«Πωλητήριο» έχουν βάλει τον τελευταίο μήνα στο διαδίκτυο περισσότερα από 200 ξενοδοχεία και τουριστικά καταλύματα σε ολόκληρη την Ελλάδα, με την πλειονότητα των αγγελιών που έχουν «ανέβει» να αφορά επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, τις τελευταίες 30 ημέρες αναρτήθηκαν 207 αγγελίες ακινήτων για πώληση ξενοδοχειακών μονάδων, με τις ζητούμενες τιμές πώλησης να φτάνουν τα 15 εκατ. ευρώ.
Μπορεί ο τουρισμός να οδεύει σε νέο ρεκόρ και οι προβλέψεις να δείχνουν ότι οι ταξιδιωτικές εισπράξεις θα διαμορφωθούν σε επίπεδα πέριξ των 20 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας τις αρχικές προσδοκίες, ωστόσο, ο «αστερίσκος» ως προς την κερδοφορία των τουριστικών επιχειρήσεων παραμένει σε ένα περιβάλλον έντονης αβεβαιότητας.
Οπως αναφέρουν, μάλιστα, οι επιχειρηματίες, αρκετά καταλύματα θα κλείσουν τη φετινή χρονιά με μείον στο ταμείο τους, λόγω του υψηλού λειτουργικού κόστους, ως απόρροια της ανόδου των τιμών της ενέργειας και των ανατιμήσεων σε βασικά είδη διατροφής.
Τα περισσότερα προς πώληση καταλύματα ανήκουν στις μικρότερες κατηγορίες, είναι δυναμικότητας έως 30 δωματίων και αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ξενοδοχειακής αγοράς. Όπως αποτυπώνεται, μάλιστα, στα στοιχεία, η πλειονότητα των τουριστικών καταλυμάτων εντοπίζεται στην Εύβοια και στα νησιά του Ιονίου, δύο περιοχές που τα τελευταία χρόνια κατέγραψαν υποτονική ταξιδιωτική κίνηση.
Η μεν Εύβοια, εκτός από τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης, πέρυσι δέχθηκε ισχυρό πλήγμα εξαιτίας των πυρκαγιών που προκάλεσαν σωρεία ακυρώσεων στην καρδιά της τουριστικής σεζόν, ενώ σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τις προ πανδημίας εποχές διαμορφώθηκε πέρυσι η κίνηση και στα Επτάνησα, λόγω των ταξιδιωτικών περιορισμών που είχαν τεθεί σε ισχύ στη Βρετανία, την κύρια δεξαμενή τουριστών των νησιών του Ιονίου. Αντίστοιχα, με βάση τις αναρτημένες αγγελίες, φέτος τα προς πώληση ξενοδοχεία που βρίσκονται σε χειμερινούς προορισμούς είναι λιγότερα σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Την ίδια στιγμή, τα στοιχεία που προέρχονται από τις αγγελίες αποτυπώνουν σε έναν βαθμό και την τάση που κέρδισε έδαφος κατά τη διάρκεια της πανδημίας και ήθελε τους ταξιδιώτες να επιλέγουν ξενοδοχεία υψηλότερων κατηγοριών.
Παράγοντες της αγοράς απέδωσαν τη συγκεκριμένη τάση αφενός στη γρήγορη ανάκαμψη του high-end τουρισμού και αφετέρου στο γεγονός ότι οι μονάδες που εντάσσονται στις δύο υψηλότερες κατηγορίες (4 και 5 αστέρων) έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στη διαμόρφωση της τιμολογιακής πολιτικής και των παρεχόμενων υπηρεσιών έναντι των ξενοδοχείων που ανήκουν στις χαμηλότερες κατηγορίες.
Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία της ετήσιας έρευνας του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ), με τίτλο «Οι επιδόσεις των ελληνικών ξενοδοχείων το 2021», βάσει της οποίας εν μέσω πανδημίας, τις μεγαλύτερες αντοχές σε όλες τις κατηγορίες ξενοδοχείων επέδειξαν τα πεντάστερα, παρουσιάζοντας πτώση 8% στον τζίρο τους έναντι του 2019.
Πάντως, όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς ακινήτων, «τα 207 προς πώληση ξενοδοχεία αποτυπώνουν μια τάση που μεταφράζεται επί της ουσίας σε μεγαλύτερα νούμερα, δεδομένου ότι ένας αριθμός καταλυμάτων που διατίθενται προς πώληση δεν αναρτάται σε ιστοσελίδες με αγγελίες».
Αρκετά είναι, άλλωστε, τα ξενοδοχεία ανά την Ελλάδα που βρίσκονται και «ανεπίσημα» σε διαδικασία αναζήτησης επενδυτή, καθώς και εκείνα τα οποία θα βγουν προσεχώς σε πλειστηριασμό. Στην ίδια κατεύθυνση, στις 25 Ιουλίου η Intrum αναμένεται να δεχθεί δεσμευτικές προσφορές από τα ενδιαφερόμενα σχήματα για την απόκτηση του πακέτου των 69 ξενοδοχείων (σ.σ.: αρχικά ήταν 74) που έχει βγάλει προς πώληση.
Στο μητρώο του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ) τον Δεκέμβριο του 2021 ήταν εγγεγραμμένα 10.098 ξενοδοχεία, εκ των οποίων οι 7.631 ανήκουν στις κατηγορίες 3, 2 και 1 αστεριών, αντιπροσωπεύοντας 424.730 κλίνες από τις συνολικά 879.255. Πάντως, κάποια από τα ξενοδοχεία που έχουν αναρτήσει «πωλητήριο» διαδικτυακά ενδέχεται να μην είναι μέλη του ΞΕΕ.