Της Μαρίας Μουρελάτου
Τη δυναμική της πένας τους δείχνουν τους τελευταίους 10 μήνες οι καρτουνίστες παγκοσμίως δημιουργώντας έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας που καταργεί το φράγμα της γλώσσας και «σπάει» το μαύρο των θανάτων με λίγο χρώμα. Σκίτσα διαφορετικών τεχνοτροπιών, διακινούμενα από και προς κάθε γωνιά της γης, μετατρέπουν τον καθημερινό καταιγισμό αρνητικών ειδήσεων σε έναν κοινό τόπο γέλιου κι ευαισθητοποίησης που στο τέλος της ημέρας εμψυχώνει και βοηθά να γίνει αντιληπτό ότι είμαστε όλοι στην ίδια – περίπου – βάρκα.
Τώρα που ο κόσμος κλεισμένος στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού διψά για περιεχόμενο, σκιτσογράφοι και γελοιογράφοι με όχημα το Διαδίκτυο και με καμβά την κοινή εμπειρία της πανδημίας, με το δικό του ξεχωριστό ύφος ο καθένας, με λόγια ή χωρίς, μέσα από ευρηματικά σχέδια περίπλοκα ή απλά, που γίνονται viral σε μερικά μόνο λεπτά, αποδεικνύουν στην πράξη ότι δεν υπάρχει ακατάλληλη στιγμή για ένα χαμόγελο, ακόμα και όταν ο πλανήτης μετρά σχεδόν 1,5 εκατ. θανάτους από κορωνοϊό και 60 εκατ. κρούσματα. Ειδικά τώρα.
Από τους πρώτους που ρίχτηκε με το μολύβι του στη μάχη εναντίον του αόρατου εχθρού ήταν ο Μίλι Μανάρα. Σε μία νύχτα του Μαρτίου, με τη χώρα του να μετρά μερικές εκατοντάδες νεκρούς, ο ιταλός σκιτσογράφος από ζωγράφος ερωτικών κόμικς έγινε υμνητής της εργαζόμενης γυναίκας στην πρώτη γραμμή του πολέμου, δημιουργώντας τις «ηρωίδες του λοκντάουν» για το ένθετο «Robinson» της εφημερίδας «La Reppublica».
Στα σχέδιά του, που προκάλεσαν ιδιαίτερη αίσθηση σε παγκόσμιο επίπεδο την άνοιξη, όταν τα μάτια όλων ήταν στραμμένα στην περίπτωση της Ιταλίας, πρωταγωνιστούσαν όλες εκείνες οι γυναίκες που θαρραλέα αγωνίζονται από το πρωί ως το βράδυ, στα καταστήματα τροφίμων, στην ύπαιθρο, στα σώματα ασφαλείας, στους δρόμους ως καθαρίστριες, με ίσως πιο χαρακτηριστική από όλες τη νοσηλεύτριά του που στέκεται ατρόμητη μπροστά στον γίγαντα του κοροναϊού.
Τον έρωτα στα χρόνια του κορωνοϊού – που εκφράζεται μόνο ψηφιακά, με emojis – αποτυπώνει αριστoυργηματικά σε ένα από τα υπερρεαλιστικά σκίτσα του ο κουβανός καρτουνίστας Ανχελ Μπολιγάν, ενώ σε άλλα περιγράφει πώς φαίνονται από τη δική του οπτική γωνία συνθήκες που όλος ο κόσμος βιώνει, όπως είναι ο εγκλεισμός, η τηλεργασία, η μοναξιά, η φυσιολογική ανθρώπινη αγωνία για το επερχόμενο εμβόλιο, αλλά και η αγωνία μεγάλης μερίδας για το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών της 3ης Νοεμβρίου. Είναι κοινό μυστικό ότι οι απανταχού καρτουνίστες, από τη μέρα που εμφανίστηκε ο κορωνοϊός, δηλώνουν πιο παραγωγικοί από ποτέ. Για τους Αμερικανούς ειδικά όμως, η πηγή έμπνευσης πραγματικά δεν έχει ταβάνι, καθώς εκεί, η πρωτόγνωρη εμπειρία της πανδημίας συνδυάστηκε με την αμφιλεγόμενη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης από τη διακυβέρνηση Τραμπ, κάνοντας κυριολεκτικά αμέτρητες τις γελοιογραφίες που παράγονται σε ημερήσια βάση με στόχο να φτιάξουν, ει δυνατόν, το κέφι του έθνους.
Γέφυρες επικοινωνίας
«Στις μάσκες σας!» ή, όπως θα έλεγε ένας στρατηγός εν καιρώ πολέμου στον λόχο του, «στα όπλα σας!». Ετσι τιτλοφορείται το τελευταίο τεύχος του περιοδικού που εκδίδει το διεθνές δίκτυο Cartooning for Peace, θέλοντας να περάσει στους αναγνώστες το μήνυμα ότι μέχρι να έρθει το εμβόλιο η μάσκα είναι το μοναδικό όπλο απέναντι στον φονικό ιό. Στο εξώφυλλο ένα σκίτσο με ανθρώπους διαφορετικών εθνικοτήτων που όλοι ανεξαιρέτως φορούν την προστατευτική μάσκα και στις μέσα σελίδες, τα 120 πιο δυνατά σκίτσα από καρτουνίστες του Τύπου, τα οποία αποτυπώνουν την αβεβαιότητα που κρύβει η μέρα μετά την πανδημία για τις ζωές των ανθρώπων. Οι διεθνείς σκιτσογράφοι του δικτύου, προερχόμενοι από 67 κράτη, χαρακτηρίζουν τη δουλειά τους ως «βασικό εργαλείο για μια γέφυρα διαλόγου μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και θρησκειών».
Για να μιλήσει αποτελεσματικά ένα σκίτσο στην καρδιά πολλών, ένα σύνηθες εργαλείο είναι και η διεθνής γλώσσα άμεσης συνεννόησης που προσφέρουν εμβληματικά έργα τέχνης. «Η κραυγή» του Εντβαρτ Μουνκ πρόσφατα εμφανίστηκε στο Διαδίκτυο με την έξυπνη προσθήκη μάσκας στο πρόσωπο της φιγούρας που κραυγάζει. Ενα σκίτσο του γνωστού Ρικ της «Casablanca» κυκλοφόρησε, στον ιστότοπο του «New Yorker», με την παράφραση της θρυλικής του ατάκας «από όλα τα μπαρ σε όλες τις πόλεις του κόσμου, αυτή μπαίνει στο δικό μου, μετά τις 10 το βράδυ», σχολιάζοντας την κοινή εμπειρία της απογοήτευσης για το νυχτερινό lockdown στην εστίαση.
Αλλά και ο «Μυστικός Δείπνος» του Ντα Βίντσι, περνώντας από τα χέρια του γάλλου καρτουνίστα Ζαν Πλαντί, έχει πλέον, λόγω των περιοριστικών μέτρων, μόνο έξι συνδαιτυμόνες. Στην Ελλάδα, από τα πρώτα που έγιναν viral, σπάζοντας μάλιστα το φράγμα των συνόρων, ήταν το σκίτσο του Soloup, για την 25η Μαρτίου, στην εφημερίδα «Το Ποντίκι». «Ουσιαστικά αναφέρεται στον πίνακα του Βρυζάκη (1853) για την Εξοδο του Μεσολογγίου. Στη θέση όμως των πολιορκημένων είναι οι γιατροί που καταβάλλουν υπεράνθρωπες προσπάθειες, ενώ οι εχθροί είναι τα στελέχη του κορωνοϊού», αναφέρει στα «ΝΕΑ» ο σκιτσογράφος, ο οποίος έχει ξεχωρίσει αυτήν την περίοδο πολλές γελοιογραφίες ελλήνων και ξένων συναδέλφων του, τις οποίες χαρακτηρίζει ιδιαίτερα έξυπνες και επιδραστικές.
«Το χιούμορ βασίζεται στη μελαγχολία»
«Είναι μια περίοδος μελαγχολική. Ομως το χιούμορ βασίζεται συχνά στη μελαγχολία, στο δράμα, στην αίσθηση αδυναμίας που νιώθει ο μέσος άνθρωπος απέναντι σε όλα αυτά που ζει. Είναι μια περίοδος που βγάζει ένα πικρό χιούμορ, ίσως και μια αγανάκτηση για τους παράλογους που δεν συμμετέχουν, που δεν αντιλαμβάνονται. Αυτοί είναι συνήθως οι στόχοι του χιούμορ αυτής της εποχής. Τώρα με τα social media συνειδητοποιώ ότι η εικόνα λειτουργεί με πολλαπλά μηνύματα. Βλέπω τον κόσμο να συγκινείται, να ενδιαφέρεται. Μου λένε συχνά “η γελοιογραφία να σατιρίζει την εξουσία”. Στην εποχή της πανδημίας, εξουσία είναι και ο διπλανός, ο συνάνθρωπος, που με την υπευθυνότητα ή την ανευθυνότητά του μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις, τις ζωές των άλλων και την πορεία της χώρας» λέει στα «ΝΕΑ» ο σκιτσογράφος Χρήστος Παπανίκος που δραστηριοποιείται στο Διαδίκτυο.
Τεράστια απήχηση στο Διαδίκτυο έχουν και τα άκρως καυστικά σκίτσα του Αρκά. Παρατηρώντας την εθνική μας συμπεριφορά εντός πανδημίας, ο έλληνας σκιτσογράφος μοιράζει γέλιο αλλά και κόκκινες κάρτες σε καθετί παράλογο βάζοντας τους χαρακτήρες του να μιλούν τη γλώσσα εκείνη που λέει η παροιμία ότι δεν έχει κόκαλα αλλά κόκαλα τσακίζει. Με μία φράση, οι βρετανοί καρτουνίστες του Modern Toss εξηγούν στην «Guardian» πώς αντιλαμβάνονται οι ίδιοι τον ρόλο τους τον καιρό του κορωνοϊού: «Στον κόσμο αρέσει ότι υπάρχει κάποιος εκεί έξω που ψάχνει για λογαριασμό του τα σκουπίδια, τα μετατρέπει σε τέχνη και τον κάνει να γελάει».