Το «ΟΧΙ» του Ιωάννη Μεταξά δεν προέκυψε τυχαία εκείνη τη μεγάλη ώρα της Ελληνικής Ιστορίας. Ηταν όλα αποτέλεσμα μελετημένων πράξεων και διαδικασιών μιας προκαθορισμένης εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, που στόχο είχε την άμυνα και την προετοιμασία της χώρας σε περίπτωση πολέμου», σύμφωνα με την εγγονή του Μεταξά, κ. Ιωάννα Φωκά Μεταξά. «Η πολιτική αυτή με πρόνοια και διορατικότητα, αναπτύχθηκε και εφαρμόστηκε από τον Ιωάννη Μεταξά από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου του 1936 και για την επόμενη τετραετία», ισχυρίζεται, επικαλούμενη το αρχειακό της υλικό και την ανάλυση των επιλογών που έκανε ο δικτάτορας.
Η κ. Ιωάννα Φωκά Μεταξά κατοικεί στην Κηφισιά, στο «Σπίτι του “ΟΧΙ”», και έχει δημιουργήσει ένα site στο οποίο φιλοξενεί ιστορικό υλικό για τον παππού της. Ιδιαίτερη αναφορά μάλιστα γίνεται στο προσωπικό του ημερολόγιο το οποίο διασώζεται μέχρι σήμερα. Με το ημερολόγιο είχαν ασχοληθεί μετά τον θάνατο του δικτάτορα το 1941 τόσο η γυναίκα του Λέλα όσοι και οι κόρες του Λουκία και Νανά.
Σύμφωνα με την κυρία Φωκά-Μεταξά, «ο Iωάννης Μεταξάς άρχισε να διατηρεί ημερολόγιο της ζωής του από τις 21 Σεπτεμβρίου του 1896 και με ελάχιστες διακοπές οι καταγραφές συνεχίστηκαν σε όλη τη ζωή του, μέχρι τη 17η Ιανουαρίου 1941, δώδεκα μέρες πριν τον θάνατό του. Το συντάσσει για προσωπική του χρήση και μνήμη. Ηδη από το 1905 προβλέπει ότι το ημερολόγιο αυτό μπορεί μελλοντικά να έχει και γενικότερο ενδιαφέρον και ότι ίσως μια ημέρα χρησιμεύσει για την ιστοριογραφία για να αποδώσει εθνικώς, όπως λέει. Αποτελεί δε ένα ντοκουμέντο μοναδικό στην ελληνική ιστορική πεζογραφία».
Ολο αυτό το σύγγραμμα ουσιαστικά άρχισε να εκδίδεται με τίτλο «Ιωάννης Μεταξάς: Το προσωπικό του ημερολόγιο» από τη σύζυγό του Λέλα και τις κόρες του δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του: «Η Λουκία είχε διαφυλάξει το χειρόγραφο κατά τη διάρκεια της Κατοχής, όπως είχε κρύψει και όλο το προσωπικό αρχείο του πατέρα της. Η έκδοση έγινε αρχικά σε 4 τόμους. Από την καταγραφή λείπουν τα έτη 1903-1910 και 1912-1918 κατά τα οποία ο Ιωάννης Μεταξάς δεν κρατούσε ημερολόγιο. Οπως και η εποχή της πρωθυπουργίας του από την 4η Αυγούστου 1936 μέχρι το 1938. Ορισμένες εποχές και γεγονότα, όπως οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, καλύπτονται από την πυκνή αλληλογραφία που διατηρούσε με τη σύζυγό του, την αφοσιωμένη σύντροφό του Λέλα».
Η συζήτηση που πυροδότησε για το τι ήταν και τι δεν ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς αποτελεί και μια νέα πρόκληση για τη σε βάθος ανίχνευση εκείνης της περιόδου, που προσδιόρισε εν πολλοίς την πορεία της χώρας για δεκαετίες, ακόμα και για τον ζωηρό επαναπροσδιορισμό των ιστορικών γεγονότων και των ρόλων που διαδραμάτισαν τα κεντρικά πρόσωπα.
Στη διήγησή της η κυρία Φωκά-Μεταξά εκφράζει, έχοντας επίγνωση των όσων λέγονται και αποτελούν σημεία διαχρονικής αντιπαράθεσης, το παράπονό της για τη μάλλον επιφανειακή προσέγγιση που κάνουν πολλοί στα δεδομένα εκείνης της περιόδου. «Για την 4η Αυγούστου σχεδόν κανείς δεν διερωτάται, αν και οι περισσότεροι αγνοούν πλήρως τα γεγονότα, όπως και τα έργα της περιόδου 1936-1941», λέει με έμφαση, επισημαίνοντας πάντως ότι οι νεότεροι αρχίζουν να εκφράζουν έντονο ενδιαφέρον και έχουν απορίες για την εξωτερική πολιτική του Μεταξά, σε μια ταραγμένη εποχή στην Ευρώπη και τον κόσμο.
«Αυτοί ζητούν τακτικά πληροφορίες για να κατανοήσουν την πορεία της Ελλάδας. Αντιδρούν με αυτό τον τρόπο στα αντιφατικά και παράλογα μηνύματα που συστηματικά προβάλλουν ο Τύπος, η τηλεόραση, ένα τμήμα της ελληνικής ιστοριογραφίας και ορισμένοι ακαδημαϊκοί κύκλοι, είτε από άγνοια είτε ηθελημένα», τονίζει.
Η ίδια δίνει την εξής απάντηση σε όλα αυτά: «Η παραπληροφόρηση του κοινού για το πρόσωπο του Μεταξά είναι παλιά ιστορία. Αρχίζει από τη στιγμή που αυτός αντιτάχθηκε στον Βενιζέλο το 1915. Τότε, οι αντίπαλοί του τον χαρακτήρισαν γερμανόφιλο χωρίς να είναι, χωρίς κάποια αδιάσειστη μαρτυρία, πέραν των σπουδών του στη Γερμανία και του θαυμασμού του για τη γερμανική πειθαρχία, που να δικαιολογεί αυτό τον τίτλο. Εντούτοις, το “γερμανόφιλος” τον συνοδεύει έκτοτε, αδιακρίτως ιστορικής συγκυρίας. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Υπεύθυνη, εν μέρει, για τις σημερινές συγκεχυμένες αντιλήψεις του κοινού είναι η προσπάθεια διαφόρων ιστορικών να ερμηνεύσουν τη συγκρότηση της 4ης Αυγούστου ως μια απλή μίμηση των ευρωπαϊκών ολοκληρωτικών καθεστώτων ή αντιθέτως ως μια συνωμοσία Αγγλων και βασιλέως Γεωργίου και όχι ως μια αναμενόμενη εξέλιξη, το φυσικό αποτέλεσμα της αδυναμίας του κοινοβουλευτισμού να προσφέρει βιώσιμη κυβέρνηση στην Ελλάδα, την ώρα που η Ευρώπη βυθιζόταν στο χάος».
Η κυρία Φωκά-Μεταξά εξομολογείται ότι «πολλές απορίες και υποψίες εκφράζουν πολλοί που μελετούν εκείνη την περίοδο για τις συνθήκες θανάτου του Ιωάννη Μεταξά και μάλιστα όλο και περισσότεροι, γνωστοί και άγνωστοι, με κάποια συστολή, με ρωτούν: Ηταν φυσικός θάνατος ή τον σκότωσαν;».
Το site του «ΟΧΙ»
Το «ΟΧΙ» και το πώς προέκυψε με τόση αποφασιστικότητα και σθένος εκείνη η στάση της Αθήνας απέναντι στους Ιταλούς επίδοξους κατακτητές είναι από τα κεφάλαια που αναλύει εκτενώς η κυρία Φωκά-Μεταξά στο site που έχει δημιουργήσει για το έργο και την ιστορία του παππού της Ιωάννη Μεταξά (ioannismetaxas.gr). Κατά την ιστορική προσέγγιση που έχει η ίδια, τίποτα δεν προέκυψε τυχαία εκείνη τη μεγάλη ώρα της Ελληνικής Ιστορίας. Ηταν όλα αποτέλεσμα μελετημένων πράξεων και διαδικασιών μιας προκαθορισμένης εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, που στόχο είχε την άμυνα και την προετοιμασία της χώρας σε περίπτωση πολέμου, όπως σημειώνει. «Η πολιτική αυτή με πρόνοια και διορατικότητα, σύμφωνα με την αρχαιολόγο και συγγραφέα, αναπτύχθηκε και εφαρμόστηκε από τον Ιωάννη Μεταξά από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου του 1936 και για την επόμενη τετραετία», ισχυρίζεται, επικαλούμενη το αρχειακό της υλικό και την ανάλυση των επιλογών που έκανε ο δικτάτορας.
«Η εφαρμογή όλων των μέτρων άρχισε να υλοποιείται σταδιακά και μεθοδικά από την πρώτη στιγμή που έγινε πρωθυπουργός ο Ιωάννης Μεταξάς, τον Απρίλιο του 1936, όταν ανέλαβε ο ίδιος τα πολεμικά υπουργεία και το υπουργείο Εξωτερικών, και το 1938 το υπουργείο Παιδείας, όπου μερίμνησε μέχρι και για την απόκρυψη των αρχαιολογικών θησαυρών των μουσείων», σημειώνει η κυρία Φωκά-Μεταξά. Στο site που ουσιαστικά αποτελεί ένα αφιέρωμα στη ζωή και το έργο του Ιωάννη Μεταξά υπάρχει πλούσιο αρχειακό υλικό από εξώφυλλα και ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκαν την κρίσιμη εκείνη περίοδο.
«Την 4η Αυγούστου, εν όψει των διεθνών εξελίξεων, ο Ιωάννης Μεταξάς, με αφορμή την πανεργατική απεργία της 5ης Αυγούστου, ζητά από τον βασιλέα Γεώργιο την άρση των άρθρων του Συντάγματος “Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας της ελευθερίας των πολιτών” που είχε ψηφίσει η Βουλή επί Βενιζέλου», λέει η εγγονή του και συνεχίζει παρουσιάζοντας την εκδοχή της οικογένειας για τα ιστορικά γεγονότα: «Θεωρεί τη λύση αυτή αναγκαστική και επιβεβλημένη για τη χώρα μπροστά στο αδιέξοδο που την είχε οδηγήσει ο κοινοβουλευτισμός, όπως ισχυριζόταν. Το διάγγελμα προς τον λαό και ο λόγος που εκφωνεί από ραδιοφώνου τη 10η Αυγούστου, ως εθνικός κυβερνήτης, φανερώνει τους λόγους από τους οποίους οδηγήθηκε στην άρση των άρθρων του Συντάγματος και τους σκοπούς της 4ης Αυγούστου.
Σχετικά με τους σκοπούς, ο ίδιος σε κείμενο με την υπογραφή του αναφέρει έξι τουλάχιστον, που τον οδήγησαν στην απόφαση αυτή. «Πρώτος ήταν η ασφάλεια του κράτους από εξωτερικούς κινδύνους με δύο κατευθύνσεις, τη μία πολεμική και την άλλη διπλωματική. Δεύτερος σκοπός, η αναστήλωση του εθνικού φρονήματος, η επάνοδος των μεγάλων και ευγενών παραδόσεων, η πίστη στο μέλλον της πατρίδας. Τρίτος σκοπός, η κοινωνική μεταρρύθμιση που σχετιζόταν με την ανύψωση πλήρως του εργατικού κόσμου και την ελάφρυνσή του από τα χρέη, τη στήριξη των πασχόντων και ασθενών μέσω της κοινωνικής πρόνοιας και παύση της διαίρεσης των πολιτών σε προνομιούχους και μη.
Τέταρτος σκοπός της 4ης Αυγούστου, η πάσης φύσεως εθνική παραγωγή υλική, όπως κατασκευή δρόμων, λιμανιών και κάθε λογής έργο και πνευματική όπως θέατρα. Πέμπτος σκοπός, η μέριμνα διά τη δημοσιονομία, μέτρο που εξέπληξε και τις άλλες χώρες, καθώς χωρίς να εφαρμοστούν ιδιαίτεροι επιβαρυντικοί φόροι στον λαό βρέθηκαν τα χρήματα ώστε να δαπανηθούν εκατομμύρια σε πολεμικά και δημόσια έργα, σχολεία και δικαστήρια.
Εκτος σκοπός, η οργάνωση της Νεολαίας με στόχο η επόμενη γενιά να εκτιμήσει την ήδη προσπάθεια και να την προαγάγει. Γι’ αυτό μέσα σε τρία χρόνια ιδρύθηκαν στη χώρα 1.739 σχολεία, διορίστηκαν 3.288 δάσκαλοι και νηπιαγωγοί, αλλά και 100 ακόμα έκτακτοι».
Η πρόκληση Πλεύρη
Ο προκλητικός ναζιστικός χαιρετισμός που έκανε ο δικηγόρος Κώστας Πλεύρης στο δικαστήριο, όπου διεξάγεται σε δεύτερο βαθμό η δίκη για την εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή, μπορεί να ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων -μέχρι και ο γιος του, υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης, μίλησε για αποκτήνωση-, αποτέλεσε όμως και αφορμή για μια εξόχως ενδιαφέρουσα ιστορική αναδίφηση, που έχει και απολήξεις στη σημερινή εποχή.
Και αυτό διότι ο δικηγόρος υπεράσπισης του Χρυσαυγίτη Γιάννη Λαγού δεν περιορίστηκε αυτή τη φορά -το είχε κάνει άλλες δύο τις προηγούμενες ημέρες- στο προτεταμένο σήκωμα του χεριού, που συμβολίζει όλη τη φρικαλεότητα του ναζισμού, αλλά επιχείρησε να δικαιολογήσει την πράξη του με μια ιστορική ανορθογραφία – τουλάχιστον.
Υποστήριξε πως ο χαιρετισμός που επίμονα και παρά τη γενική κατακραυγή κάνει στην αίθουσα του δικαστηρίου δεν παραπέμπει στους ναζί, αλλά εκφράζει απλά τους «Μεταξικούς»: «Εμείς πιστεύουμε στον Μεταξά και χαιρετάμε έτσι, δεν είμαστε ναζί», ισχυρίστηκε κρατώντας μάλιστα ένα βιβλίο που έχει συγγράψει ο ίδιος για την πολιτική πορεία και το έργο του δικτάτορα, αλλά και κυβερνήτη του «ΟΧΙ» απέναντι στην επέλαση του Αξονα το 1940. Παρουσίασε μάλιστα στην αίθουσα του δικαστηρίου ασπρόμαυρες φωτογραφίες με μέλη της Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας του Μεταξά να χαιρετούν με τον ίδιο τρόπο.Ο 83χρονος Πλεύρης υπήρξε μέγας θαυμαστής του καθεστώτος Μεταξά και επιχείρησε από τα -επεισοδιακά- μικράτα του να βαδίσει στα πολιτικά και ιδεολογικά χνάρια που άφησε εκείνη η περίοδος: το 1965 ίδρυσε το Κόμμα της 4ης Αυγούστου, ένα εθνικιστικό κίνημα το οποίο απέτυχε παταγωδώς, καθώς διαλύθηκε 12 χρόνια μετά μέσα σε μια σκοτεινή αχλή καταδικαστικών αποφάσεων για τρομοκρατία, αλλά και κατηγορίες μεταξύ των στελεχών του για πρακτοριλίκια και χαφιεδισμούς.
Ωστόσο, ο ισχυρισμός του περί της προέλευσης του ναζιστικού χαιρετισμού από τις παρακαταθήκες του μεταξικού καθεστώτος αποδοκιμάστηκε θεαματικά από την ίδια την εγγονή του Ιωάννη Μεταξά, που έδωσε αποστομωτική απάντηση στον θρασύ, προκλητικό και θλιβερό ακροδεξιό δικηγόρο.
Η κυρία Ιωάννα Φωκά-Μεταξά έγραψε στα κοινωνικά δίκτυα «Καλημέρα, Ελλάδα! Ετσι χαιρετούσε ο Μεταξάς», αναρτώντας φωτογραφία του παππού της να χαιρετά τον κόσμο κρατώντας ένα καπέλο. Σύμφωνα με την ίδια, ο Ιωάννης Μεταξάς δεν χαιρετούσε ποτέ με τον ναζιστικό τρόπο, ακόμα κι αν οι άλλοι δίπλα του στέκονταν σε στάση προσοχής ανυψώνοντας το δεξί τους χέρι. Χαρακτηρίζει κατακριτέα την πράξη του Κώστα Πλεύρη, ενώ θεωρεί πως είναι άδικο να μιλάει σήμερα εκείνη για τον παππού της και άτομα που βρίσκονται στην εξουσία όλα αυτά τα χρόνια να σιωπούν.
Who is who
Η παρέμβαση της κυρίας Φωκά-Μεταξά, αν και φάνηκε επιβεβλημένη μετά τα όσα είπε στη δίκη της Χρυσής Αυγής ο Κώστας Πλεύρης, αιφνιδίασε και ξένισε πολλούς από εκείνους που τη γνωρίζουν και γενικώς έχουν εικόνα της διαδρομής της οικογένειας τις τελευταίες δεκαετίες. Και αυτό διότι η εγγονή του δικτάτορα τηρεί πολύ χαμηλούς τόνους, παρότι ασχολείται έντονα και μεθοδικά με το αρχείο του παππού της και μελετά τις ιστορικές συνθήκες εκείνης της περιόδου, ενώ διατηρεί και όλο το ιστορικό υλικό της οικογένειάς της, η οποία είχε κι άλλες πολιτικές αναφορές. Ο σύζυγός της Αριστομένης Περρωτής, που έφυγε από τη ζωή το 2011, υπήρξε υφυπουργός στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Παναγιώτη Κανελλόπουλου και ήταν βουλευτής Μεσσηνίας τη δεκαετία του 1960, αλλά και στην πρώτη μεταπολιτευτική Βουλή (1974-1977, με τη Ν.Δ.).
Η ίδια γεννήθηκε το 1939 και είναι κόρη του Ευγένιου Φωκά, καθηγητή Ιατρικής και πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών, και της Νανάς Μεταξά. Το 1957 αποφοίτησε από το Αμερικανικό Κολλέγιο Θηλέων Ελληνικού Pierce College και στη συνέχεια σπούδασε στο Ιστορικό-Αρχαιολογικό της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθήνας. Εχει συμμετάσχει σε σημαντικές ανασκαφές, ενώ την περίοδο 1981-1983 συμμετείχε στη σύνταξη της εγκυκλοπαίδειας Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάνικα.