Μπορεί στους λογαριασμούς της στα social media να δείχνει στις followers της πώς να κατακτήσουν την εσωτερική τους γαλήνη με ασκήσεις γιόγκα και η οικογένειά της να μοιάζει σαν να βγήκε από διαφήμιση φρυγανιάς των ‘90s, η Ζιζέλ Μπούντχεν όμως είναι ένας πραγματικός άνθρωπος με άγχη και φοβίες, σαν κι αυτά που κατά καιρούς έχουμε όλοι αντιμετωπίσει.
Σε πρόσφατη ανάρτησή της, όπου εμφανίζεται χωρίς ίχνος make-up αγκαλιά με τη Λούα, το ημίαιμο πιτ-μπουλ της οικογένειας, αναφέρει: «Από την εμπειρία μου έμαθα ότι τίποτα δεν είναι μόνιμο. Πολλές φορές μια μικρή υπενθύμιση ότι τα άσχημα συναισθήματα τελικά θα εξαφανιστούν, μπορεί να λειτουργήσει σαν φάρος ελπίδας.
Το άγχος συχνά μας κάνει να νιώθουμε ότι κυριεύει τα πάντα στη ζωή μας και κάποιες φορές χρειαζόμαστε μια υποστηρικτική προτροπή που θα μας βοηθήσει να σπάσουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο της διαρκούς ανησυχίας. Οι κρίσεις πανικού που είχα, ήταν δύσκολες για μένα και ζήτησα βοήθεια.
Σε στιγμές σαν κι αυτές, η οικογένεια, οι φίλοι και οι ειδικοί μπορούν να βοηθήσουν. Όπως επίσης οι αναπνοές και οι τεχνικές διαλογισμού.
Το πιο σημαντικό είναι να μην παραμένεις αδρανής αλλά να ψάξεις εναλλακτικές λύσεις.
Η ζωή είναι το πολυτιμότερο δώρο – και κάθε μέρα της αξίζει».
Αψεγάδιαστη 24 ώρες το 24ωρο, 7 ημέρες την εβδομάδα
Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που η καλλονή από τη Βραζιλία κάνει αναφορά στη μάχη της με το στρες.
Το 2018 είχε δηλώσει πως η πίεση για να είναι αψεγάδιαστη 24 ώρες την ημέρα, επτά ημέρες την εβδομάδα της είχε δημιουργήσει τεράστιο άγχος και την είχε κάνει να αισθάνεται σαν να βρίσκεται σε φυλακή.
Τότε άρχισε να ασχολείται με τον διαλογισμό ο οποίος όπως έχει αποκαλύψει πολλάκις, την έχει βοηθήσει αφάνταστα. «Το να σπας την αντίληψη ότι είσαι τέλεια είναι το μυστικό για μια πραγματικά ευτυχισμένη ζωή» είχε πει και πρόσθεσε: «Θεωρώ ότι ο διαλογισμός ήταν σίγουρα ένα από τα πιο σημαντικά εργαλεία. Καθώς και συγκεκριμένες τεχνικές αναπνοών».
Πριν λίγους μήνες μάλιστα σε συνέντευξή της στη Vogue Australia είχε αποκαλύψει ότι η διακοπή κάποιων κακών συνηθειών, τη βοήθησαν να διατηρεί το άγχος της και τις κρίσεις πανικού υπό έλεγχο.
«Σταμάτησα τον καφέ, έκοψα το φραπουτσίνο μόκα που έπινα για πρωινό, όπως και τα τέσσερα τσιγάρα που κάπνιζα μόλις ξυπνούσα και ξεκίνησα το τρέξιμο. Αυτή η αλλαγή ήταν τεράστιο σοκ για τον οργανισμό μου και για ένα διάστημα είχα φρικτούς πονοκεφάλους», εξήγησε και συμπλήρωσε: «Πριν κάνω αυτές τις αλλαγές, κάθε φορά που έμπαινα σε ασανσέρ, ένιωθα ότι δεν μπορώ να αναπνεύσω και ότι θα πεθάνω».
«Έμοιαζα με κουνούπι»
Ήταν μόλις 13 ετών όταν σε μια εκδρομή με το σχολείο της στο Σάο Πάολο της εντόπισε ένας ατζέντης του πρακτορείου μοντέλων Elite.
«Έμοιαζα με κουνούπι τότε. Αλλά δέχθηκα την πρόταση και την επόμενη κιόλας χρονιά, ζούσα μόνη μου στην πόλη και έβγαζα τα προς το ζην ως μοντέλο.
Ίσως εάν η οικογένειά μου ήταν σε καλή οικονομική κατάσταση να μην το έκανα, επειδή όμως δεν ήταν, το τόλμησα και αποφάσισα να πάω.
Δεν ήθελα να αφήσω την οικογένειά μου, αλλά οι γονείς μου δούλευαν και είχα άλλες πέντε αδελφές, οπότε τα πράγματα ήταν δύσκολα. Σκέφτηκα πως θα δούλευα και θα ήμουν ανεξάρτητη. Έτσι θα είχαν ένα άτομο λιγότερο να φροντίζουν», είχε δηλώσει παλιότερα.
Η πόλη στην οποία μεγάλωσε η Ζιζέλ, η Οριζοντίνα, ήταν μια πόλη 10.000 κατοίκων που δεν είχε ούτε φανάρια κυκλοφορίας, ούτε κινηματογράφο. Υπήρχαν μόνο ένα ξενοδοχείο και μια τράπεζα, όπου δούλευε και η μητέρα της, η οποία αποτελεί μέχρι και σήμερα παράδειγμα και έμπνευση γι’ αυτήν.
«Ο άλλος μου εαυτός»
«Αν και δουλεύω τόσα χρόνια, δε νομίζω ότι οποιοσδήποτε στη βιομηχανία της μόδας με γνωρίζει πραγματικά, διότι υπάρχει αυτός ο άλλος μου εαυτός», είχε εξομολογηθεί στο απόγειο της καριέρας της.
«Όταν είχα πρωτοξεκινήσει με όλα τα fashion shows στο Μιλάνο -έκανα περίπου 100 shows- ήμουν μόλις δεκαεπτά ετών. Όλοι με ρωτούσαν: “Πώς νιώθεις που είσαι το πιο δημοφιλές μοντέλο;”. Ήταν πολύ δύσκολο να απαντήσω σε αυτό ως ο εαυτός μου. Ίσα που μιλούσα αγγλικά.
Σκέφτηκα ότι έπρεπε να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό, αφού με εμπιστεύονται.
Επινόησα αυτή την άλλη περσόνα, η οποία μπορούσε να κάνει τα πάντα. Δεν φοβόταν ποτέ. Ήταν γενναία και ριψοκίνδυνη και σέξι ή ανδρόγυνη. Ήταν τολμηρή. Έπρεπε να αρχίσω να πιστεύω ότι ήμουν αυτή η γυναίκα. Η δυνατή, η κοινωνική, η αήττητη, η θετική, που ήξερε τι έκανε, ακόμα κι αν εγώ δεν ήξερα».
Στα 40 της πλέον, πιο ώριμη και κατασταλαγμένη και έχοντας δουλέψει πολύ με τον εαυτό της, ξέρει σίγουρα τι κάνει, από πού έρχεται και πού θέλει να πάει.