Δυο χρόνια και τρεις μήνες φυλάκιση μαζί με χρηματικό πρόστιμο 4.000 ευρώ, επεβλήθη από τη Δικαιοσύνη στην εργοδότρια που συνελήφθη χθες έξω από τράπεζα στη Δράμα γιατί ζήτησε από τον υπάλληλο (που είχε πρόσφατα απολύσει) να σηκώσει από το ΑΤΜ το δώρο Χρισστουγέννων που του πίστωσε και να το δώσει πίσω (στα χέρια της).
Η παραβατική εργοδότης δικάστηκε σήμερα στο πλαίσιο του αυτοφώρου, ενώ το εντύπωση προκάλεσε το παράδοξο γεγονός ότι ο μάρτυρας υπεράσπισής της.. παραδέχτηκε ότι και ο ίδιος στο παρελθόν είχε επιστρέψει το δώρο και επιδόματα πολλές φορές, προκαλώντας την αντίδραση της Εισαγγελέως και της έδρας.
Ο εργαζόμενος που κατήγγειλε στο Εργατικό Κέντρο Δράμας την απαίτηση της εργοδότριας να επιστρέψει το Δώρο Χριστουγέννων, δέχθηκε απειλές κατά την έξοδο του από το Δικαστικό Μέγαρο, από το σύζυγο της εργοδότριας.
«Σπάμε τη σιωπή, αντιδρούμε, αντιστεκόμαστε, καταγγέλουμε» επισημαίνει σε ανακοίνωσή του το Εργατικό Κέντρο Δράμας, παρακινώντας κάθε εργαζόμενο που υφίσταται εργοδοτικές αυθαιρεσίες να ενημερώσει την ΓΣΕΕ και τα εργατικά κέντρα.
Η μαρτυρία του εργαζόμενου
Ο Βασίλης είναι ένας από τους δεκάδες εργαζόμενους που βρέθηκε αντιμέτωπος με την εργοδοτική αυθαιρεσία τις μέρες των εορτών, με αφορμή την καταβολή του δώρου Χριστουγέννων. Είναι ο εργαζόμενος που κατήγγειλε τον εργοδοτικό εκβιασμό και πυροδότησε την σύλληψη επ’ αυτοφώρω του παραβατικού εργοδότη, έξω από το ΑΤΜ της τράπεζας.
Μιλώντας αποκλειστικά στην «Η» και το Open ο Βασίλης περιέγραψε το περιστατικό:
«Δούλευα σε μια επιχείρηση καφέ – μπαρ. Με απέλυσαν πριν δυο εβδομάδες περίπου. Ζήτησα αυτά που δικαιούμαι κανονικά, δηλαδή το δώρο Χριστουγέννων, το επίδομα αδείας, όλα αυτά που δικαιούται ένας εργαζόμενος. Και μου είπαν πως εμείς σαν επιχείρηση δεν μπορούμε να δώσουμε το Δώρο Χριστουγέννων και το επίδομα άδειας, μπορούμε να σου δώσουμε μόνο την μισθοδοσία σου. Η πολιτική του μαγαζιού μας είναι αυτή».
Oταν ο εργοδότης ζήτησε από τον Βασίλη να του πιστώσει η επιχείρηση το δώρο Χριστουγέννων στην τράπεζα και μετά να το σηκώσει και να τους δώσει το ποσό πίσω στα χέρια, εκείνος αντέδρασε:
«Τους απαντώ, μας πως γίνεται; Αφού ό,τι μπαίνει στην τράπεζα και είναι στο όνομα μου το δικαιούμαι. Πώς γίνεται εγώ να βγάλω τα λεφτά και να σας τα δώσω πίσω. Βάσει νόμου δεν γίνεται».
Ωστόσο ο εργοδότης επέμενε. Και κάπου εκεί ξεκίνησαν οι απειλές:
«Είναι πολύ μικρή η πόλη. Και να ξέρεις ο καθένας τραβάει το δρόμο του και τα πάντα μπορούν να συμβούν»…
Ωστόσο ο Βασίλης δεν έκανε πίσω.
«Πήγα στο Εργατικό Κέντρο, μου έδωσε δύναμη ο πρόεδρος εκεί, διότι μόνος μου δεν ξέρω αν θα μπορούσα να το κάνω όλο αυτό. Μαζί με την Επιθεώρηση Εργασίας πήγαμε στην αστυνομία, το καταγγείλαμε»…
Και κάπως έτσι στήθηκε μια ολόκληρη επιχείρηση με την συνδρομή της ΓΣΕΕ, του Εργατικού Κέντρου και του ΣΕΠΕ και ο εργοδότης συνελήφθη επ’ αυτοφώρω μπροστά στο ΑΤΜ της τράπεζας την ώρα της παράνομης συναλλαγής.
«Την ώρα που πήγε να γίνει η συναλλαγή χέρι με χέρι πιάσανε τους κυρίους που ήταν υπεύθυνοι και τα άλλα τα έχω αφήσει στην αστυνομία», περιγράφει ο Βασίλης και συνεχίζει :
«Ο καθένας φοβάται και δεν το συνεχίζει. Αλλά είπα ότι αν κάποιος δεν κάνει την αρχή τότε όλοι θα μένουμε πίσω».