη χώρα μας, δεν είναι σημαντικός μόνο για οικονομικούς λόγους, αλλά γιατί σηματοδοτεί πραγματικά την επιστροφή στην κανονικότητα. Αντικατοπτρίζει την ψυχή του Έλληνα».
Ο υπουργός Τουρισμού εξήγησε στο ΔΣ του ΕΒΕΑ, ότι «το νέο φαινόμενο σε σχέση με τις διακοπές, που γεννήθηκε μέσα από την πανδημία, έχει βαφτιστεί “staycation”, δηλαδή διακοπές κατ’ οίκον, χωρίς μετάβαση σε κάποιον προορισμό. Παρ’ όλα αυτά, εμείς διαπιστώνουμε ότι υπάρχει επιθυμία και θέληση των ανθρώπων από όλο τον κόσμο να ταξιδέψουν και πάλι, το συντομότερο δυνατόν».
Για το κρίσιμο ζήτημα της ανάδειξης της Ελλάδας ως ασφαλούς τουριστικού προορισμού, ο Χάρης Θεοχάρης παρουσίασε το πλάνο ενεργειών: «Η υγειονομική ασφάλεια στηρίζεται σε τέσσερις πυλώνες. Πρώτα προσέχεις σε ποιες χώρες ανοίγεις, δεύτερον κάνεις τεστ για να περιορίσεις τα κρούσματα, τρίτον, τηρείς τα πρωτόκολλα ώστε να μην υπάρξει διασπορά και, τέλος, έχεις έτοιμο επιχειρησιακό και υγειονομικό σχέδιο αντιμετώπισης κρούσματος.
Οφείλουμε να προστατέψουμε τόσο τους επισκέπτες μας, όσο και τους εργαζόμενους. Υπάρχει προετοιμασία για την αντιμετώπιση των κρουσμάτων, επιχειρησιακή και επικοινωνιακή. Εξετάσαμε τα καταλύματα με τους ειδικούς. Οι γιατροί αποδέχτηκαν το να υπάρχουν δωμάτια απομόνωσης και, μέρα με τη μέρα, θα προστίθενται και άλλα. Είναι κατανοητός ο φόβος που υπάρχει, αλλά τα πάντα γίνονται με απόλυτη ασφάλεια».
Όπως είπε, η επιτυχής αντιμετώπιση της πανδημίας έφερε την Ελλάδα σε πλεονεκτική θέση συγκριτικά με τον ανταγωνισμό από άλλες χώρες της Μεσογείου και όχι μόνο. Στην τρέχουσα φάση, κατά την οποίαν ο ελληνικός τουρισμός διευρύνει ακόμη περισσότερο το άνοιγμά του σε ξένους επισκέπτες, τον πρώτο λόγο έχουν τα υγειονομικά πρωτόκολλα. Για το θέμα αυτό ο κ. Θεοχάρης διευκρίνισε ότι «τα πρωτόκολλα τα ορίζουν οι λοιμωξιολόγοι και το υπουργείο Υγείας, όχι εμείς. Εμείς είμαστε ο καταλύτης, ο ενδιάμεσος για να φέρουμε τουρίστες στη χώρα. Ωστόσο, ακολουθούμε πιστά τις οδηγίες των ειδικών».
Για τις κρίσιμες αποφάσεις της κυβέρνησης, ο υπουργός Τουρισμού είπε ότι «αυτήν τη στιγμή βρισκόμαστε στο σημείο μηδέν. Η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, έλαβαν γρήγορα πολύ δύσκολες αποφάσεις. Βλέπουμε πως άλλες χώρες οι οποίες δεν το έκαναν αυτό, δηλαδή δεν πήραν τις απαιτούμενες κρίσιμες αποφάσεις, τώρα δεν βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση από την Ελλάδα. Αυτές οι δύσκολες αποφάσεις ήταν μια ανεκτίμητη διαφημιστική εκστρατεία, ήταν το ίδιο το “rebranding” της χώρας μας. Και τα αποτελέσματα θα φανούν από την επόμενη χρονιά».
Ακολούθως, ο Χάρης Θεοχάρης πρόσθεσε: «Οι δυσκολίες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, σε σημαντικό βαθμό δεν έχουν υποχωρήσει. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έδειξε γρήγορα αντανακλαστικά, λειτούργησε βάσει πολιτικών προτεραιοτήτων και όχι κοινωνικών. Εμείς, οι Έλληνες, με τους χειρισμούς του Κυριάκου Μητσοτάκη, αναγκάσαμε την Ευρωπαϊκή Ένωση να πάρει θέση. Δείξαμε άμεσα αντανακλαστικά και δώσαμε ευελιξία στις επιχειρήσεις. Οπωσδήποτε, σταδιακά ανοίγουν και οι υπόλοιπες χώρες, κυρίως λόγω του ανταγωνισμού στον τομέα του τουρισμού. Ως προς τις τρίτες χώρες, θα περιμένουμε να συνδιαμορφώσουμε τις αποφάσεις μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε περίπτωση που δεν υπάρξει ομόφωνη συμφωνία, θα αποφασίσουμε μόνοι μας για το συμφέρον της χώρας μας».
Σχετικά με τα μέτρα στήριξης του εσωτερικού τουρισμού, ο κ. Θεοχάρης, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, υπογράμμισε ότι «διεκδικήσαμε 70 εκατ. ευρώ για τον εσωτερικό τουρισμό, τον οποίον και στηρίζουμε έμπρακτα και πολύπλευρα, μέσω διαφόρων προγραμμάτων. Παρατηρούμε ήδη πολύ μεγάλη συμμετοχή ενδιαφερομένων για το πρόγραμμα “Τουρισμός για Όλους” του υπουργείου Τουρισμού, το οποίο και αναβιώσαμε μετά από πολλά χρόνια. Παράλληλα, υπάρχει το πρόγραμμα κοινωνικού τουρισμού του ΟΑΕΔ και ένα πρόγραμμα εταιρικών “voucher”, με το οποίο ο ιδιωτικός τομέας, οι επιχειρήσεις, στηρίζουν τον εσωτερικό τουρισμό, παρέχοντας στους υπαλλήλους τους κουπόνια για τις διακοπές τους. Βεβαίως, με όρους οικονομίας είναι σημαντική η στήριξη του εσωτερικού τουρισμού, αλλά με όρους μακροοικονομίας έχει μικρότερη σημασία. Σε καμία περίπτωση ο εσωτερικός τουρισμός δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον εξωτερικό, καθώς δεν φέρνει συνάλλαγμα και δεν δημιουργεί αύξηση του ΑΕΠ. Από την άλλη, το άνοιγμα μιας επιχείρησης υπό τις σημερινές συνθήκες είναι μια στρατηγική απόφαση, η οποία μπορεί να στηριχθεί με κίνητρα, όπως ο ανταγωνισμός και η χορήγηση “voucher”. Στόχος μας είναι να ανοίξουν όσο το δυνατόν περισσότερες επιχειρήσεις και να προσλάβουν όσο το δυνατόν περισσότερους εργαζομένους».
Τέλος, για τον παραδοσιακό πρωταγωνιστή της καλοκαιρινής τουριστικής περιόδου στην Ελλάδα, ο Χάρης Θεοχάρης ανέφερε ότι «οι μαρίνες και γενικά ο θαλάσσιος τουρισμός αποτελούν πολύ σημαντικό παράγοντα για εμάς. Έχει γίνει πολύ μεγάλη μάχη όλο αυτό το διάστημα. Μάλιστα, πέρασα στο τελευταίο νομοσχέδιο τοπογραφικό διάγραμμα, ενώ έχουμε προχωρήσει και ιδιωτικοποιήσεις, όπως στον Άλιμο, που είναι η πιο σημαντική, συνεχίζουμε με το Μονόλιθο Σαντορίνης και ακολουθούν και άλλες μαρίνες. Όσο ενισχύουμε τις μαρίνες, τόσο αυτές δημιουργούν δικές τους αγορές και ανεβάζουν η μία την άλλη οικονομικά».