Τα ταξίδια σε ολόκληρη την Ευρώπη μειώθηκαν σχεδόν κατά 60% το 2020 σε σύγκριση με το 2019. Το λεγόμενα «short trips» είναι κυρίως εγχώρια και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα κρούσματα Covid και τους περιορισμούς που προκύπτουν σε κάθε ταξιδιωτική αγορά.
Γράφει ο
Με την ανακοίνωση της διάθεσης των εμβολίων, η ανάκαμψη αναμένεται να ξεκινήσει γρήγορα, με πρόβλεψη αύξησης σχεδόν 50% για το 2021. Η ασφάλεια και η προστασία παραμένουν οι δύο βασικές ανησυχίες, και έτσι τόσο οι προορισμοί όσο και οι ξενοδοχειακές μονάδες πρέπει να επικοινωνούν συχνά και να συντονίσουν τις προσπάθειες που καταβάλλουν για την προστασία των επισκεπτών. Το ίδιο ισχύει επίσης για τις πολιτικές ακύρωσης και επιστροφής χρημάτων, καθώς πολλοί καταναλωτές διστάζουν να κάνουν κράτηση, εκτός εάν είναι πολύ σαφές υπό ποιες συνθήκες θα λάβουν επιστροφή χρημάτων, σε περίπτωση μιας συνεχιζόμενης κρίσης.
Μετά το 2021, το μέλλον φαίνεται ακόμη πιο ενθαρρυντικό. Παρόλο που θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος για την ανάκαμψη των προορισμών μεγάλων αποστάσεων, οι Ευρωπαίοι ταξιδιώτες φαίνονται έτοιμοι να ταξιδέψουν και η Ελλάδα διαθέτει όλα τα εχέγγυα ως βασικός προορισμός για το 2022 και μετά. Η ισχυρή επικοινωνιακή στρατηγική σχετικά με την ασφάλεια τόσο του προορισμού όσο και των ξενοδοχείων, θα παραμείνει πολύ σημαντική καθιστώντας τη ως το ελάχιστο κριτήριο για την προσέλκυση επισκεπτών.
Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την έρευνα της Phocuswright, η οποία παρουσιάστηκε από τον Peter O’ Connor, υπεύθυνο Αναλυτή Αγορών της εταιρείας, στο 4ο Διεθνές Φόρουμ Φιλοξενίας του ΞΕΕ, που πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά και το παρακολούθησαν πάνω από 1.100 συμμετέχοντες από 25 χώρες.
Στις επιμέρους συζητήσεις, οι ομιλητές συμφώνησαν ότι ο τουρισμός θα ανακάμψει σταδιακά από το 2021 μετά την κυκλοφορία του εμβολίου, ωστόσο ξεκαθάρισαν ότι η ανάκαμψη στη μετά Covid-19 εποχή δεν θα αποτιμάται με ποσοτικά δεδομένα, όπως τον αριθμό αφίξεων και διανυκτερεύσεων, αλλά με ποιοτικά δεδομένα και συγκεκριμένα με τη δημιουργία αξίας. Όπως εξήγησαν, τρία είναι τα σημεία κλειδιά στα οποία πρέπει να επενδύσει ο τουριστικός τομέας, ώστε να ανακάμψει δυναμικά: α) η αυστηρή τήρηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων, ώστε ο ταξιδιώτης να αισθάνεται ασφαλής, β) η παροχή ψηφιακού περιεχομένου, υπηρεσιών και συνολικά εμπειρίας από την κράτηση έως και την αποχώρηση από έναν προορισμό και γ) η βιώσιμη λειτουργία του τομέα του τουρισμού με το ”πρασίνισμα” του περιβαλλοντικού αποτυπώματος.
Επιπλέον σημείωσαν ότι η ευελιξία, η ταχύτατη προσαρμοστικότητα στα νέα δεδομένα και η προσφορά καινοτόμων τουριστικών προϊόντων και υπηρεσιών συμβάλλουν στην ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, κυβερνήσεις και παράγοντες της αγοράς θα πρέπει να συνεργαστούν στενά για τη διαμόρφωση των κατάλληλων πολιτικών για την αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων.
Όπως τονίστηκε, στη μετά COVID-19 εποχή, οι αρχές της βιωσιμότητας έχουν εφαρμογή σε όλες τις πτυχές των δραστηριοτήτων των ξενοδοχείων. Οι ομιλητές συμφώνησαν ότι η βιωσιμότητα πρέπει να αντιμετωπίζεται πλέον ως ευκαιρία, η οποία θα πρέπει να μετατραπεί σε συγκριτικό πλεονέκτημα των ξενοδοχείων και όχι ως κάποιου είδους «υποχρέωση». Επισημάνθηκε με έμφαση πως η ταξιδιωτική εμπειρία αλλάζει και οι επισκέπτες γίνονται μέρος της κοινωνικής και περιβαλλοντικής συνείδησης που αναπτύσσονται μέσα από δράσεις για τη βιωσιμότητα.
Επίσης αναφέρθηκε η αναγκαιότητα πιστοποίησης και συλλογής δεδομένων για τις ενέργειες ΕΚΕ που πραγματοποιούνται. Επισημάνθηκε ακόμη η σημασία της εκπαίδευσης, της δέσμευσης και της αξιολόγησης σε προγράμματα κατάρτισης για την αειφορία, ώστε όλα τα τμήματα των ξενοδοχείων να θέτουν δείκτες απόδοσης (KPI) για την υιοθέτηση ενός βιώσιμου μοντέλου λειτουργίας.
Στις θεματικές συζητήσεις, που άνοιξαν με ομιλία του υπουργού Τουρισμού Χάρη Θεοχάρη και με συνέντευξη της Maud Bailly, CEO Southern Europe της Accor, συμμετείχαν: ο Franck Arnold, Regional VP & Managing Director, The Savoy στο London, η Άννα Αθανασοπούλου, Επικεφαλής Τουρισμού, Κλωστοϋφαντουργικών Ειδών και Δημιουργικών Βιομηχανιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Margaux Constantin, Αναπληρώτρια Διευθύντρια στα γραφεία της McKinsey στο Ντουμπάι, ο Δρ. Willy Legrand, καθηγητής Διοίκησης Φιλοξενίας στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών IUBH στο Bad Honnef της Γερμανίας, η Johanna Wagner, Hospitality Consultant & Lecturer, Co-Founder of La Belle EduC, η Anna Decramer, General Manager, Feelingo, ο Dr Henri Kuokkanen, Associate Professor at Institut Paul Bocuse, ο Benjamin Lephilibert, Founder & CEO, LightBlue Environmental Consulting και η Rebecca Pierides, Director of Churchill Hotel Management, Crowne Plaza Limassol (Cyprus), Committee Member of the ELN Europe.
«Η τέταρτη κατά σειρά διοργάνωση του Διεθνούς Φόρουμ Φιλοξενίας, πιστοποιεί πως το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδας πέτυχε να δημιουργήσει ένα θεσμό με πραγματικά διεθνή χαρακτήρα, ο οποίος προσαρμόζεται και ενισχύεται ακόμη περισσότερο με την αξιοποίηση των νέων ψηφιακών τεχνολογιών και μας επιτρέπει να έχουμε όχι μόνο ομιλητές διεθνούς βεληνεκούς αλλά πλέον και συμμετέχοντες απ′ όλο τον κόσμο. Τα συμπεράσματα που βγαίνουν έχουν μεγάλη αξία τόσο για τις σημερινές αβεβαιότητες που δημιουργεί η πανδημία όσο και για την ανάγκη ενός νέου προτύπου τουριστικής ανάπτυξης που θα έχει στον πυρήνα του την έννοια της βιωσιμότητας,» ανέφερε ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδας, Αλέξανδρος Βασιλικός.