Η Φιλιππινέζα δημοσιογράφος Μαρία Ρέσα, που τιμήθηκε σήμερα τιμήθηκε με το Νόμπελ Ειρήνης μαζί με τον Ρώσο δημοσιογράφο Ντμίτρι Μουράτοφ, αποτελεί σύμβολο της μάχης υπέρ της ελευθερίας του Τύπου.
Η βράβευση αποδεικνύει ότι «τίποτα δεν είναι δυνατό χωρίς τα γεγονότα», ήταν η αντίδραση της Ρέσα σήμερα. Η δημοσιογράφος είναι σφοδρή επικρίτρια του Φιλιππινέζου προέδρου Ροντρίγο Ντουτέρτε.
«Ένας κόσμος χωρίς γεγονότα σημαίνει ένας κόσμος χωρίς αλήθεια και χωρίς εμπιστοσύνη», δήλωσε η ίδια σε συνέντευξή της που μεταδόθηκε απευθείας από τον Rappler, τον ειδησεογραφικό ιστότοπο του οποίου είναι συνιδρύτρια.
Ο Rappler «θα εξακολουθήσει να κάνει αυτό που κάναμε», τόνισε η Ρέσα, η οποία τον Απρίλιο είχε τιμηθεί με το βραβείο της Ελευθερίας του Τύπου που απονέμει η UNESCO σε αναγνώριση για «την αέναη μάχη της υπέρ της ελευθερίας της έκφρασης».
Η Ρέσα εκτίμησε σήμερα ότι πρόκειται για «την καλύτερη περίοδο να είσαι δημοσιογράφος». «Αυτές οι περίοδοι που τα πράγματα είναι πιο επικίνδυνα, είναι αυτές που είναι πιο σημαντικό», υπογράμμισε η ίδια.
Η στοχοποίησή της από την κυβέρνηση
Οι επικριτικές της θέσεις της κόστισαν δύο συλλήψεις, διώξεις για δυσφήμηση ή οικονομική απάτη και σωρεία απειλών μέσω διαδικτύου.
Οι υπέρμαχοι της ελευθερίας του Τύπου αποδίδουν τις διώξεις αυτές στην κυβέρνηση Ντουτέρτε, η οποία όμως αρνείται ότι έχει οποιοδήποτε ρόλο.
Ο Φιλιππινέζος πρόεδρος έχει καταφερθεί ονομαστικά εναντίον του Rappler, τον οποίο χαρακτήρισε «ιστότοπο fake news» μετά τη δημοσιοποίηση ενός άρθρου επικριτικού προς έναν στενό του σύμβουλο.
Παρά τις πιέσεις και τους κινδύνους που διατρέχει, η 58χρονη Ρέσα παραμένει στις Φιλιππίνες και δεν σταμάτησε να επικρίνει την κυβέρνηση της χώρας.
Η πιο πρόσφατη δικαστική της περιπέτεια: μια νιοστή κατηγορία για δυσφήμηση, η οποία απορρίφθηκε τον Αύγουστο.
Δεν είμαι ξεχωριστή δημοσιογράφος
«Δεν είμαι μια ξεχωριστή δημοσιογράφος», είχε δηλώσει το 2020 στο AFP, «η δουλειά μου είναι να είμαι ένας πυλώνας (…) ώστε οι συνεργάτες μας να συνεχίσουν να μπορούν να εργάζονται».
Οι διαδικτυακές απειλές ξεκίνησαν λίγο μετά την ορκωμοσία του Ντουτέρτε στην προεδρία των Φιλιππίνων το 2016 και την έναρξη του «πολέμου κατά των ναρκωτικών» στον οποίο έχουν σκοτωθεί χιλιάδες άνθρωποι και πλέον ερευνάται από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.
Στα τέλη του 2016 η Ρέσα εκτιμούσε ότι δεχόταν μέσω ίντερνετ περισσότερα από 90 υβριστικά μηνύματα την ώρα.
Οι φωτογραφίες από τις εκτελέσεις
Ο Rappler είναι ένα από τα μέσα που δημοσιοποίησαν σοκαριστικές φωτογραφίες από εκτελέσεις και αμφισβήτησαν τη νομική βάση του πολέμου κατά των ναρκωτικών.
Πρώτη φορά η Ρέσα συνελήφθη τον Φεβρουάριο του 2019 για μια υπόθεση δυσφήμησης και στη συνέχεια δύο μήνες αργότερα όταν ο Rappler κατηγορήθηκε ότι παραβίασε τη νομοθεσία που απαγορεύει στα μέσα ενημέρωσης να έχουν ξένο ιδιοκτήτη.
Η δημοσιογράφος ήταν μεταξύ των Ανθρώπων της Χρονιάς του περιοδικού Time το 2018 για το έργο της, πριν καν οι συλλήψεις της να προσελκύσουν το διεθνές ενδιαφέρον στο πρόσωπό της.
Προτού ιδρύσει τον Rappler, η Ρέσα κάλυπτε εμπόλεμες περιοχές.
«Ξεκίνησα ως ρεπόρτερ το 1986 και εργάστηκα σε πολλές χώρες του κόσμου, με έχουν πυροβολήσει, με έχουν απειλήσει, αλλά δεν έχω γνωρίσει ποτέ έναν τέτοιο αργό θάνατο», αντέδρασε μετά την πρώτη της καταδίκη για δυσφήμηση το 2020.
Επικεφαλής του γραφείου του CNN στη Μανίλα και στη συνέχεια στη Τζακάρτα, η Ρέσα ειδικευόταν σε θέματα τρομοκρατίας και ασχολήθηκε με διεθνή δίκτυα τρομοκρατών όπως η αλ Κάιντα.
Η Ρέσα, που έχει αποφοιτήσει από το Πρίνστον και έχει αμερικανική και φιλιππινέζικη υπηκοότητα, στη συνέχεια επέστρεψε στις Φιλιππίνες για να αναλάβει τη διεύθυνση ειδήσεων του μεγαλύτερου τηλεοπτικού δικτύου της χώρας, του ABS-CBN.
Το 2012 δημιουργήθηκε ο Rappler με τη φιλοδοξία να προσφέρει μια τολμηρή ματιά στην ειδησεογραφία των Φιλιππίνων μέσω των ρεπορτάζ και της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ