Ηταν μια ευχάριστη έκπληξη η ανακοίνωση του Αντιπεριφερειάρχη Σταύρου Τραυλού για την εκδήλωση τιμής στους εθελοντές αιμοδότες σε μια μουσική βραδιά με τον σπουδαίο τραγουδιστή Κώστα Τριανταφυλλίδη.

Αύριο η μεγάλη συναυλία , εκδήλωση τιμής για τους εθελοντές αιμοδότες του νησιού μας με τον Κώστα Τριανταφυλλίδη

Οι επιτυχίες του Κωστα Τριανταφυλλίδη είναι πολύ γνωστές όπως και οι συνεργασίες του με κορυφαίους  καλλιτέχνες όπως Μίκη Θεοδωράκη, Μαριλένα, Μητροπάνο..

Αναζητήσαμε στο διαδίκτυο πληροφορίες ώστε παρουσιάσουμε ατους Αναγνώστες μας τον θαυμάσιο αυτον καλλιτέχνη ολοκληρωμένα. Επιλέξαμε μια εξαιρετική συνέντευξή του με τον Χαρίλαο Τρουβά στο LIFO , την οποία αναδημοσιεύουμε.

Ο Κώστας Τριανταφυλλίδης δεν είναι μόνο ο τραγουδιστής της «Ευτυχίας»

Γράφει 

Σε μια εποχή που ο κόσμος περισσότερο βλέπει παρά ακούει μουσική, ένας τραγουδιστής κατόρθωσε να ξεχωρίσει με το σπαθί του, δηλαδή με τη φωνή του. Όπως τον καιρό του ραδιοφώνου. Το «Όνειρο απατηλό», διασκευασμένο από το Μίνω Μάτσα για την «Ευτυχία» του Άγγελου Φραντζή, κατάφερε να γίνει ένα αόρατο σουξέ, αφού ο τραγουδιστής του δεν εμφανίζεται ούτε στην ταινία ούτε στο σχετικό video του YouTube. Ήταν το μεγάλο μπαμ μιας φωνής που πάλευε τίμια να βρει τον στόχο της. Και όπως φαίνεται, τον βρήκε. Δύο χρόνια μετά, και εν όψει των δύο βραδιών που ετοιμάζει στη Σφίγγα πριν από το κλείσιμο του χρόνου, καιρός είναι να γνωρίσουμε καλύτερα τον Κώστα Τριανταφυλλίδη.

— Όταν διάβασα ότι γεννήθηκες στην Τασκένδη του Ουζμπεκιστάν, είπα ότι θα είσαι βίος και πολιτεία.

Εξαρτάται από το πώς το εννοείς.

— Πώς βρεθήκατε εκεί; Πολιτικοί πρόσφυγες;

Είμαι εγγονός πολιτικών προσφύγων, ανταρτών. Και το θεωρώ μεγάλη τιμή αυτό, το λέω με μεγάλο καμάρι. Οι παππούδες μου, και οι τέσσερις, ήταν αντάρτες στον Δημοκρατικό Στρατό και το ’49, μετά την ήττα, αφού περάσαν τα σύνορα, μπήκαν σε ένα βαπόρι από την Αλβανία και πήγαν στη Σοβιετική Ένωση. Φτάσανε με τρένο στην Κεντρική Ασία, στην Τασκένδη. Το ’52 γεννήθηκε ο πατέρας μου και το ’53 η μάνα μου. Εγώ γεννήθηκα το ’76 και ήρθαμε στην Ελλάδα το ’80.

Εγώ δεν ήθελα να γίνω τραγουδιστής σαν επαγγελματίας. Θεωρούσα απλώς ότι το τραγούδι είναι κάτι πολύ ωραίο και ότι μπορούσα να εκφραστώ με αυτό. Με γοήτευε. Ήταν ένας τρόπος να πλησιάσω τους φίλους μου, γιατί έβλεπα ότι τους άρεσε αυτό που ακούγανε.

— Στην Τασκένδη μιλούσες ελληνικά;

Μιλάγαμε και ελληνικά και ρωσικά. Και συνεχίζουμε να είμαστε δίγλωσσοι. Οι γονείς μου προσπάθησαν να το κρατήσουν αυτό, να το καλλιεργήσουν. Άλλωστε είχαν σπουδάσει εκεί, στη Σοβιετική Ένωση.

— Εσύ έζησες καθόλου εκείνο το εκπαιδευτικό σύστημα;

Δύο χρόνια μόνο, παιδικό σταθμό.

Ξέρεις πώς μ’ έχουνε πει; Dream boy! Μια κυρία πάλι μου είπε «εσύ δεν είσαι όνειρο απατηλό, εσύ είσαι όνειρο σκέτο!». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Και το ’80 πώς γυρίσατε;

Παίρνουμε ένα τρένο, βάζουμε την πραμάτεια μας σε τεράστια κασόνια, πέντε-έξι, και μπαίνουμε σε ένα κουπέ, δύο οικογένειες. Πολλές μέρες ταξίδι. Θυμάμαι, η μάνα μου είχε πάρει μαζί κι ένα γιογιό. Επειδή σιχαινότανε, δεν ήθελε να μας βάζει στις τουαλέτες του τρένου. Όποτε θέλαμε να κάνουμε την ανάγκη μας, πηγαίναμε στο γιογιό και μετά το δανείζαμε και στ’ άλλα παιδιά που ταξιδεύαν – είχε πολλή πλάκα! Από τη Μόσχα πήραμε άλλο τρένο και περάσαμε Τσεχία, Ουγγαρία, Γιουγκοσλαβία και φτάσαμε Θεσσαλονίκη και μετά Αθήνα.

— Πώς πήρατε την απόφαση να γυρίσετε;

Η απόφαση είχε παρθεί πολλά χρόνια πριν. Όχι απ’ τους γονείς μου, απ’ τους παππούδες μου. «Ό,τι και να γίνει, θα γυρίσετε πίσω».

— Ήρθαν και οι παππούδες μαζί;

Ναι, επαναπατρίστηκαν κι εκείνοι. Είχα μάλιστα τη χαρά να τους ζήσω πολλά χρόνια. Η γιαγιά μου, του πατέρα μου η μάνα, πέθανε 95 χρονών, είδε και δεκαπέντε δισέγγονα. Μόνο του πατέρα μου τον πατέρα, τον Τάκη Τριανταφυλλίδη, τον χάσαμε γρήγορα. Αυτός άργησε να επαναπατριστεί. Ήταν πολιτικό στέλεχος στον Δημοκρατικό Στρατό κι αυτό το έκανε πιο δύσκολο.

— Έχεις καθόλου μουσικές μνήμες απ’ την Τασκένδη;

Στη Σοβιετική Ένωση ακούγαμε συνέχεια μουσική. Και δεν ακούγαμε μόνο Σοστακόβιτς, ακούγαμε τα πάντα. Και το πιο ωραίο είναι ότι όταν ερχόταν ένας δίσκος από την Ελλάδα, πέρναγε απ’ όλα τα σπίτια: «50 χρόνια ρεμπέτικο – Γιώργος Νταλάρας», «Επιτάφιος», «Ρωμιοσύνη», «Άξιον Εστί». Πέρναγαν από τα σπίτια οι δίσκοι και καλλιεργούσαν την ελληνική ψυχή, εκεί, στα βάθη της Ασίας. Κι ο παππούς μου είχε μπομπίνες και ακούγαμε Βαμβακάρη, Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, όλους. Καθόμουν κι άκουγα, μου άρεσε πάρα πολύ. Δεν ήμουν εκδηλωτικό παιδί. Μπορούσε να περάσει και μέρα χωρίς ν’ ανοίξω το στόμα μου. Δεν μου άρεσαν οι πολλές κουβέντες. Είχα μια διαταραχή, νομίζω. Και σ’ το λέω γιατί ο γιος μου ο δεύτερος είναι αυτιστικός και βλέπω πράγματα σ’ αυτόν που τα ‘χω κι εγώ. Όταν ήρθαμε στην Ελλάδα, τι φέραμε μαζί μας; Δύο πιάνα, φίλε μου.

Δεξιά στο Μίκη, ο Τάκης Τριανταφυλλίδης
Facebook Twitter 

— Τα κουβαλήσατε με το τρένο;

Τι νομίζεις ότι είχαμε στα κασόνια; Σεντόνια, μαξιλαροθήκες, κουβέρτες, μία τηλεόραση και δύο πιάνα. Είχαμε και τη θεία μου μαζί, τη μικρή αδελφή τού πατέρα μου, που έπαιζε πιάνο. Ο παππούς μου, της μάνας μου ο πατέρας, τραγουδούσε υπέροχα. Οι θείοι μου έφτιαχναν μόνοι τους όργανα, μπουζούκια, και είχαν φτιάξει συγκροτήματα εκεί, έπαιζαν ελληνική μουσική. Οπότε όλα αυτά μου έκαναν πολύ προσφιλή τη μουσική.

— Και πρέπει να βγήκες νωρίς στο τραγούδι, άσχετα από το αν αργήσαμε να σε μάθουμε.

Εγώ δεν ήθελα να γίνω τραγουδιστής σαν επαγγελματίας. Θεωρούσα απλώς ότι το τραγούδι είναι κάτι πολύ ωραίο και ότι μπορούσα να εκφραστώ μ’ αυτό. Με γοήτευε. Ήταν ένας τρόπος να πλησιάσω τους φίλους μου, γιατί έβλεπα ότι τους άρεσε αυτό που άκουγαν.

— Η μουσική ή το τραγούδι σε τραβούσε πιο πολύ;

Η μουσική, αλλά σε συνδυασμό με το τραγούδι. Παίζω κυρίως κιθάρα. Όταν έφτασα στο σημείο που έπρεπε να πάρω μια απόφαση, η μάνα μου με έσπρωξε να πάω να το σπουδάσω. Έκανα ανώτερα θεωρητικά και ακουστική κιθάρα, αλλά και παραδοσιακά όργανα, μπουζούκι, ούτι, πιάστηκα λίγο και με τη βυζαντινή. Ολοκλήρωσα όμως τα θεωρητικά στη δυτική μουσική με τον Κώστα Κλάββα. Το ’99, 22 χρονών, ο Κλάββας με έβαλε να τραγουδήσω με τη Μαρινέλλα, έκανα φωνητικά. Εκεί τα πράγματα άλλαξαν. Εγώ έπαιζα και πιο πριν, αλλά σε μικρά μαγαζιά. Μαθητής ακόμα, πήγαινα στην μπουάτ του Γιάννη Αργύρη στην Πλάκα και περίμενα εκεί, καραούλι, να έρθει η σειρά μου, να πω δυο τραγούδια με την κιθάρα μου και να φύγω. Είχαμε και συγκροτήματα στο σχολείο με τον αδελφό μου που παίζει κιθάρα και είναι πολύ καλός τραγουδιστής. Είχα μπει, λοιπόν, σε μια ρότα, είχε αυλακώσει λιγάκι η πορεία, αλλά χωρίς να έχω συνείδηση και καθαρή εικόνα για το πόσο σωστά πρέπει να γίνεται αυτό. Η μουσική όμως είναι πολύ αυστηρή τέχνη, δεν είναι άρπα κόλλα. Με τον Κλάββα ήταν τόσο αυστηρά και σοβαρά τα πράγματα, που είπα «τώρα εδώ δεν έχεις περιθώριο, πρέπει να γίνεις καλός, και όχι απλά καλός, να σαρώσεις».

— Μετά τη Μαρινέλλα ακολούθησαν κι άλλοι, ε;

Μετά ήρθε ο Αντώνης Καλογιάννης, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Γιάννης Σπανός, η Σωτηρία Λεονάρδου, ο Μητροπάνος…

— Όλοι αυτοί έχουν περάσει πια στη σφαίρα του μύθου. Το να λες σήμερα ότι έχεις δουλέψει με τον Μητροπάνο, για παράδειγμα, ακούγεται κάπως.

Ο Μητροπάνος είναι μια ιστορία από μόνος του.

Η φιλοσοφία μπορεί να αλλάξει τον άνθρωπο, να τον πάει μπροστά. Η τέχνη τον καλλιεργεί μόνο. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Όσο περνάνε τα χρόνια, νιώθω ότι χάσαμε κάτι πολύ μεγάλο.

Χάσαμε κάτι αναντικατάστατο. Ήταν Σεπτέμβρης του 2009, εγώ είχα ήδη ξεκινήσει να φτιάχνω τα πρώτα μου τραγούδια όταν έμαθα ότι ο Μητροπάνος και η Πέγκυ Ζήνα θα έκαναν οντισιόν στην Ιερά Οδό για να πάρουν τραγουδιστές στο πρόγραμμά τους. Όταν μου το ‘πανε κάτι φίλοι, είπα: «Ρε παιδιά, θα πάω να τραγουδήσω μπροστά στον Μητροπάνο, είμαστε σοβαροί; Ποιος έχει τόσα άντερα, να πάει να τραγουδήσει μπροστά του;». Έλα όμως που πήγα. Φτάνω εκεί και βλέπω τριακόσια-τετρακόσια άτομα. Κοίταζα τους τραγουδιστές και κάποιοι είχαν γύρω τους παράγοντες της μουσικής, μάνατζερ, δισκογραφικούς παραγωγούς. Έβλεπα πρόσωπα πολύ γνωστά, που τότε έκαναν όλο το κουμάντο στη δισκογραφία. Ήταν και τόσο λαμπεροί και όμορφοι όλοι – εγώ είχα το τζιν μου, ένα t-shirt και τα all star μου. Μας έδωσαν μια λίστα από τραγούδια του Πλέσσα, του Σπανού. Όταν ήρθε η σειρά μου, είπα το «Πες πως μ’ αντάμωσες», μισό. Ο Μητροπάνος ευτυχώς δεν ήταν από κάτω.

— Γιατί έλειπε;

Για να μην κομπλάρουν τα παιδιά που θα τραγουδούσαν. Τόσο τίμιος ήταν ο Μήτσος. Βαθιά μέσα μου πίστευα ότι αν έχω κάποια τύχη, θα την έχω επειδή ο Μητροπάνος είναι ένας τίμιος άντρας. Και μου το επιβεβαίωσε. Γιατί όντως, δέχτηκε πάρα πολλά τηλεφωνήματα να πάρει κάποιους τραγουδιστές που θέλανε να τους βοηθήσουν. Και η απάντησή του ήταν: «Συγγνώμη, τότε γιατί τους κουβάλησα όλους αυτούς εδώ πέρα;». Τόσο μάγκας ήταν ο Μήτσος. Και το είπε αυτό σε βαρβάτα ονόματα. Αυτό για μένα είναι πολύ σημαντικό.

Με πήραν τηλέφωνο μετά από δυο μέρες και μου είπαν ότι με είχαν διαλέξει για το επόμενο στάδιο. Έλα όμως που στην τελική οντισιόν ήταν κι ίδιος εκεί! Είπα τότε Διονυσίου, «Καλύτερα μαζί σου και τρελός». Την ώρα που ξεκίνησα, είδα τον Μήτσο να κάθεται, να γελάει, να ανάβει τσιγάρο και ήταν το σώμα του τόσο ανάλαφρο, που τον έβλεπα και χαιρόμουν πολύ εκείνη τη στιγμή, ήταν από τα πιο ευτυχισμένα δίλεπτα της ζωής μου. Κατάλαβα ότι τα κατάφερα.

— Τι πήρες απ’ αυτόν;

Είχαμε πάρα πολλά κοινά, παρότι μας χώριζαν πολλά χρόνια. Ο πατέρας του ήταν πολιτικός πρόσφυγας. Η θέση μας και η στάση μας απέναντι στην κοινωνία ήταν η ίδια. Η φιλοσοφία μας, ίδια. Μπορεί να διαφωνούσαμε, αλλά γινόταν πολύ γόνιμα όλο αυτό. Κοίτα, πήρα σίγουρα έναν τρόπο έκφρασης που δεν τον είχα ανακαλύψει μέχρι τότε. Για μένα ο Μητροπάνος είναι η πιο ξεχωριστή περίπτωση τραγουδιστή ως προς την έκφραση: να εκφράζεις ακριβώς αυτά που λες, να λες τα λόγια. Και φυσικά ήταν ένας πάρα πολύ γλυκός και ταπεινός άνθρωπος.

Μητροπάνος-Τριανταφυλλίδης, «Κλείνω κι έρχομαι»

— Τελευταία ασχολείσαι πολύ με το έντεχνο λαϊκό τραγούδι, Λεοντή, Θεοδωράκη, Λοΐζο. Είναι ένα ρεπερτόριο ηλικίας μισού αιώνα πια. Πώς το προσεγγίζεις; Μπαίνεις στον στίχο να τον καταλάβεις και να τον εκφράσεις ή κρατάς κάποια ασφαλή απόσταση;

Τα καταλαβαίνω πολύ καλά τα λόγια. Τα πιστεύω αυτά που λέω. Και τα περισσότερα απ’ αυτά τα ‘χω ζήσει. Είναι κομμάτια της ζωής μου. Της προσωπικής μου ζωής, της οικογενειακής, της συναναστροφής μου με τους ανθρώπους. Δεν είναι μόνο αυτό που ζεις εσύ. Είναι και πώς φιλτράρεις αυτό που ζει ο άλλος, τις δυσκολίες του, τη χαρά του, τη λύπη του, τον πόνο του. Όλα αυτά παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο. Αυτό που έγινε τον περασμένο μήνα με το κοριτσάκι στο εργοστάσιο για μένα είναι τεράστια χαρακιά που αιμορραγεί. Είναι παιδί μου, το εννοώ. Και το Ζακ έτσι τον σκότωσαν. Κι ο Γρηγορόπουλος ήταν ένα παιδί που βρέθηκε στα Εξάρχεια. Ξέρεις πόσες τέτοιες περιπτώσεις μπορούμε να βρούμε; Και δεν θα σου πω για τους φασίστες – δε χωράει συζήτηση. Αλλά οι υπόλοιποι, τι συντηρούμε; Την ασχήμια;

— Δεν είναι ασχήμια, είναι θάνατος.

Συντηρούμε τον θάνατο.

— Το τραγούδι μπορεί να φτιάξει τον άνθρωπο;

Μπορεί να τον βοηθήσει.

— Μπορεί να τον αλλάξει;

Μπορεί να τον βοηθήσει ν’ αλλάξει. Επί της ουσίας νομίζω ότι άλλα πράγματα τον αλλάζουν. Το τραγούδι μπορεί να τον οδηγήσει εκεί που θα καλυτερεύσει. Αλλά αυτό έχει να κάνει καθαρά με την πολιτική τοποθέτηση. Η φιλοσοφία μπορεί να αλλάξει τον άνθρωπο, να τον πάει μπροστά. Η τέχνη τον καλλιεργεί μόνο.

— Ο πολύς κόσμος σε πρόσεξε στην «Ευτυχία». Και ήταν ωραίο ότι πρόσεξε μόνο τη φωνή σου, αφού δεν φαίνεσαι στην ταινία. Πολλοί σε άκουγαν χωρίς να σε ξέρουν, δεν είχαν ταυτίσει τη φωνή σου με την όψη σου.

Κι ακόμα δεν έχει συμβεί αυτό. Ο Μίνως έκανε τη διασκευή στο «Όνειρο απατηλό», αλλά ουσιαστικά ακολουθήσαμε την οδηγία του Φραντζή. Ο Μίνως έχει ένα τεράστιο ταλέντο να αντιλαμβάνεται αυτό που του ζητάει κάποιος και να το υλοποιεί. Ο Φραντζής ζήτησε να κάνουμε το τραγούδι έτσι, γιατί είναι μια δραματική σκηνή, ο θάνατος της μαμάς της Ευτυχίας, και πρέπει να δώσουμε ένα άλλο αίσθημα. Μου το περιέγραψε κι εμένα ο Μίνως, και τα υπόλοιπα τα ξέρετε.

Δε μπορώ την καφρίλα. Όπου τη βλέπω, στρίβω. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Σ’ έχουν αποκαλέσει ποτέ τραγουδιστή της «Ευτυχίας»;

Ξέρεις πώς μ’ έχουνε πει; Dream boy! Μια κυρία πάλι μου είπε «εσύ δεν είσαι όνειρο απατηλό, εσύ είσαι όνειρο σκέτο!». Κοίτα, με τον Μίνω συνεργαζόμαστε από το 2017. Κι έχουμε κάνει και διασκευή σε ένα τραγούδι του Παπαϊωάννου σε στίχους του Βασίλη Ταμβάκη, το «Είμαι στον καημό σου θύμα». Είναι το πρώτο τραγούδι που κάναμε. Και πριν από την «Ευτυχία» ο Μίνως έκανε τη μουσική σε άλλη ταινία, τη «Φαντασία», όπου παίζω κιόλας. Κάνω έναν τραγουδιστή σε νυχτερινό κέντρο, καραμπινάτο σκυλάδικο. Κι εκεί λέω ένα τραγούδι, το «Πάρε τις βαλίτσες σου». Βέβαια, η «Ευτυχία» είχε καρπό καλό. Προσπαθούσα πάρα πολλά χρόνια και στο τέλος είπα: «Εντάξει, δεν θα γίνει και τίποτα, ο πρώτος είσαι ή ο τελευταίος; Χιλιάδες είναι τα παιδιά». Αλλά ό,τι έγινε το χρωστάω στο Μίνω.

— Τη δική σου συνθετική ιδιότητα την έχεις αφήσει σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με την τραγουδιστική. 

Και σε τρίτη και σε τέταρτη.

— Εγώ ξεχωρίζω τα «Βήματα βαριά».

Αυτό το ‘γραψα για τον δίσκο «Αστρικός χάρτης», σε στίχους της Πέπης Δουρέκα. Είναι ο τελευταίος δίσκος που έχω κάνει. Εκεί τραγουδούσε κι ο Νταλάρας ένα τραγούδι μου, το «Αγάπες που παλιώσατε». Είδες τώρα; Έχω θρέψει τον εγωισμό μου ως δημιουργός. Με τραγούδησε ο σπουδαιότερος εν ζωή τραγουδιστής. Τι άλλο να κάνω; Έπιασα ταβάνι!

«Βήματα βαριά»

— Τι προτιμάς; Θέατρο, μαγαζί, συναυλία;

Όλα έχουν τη γοητεία τους. Προτιμώ να είμαι εκεί όπου εκφράζομαι. Και στο θέατρο τώρα το καταφέρνω. Η συναυλία πάλι έχει τρομερή δύναμη, ενέργεια, αδρεναλίνη. Το μαγαζί, απ’ την άλλη, έχει άλλη γοητεία. Μου βγάζει κάτι πιο σκοτεινό. Έχει έναν ερωτισμό περίεργο, έναν διονυσιασμό, που πρέπει όμως να συνοδεύεται από ευγένεια, ευαισθησία. Δεν μπορώ την καφρίλα. Όπου τη βλέπω, στρίβω.

— Άφησα για το τέλος τον Χρήστο Λεοντή.

Ο Λεοντής είναι τρομερή περίπτωση. Της αυστηρότητας, της ακρίβειας αλλά και της ελευθερίας που πρέπει να έχεις μέσα στη μουσική, μες στο τραγούδι. Ήμασταν πρόσφατα για μια συναυλία στη γενέτειρά του, το Ηράκλειο, και όταν ανέβηκα στη σκηνή πήρε το μικρόφωνο και είπε – θα σου το πω περιληπτικά: «Τον Κώστα τον γνώρισα τα τελευταία χρόνια. Αλλά έχει αυτό το χαρακτηριστικό που έχουν οι τραγουδιστές που έχω συνεργαστεί στο παρελθόν: ο Καζαντζίδης, ο Ξυλούρης, ο Μητροπάνος, και σταματάω εδώ».

«Όνειρο Απατηλό»

 Αυτόν τον εξαιρετικό καλλιτέχνη θα απολαύσουμε αύριο Τρίτη στις 21.00 στο Θέατρο ΚΕΦΑΛΟΣ. Θα είμαστε όλοι εκεί!

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις