Να κλείσουν τα δημοτικά σχολεία και τα νηπιαγωγεία σε όλη τη χώρα εισηγήθηκε προς την κυβέρνηση η επιτροπή των λοιμωξιολόγων με αποτέλεσμα σήμερα να γίνουν και οι επίσημες ανακοινώσεις από την υπουργό Παιδείας, Νίκη Κεραμέως, τον υπουργό Υγείας, Βασίλη Κικίλια και τον υπουργό Εσωτερικών, Τάκη Θεοδωρικάκο.
Γράφει η Σοφία Χρήστου
Οι ειδικοί χτες εξάντλησαν όλες τις προτάσεις και τα μοντέλα που είχαν προκειμένου να μην κλείσουν τελικά τα δημοτικά και τα νηπιαγωγεία, ωστόσο η πίεση στις ΜΕΘ αλλά και η ανάγκη για μείωση της κυκλοφορίας είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθούν στο οριστικό «λουκέτο» σε όλη την επικράτεια.
Η συνεδρίαση κράτησε περίπου δύο ώρες, ενώ δεν έλειψαν οι διαφωνίες, καθώς οι ειδικοί εξέτασαν εκτός από το καθολικό «λουκέτο» και το ενδεχόμενο να κλείσουν δημοτικά και νηπιαγωγεία μόνο στη Βόρεια Ελλάδα και σε όσες περιοχές δείχνουν να έχουν βαρύ επιδημιολογικό φορτίο το επόμενο διάστημα.
Τελικά οι ειδικοί επέλεξαν την πιο δραστική και οριζόντια λύση.
Οι βασικοί λόγοι ήταν τρεις:
- Η ανάγκη για μείωση της κυκλοφορίας και αύξηση της τηλεργασίας
- Να μπει φρένο στη διασπορά του ιού μεταξύ των καθηγητών
- Να ληφθούν μέτρα ώστε να μην επιβαρυνθούν άλλο οι ΜΕΘ
Ουσιαστικά η επιτροπή έκρινε πως με το κλείσιμο και των δημοτικών σχολείων θα αυξηθεί η τηλεργασία, καθώς έτσι θα αναγκάζονται να δουλεύουν από το σπίτι και οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι γονείς των παιδιών, οι οποίοι και θα λάβουν άδεια ειδικού σκοπού.
Έτσι ο συγχρωτισμός των γονέων έξω από τα σχολεία, αλλά και των δασκάλων στις αίθουσες θα σταματήσει.
Ειδικά το δεύτερο απασχόλησε ιδιαίτερα την επιτροπή, καθώς φαίνεται πως οι δάσκαλοι όχι μόνο κολλούσαν εύκολα τον ιό, αλλά και τον μετέδιδαν μεταξύ τους.
Άλλωστε δεν είναι λίγοι οι εκπαιδευτικοί σύλλογοι που με καταγγελίες και επιστολές προς το υπουργείο έχουν ασκήσει πιέσεις στην υπουργό, ζητώντας της αυστηρότερα μέτρα στα σχολεία και κυρίως λιγότερα παιδιά στις τάξεις.
Έτσι αφενός οι πιέσεις των εκπαιδευτικών, αφετέρου η έξαρση της επιδημίας στην Βόρεια Ελλάδα είχε ως αποτέλεσμα επιστήμονες και κυβέρνηση να επιλέξουν μία πιο δραστική λύση.
Όχι άλλο πίεση στις ΜΕΘ
Εκτός αυτού οι ειδικοί γνωρίζουν πως οι μέρες που διανύουμε είναι εξαιρετικά κρίσιμες για το σύστημα Υγείας.
Έτσι κάθε απόφαση που θα μπορούσε να οδηγήσει στην μη περαιτέρω πίεση των εντατικών κυρίως στην Βόρεια Ελλάδα είναι πλέον αναγκαία.
Δεν είναι κρυφό άλλωστε πως όλη η προσοχή των επιστημόνων είναι στραμμένη στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ, καθώς το σύστημα Υγείας δοκιμάζεται πολύ έντονα, φτάνοντας στα όριά του.
Ενδεικτικό του προβλήματος στα βόρεια, είναι πως το Υπουργείο Υγείας ανακοίνωσε χτες πως υπάρχουν μόλις 11 κενές κλίνες ΜΕΘ για Covid-19 στη Θεσσαλονίκη.
Σε κάθε περίπτωση πάντως όπως τονίζουν ξανά και οι ειδικοί, η απόφαση δεν λήφθηκε επειδή το πρόβλημα ήταν τα παιδιά.
Ήδη άλλωστε υπάρχουν αρκετές έγκυρες μελέτες οι οποίες αποδεικνύουν πως τα παιδιά δεν κολλάνε και δεν μεταδίδουν τόσο εύκολα τον ιό, ενώ ακόμη κι αν τον κολλήσουν, εμφανίζουν πολύ πιο ήπια συμπτώματα.
Πότε θα δούμε φως στο τούνελ
Σε γενικότερο πλαίσιο πάντως οι ειδικοί εκτιμούν πως η επίδραση του lockdown δεν θα αργήσει να φανεί πρώτα στα κρούσματα (περίπου σε μία εβδομάδα) και στον δείκτη μεταδοτικότητας (RT), αλλά τελευταία στις ΜΕΘ (περίπου σε δύο εβδομάδες).
Όπως ανέφερε άλλωστε και χτες η καθηγήτρια Παιδιατρικής, κ. Παπαευαγγέλου, τα επιδημιολογικά δεδομένα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι μάλλον η χώρα μας βρίσκεται στο peak του δεύτερου επιδημικού κύματος.
«Η εκθετική, όμως, πορεία εισαγωγών στις κλίνες Covid συνεχίζεται και αναμένεται μείωση των νέων εισαγωγών στα νοσοκομεία τις επόμενες δέκα ημέρες, και μετά από δύο εβδομάδες μείωση και όσων νοσηλεύονται στις ΜΕΘ. Μέχρι τότε, όλα τα «όπλα» μπαίνουν στη μάχη», είπε η ίδια χαρακτηριστικά στην χτεσινή ενημέρωση.