Ο εμβληματικός designer και ο σύντροφός του Πιέρ Μπερζέ είχαν μεγαλοπρεπείς κατοικίες στο Παρίσι, στη Νορμανδία και το Μαρόκο. Ενα νέο πολυτελές coffee table book του φίλου τους και φημισμένου σχεδιαστή εσωτερικών χώρων Ζακ Γκρανζ μάς ξεναγεί στα μοναδικά τους σπίτια
Το διαμέρισμα στο Παρίσι ήταν πραγματικό έργο τέχνης με αναφορές στον Κλοντ Μονέ, ενώ η διακόσμηση στα υπνοδωμάτια αντέγραφε την ατμόσφαιρα του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Προυστ. Το εξοχικό στο Μαρόκο και το αρχοντικό στη Νορμανδία παρέπεμπαν στο «Χίλιες και μία νύχτες» και πάντρευαν την ιδιοφυΐα του Σεν Λοράν με το απαράμιλλο στυλ του Μπερζέ.
Στενός συνεργάτης τους στη διακόσμηση των κατοικιών τους ήταν ο φίλος τους και διάσημος σχεδιαστής εσωτερικών χώρων Ζακ Γκρανζ, ο οποίος πρόσφατα κυκλοφόρησε το πολυτελές coffee table book «Yves Saint Laurent at Home», από τις εκδόσεις Assouline, σε κείμενα της δημοσιογράφου Λοράνς Μπεναΐμ. Μέσα από τις 200 υπέροχες φωτογραφίες της Μαριάνε Χάας, ο Γκρανζ μάς ξεναγεί δωμάτιο προς δωμάτιο στα θαυμαστά σπίτια του couturier και του συντρόφου του. Παρεμπιπτόντως, τα έργα τέχνης από την προσωπική συλλογή του Σεν Λοράν δημοπρατήθηκαν από τον οίκο Christie’s το 2009 σημειώνοντας παγκόσμιο ρεκόρ για ιδιωτικές συλλογές και αποφέροντας κέρδη σχεδόν 500 εκατ. δολαρίων.
Παρίσι
Το διαμέρισμά τους στη γαλλική πρωτεύουσα στεγαζόταν σε ένα κτίριο σχεδιασμένο τη δεκαετία του 1890 από τον αρχιτέκτονα Λεόν-Πιέρ Σολιέρ, στον αριθμό 55 της οδού Μπαμπιλόν. Κατά τον έμπορο έργων τέχνης Ρόμπερτ Μέρφι, «το κτίριο δεν έχει κάποια ιδιαιτερότητα. Είναι αυτό που οι Γάλλοι αποκαλούν immeuble de rapport (σ.σ.: επένδυση σε ακίνητο), ένα αστικό κτίριο, δηλαδή, που κατασκευάζεται από αριστοκρατικές οικογένειες με στόχο να νοικιάσουν τα διαμερίσματά του και όχι για να μείνουν οι ίδιοι». Αυτό, όμως, δεν εμπόδισε τον Σεν Λοράν και τον Μπερζέ να το επιλέξουν για την παρισινή διαμονή τους. Μετά την εγκατάστασή τους, η «Vogue» αφιέρωσε στο διαμέρισμα ένα editorial στο τεύχος του Νοεμβρίου του 1971, με φωτογραφίες του Horst P. Horst. Το κεντρικό σαλόνι, που φέρεται να είχε ανακαινιστεί από τον Ζαν-Μισέλ Φρα τη δεκαετία του 1930, ήταν επενδυμένο με εκλεκτό ξύλο βελανιδιάς και διακοσμημένο με σπάνιους αρ ντεκό θησαυρούς και πίνακες του Ζακ Ντουσέ.
Οταν ο σχεδιαστής και ο σύντροφός του αγόρασαν το νεογοτθικό Château Gabriel του 19ου αιώνα, πριν από περίπου 25 χρόνια, αποφάσισαν να προσθέσουν μέσα στο οικόπεδο των 120 στρεμμάτων και τη La Datcha, ένα ξύλινο τσιγγάνικο τροχόσπιτο. Τον σχεδιασμό του ανέλαβε ο Ζακ Γκρανζ, ο οποίος βασίστηκε στα νορμανδικά ξύλινα εξοχικά του 19ου αιώνα. Μετά τον θάνατο του Σεν Λοράν, ο Μπερζέ πούλησε το κυρίως οίκημα, αλλά κράτησε τη La Datcha. Με τη βοήθεια του Γκρανζ τη μετέτρεψε σε ένα πλήρως εξοπλισμένο εξοχικό σπίτι που συνδεόταν μέσω ενός σκεπαστού πεζόδρομου με ένα βοηθητικό κτίριο κατασκευασμένο από κορμούς. Στην αρχική κατασκευή δημιουργήθηκε ένας νέος ενιαίος χώρος καθιστικού, τραπεζαρίας και κουζίνας, με βιτρό παράθυρα σε μαροκινό στυλ, τοίχους επενδυμένους με ξύλο πεύκου και οροφή φτιαγμένη από κόκκινα δοκάρια.
Ο ρουστίκ διάκοσμος αποτελούνταν από υπέροχα έπιπλα και αντικείμενα, που είχαν αγοραστεί στα ταξίδια του επιχειρηματία σε όλο τον κόσμο. Ανάμεσά τους ξεχώριζαν ένα επιτραπέζιο ρολόι του 19ου αιώνα, μια περίτεχνα σκαλιστή ρωσική τραπεζαρία από το 1900 και τα γαλλικά πλακάκια-αντίκες στην κουζίνα. Την παραμυθένια εικόνα συμπλήρωναν οι καταπράσινοι κήποι με τις ορτανσίες, τους οποίους σχεδίασε ο αρχιτέκτονας τοπίου και μετέπειτα σύζυγος του Μπερζέ, Μάντισον Κοξ.
Μαρόκο
Το 1966 ο σχεδιαστής ταξίδεψε με τον σύντροφό του στο Μαρακές. Ο έρωτάς του με τη μαροκινή πρωτεύουσα ήταν κεραυνοβόλος και κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Σε εκείνο το πρώτο ταξίδι, το ζεύγος είχε φιλοξενηθεί στο παλάτι του βαθύπλουτου Αμερικανού κληρονόμου Τζον-Πολ Γκετί Τζούνιορ και της συζύγου του Ταλίθα, στο κέντρο της παλιάς πόλης. Ο Σεν Λοράν λάτρεψε τη χίπικη αισθητική της Ταλίθα και θέλησε να τη μιμηθεί. Σύντομα τα χρώματα και τα τοπία του Μαρόκου άρχισαν να εμπνέουν τα σχέδιά του και τα fashion shows του. Ηταν ζήτημα χρόνου για τον σχεδιαστή και τον σύντροφό του να αποφασίσουν να αγοράσουν το δικό τους σπίτι στο Μαρόκο. Η ευκαιρία δεν άργησε να τους δοθεί, όταν επισκέφτηκαν τους περίφημους Κήπους Μαζορέλ, έργο του Γάλλου ζωγράφου Ζακ Μαζορέλ τη δεκαετία του 1930, ο οποίος ανάμεσα στα εξωτικά φυτά και τις λίμνες που είχε σχεδιάσει, είχε χτίσει και την έπαυλή του, την ονειρεμένη «Villa Oasis».
Μετά τον θάνατό του, η εμβληματική κατοικία αγοράστηκε από το διάσημο ζεύγος. Το έντονο μπλε ελεκτρίκ χρώμα που έλουζε τους εξωτερικούς της τοίχους τούς ενέπνευσε να τη μετονομάσουν αργότερα σε «Majorelle Blue». Η βίλα περιλαμβάνει ένα εντυπωσιακό αίθριο περιστοιχισμένο από σαλόνια και τέσσερις σουίτες με ιδιωτικά μπάνια και βεράντες. Μπροστά από την εμβληματική πισίνα με τα μπλε πλακάκια στέκεται ένα πανέμορφο pool house, που αποτελείται από δύο σουίτες και ένα σαλόνι, ενώ η εικόνα ολοκληρώνεται με μια ολάνθιστη αυλή. Αυτό το μαγικό μέρος ήταν το ησυχαστήριο και ο επίγειος παράδεισος του σχεδιαστή, και το μέρος στο οποίο, σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία, σκορπίστηκαν οι στάχτες του.