Το νέο σύστημα χρησιμοποιεί υδρόφωνα, ηχογραφήσεις και ένα «υπολογιστικό μοντέλο» για τον εντοπισμό της πηγής του γεγονότος
Επιστήμονες ανέπτυξαν ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τσουνάμι και υποθαλάσσιους σεισμούς, το οποίο βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη.
Ομάδα από το πανεπιστήμιο του Κάρντιφ κατάφερε να παρακολουθεί την κίνηση των τεκτονικών πλακών σε πραγματικό χρόνο, συνδυάζοντας την τεχνολογία των υποβρύχιων μικροφώνων και την ΑΙ.
Οι ειδικοί έχουν ήδη χρησιμοποιήσει τις ηχογραφήσεις για να ανιχνεύσουν 200 σεισμούς στον Ειρηνικό και τον Ινδικό Ωκεανό.
Ο Δρ. Usama Kadri, ένας από τους συγγραφείς της μελέτης και καθηγητής Εφαρμοσμένων Μαθηματικών στο πανεπιστήμιο του Κάρντιφ, σημείωσε πως η μελέτη τους αποδεικνύει «πώς μπορεί κανείς να λάβει γρήγορες και αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με το μέγεθος και την κλίμακα των τσουνάμι, μέσω της παρακολούθησης των ακουστικών-βαρυτικών κυμάτων».
Τα ακουστικά-βαρυτικά κύματα είναι ηχητικά κύματα που κινούνται στα βάθη των ωκεανών με την ταχύτητα του ήχου. Μπορούν να δημιουργηθούν από υποθαλάσσιους σεισμούς, εκρήξεις και κατολισθήσεις – τα οποία μπορούν να προκαλέσουν τσουνάμι.
«Ταξιδεύσουν μέσω του νερού ταχύτερα, απ΄ό,τι τα κύματα του τσουνάμι, παρέχοντας περισσότερο χρόνο για την εκκένωση περιοχών, πριν φτάσει στις ακτές».
Το νέο σύστημα χρησιμοποιεί το υποβρύχιο μικρόφωνο ή υδρόφωνο, τις ηχογραφήσεις και ένα «υπολογιστικό μοντέλο» για τον εντοπισμό της πηγής του γεγονός, ακόμη και σε απόσταση χιλιάδων χιλιομέτρων.
Ο Δρ. Kadri και ο συνεργάτης του, Δρ. Bernabe Gomez Perez, έχουν τοποθετήσει 11 υδρόφωνα σε θάλασσες σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται πως 24 θα είναι αρκετά για να παρακολουθούν όλα τα συμβάντα, παντού.
Τα υπάρχοντα συστήματα προειδοποίησης βασίζονται σε σημαδούρες και σεισμικούς αισθητήρες. Αυτό αφήνει ελάχιστο χρόνο για εκκενώσεις σε μία κατάσταση που κάθε επιπλέον λεπτό μπορεί να αποδειχθεί σωτήριο.
Σύμφωνα με τον Δρ. Kadri το «σημερινό σύστημα δεν υπολογίζει σε πραγματικό χρόνο και δεν διαθέτει πραγματικά εργαλεία για τη μέτρηση του τσουνάμι – και λόγω της εγγύτητας των σημαδούρων στην ακτή, είναι συχνά πολύ αργά».
Έφερε ως παράδειγμα το τσουνάμι στη Σρι Λάνκα το 2004, αναφέροντας πως – υποθετικά πάντα – «θα μπορούσαμε να δώσουμε στους ανθρώπους 65 λεπτά για να φύγουν» και άρα να σώζονταν όλοι.
Στην περίπτωση των υδρόφονων όμως, «μόλις το χτυπήσει το κύμα, υπολογισμοί διαρκούν περίπου 17 δευτερόλεπτα» είπε ο ίδιος και επεσήμανε πως ακόμα και οι ίδιοι εξεπλάγησαν από την ταχύτητα.
Οι αλγόριθμοι του νέου συστήματος μπορούν να μετρήσουν το μέγεθος του σεισμού, πριν αναλύσουν τις ιδιότητές του, όπως το μήκος και το πλάτος, και τη διάρκειά του. Αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να βρεθεί το πραγματικό μέγεθος του τσουνάμι.
Εξήγησε πως το σύστημά τους είναι σχεδιασμένο ώστε να δουλεύει μαζί με τα προϋπάρχοντα, ώστε να λειτουργούν ως μηχανισμοί ελέγχου και εξισορρόπησης το ένα, του άλλου.
Ο τρόπος λειτουργίας του, παράλληλα, διασφαλίζει – σε μεγάλο βαθμό – πως δεν θα υπάρξουν λάθος συναγερμοί που μπορεί να αποδειχθούν ιδιαίτερα ζημιογόνοι στην οικονομία μίας περιοχής – σε περίπτωση που πρέπει να κλείσει κάποιο λιμάνι ή επιχειρήσεις.
Η ομάδα συναντήθηκε με την ωκεανογραφική επιτροπή της UNESCO για να συζητήσει τις δυνατότητες χρήσης της τεχνολογίας στην πρόληψη καταστροφών. Η Πορτογαλία, που φημίζεται για τα τεράστια κύματά της, ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για τις γνώσεις που θα μπορούσε να προσφέρει.