Γράφει ο Γεώργιος Σαρρής
Το G3 θα δώσει τη θέση του στο νέο «ελληνικό τυφέκιο» εφόδου
Καταρχάς θα αποσυρθεί το τυφέκιο εφόδου G-3 με διαμέτρημα 7,62 χιλιοστά το οποίο μπορεί να θεωρούνταν αξιόπιστο αλλά πλέον είναι ξεπερασμένο. «Υπηρέτησε» στον Ελληνικό Στρατό επί 44 ολόκληρα χρόνια – από τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης και ένθεν. Ωστόσο ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκε σε πολεμικές επιχειρήσεις, κάτι που σημαίνει ότι τα περισσότερα τέτοιου τύπου τυφέκια βρίσκονται σε εξαιρετική κατάσταση.
Η έλευσή του στις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας μας ξεκίνησε το 1977 όταν το ελληνικό Δημόσιο υπέγραψε σύμβαση με τη δυτικογερμανική εταιρεία Heckler und Koch για την κατασκευή του, από την τότε Ελληνική Βιομηχανία Όπλων. Οι στρατιωτικές μονάδες άρχισαν να εξοπλίζονται με αυτά από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Διανεμήθηκαν σχεδόν σε όλα τα στρατόπεδα, και οι μόνες μονάδες που δεν τα χρησιμοποιούσαν ήταν αυτές των Ειδικών Δυνάμεων και του ακριτικού Δ΄ Σώματος Στρατού (Δ’ Σ.Σ. «Θράκη») που φρουρεί τα χερσαία ελληνοτουρκικά σύνορα, οι οποίες συνέχισαν να χρησιμοποιούν τυφέκια FN, καθώς και κάποιες μονάδες των σωμάτων ασφαλείας που έφεραν αμερικανικό οπλισμό.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 αντικαταστάθηκε και ο οπλισμός του Δ΄ Σώματος Στρατού από τυφέκια G3. Το G3A3 χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα από τους στρατιώτες και το G3A4 από τους υπαξιωματικούς και από τη δεκαετία του 1990 και μετά και από τους κατώτερους Αξιωματικούς και τους στρατιώτες που έχουν ειδικότητα πλήρωμα άρματος (πυροβολητές, οδηγούς, γεμιστές, αρχηγούς).
Το G3 είναι τυφέκιο μάχης το οποίο λειτουργεί με το σύστημα της επιβραδυνόμενης οπισθοδρόμησης. Συνδυάζει δύναμη πυρός ελεύθερου σκοπευτή και ελαφρού πολυβόλου, με το G3A3 να έχει πλαστικό κοντάκιο και το G3A4 μεταλλικό πτυσσόμενο. Στο αριστερό μέρος του όπλου βρίσκεται ο μοχλός οπλίσεως, καθώς και ο μοχλός πυρός και ασφαλείας, ενώ ο αναστολέας του γεμιστήρα βρίσκεται μεταξύ του γεμιστήρα και του χειροφυλακτήρα της σκανδάλης. Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι οι μονάδες των επίλεκτων ανδρών των Ενόπλων Δυνάμεων όπως είναι οι κομάντος, οι πεζοναύτες και τα μέλη της Ζ-ΜΑΚ (Μοίρας Αμφίβιων Καταδρομών) διαθέτουν ήδη τα πιο σύγχρονα M16 / M4.
Αυτή την περίοδο οι αρμόδιες υπηρεσίες του Γενικού Επιτελείου Στρατού αξιολογούν τα τυφέκια άλλων χωρών ώστε να βρεθεί το κατάλληλο «ελληνικό τυφέκιο» που θα διαθέτει ο στρατός μας τα επόμενα χρόνια. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο αντικαταστάτης του G3 θα είναι «πολύ πιο αξιόπιστος και αμιγώς ΝΑΤΟϊκών προδιαγραφών».
Αποσύρονται και 45άρια πιστόλια Colt M1911 των αξιωματικών
Ένα ακόμη όπλο που θα… αποχαιρετήσουν οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις το 2021 θα είναι το πιστόλι Colt M1911 των 0,45 ιντσών, του οποίου ο αντικαταστάτης θα φτιαχτεί επίσης στη χώρα μας. Πρόκειται για το αποκαλούμενο 45άρι, όπως το γνωρίζει ο πολύς κόσμος, που είναι αμερικανικής προέλευσης και τα πρώτα κομμάτια ήρθαν στην Ελλάδα το 1950, λίγους μήνες δηλαδή μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου και λίγους μήνες πριν μπούμε στο ΝΑΤΟ. Μέχρι και σήμερα χρησιμοποιείται από τους ανώτερους αξιωματικούς αλλά και από οπλίτες ειδικών καθηκόντων, π.χ. από τους ναύτες που έχουν βάρδια στη σκάλα εισόδου των πολεμικών πλοίων, όταν αυτά είναι δεμένα στα λιμάνια. Είναι ιδιαίτερα εύκολο στη συντήρησή του, δεν απαιτεί κανένα εργαλείο για το λύσιμο και το δέσιμό του, έχει δραστικό βεληνεκές τα 50 μέτρα, μέγιστο βεληνεκές τα 1.465 μέτρα, βάρος 1.021 χιλιόγραμμα και παίρνει 7 σφαίρες.
Τα πρώτα Colt Model 1911 (ή για συντομία Μ1911) είχαν κατασκευαστεί για τις ανάγκες του… ιππικού των Ηνωμένων Πολιτειών αρχές του 20ού αιώνα. Ναι, το 1911 είναι το έτος που έγιναν το επίσημο υπηρεσιακό όπλο του αμερικανικού στρατού. Ακόμη και σήμερα χρησιμοποιείται από τις Ένοπλες Δυνάμεις τουλάχιστον 20 χωρών ανά τον κόσμο στις οποίες βέβαια συγκαταλέγεται και η Ελλάδα (χρησιμοποιείται το εν λόγω ημιαυτόματο με μικρές βελτιώσεις καθώς υπάρχει το μοντέλο Μ1911Α1 και το Μ1911Α4 του 2004. Οι ΗΠΑ πάντως σταμάτησαν να το χρησιμοποιούν από το 1985 όταν τη θέση του πήρε το ιταλικής προέλευσης Beretta M9 που είχε σαφώς μικρότερη διάμετρο (9 χιλιοστά) και από το 2017 το Sig P320.
Τίτλοι τέλους για τα τζιπάκια Mercedes που συναρμολογούσε η ΕΛΒΟ
Παράλληλα εντός του έτους θα αποσυρθούν και τα θρυλικά οχήματα SUV παντός εδάφους Mercedes των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και της Ελληνικής Αστυνομίας τα οποία συναρμολογούσε (σ.σ. δεν κατασκεύαζε) η Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων που ιδρύθηκε το 1972 και αρχικά είχε την επωνυμία Steyer Hellas S.A., με το εργοστάσιο να βρίσκεται στη Βιομηχανική Ζώνη της Σίνδου Θεσσαλονίκης.
Αυτό που δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι είναι πως η Ελλάδα παρήγαγε πάνω από 10.000 τζιπάκια Mercedes Benz W462 διαφόρων παραλλαγών (συνήθως για μεταφορές προσωπικού και φορτίου αλλά και για οχήματα διοίκησης, ασθενοφόρα και φορείς οπλισμού) και τουλάχιστον άλλα 250 οχήματα δεξιοτίμονα για να καλυφθούν οι ανάγκες της Εθνικής Φρουράς της Κύπρου. Επί δεκαετίες τα αυτοκίνητα αυτά «κατάπιναν» τα χιλιόμετρα των ελληνικών δρόμων, ωστόσο τώρα ήρθε η ώρα να αποσυρθούν αφού έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο ζωής τους κατά πολύ και δεν πληρούν τα στάνταρ ασφαλείας του ΝΑΤΟ.
Το τζιπ Mercedes Benz G-Klasse όπως είναι επίσης γνωστό, κατασκευάζεται από το 1979 μέχρι και σήμερα σχεδόν αμετάβλητο αισθητικά, με βαθμιαίες μόνο βελτιώσεις στο τεχνολογικό υπόβαθρο, στον εξοπλισμό και στην ενεργητική και παθητική του ασφάλεια. Στη χώρα μας η ΕΛΒΟ κατασκεύαζε ως στρατιωτική σειρά Mercedes-Benz W462 τα μοντέλα 240GD/24 (βάρους 1,25 τόνων) και 290GD/28 (βάρους 1,5 τόνοι), τα οποία είχαν έρθει να αντικαταστήσουν τα ακόμη παλαιότερα Willys Μ38Α1, Ford M151A1 και Volkswagen Typ 181. Τα νέα οχήματα που θα επιλέξει το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας θα φέρουν απαραίτητα ισχυρή θωράκιση στα παράθυρα και τα παρμπρίζ και ισχυρή ασφάλεια όσον αφορά την καμπίνα των επιβατών.
Τέλος εποχής για τα θρυλικά φορτηγά Steyer
Εκτός δρόμου θα βρεθούν μέχρι το τέλος του 2021 και τα θρυλικά φορτηγά Steyer (Στάγερ) του Ελληνικού Στρατού. Σχεδόν όλοι όσοι υπηρέτησαν τη στρατιωτική θητεία στο πεζικό, έχουν μπει τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους μέσα σε αυτά. Αποτελούσε το επίσημο όχημα μεταφοράς προσωπικού και προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων και βέβαια μετέφερε τους φαντάρους από σκοπιά σε σκοπιά όταν αυτές ήταν μακριά. Πήγαινε παντού αγόγγυστα. Από τα κατσάβραχα των βουνών μέχρι τα ποτάμια.
Άρχισε να κατασκευάζεται στη χώρα μας το 1972 από την Steyer Hellas S.A. που αναφέραμε πιο πάνω, σε δύο διαφορετικές εκδόσεις (τα 680Μ και τα 680Μ3). Ως βάση είχε το Steyer 680M που κατασκεύαζε η μεγάλη μητρική αυστριακή εταιρεία Steyer Daimler Puch (σ.σ. αυτή ήταν που είχε και το εργοστάσιο στη Θεσσαλονίκη, το οποίο μετονομάστηκε το 1987 σε Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων και πέρασε στο Ελληνικό Δημόσιο) την περίοδο 1960 – 1984. Θεωρητικά η χωρητικότητά του ήταν για 19 φαντάρους στην καρότσα αλλά όλοι γνωρίζουμε ότι, τουλάχιστον στη χώρα μας, στοίβαζε πολύ περισσότερους. Πολλοί δε ήταν αυτοί που πήραν και δίπλωμα φορτηγού όσο ήταν φαντάροι μαθαίνοντας να οδηγούν μέσα σε ένα Στάγιερ, ενώ το 1992 εκτελούσαν και χρέη αστικών συγκοινωνιών όταν επί διακυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη είχε επιχειρηθεί η ιδιωτικοποίηση της ΕΑΣ με αποτέλεσμα οι απεργοί των λεωφορείων να τραβήξουν χειρόφρενο και κρατήσουν τα οχήματα στα αμαξοστάσια, οπότε επιστρατεύτηκαν τα θρυλικά φορτηγά του στρατού για να μεταφέρουν τον κόσμο.
Έκλεισε ο κύκλος και για τα γαλλικά μαχητικά Mirage 2000
Τέλος, από την πλευρά της η Πολεμική Αεροπορία μέχρι το τέλος του 2021 θα έχει αποσύρει τα γαλλικά μαχητικά αεροσκάφη Mirage 2000 (στα ελληνικά η λέξη σημαίνει «οφθαλμαπάτη»). Στη νέα συμφωνία για την αγορά των 18 υπερσύγχρονων μαχητικών Rafale που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση (κάποια απ’ αυτά θα είναι ολοκαίνουργια και κάποια μεταχειρισμένα), υπάρχει πρόταση που προβλέπει την πώληση των παλαιότερων Mirage 2000 EGM στους Γάλλους, καθώς έχουν συμπληρώσει 33 χρόνια υπηρεσίας στις Ένοπλες Δυνάμεις του τόπου μας. Αναφερόμαστε μονάχα στον παλαιό τύπο των συγκεκριμένων αεροσκαφών που θα αποσυρθούν καθώς τα νεότερα Mirage 2000-5 θα συνεχίσουν να πετάνε κανονικά για λογαριασμό της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας μετά και την προμήθεια των απαιτούμενων ανταλλακτικών.
Το Mirage 2000 που αποσύρονται είναι μονοθέσια, μονοκινητήρια, δελταπτέρυγα μαχητικά αεροσκάφη πολλαπλού ρόλου και παντός καιρού. Εντάχθηκαν στο οπλοστάσιό μας το 1988 με τη Σύμβαση «Talos», βάσει της οποίας αγοράστηκαν 40 κομμάτια. Ειδικότερα, μεταξύ 1988 και 1992 παραδόθηκαν στην Πολεμική Αεροπορία 36 Mirage 2000 EGM και 4 διθέσια Mirage 2000 BGM. Ήταν το πρώτο μαχητικό της χώρας μας που διέθετε αυτόματο ηλεκτρονικό σύστημα ελέγχου πτήσης. Στα ηλεκτρονικά του συμπεριλαμβάνονται δύο κύριοι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, αδρανειακό σύστημα πλοήγησης και ψηφιακή μονάδα μεταβίβασης δεδομένων. Ακόμα διαθέτει το ολοκληρωμένο σύστημα αυτοπροστασίας ICMS 2000 που θωρακίζει το αεροσκάφος από απειλές που προέρχονται τόσο από τον αέρα όσο και από το έδαφος, ενώ έχει την ικανότητα να φέρει μεγάλη ποικιλία οπλικών συστημάτων. Τα Ελληνικά Mirage 2000 είχαν τη δυνατότητα να οπλίζονται όλα αυτά τα χρόνια με πυραύλους αέρος – αέρος Super 530/ Matra Magic και χρησιμοποιούνταν κυρίως σε αποστολές αναχαίτισης.
Η βάση τους βρίσκεται μέχρι και αυτή τη στιγμή στην 114 Πτέρυγα Μάχης στην Τανάγρα και ανήκουν στην 332 Μοίρα με χαρακτηριστικό κλήσης «Γεράκι». Τα ελληνικά Mirage 2000 φέρουν δίχρωμη παραλλαγή μπλε και γκρι, έχουν μήκος 14,36 μέτρα, εκτόπισμα πτερυγίων 9,13 μέτρα, πετούν σε μέγιστο ύψος 15.250 μέτρων και δύναται να αναπτύσσουν ταχύτητες έως και 2,2 Mach (2.530 χιλιόμετρα την ώρα).
Βέβαια την ίδια ώρα που αποσύρονται όλα αυτά τα οπλικά συστήματα που έκλεισαν τον κύκλο ζωής του, η Ελλάδα προμηθεύεται καινούργια. Αναφέραμε ήδη την μοίρα των 18 υπερσύγχρονων γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών Rafale που αναμένονται ενώ πέραν αυτών η ανανέωση προβλέπει την αγορά μεταξύ άλλων τεσσάρων φρεγατών πολλαπλών ρόλων και εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων, τορπίλες βαρέος τύπου για τα υποβρύχια, αντιαρματικά, ελικόπτερα πολλαπλών αποστολών για το Πολεμικό Ναυτικό και μη επανδρωμένων αεροσκαφών Uav’s Heron για την Πολεμική Αεροπορία.