Ο ανδριάντας του Στάμου Πετρίτση στο Ληξούρι.
Γράφει : Δώρα Φ. Μαρκάτου ιστορικός της τέχνης
τ. Αναπλ. Καθηγ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Τον περασμένο Νοέμβριο 2022, με τη φροντίδα του γλύπτη Μεμά Καλογηράτου, αναστυλώθηκε ο ανδριάντας του ιατροφιλοσόφου Στάμου Πετρίτση (1758-1835) και επαναστήθηκε στο βάθρο του, από όπου είχε απομακρυνθεί και τοποθετηθεί στο έδαφος, λόγω των σεισμών του 2014.
Ο ανδριάντας, εξαίρετο έργο του γλύπτη Γεωργίου Μπονάνου (1863-1940) από το Βουνί της Κατω(γ)ής, κοσμεί το επάνω προαύλιο του Πετριτσείου Γυμνασίου, το οποίο επισκευάστηκε και σήμερα λειτουργεί και δίνει ζωή στην καρδιά της πόλης.
Πριν προχωρήσω στην ανάλυση του ανδριάντα είναι απαραίτητα λίγα βιογραφικά στοιχεία για τον εικονιζόμενο Στάμο Πετρίτση. Γεννήθηκε στο Ληξούρι το 1758 , πέθανε στα Μονοπωλάτα το 1835 και θάφτηκε στα Λιθερά , όπου είχε κτηματική περιουσία. Ήταν ιατροφιλόσοφος, βοτανολόγος, είχε άριστες νομικές γνώσεις. Εξάσκησε την ιατρική στην Κεφαλονιά και ειδικά στο Ληξούρι, στην Πάτρα, στη Ζάκυνθο και στα Ιωάννινα. Στην Πάτρα και στη Ζάκυνθο πρώτος εισήγαγε το σύστημα του δαμαλισμού. Χρημάτισε επίσης μέλος της Κυβερνητικής Επιτροπείας το 1800 και εφέτης Αργοστολίου το 1811. Ήταν αντεπιστέλλον μέλος της Ιονίου Ακαδημίας, και εκτός των άλλων μελέτησε τη χλωρίδα της Κεφαλονιάς. Με τη διαθήκη του, η οποία συντάχθηκε στον συμβολαιογράφο Γερ. Ι. Πυλαρινό την 19η Νοεμβρίου 1832, ίδρυσε την ομώνυμη σχολή στο Ληξούρι, το λαμπρό Πετρίτσειο Γυμνάσιο, το οποίο άρχισε να λειτουργεί ως Πετρίτσειος Σχολή το 1849.
Επιστρέφουμε στον ανδριάντα του Πετρίτση. Πρόκειται για καθιστό ανδριάντα , λίγο πάνω από το φυσικό μέγεθος, ο οποίος εδράζεται σε μετρίου ύψους ορθογώνιο βάθρο. Ο ιατροφιλόσοφος κάθεται πάνω σε ένα αρχαιοπρεπές κάθισμα (κλισμό) με ψηλό ερεισίνωτο (πλάτη), ανασηκώνει ελαφρά το αριστερό του σκέλος και πατεί πάνω σε χαμηλό υποπόδιο, ενώ απλώνει προς τα εμπρός και λίγο χαμηλότερα το αριστερό του. Στρέφει ελαφρά το κεφάλι προς τα δεξιά ως προς τον θεατή και κοιτάζει χαμηλά στη γη με στοχαστική ματιά. Πάνω στα γόνατά του κρατεί ανοικτό ειλητάριο, ενώ στο δεξί του χέρι κρατεί γραφίδα. Πάνω στο κάθισμα απλώνεται ύφασμα, κατάλοιπο του αρχαίου ιματίου των νεοκλασικών γλυπτών, το οποίο πτυχώνεται πάνω στο αριστερό του σκέλος. Ο εικονιζόμενος φορεί αστική ενδυμασία με αβαθείς πτυχώσεις που παρακολουθούν τη στάση του σώματος. Το πρόσωπό του με τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά διακρίνεται για την ηρεμία και τη γλυκύτητά του. Την ηρεμία και την παθητικότητα της μορφής θραύει το ανασηκωμένο δεξί σκέλος, με αποτέλεσμα να εκφράζεται κάποια κίνηση και ενεργητικότητα. Προτιμώντας ο γλύπτης να εικονίσει καθιστό τον ευεργέτη, ακολούθησε μια αρχαιότατη πάγια τακτική να αποδίδονται καθιστοί οι πνευματικοί άνθρωποι, ενώ εκείνοι της δράσης όρθιοι σε αγέρωχη και ενεργητική στάση.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα καθιστών ανδριάντων είναι οι καθιστοί ανδριάντες του Σωκράτη και του Πλάτωνα μπροστά από την Ακαδημία Αθηνών και ο όρθιος ανδριάντας του Παναγή Βαλλιάνου έξω από τη Βαλλιάνειο Εθνική Βιβλιοθήκη.
Το βάθρο του ανδριάντα είναι διμερές . Αποτελείται από ένα ανώτερο ορθογώνιο τμήμα, με ιδιαίτερη βάση και επίστεψη, και ένα επίσης ορθογώνιο κατώτερο, του οποίου η μπροστινή και η πίσω πλευρά σχηματίζουν ελαφρά ανάγλυφα τρίγωνα. Στο τρίγωνο της πρόσθιας πλευράς εικονίζεται ανάγλυφη σφίγγα, το μυθικό πλάσμα που ήταν συνδυασμός γυναίκας και φτερωτού λέοντα, σύμβολο θανάτου, ενώ στο τρίγωνο της οπίσθιας ανοικτός πάπυρος και από κάτω φίδι που πίνει από φιάλη, σύμβολο της ιατρικής ιδιότητας.
Τα βάθρα των ανδριάντων του Μπονάνου γενικά δεν είναι πολύ ψηλά, ώστε ο θεατής να διατηρεί την επαφή του με τον εικονιζόμενο. Στην περίπτωση του Πετρίτση, ο οποίος έδειξε έμπρακτα το ενδιαφέρον του για τον άνθρωπο, τόσο το μετρίου ύψους βάθρο όσο και η στροφή του κεφαλιού προς τα κάτω είναι εικαστικές συμβάσεις που αισθητοποιούν ιδιότητες του τιμώμενου προσώπου. Το βάθρο δεν είναι χαμηλό, ώστε ο εικονιζόμενος να μην εξισώνεται με τον θεατή του, ούτε πολύ ψηλό, ώστε να απομακρύνεται και να παριστάνεται ως αυθεντία.
Το βλέμμα του δεν είναι ανυψωμένο, ώστε να δηλώνει ότι ο εικονιζόμενος ανήκει σε έναν άλλο κόσμο, αν και τα χωρίς κόρες μάτια δείχνουν ότι είναι νεκρός. Είναι στραμμένα στη γη, στη νεολαία και στον συνάνθρωπο για τον οποίο πάσχισε όλη του τη ζωή και τελικά απολαμβάνει την υστεροφημία.
Σχετικά με την Πετρίτσειο Σχολή, ο επαρχιακός δημοδιδάσκαλος, ιερέας Ι. Μελιδώνης, στον λόγο που εκφώνησε στον Ναό του Παντοκράτορα, στο μνημόσυνο του Πετρίτση στι ς 12 Ιουνίου 1873, ανέφερε, ότι «από της εγκαθιδρύσεώς του το ιερόν τούτο καθίδρυμα παρήγαγεν αγλαούς και ευφροσύνους καρπούς». Ευτυχώς, προσθέτω, συνεχίζει να παράγει αγλαούς καρπούς σε μια εποχή με κρίση αξιών. Η επίδοση των Παλικισιάνων στα Γράμματα οφείλεται πρωτίστως στο Πετρίτσειο Γυμνάσιο Ληξουρίου (Γυμνάσιο και Λύκειο σήμερα) αλλά και στο Λιβιεράτειο Γυμνάσιο Αγίας Θέκλης, γνωστό παλαιότερα ως Λιβιεράτειος Σχολή.
Στη δεξιά ως προς τον θεατή πλευρά, ανάμεσα στα πόδια του καθίσματος, είναι χαραγμένη η αρχαιοπρεπής υπογραφή του καλλιτέχνη, με την οποία διαλαλεί την καταγωγή του: ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΟΝΑΝΟΣ / ΚΕΦΑΛΛΗΝ ΕΠΟΙΕΙ.
Το έργο φέρει μεγαλογράμματες επιγραφές:
α)στην μπροστινή πλευρά του ορθογώνιου βάθρου: ΣΤΑΜΩΙ Δ. ΠΕΤΡΙΤΣΗΙ / ΙΑΤΡΩΙ ΚΑΙ ΕΥΕΡΓΕΤΗΙ / ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΙ ΕΝ ΛΗΞΟΥΡΙΩΙ ΤΩΙ 1858 / ΚΑΙ ΤΕΛΕΥΤΗΣΑΝΤΙ ΕΝ ΜΟΝΟΠΩΛΑΤΟΙΣ ΤΩΙ 1835 / Η ΕΠΑΡΧΙΑ ΠΑΛΛΗΣ / ΕΥΓΝΩΜΟΝΟΥΣΑ.
β)στην αριστερή πλευρά του βάθρου: ΕΧΟΡΗΓΟΥΝ ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ / ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΛΙΒΙΕΡΑΤΟΙ / ΕΝ ΕΤΕΙ 1920.
γ)Μέσα σε ανοικτό πάπυρο που κρατεί η σφίγγα: ΔΡΑΞΑΣΘΕ ΠΑΙΔΕΙΑΣ.
δ) Πίσω, μέσα στον ανοικτό πάπυρο: ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΚ / ΤΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΤΟΥ ΑΟΙΔΙΜΟΥ / ΣΤΑΜΟΥ ΠΕΤΡΙΤΣΗ: ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΙΔΡΥΣΕΩΣ ΤΗΣ / ΕΜΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΕΙΝΑΙ Η ΗΘΙΚΗ / ΔΙΑΠΛΑΣΙΣ ΤΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ / ΚΑΙ Η ΠΑΡ’ ΑΥΤΗΣ / ΑΠΟΚΤΗΣΙΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΟΣ / ΟΠΩΣ ΕΠΙΔΙΔΕΤΑΙ ΕΙΣ / ΠΑΣΑΝ ΕΡΓΑΣΙΑΝ.
Οι επιγραφές , κατά πάγια τακτική, προσκομίζουν πολύτιμο αρχειακό υλικό: Στην περίπτωση του Πετρίτση, δίνουν το ονοματεπώνυμο του εικονιζομένου, το έτος και τον τόπο γέννησης και θανάτου, τα ονόματα των χορηγών του μνημείου, το έτος και το κίνητρο ανέγερσης: έκφραση ευγνωμοσύνης από την ευεργετηθείσα επαρχία Πάλλης προς τον ευεργέτη της, Στάμο Πετρίτση. Επί πλέον παρέχεται απόσπασμα από τη διαθήκη του εικονιζόμενου ευεργέτη, στο οποίο περιγράφεται ο σκοπός ανέγερσης της Πετριτσείου Σχολής: να διαπλάθεται ηθικά η νεολαία και να αποκτά ικανότητα , ώστε να εκτελεί κάθε εργασία. Οι πληροφορίες συμπληρώνονται από την κοραϊκή φράση, «Δράξασθε παιδείας», που αποκαλύπτει και την ιδεολογία του Διαφωτισμού που έδινε προτεραιότητα στη μόρφωση.
Ο Μπονάνος , στο όψιμο αυτό έργο του και παρά τον προχωρημένο εικοστό αιώνα αλλά και παρά τις παραχωρήσεις του ίδιου στον Ρεαλισμό σε ορισμένα προγενέστερα έργα του, ώστε να θεωρείται μεταβατικός καλλιτέχνης (οδηγεί την ελληνική γλυπτική από τον Νεοκλασικισμό στον Ρεαλισμό) ακολουθεί το μορφοπλαστικό λεξιλόγιο του Νεοκλασικισμού : λευκό, λειασμένο μάρμαρο, σύνθεση με κλειστά περιγράμματα, παθητική στάση και έκφραση. Ωστόσο, η προσπάθειά του να αποδώσει τον ήρεμο και ευγενικό χαρακτήρα του ιατροφιλοσόφου προστάτη της παιδείας σώζει το έργο από την ψυχρότητα του παρωχημένου νεοκλασικού στυλ. Έτσι χάρισε στην πόλη ένα συντηρητικό για την εποχή του αλλά άρτιο από κάθε άποψη έργο, το οποίο συμμετέχει στην αφήγηση της ιστορίας της τέχνης στην Ελλάδα και ειδικά του καθιστού ανδριάντα.
Ο ανδριάντας του Στάμου Πετρίτση αρχικά τοποθετήθηκε στην ομώνυμη Πλατεία Πετρίτση ή Μέσα πλατεία και μετά τους σεισμούς, επί Δημαρχίας Κατερέλου, τοποθετήθηκε στη σημερινή του θέση. Στην πλατεία, μαζί μ ε τον ανδριάντα του Ηλία Μηνιάτη, στην Έξω πλατεία από το 1905 (αποκαλυπτήρια 1907), αποτελούσε σημείο αναφοράς για την πόλη. Μεταφερόμενος από τον ομφαλό της πόλης στο Γυμνάσιο, έχασε μεν τη δυνατότητα να αποτελεί τοπόσημο, έδωσε όμως τη σπάνια ευκαιρία, για τα ελληνικά δεδομένα, στους έφηβους μαθητές της Παλικής να παρατάσσονται υπό τη σκιά ενός σημαντικού έργου τέχνης και ενισχύθηκε η επιδραστικότητά του . Το προνόμιο, μαθητές να έρχονται καθημερινά σε άμεση επαφή με ένα τόσο σημαντικό έργο τέχνης, έχει ευεργετικά αποτελέσματα, γιατί αυτοί ανεπαίσθητα υποβάλλονται σε μια διαδικασία αισθητικής αγωγής και έχουν μπροστά τους ένα απτό δείγμα για τη δράση ενός ευεργέτη του τόπου. Αν μάλιστα καθοδηγηθούν να «διαβάζουν» το έργο, μαθαίνουν ν α κοιτάζουν κάπου και «να βλέπουν». Ασκούν τη σκέψη, ειδικά αν μάθουν να παρατηρούν τις λεπτομέρειες και τα εικονογραφικά στοιχεία του έργου, ώστε να τους γεννιούνται απορίες , και ασκούν συγχρόνως και την όρασή τους. Η άσκηση της όρασης σε μια εποχή που κυριαρχεί η εικόνα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τον σύγχρονο άνθρωπο, ώστε αυτός να είναι σε θέση να αποκρυπτογραφεί τις εικόνες με τις οποίες βομβαρδίζεται καθημερινά και να μη γίνεται εύκολο θύμα κάθε επιτήδειου.
===
Ενδεικτική Βιβλιογραφία :
-Ηλίας Α. Τσιτσέλης, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα Συμβολαί εις την ιστορίαν και λαογραφίαν της νήσου Κεφαλληνίας εις τόμους τρεις, τόμος Α΄ , Εν Αθήναις, 1904.
-Θεοδώρα Φ. Μαρκάτου, Ο γλύπτης Γεώργιος Μπονάνος (1863-1940) Η ζωή και το έργο του, τόμοι Α΄ – Β΄, διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης-Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, 1992.
[Θεο]Δώρα Φ. Μαρκάτου (επιμ. ), Δημόσια Γλυπτική στα Επτάνησα, Ζάκυνθος, Κεφαλονιά-Ιθάκη, Λευκάδα, κείμενα Δώρα Φ..Μαρκάτου, Σταλίνα Βουτσινά, Αργοστόλι, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ιονίων Νήσων, 2015.