Γράφει Μαρία Θερμού
Απρίλιος του 1957 μια χρυσή λίρα τοποθετείται στα θεμέλια της οικίας, που ξεκινά να κτίζεται πίσω από το Καλλιμάρμαρο και η σφαγή ενός μαύρου κόκορα, θυσία-εξαγνισμός για το στέριωμα του οικοδομήματος, ακολουθεί.
Σεπτέμβριος του 2023 και η είδηση μιας επικείμενης πώλησης αυτού σπιτιού θα μπορούσε να περνά απαρατήρητη. Αν δεν επρόκειτο για το σπίτι του Γιώργου Σεφέρη, την εμβληματική ιδιόκτητη κατοικία της οδού Άγρας 20. Εκεί όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του με την αγαπημένη του Μαρώ ο μεγάλος ποιητής, εκεί όπου δούλεψε, διάβασε, δέχθηκε και συνομίλησε με διανοούμενους απ΄ όλο τον κόσμο, εκεί όπου έμαθε τα νέα για την απονομή του βραβείου Νόμπελ μια βραδιά του 1963.
Ο θάνατος της Άννας Λόντου τον περασμένο Δεκέμβριο, κόρης της Μαρώς Σεφέρη και προγονής του ποιητή άφησε το σπίτι χωρίς μόνιμο κάτοικο, σημαίνοντας ταυτόχρονα και τον προβληματισμό για το μέλλον του, καθώς τώρα πλέον ανήκει στην κόρη και κληρονόμο της Λόντου, Δάφνη Κρίνου.
Όπως έχει γίνει γνωστό από έγκυρες πηγές η κυρία Κρίνου προτίθεται να αναζητήσει αγοραστή για το οίκημα, έχει έρθει μάλιστα σε κάποιες συζητήσεις με μεσίτες ενώ άλλες πληροφορίες μιλούν για επαφές και με ιδρύματα. Μια ιδανική περίπτωση η τελευταία ασφαλώς, γιατί κανείς δεν θα ήθελε να περάσει το σπίτι του Σεφέρη σε ξένα χέρια ενώ θα μπορούσε αναμφίβολα να γίνει μουσείο, όπως αξίζει στον ποιητή. Αρκεί βεβαίως να υπάρξει το ενδιαφέρον γι΄αυτόν το σκοπό.
Ένα έτοιμο μουσείο
«Είναι έτοιμο ως μουσείο, είναι κρίμα να χαθεί αυτή η ευκαιρία», λέει ο κ. Δημήτρης Δασκαλόπουλος, μελετητής και βιβλιογράφος του Σεφέρη στον οποίο απευθύνθηκε το mononews (η «Βιβλιογραφία Γιώργου Σεφέρη, 1922-2016» Δημήτρη Δασκαλόπουλου κδόθηκε από το Ίδρυμα Ουράνη).
«Όλα τα πράγματα βρίσκονται μέσα στο σπίτι», προσθέτει. «Τα προσωπικά αντίτυπα βιβλίων του Σεφέρη, βιβλία άλλων λογοτεχνών στους οποίους ανέτρεχε συχνά, πολλά λευκώματα, πίνακες ζωγράφων, τα πάντα. Και στο υπόγειο ένα ολόκληρο ράφι είναι κατειλημμένο από την α΄ έκδοση των ‘‘Τριών Κρυφών Ποιημάτων’’ από το Γαλλικό Ινστιτούτο, το μόνο βιβλίο, που δεν εκδόθηκε από τον Ίκαρο. Είναι εξάλλου το σπίτι από το οποίο είχε περάσει όλη η διανόηση, ΄Ελληνες και ξένοι που ασχολήθηκαν με τον Σεφέρη. Ο ΄Εζρα Πάουντ, ο Ηλίας Βενέζης, ο Σαββίδης, ο Μαρωνίτης, ο Λορεντζάτος, ο Έντμουντ Κήλυ, οι πάντες».
Ο ίδιος ωστόσο, όπως μας λέει, αν και προσπάθησε να έρθει σε επαφή με την κυρία Κρίνου, αυτό δεν κατέστη δυνατό.
Το δικό του σπίτι
Έχοντας ζήσει για πολλά χρόνια στο εξωτερικό ο Γιώργος Σεφέρης επιθυμούσε διακαώς ένα δικό του σπίτι, όπου θα έμεναν με την Μαρώ κι αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην μεταξύ τους αλληλογραφία, όταν εκείνος βρισκόταν στο Λονδίνο. Όπως προκύπτει από την μελέτη «Μαρώ και Γιώργος Σεφέρης, Αλληλογραφία Β΄ (1944-1959)», εκδόσεις Ίκαρος σε επιμέλεια της Μαρίας Στασινοπούλου, η αγορά του οικοπέδου έγινε το 1956 με χρήματα και των δύο –η Μαρώ μάλιστα είχε ήδη πουλήσει μία έκταση στην περιοχή του Συμμαχικού Στρατιωτικού Νεκροταφείου στην Πικροδάφνη του Φαλήρου.
Το οικόπεδο το είχε βρει η Μαρώ, η οποία αναζητούσε ένα σημείο στην πόλη με σχετική ησυχία, όπως επιθυμούσε ο Σεφέρης. Και όπως σημειώνει η κυρία Στασινοπούλου στο βιβλίο της, η Μαρώ επέβλεπε τις εργασίες για το σπίτι ενώ όμως, η αλληλογραφία με τον Σεφέρη ήταν συνεχής. Εκείνη του μετέφερε κάθε εξέλιξη και στη συνέχεια την συζητούσαν, προκειμένου να πάρουν αποφάσεις. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα, ότι συζήτηση μεταξύ τους γινόταν, ακόμη και για τις μικρές λεπτομέρειες, όπως τα πόμολα του σπιτιού.
Μνήμες Νόμπελ
Με ύφος νησιώτικο, αν και στο κέντρο της Αθήνας, κατάλευκο και με γαλάζια παράθυρα, το σπίτι άρχισε να κτίζεται το 1957 για να ολοκληρωθεί το ’60. Αρχιτέκτονας ήταν ο Παναγιώτης Μανουηλίδης, ο οποίος δημιούργησε έναν κύβο σε δύο επίπεδα – με τον όροφο σε προβολή – εσωτερική αυλή με κήπο και υπόγειο. Το ισόγειο μάλιστα λειτουργούσε ως ανεξάρτητο τμήμα. Ασανσέρ οδηγεί κατ΄ευθείαν από τον όροφο στο υπόγειο.
Ο Σεφέρης έζησε εδώ από το 1962 ως το θάνατό του, τον Σεπτέμβρη του 1971 για να αφήσει μόνη της τη Μαρώ, που απεβίωσε τον Μάρτιο του 2000. Δεν ήταν πολλά τα χρόνια του σ΄αυτό το σπίτι, ήταν όμως σημαντικά.
Στις 24 Οκτωβρίου του 1963 καθισμένοι στην αυλή του σπιτιού ο ίδιος και η Μαρώ, με τον Γιώργο Σαββίδη και άλλους φίλους περιμένουν την ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας για το βραβείο Νόμπελ. Ήταν η τέταρτη, σχεδόν συνεχόμενη χρονιά, που προτεινόταν από μέλη της Ακαδημίας ή σπουδαίες προσωπικότητες των Γραμμάτων – το 1961 είχε προταθεί από τον Έλιοτ – και αυτή τη φορά ήταν η τυχερή.
Η αυλή γέμισε από φωνές χαράς και ενθουσιασμού για την επιτυχία του Σεφέρη και της Ελλάδας και στη γενική ευωχία που επικράτησε, συνέβαλε και η σαμπάνια, που πρόσφερε η προνοούσα Μαρώ. Όπως αναφέρουν οι περιγραφές, μόνον ο ίδιος όμως δεν ήπιε, εξ αιτίας του έλκους που τον ταλαιπωρούσε. Γρήγορα άρχισε να συγκεντρώνεται και κόσμος, με πρώτο τον Ηλία Βενέζη και πολλούς δημοσιογράφους ενώ μία ομάδα από παιδάκια εμφανίστηκαν στην οδό Άγρας τραγουδώντας στα σουηδικά!
Ο Γιώργος Σεφέρης «Επελέγη δια το υπέροχον λυρικόν ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από εν βαθύ αίσθημα δια το ελληνικόν πολιτιστικόν ιδεώδες», όπως ανακοινώθηκε από τη Σουηδική Ακαδημία. Με τον ίδιο να δηλώνει πως «Η Σουηδική Ακαδημία ηθέλησε να εκδηλώση την αλληγγεύην της προς την σημερινή και ζωντανή Ελλάδα του πνεύματος».
Η γενναιοδωρία της Λόντου
Το σπίτι άνοιξε και πάλι στον κόσμο, χάρις στην Άννα Λόντου, μια δυναμική, φιλόξενη και γενναιόδωρη γυναίκα, που με τις επιλογές της στη διαχείριση του έργου του Σεφέρη, συνέβαλε στην διάδοσή του και στις νεώτερες γενιές. Η ίδια μετά τον θάνατο της μητέρας της προχώρησε μάλιστα και σε μία ανακαίνιση του σπιτιού, ώστε να έχει «έναν μουσειακό χαρακτήρα και μια ιστορική αξία», όπως είχε πει σε συνέντευξή της.
Άγνωστο ωστόσο, τι απέγινε η η κάβα με τα κρασιά που φυλάσσονταν σε ψυγείο στο υπόγειο, όπως θυμάται ο κ. Δασκαλόπουλος. Ήταν μια ενασχόληση του δεύτερου συζύγου της, Γιάννη Μαρμαρινού -απεβίωσε πριν από εκείνην – ο οποίος ήταν αξιωματικός του Ναυτικού. Είχε πάρει μέρος μάλιστα στην ανταρσία του Ναυτικού κατά την δικτατορία.
Διαμένοντας μονίμως στο Λονδίνο η κόρη της Λόντου, Δάφνη Κρίνου, διαπρέπει σήμερα στον καλλιτεχνικό χώρο ως Daphne Krinos για τα τολμηρά και εντυπωσιακά της σχέδια σε κοσμήματα.
Όπως αναφέρεται στην επίσημη ιστοσελίδα της, ίδρυσε το στούντιό της στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και έχει πλέον, πιστό κοινό που την ακολουθεί ενώ τα έργα της περιλαμβάνονται στις μόνιμες συλλογές του Μουσείου Victoria & Albert, της Goldsmiths Company και του Crafts Council μεταξύ άλλων. Πρόκειται άλλωστε για γλυπτά κοσμήματα, άμεσα αναγνωρίσιμα, λόγω της έντονης χρήσης χρώματος και του σχεδιασμού τους.
Το σπίτι της οδού Άγρας είναι σήμερα κλειστό και μόνον η γυναίκα, που φρόντιζε την Άννα Λόντου περνά ανά τακτά διαστήματα για να το επιβλέπει.
«Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν…», γράφει ο Σεφέρης στην «Κίχλη». Τούτο παραμένει ακόμη εκεί