Οι μισοί από τους 20 πλουσιότερους μεγιστάνες της Ρωσίας δεν υπόκεινται σε κυρώσεις για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ως εκ τούτου, μια ομάδα πανίσχυρων δισεκατομμυριούχων της χώρας παραμένει ελεύθερη να δραστηριοποιείται σε όλο τον κόσμο χωρίς νομικούς περιορισμούς.
Συνολικά, έχουν πληγεί από τις κυρώσεις μεγιστάνες με περιουσίες αξίας τουλάχιστον 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων πριν από την έναρξη του πολέμου.
Ωστόσο, μια ανάλυση του Bloomberg News δείχνει ότι η λίστα με αυτούς που έχουν αποκλειστεί αποκαλύπτει ένα συνονθύλευμα διασυνοριακών κυρώσεων που έχει γλυτώσει πολλούς Ρώσους με επιχειρηματικά συμφέροντα σε βασικές παγκόσμιες αγορές.
Η προσπάθεια απομόνωσης της Ρωσίας από τη διεθνή χρηματοδότηση και άσκησης πιέσεων στον Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν – ελαχιστοποιώντας παράλληλα τις επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία – οδήγησε το Ηνωμένο Βασίλειο να επιβάλει κυρώσεις σε 10 από τους πλουσιότερους δισεκατομμυριούχους και την Ευρωπαϊκή Ένωση σε εννέα. Αντίθετα, οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει κυρώσεις μόνο σε τέσσερις.
Μόνο τρεις άνδρες εμφανίζονται και στις τρεις λίστες, με τέσσερις από τους πέντε πλουσιότερους επιχειρηματίες της Ρωσίας να μην έχουν υποστεί κυρώσεις πουθενά. Επικεφαλής τους είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος της χώρας, ο Vladimir Potanin, ένας μεγιστάνας των μετάλλων που είχε περιουσία 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις 18 Φεβρουαρίου, την τελευταία ημέρα των δεδομένων, πριν ξεκινήσουν οι κυρώσεις τρεις ημέρες αργότερα.
Ο πλουσιότερος υπό κυρώσεις Ρώσος στη λίστα είναι ο Alexey Mordashov, ο βασικός μέτοχος της Severstal PJSC, της τέταρτης μεγαλύτερης χαλυβουργίας της Ρωσίας, του οποίου τα περιουσιακά στοιχεία δεσμεύτηκαν από την ΕΕ στις 28 Φεβρουαρίου και από το Ηνωμένο Βασίλειο δύο εβδομάδες αργότερα.
Το ισχυρό στέλεχος του κλάδου ενέργειας Leonid Mikhelson, ο μεγιστάνας του χάλυβα Vladimir Lisin και ο Vagit Alekperov, πρόεδρος του πετρελαϊκού κολοσσού Lukoil, είναι μεταξύ των άλλων πλουσιότερων Ρώσων στους οποίους δεν έχουν επιβληθεί κυρώσεις. Όλοι κατέχουν σημαντικές συμμετοχές σε εισηγμένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο εξαιρετικά πολιτικοποιημένο επιχειρηματικό περιβάλλον της Ρωσίας.
Η παρακολούθηση των κυρώσεων που επιβλήθηκαν παραμένει δύσκολη, επειδή η Ουάσιγκτον, οι Βρυξέλλες και το Λονδίνο εκδίδουν μία σειρά ασύνδετων μεταξύ τους ανακοινώσεων. Παράλληλα, η Αυστραλία, ο Καναδάς και η Ιαπωνία έχουν επιβάλει τους δικούς τους περιορισμούς.
Οι ειδικοί σε θέματα κυρώσεων λένε ότι οι αποφάσεις να μην επιβληθούν απαγορεύσεις σε ορισμένους από τους πλουσιότερους άνδρες της Ρωσίας, συνδέονται τουλάχιστον εν μέρει, με τα κρίσιμα μερίδιά τους σε τεράστιες εταιρείες ενέργειας, μετάλλων και λιπασμάτων.
«Υπάρχουν λόγοι να κυνηγάς ορισμένους ολιγάρχες και υπάρχουν λόγοι να κρατάς μερικούς άλλους σε εκκρεμότητα», επισημαίνει ο John Smith, ο οποίος ήταν επικεφαλής της μονάδας κυρώσεων του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, του Γραφείου Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων (OFAC), μέχρι τον Μάιο του 2018, και τώρα είναι συνεργάτης στη δικηγορική εταιρεία Morrison & Foerster στην Ουάσιγκτον.
«Μπορεί είτε επειδή θεωρείται ότι δεν είναι κοντά στη λήψη αποφάσεων του Κρεμλίνου, είτε επειδή θεωρείται πολύ δύσκολο να επιβληθούν κυρώσεις στην αρχή και οι κυβερνήσεις θέλουν να αναπτύξουν το πλάνο τους πριν πατήσουν τη σκανδάλη».
Οι ΗΠΑ έμαθαν από την εμπειρία του 2018, όταν επέβαλαν κυρώσεις στον δισεκατομμυριούχο Oleg Deripaska, ο οποίος ήλεγχε την United Co. Rusal International, τη μεγαλύτερη εταιρεία αλουμινίου στον κόσμο εκτός Κίνας. Η κίνηση τους οδήγησε στα ύψη τις διεθνείς τιμές του μετάλλου, οι οποίες τελικά σταθεροποιήθηκαν μόνο όταν ο Deripaska συμφώνησε να παραιτηθεί από τον έλεγχο της Rusal το 2019.
Πώς επηρέασαν οι κυρώσεις τους Ρώσους δισεκατομμυριούχους;
Ορισμένοι Ρώσοι στοχοποιήθηκαν λόγω των ξεκάθαρων δεσμών τους με κρατικές εταιρείες, ανεξάρτητα από την καθαρή τους περιουσία: ο Igor Shuvalov, πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, είναι τώρα πρόεδρος της κρατικής τράπεζας VEB, ενώ ο Sergey Ivanov είναι διευθύνων σύμβουλος της κρατικά ελεγχόμενης εταιρείας διαμαντιών Alrosa PJSC και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Gazprombank.
Οι άνευ προηγουμένου κυρώσεις προκάλεσαν τριγμούς σε όλες τις ηπείρους, με τους πλούσιους Ρώσους να μετακινούν περιουσιακά στοιχεία και να περιορίζουν τις συμμετοχές τους, καθώς οι αρχές στην Ιταλία, τη Γαλλία, την Ισπανία και αλλού έχουν ήδη κινηθεί κατάσχοντας γιοτ και ιδιωτικά αεροσκάφη.
Ο Roman Abramovich, ο μεγαλύτερος μέτοχος της δεύτερης μεγαλύτερης εταιρείας παραγωγής χάλυβα της Ρωσίας, Evraz Plc, πουλά την ποδοσφαιρική ομάδα της Τσέλσι μετά από τις κυρώσεις που του επέβαλαν το Ηνωμένο Βασίλειο και η ΕΕ.
Ο Alisher Usmanov, ο οποίος κατέχει το 49% της USM, που ελέγχει την εταιρεία παραγωγής χάλυβα και σιδηρομεταλλεύματος Metalloinvest, περιλαμβάνεται στις κυρώσεις των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ. Είχε ήδη μεταβιβάσει το μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας του και άλλων περιουσιακών στοιχείων σε αμετάκλητα καταπιστεύματα των οποίων δεν είναι πλέον δικαιούχος, είπε ένας εκπρόσωπος.
Αυτή η κίνηση έχει περιπλέξει τις προσπάθειες της κυβέρνησης να μπλοκάρει την περιουσία του, συμπεριλαμβανομένου του μήκους 156 μέτρων γιοτ του, Dilbar, που τώρα “μαραζώνει” στο Αμβούργο της Γερμανίας.
Οι ανησυχίες για πιθανές επιπτώσεις στην αγορά έγιναν γρήγορα σαφείς, παρόλο που ο Usmanov πιστεύεται ότι κατέχει λίγο λιγότερο από το 50%, το όριο στο οποίο οι κυρώσεις θα επιβάλλονταν στις εταιρείες του. Αφού οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις στον Ρώσο μεγιστάνα στις 3 Μαρτίου, μπλοκάροντας τα προσωπικά του περιουσιακά στοιχεία, το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ έκανε στροφή την ίδια μέρα και εξέδωσε άδειες που επιτρέπουν σε οποιεσδήποτε εταιρείες ανήκουν στην πλειοψηφία τους σε αυτόν, άμεσα ή έμμεσα, να συνεχίσουν να λειτουργούν.
Οποιαδήποτε μεγάλη επιχείρηση δραστηριοποιείται στη Ρωσία το κάνει μόνο με την ευλογία του Πούτιν. Οι δισεκατομμυριούχοι πρέπει να παραμείνουν στη δεξιά πλευρά της κυβέρνησης. Ωστόσο, η εγγύτητα ενός δισεκατομμυριούχου επιχειρηματία με τον Πούτιν δεν είναι εύκολο να μετρηθεί και ο πλούτος από μόνος του δεν μεταφράζεται πάντα σε επιρροή στο Κρεμλίνο, όπως υποστήριξαν ορισμένοι εκ των μεγιστάνων που υπόκεινται στις κυρώσεις.
Επιβάλλοντας κυρώσεις στον Mordashov, η ΕΕ ανέφερε τους «δεσμούς του με Ρώσους φορείς λήψης αποφάσεων» και τα μερίδιά του στην National Media Group, που ελέγχει τηλεοπτικά κανάλια και στην Bank Rossiya, η οποία άνοιξε πολλά υποκαταστήματα σε ολόκληρη την Κριμαία μετά την προσάρτησή της το 2014.
«Δεν έχω πάει ποτέ κοντά στην πολιτική», ανέφερε ο ίδιος σε δήλωση. «Δεν καταλαβαίνω πώς αυτές οι κυρώσεις εναντίον μου θα συμβάλουν στη διευθέτηση της τρομερής σύγκρουσης στην Ουκρανία».
Η Severstal ήταν η πρώτη ρωσική εταιρεία που έχασε μια πληρωμή κουπονιού σε ξένο νόμισμα, αφού η Citigroup αρνήθηκε να επεξεργαστεί την πληρωμή μετά τις κυρώσεις της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου στον Mordashov. Ενδεικτικό του πόσο τα πολύπλοκα παγκόσμια συστήματα επηρεάζονται από τις κυρώσεις που επιβάλλει μία χώρα, είναι το γεγονός ότι οι επενδυτές των ΗΠΑ δεν μπορούν να πληρωθούν παρόλο που η χώρα δεν έχει επιβάλει κυρώσεις στον Mordashov.
Θα λειτουργήσουν οι κυρώσεις στους Ρώσους;
Ένα μήνα μετά την εισβολή, η Ρωσία είναι πλέον η χώρα με τις περισσότερες κυρώσεις στον κόσμο. Το πάγωμα των αποθεματικών της κεντρικής τράπεζας και η απομάκρυνση ορισμένων τραπεζών από το διεθνές σύστημα πληρωμών έπληξαν το ρούβλι και οδήγησαν τη χώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Ωστόσο, η ανάλυση του Bloomberg σε χιλιάδες αρχεία κυρώσεων δείχνει ότι υπάρχουν εντυπωσιακές διαφορές μεταξύ των κυρώσεων που επιβάλλονται από τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ.
Συνολικά, οι ΗΠΑ έχουν παγώσει τα περιουσιακά στοιχεία 852 ατόμων, η Ευρωπαϊκή Ένωση 775 και το Ηνωμένο Βασίλειο 982. Ωστόσο, πολλές από αυτές τις κυρώσεις δεν αλληλεπικαλύπτονται. Ενώ έχουν επιβληθεί κυρώσεις σχεδόν σε 550 άτομα τόσο από το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και από την ΕΕ, το κοινό έδαφος με τις ΗΠΑ είναι απροσδιόριστο.
Ακόμη και οι ειδικοί δυσκολεύονται να ξεμπλέξουν τα νήματα, λέγοντας ότι οι αποκλίσεις θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων.
«Σίγουρα δεν βλέπω πουθενά κανένα κοινό μοτίβο», επισημαίνει ο George Voloshin, ειδικός σε κυρώσεις που παρακολουθεί τη Ρωσία ως διευθυντής της Aperio Intelligence με έδρα το Παρίσι. «Εξακολουθώ να μην πιστεύω ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής βρίσκονται στην ίδια σελίδα όσον αφορά τη στρατηγική, αν και ισχυρίζονται ότι έχουν κάποιο συντονισμό».
Γιατί δεν έχουν επιβληθεί κυρώσεις σε ορισμένους Ρώσους δισεκατομμυριούχους;
Πολλοί κορυφαίοι δισεκατομμυριούχοι που έχουν γλυτώσει από τις κυρώσεις δραστηριοποιούνται σε ζωτικούς παγκόσμιους τομείς βασικών εμπορευμάτων και κατέχουν σημαντικά μερίδια σε μεγάλες εταιρείες που προμηθεύουν τα δυτικά έθνη.
«Ένας πρωταρχικός στόχος των κυρώσεων είναι να βλάψουμε τον στόχο των κυρώσεων περισσότερο, παρά να βλάψουμε τον εαυτό μας», λέει ο Smith. «Όταν μιλάτε για φυσικό αέριο, η Ευρώπη χρειάζεται ακόμα τη Ρωσία. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους θα κοιτάξουν πολύ προσεκτικά να δουν ποια προϊόντα από τη Ρωσία μπορεί να είναι σχεδόν απαραίτητα για εμάς και τις εταιρείες τρίτων χωρών και θα προσπαθήσουν να αποφύγουν αυτές τις επιπτώσεις».
Ο Potanin, ο οποίος δημιούργησε την περιουσία του τη δεκαετία του 1990, είναι ένας από τους παλιούς ολιγάρχες της Ρωσίας και παραμένει εκτός κυρώσεων. Είναι ένας από τους μεγιστάνες που έπαιξαν χόκεϊ με τον Πούτιν και βοήθησαν το Κρεμλίνο να διοργανώσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σότσι το 2014.
Στον απόηχο της εισβολής, ο ίδιος έχασε πολυπόθητες θέσεις σε πολιτιστικά ιδρύματα των ΗΠΑ και εξέπληξε πολλούς επικρίνοντας τα σχέδια του Κρεμλίνου για κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων των ξένων εταιρειών που αποχωρούν από τη Ρωσία.
Ο Potanin κατέχει το 36% της MMC Norilsk Nickel, ποσοστό που τον καθιστά τον μεγαλύτερο μέτοχο σε μια εταιρεία που αντιπροσωπεύει περίπου το 10% του εξευγενισμένου νικελίου και το 40% της παγκόσμιας παραγωγής παλλαδίου – ζωτικής σημασίας για την κατασκευή ημιαγωγών, που βρίσκονται ήδη σε έλλειψη πριν από τον πόλεμο.
Ο Mikhelson, ο δεύτερος πλουσιότερος Ρώσος, είναι επίσης χωρίς κυρώσεις, αν και έχει εκτεταμένους επιχειρηματικούς δεσμούς με τον Gennady Timchenko, έναν δισεκατομμυριούχο που είναι πολύ κοντά στον Πούτιν και ήταν μεταξύ των πρώτων που τους επιβλήθηκαν κυρώσεις από τις ΗΠΑ το 2014.
Ο Mikhelson κατέχει περίπου το ένα τέταρτο της Novatek PJSC, του μεγαλύτερου μη κρατικού παραγωγού φυσικού αερίου στη Ρωσία και μεγάλου προμηθευτή στην Ευρώπη, ενώ ο Timchenko κατέχει το 23,5%. Συνολικά τα μερίδια των δύο μεγιστάνων είναι κοντά στο όριο του 50% που χρησιμοποιούν οι ΗΠΑ για να ενεργοποιήσουν επίσημες κυρώσεις σε εταιρείες. Στην πράξη, ο φόβος της επιβολής κυρώσεων οδήγησε ορισμένες εταιρείες να υπερβούν τους επίσημους κανόνες και να αποφύγουν να συναλλάσσονται με οντότητες που συνδέονται με άτομα που υπόκεινται σε κυρώσεις.
Αρκετοί μεγιστάνες του χάλυβα έχουν γλιτώσει τις κυρώσεις, ακόμη και όταν η ΕΕ επέβαλε απαγόρευση στις εισαγωγές ορισμένων ρωσικών προϊόντων χάλυβα, μια κίνηση που αναμένεται να κοστίσει στη Ρωσία 3,3 δισεκατομμύρια ευρώ (3,6 δισεκατομμύρια δολάρια) σε χαμένα έσοδα από τις εξαγωγές.
Ο Lisin, πρόεδρος της Novolipetsk Steel, της μεγαλύτερης εταιρείας της χώρας, είχε περιουσία 28 δισεκατομμυρίων δολαρίων πριν από την εισβολή και παραμένει χωρίς κυρώσεις. Τάχθηκε δημοσίως κατά του πολέμου στις 8 Μαρτίου, λέγοντας ότι πρόκειται για μια «τραγωδία που ήταν δύσκολο να δικαιολογηθεί».
Ο Abramovich, ο ιδιοκτήτης της Τσέλσι, γλίτωσε τις κυρώσεις των ΗΠΑ αφού ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βόλντιμιρ Ζελένσκι ζήτησε από την Ουάσιγκτον να τον αφήσει εκτός επειδή βοηθούσε στις ειρηνευτικές συνομιλίες, σύμφωνα με πληροφορίες του Bloomberg.
Ο Alexander Abramov, ο μακροχρόνιος επιχειρηματικός συνεργάτης του Abramovich, ο οποίος κατέχει το 19,3% της Evraz, δεν έχει υποστεί κυρώσεις πουθενά.
Τα συνδυασμένα ποσοστά τους είναι κοντά στο όριο του 50%. Η Evraz έχει εκτεταμένες επιχειρήσεις στη Βόρεια Αμερική και έχει συνεργαστεί με λομπίστες στην Ουάσιγκτον.
Η εκτίναξη των τιμών στις προμήθειες λιπασμάτων πιθανόν να αποθάρρυναν τη Δύση από την επιβολή κυρώσεων και σε ορισμένους άλλους ισχυρούς δισεκατομμυριούχους.
Μεταξύ των πιο σημαντικών είναι ο Andrey G. Guryev, ο μεγαλομέτοχος της PhosAgro PJSC, του μεγαλύτερου κατασκευαστή φωσφορικών λιπασμάτων στην Ευρώπη. Είναι δικαιούχος μιας εταιρείας που φέρεται να κατέχει το αρχοντικό Witanhurst House στο Λονδίνο, αξίας περίπου 350 εκατομμυρίων δολαρίων, τη δεύτερη μεγαλύτερη ιδιωτική κατοικία στο Λονδίνο μετά τα Ανάκτορα του Μπάκιγχαμ. Δεν του έχουν επιβληθεί κυρώσεις, αλλά η ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο επέβαλαν κυρώσεις στον γιο του, Andrey A. Guryev, αναγκάζοντάς τον να παραιτηθεί από τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου της PhosAgro.
Ο λόγος που του επιβλήθηκαν οι κυρώσεις είναι άγνωστος κατά τον George Voloshin, αφού είναι απλά στέλεχος της εταιρείας.
Μία σύνδεση της εταιρείας με το Κρεμλίνο προέρχεται από τον πρώην πρόεδρο της PhosAgro, Vladimir Litvinenko, τον επικεφαλής του ινστιτούτου εξόρυξης της Αγίας Πετρούπολης, ο οποίος επέβλεψε το διδακτορικό του Πούτιν το 1996 και τώρα κατέχει το 21% του PhosAgro, αξίας 1,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων πριν από την εισβολή.