Γράφει

Οι φετινές προεκλογικές καμπάνιες πόρρω απέχουν από τις αντίστοιχες πριν από μερικές δεκαετίες (ή και λιγότερο), όταν οι μεγάλες συγκεντρώσεις λειτουργούσαν σαν βαρόμετρο, εδιναν τον τόνο και -τρόπον τινά- αποκάλυπταν την παράσταση νίκης.

Το πλήθος -μα κι ο παλμός του- έδινε το πρόκριμα της νίκης, «μιλούσε», όπως φρόντιζαν να επισημαίνουν εμφατικά από το υπερμέγεθες βάθρο οι πολιτικοί αρχηγοί. Και πάντα συνοδεία κάποιας μουσικής.

«Η μουσική είναι μέρος της ιεροτελεστίας της δημόσιας παρουσίας, πλαισιώνει την “παράσταση” -ας μου επιτραπεί ο όρος- με την έννοια ότι η πολιτική, όπως και η ζωή έχει πλοκή. Συνδέεται με τον παλμό που θέλουν οι πολιτικοί εκφραστές να εκπέμψουν, τα συναισθήματα που θέλουν να εγείρουν και οπωσδήποτε επιχειρεί να εκφράσει τις καταβολές τους», λέει στην «Κ» η δρ Μαρία Μπουτζέτη, επί χρόνια σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας.

Στις μεγάλες συγκεντρώσεις του παρελθόντος, τα κόμματα όφειλαν να ντύνουν αυτή την «παράσταση» με την ανάλογη μουσική επένδυση – κάτι που θα μείνει στα χείλη, ήχους που θα γεννούν τους ανάλογους συνειρμούς.

Για να μνημονεύσουμε το πιο γνωστό παράδειγμα, δεν έκλεινε μεγάλη προεκλογική συγκέντρωση του ΠΑΣΟΚ χωρίς την υπόσχεση ότι «θα τον μεθύσουμε τον ήλιο…».

«Τα τελευταία χρόνια παρατηρώ ότι τις ομιλίες των πολιτικών αρχηγών των μεγάλων κομμάτων συνοδεύουν κυρίως ορχηστρικά κομμάτια, που έχουν κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ τους: είναι ρυθμικά, με δυναμικό, αποφασιστικό, οραματικό τόνο. Όμως, δεν διαφοροποιούνται σε βαθμό που να συγκροτούν, κάθε φορά, μία ιδιαίτερη ταυτότητα», σημειώνει η δρ Μπουτζέτη κι αυτό -αν μη τι άλλο- δείχνει το ότι από τις προεκλογικές καμπάνιες απουσιάζουν βασικά χαρακτηριστικά του παρελθόντος, όπως το «μέγα πλήθος και το μέγα πάθος», όπως οι ίδιοι οι ηγέτες φρόντιζαν να υπογραμμίσουν απευθυνόμενοι στους χιλιάδες ψηφοφόρους που ανέμιζαν τις σημαίες του κόμματος.

Οι προεκλογικές συγκεντρώσεις -τότε- ήταν ένα μέρος της ιεροτελεστίας, ήταν «πανηγύρι της δημοκρατίας», μία «μυσταγωγία», όπως τόνιζαν κατ’ επανάληψη οι μεγάλοι αντίπαλοι των 80ς: Ανδρέας Παπανδρέου και Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.

Τότε, οι συγκεντρώσεις από μόνες τους συνιστούσαν πολιτικό γεγονός και είδηση – τώρα, σε μικρούς χώρους και με ασύγκριτα μικρότερο πλήθος, οι πολιτικοί αρχηγοί τις πραγματοποιούν για δύο κυρίως λόγους: α) Να επισκεφτούν την τάδε πόλη/περιοχή, ώστε να καταγραφεί η παρουσία τους και β) να παράξουν οπτικοακουστικό περιεχόμενο που κατόπιν θα αξιοποιηθεί στην τηλεόραση και τα social media.

«Οι λέξεις στην πολιτική κούρασαν»

«Σε εποχές με μεγάλα κοινωνικά ζητούμενα η μουσική στην πολιτική συνοδευόταν συχνά από στίχο. Δίχως να αμφισβητώ τη δύναμη της μουσικής αυτής καθεαυτής, σήμερα νομίζω λειτουργεί περισσότερο επικουρικά. Το τραγούδι μένει στο στόμα του λαού, το παίρνει μαζί του, γεννά περισσότερη ταύτιση. Σήμερα, όμως, δεν υπάρχει χώρος για τραγούδι, δεν υπάρχει και η διάθεση, οι πολίτες αισθάνονται σε μεγάλο βαθμό τις προσδοκίες τους ματαιωμένες, υπάρχει επιφύλαξη προς οτιδήποτε “πομπώδες”. Ίσως αυτό να έχει να κάνει με το ότι οι λέξεις στην πολιτική κούρασαν ή διαψεύσθηκαν. Ίσως ζούμε σε μία περισσότερο γειωμένη εποχή. Ίσως πάλι υπάρχει αδυναμία σήμερα -που επικρατεί ο κατακερματισμός στη δημόσια σφαίρα- να κωδικοποιηθούν τα ζητούμενα με έναν κοινά αποδεκτό τρόπο», σημειώνει η Μαρία Μπουτζέτη.

Είναι αληθές ότι δεν υπάρχει κάποιο τραγούδι που να έχει συνδεθεί -συνειρμικά ακόμα- με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ή με τον Αλέξη Τσίπρα.

«Από τα πολιτικά τραγούδια που συνδέθηκαν με την ελληνική πολιτική σκηνή θεωρώ ότι μακράν το επιτυχέστερο διαχρονικά ήταν το “Καλημέρα ήλιε“. Εξέπεμψε μία ευγενή λαϊκότητα, ταυτόχρονα με αποφασιστικότητα, βεβαιότητα και αισιοδοξία. Και το κυριότερο κατάφερε να συμπυκνώσει το όραμα της κοινωνικής κινητικότητας, μέσα από την αναδιανομή των ευκαιριών, μιλώντας για έναν ήλιο “που αμολιέται στα στενά”, συμβολίζοντας δηλαδή την αλλαγή που φτάνει σε κάθε ανεξαιρέτως πολίτη», αναφέρει η κ. Μπουτζέτη και προσθέτει: «Για χρόνια οι Έλληνες πολιτικοί επέλεγαν σημαίνοντες Έλληνες συνθέτες: Λοΐζο, Σπανουδάκη, Καραΐνδρου για να αναδείξουν τη σχέση τους με τον τόπο και τον πολιτισμό του, αλλά ταυτόχρονα για να δείχνουν κοσμοπολίτες και να μιλούν στη νέα γενιά χρησιμοποιούσαν και μουσικές από την παγκόσμια ροκ σκηνή (π.χ. The Wall, People Have the Power)».

Ήχοι και τραγούδια που ταυτίστηκαν με τα κόμματα

Το 1981, ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε την εμφάνισή του στην κεντρική ομιλία του ΠΑΣΟΚ στην Πλατεία Συντάγματος υπό τους ήχους της μουσικής του Καρλ Ορφ για τα Carmina Burana.

Ο ήχος ήταν επικός και χρησιμοποιήθηκε -σε βαθμό απόλυτης ταύτισης- από το ΠΑΣΟΚ για πολλά χρόνια, μαζί με το «Ροκ της Καντίνας» της Ελένης Καραΐνδρου.

Το τραγούδι των Ηλία Ανδριόπουλου και Μάνου Ελευθερίου «Θα σε ξαναβρώ στους μπαξέδες» συνδέθηκε επίσης με το ΠΑΣΟΚ, κυρίως λόγω του στίχου «τρεις του Σεπτέμβρη να περνάς», ημερομηνία ίδρυσης του κινήματος (3/9/74).

Το 2011 ο συνθέτης Ηλίας Ανδριόπουλος δήλωσε ότι απαγορεύει στο ΠΑΣΟΚ να κάνει χρήση του τραγουδιού.

Είχε προηγηθεί η δήλωση της Μυρσίνης Λοΐζου, η οποία με επιστολή της προς τον Γιώργο Παπανδρέου ζητούσε να μην χρησιμοποιείται το τραγούδι «Καλημέρα ήλιε» στις συγκεντρώσεις του κόμματος.

Στη Νέα Δημοκρατία, από το 2000 έως το 2009, το τραγούδι που ακουγόταν σε όλη την προεκλογική εκστρατεία ήταν το «Θα έρθεις σαν αστραπή» του Σταμάτη Σπανουδάκη.

Ένα ακόμα τραγούδι της ΝΔ, ως άλλος ύμνος, είναι το «Ζήτω η Νέα Δημοκρατία» από τον Ρόμπερτ Ουίλιαμς.

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης επέλεξε να εμφανίζεται με επικό ηχόχρωμα – στις συγκεντρώσεις του ακουγόταν ένα απόσπασμα από ορχηστρικό κομμάτι του Μίκη Θεοδωράκη για τον Αλέξη Ζορμπά.

Η Αριστερά είχε πάντα το δικό της ιδιαίτερο ρεπερτόριο, που παρέπεμπε στα ηρωικά χρόνια του παρελθόντος και στους αγώνες.

Το 2012, ο ΣΥΡΙΖΑ έκλεινε τις ομιλίες του Αλέξη Τσίπρα με το Bella Ciao, τον ύμνο των Παρτιζάνων που γράφτηκε στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στην εκλογική αναμέτρηση του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ επενδύει το προεκλογικό του σποτ με το τραγούδι «Ντιρλανταντά» του Διονύση Σαββόπουλου και τη φωνή του Νίκου Ξυλούρη.

Η πρώτη ομιλία Τσίπρα μετά την εκλογική νίκη συνοδεύτηκε από το «Rock the Casbah» των Clash.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος προτιμούσε επαναστατικά τραγούδια, όπως όσα περιλαμβάνονται στον δίσκο Φουέντε Οβεχούνα, τον τρίτο κατά σειρά του Θάνου Μικρούτσικου.

Ο Χαρίλαος Φλωράκης πριν εμφανιστεί σε προεκλογικές ομιλίες προτιμούσε το «Όταν σφίγγουν το χέρι» του Γιάννη Ρίτσου.

Τραγούδια -με μελοποιημένη ποίηση- από τον Μίκη Θεοδωράκη βρίσκονταν στις επιλογές του ΚΚΕ, κυρίως το «Λίγο ακόμα» του Γιώργου Σεφέρη και «Της Δικαιοσύνης Ήλιε Νοητέ» του Οδυσσέα Ελύτη.

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις