Μάλλον τα ακριβά αρώματα δεν μπαίνουν πια σε μικρά μπουκαλάκια. Τα Sauvage Dior, La Vie Est Belle, Paco Rabanne Fame, Tom Ford, Burberry Goddess, Flora της Gucci και πολλά άλλα γνωστά αρώματα που κοστίζουν από 85 έως 200 ευρώ τα 50 ή τα 100 ml, συναντιούνται πια στα ίδια μικρά μπουκαλάκια, αλλά για 9 και 15 ευρώ. Αυτό κάπως αλλάζει τα δεδομένα περί ακρίβειας και χωρητικότητας, δεν νομίζετε;
Αφορμή για το θέμα αυτό στέκεται ένα βίντεο στο Tik Tok. Μια γυναίκα από την Αμερική καταφθάνει στην Ελλάδα για διακοπές και συγκεκριμένα στα Χανιά. Μέσα από την γνωστή εφαρμογή, ανεβάζει ένα βίντεο στο οποίο εμφανίζεται η ίδια να κάνει βόλτα στο παλιό λιμάνι των Χανίων και να ενθουσιάζεται όταν βλέπει τα μαγαζιά που πωλούν αρώματα απομιμήσεις. Στο βίντεο εξηγεί ότι υπάρχει μια απομίμηση για κάθε γνωστό και αγαπημένο μας άρωμα μεγάλου οίκου και ότι το κόστος είναι κοντά στο 1/10 της κανονικής τιμής -σε κάποιες περιπτώσεις και περισσότερο- του αυθεντικού προϊόντος. Στην περιγραφή του βίντεό της αναλύει πως αυτά τα μαγαζιά υπάρχουν παντού στην Ελλάδα και αποτελούν μια εναλλακτική λύση, όσο πιο κοντά γίνεται στην αρχική μυρωδιά του αγαπημένου μας αρώματος, χωρίς βέβαια να διαρκούν τόσο πολύ. Και κυρίως, χωρίς να έχουν το ίδιο αρωματικό αποτέλεσμα όπως τα αληθινά.
Το αγοραστικό τους κοινό τα αποθεώνει, αφού έλκεται από την τιμή των προϊόντων και πλέον η τάση ξεφεύγει γεωγραφικά από την Ευρώπη και ταξιδεύει και σε άλλες ηπείρους. Απόδειξη τα χιλιάδες βίντεο του Tik Τok με τα αρώματα απομιμήσεις και τις συγκρίσεις τους με τα αυθεντικά. Ήδη το hashtag #dupes και #dupe (δηλαδή απομιμήσεις) έχουν 3,2 και 5,6 δις προβολών στην εφαρμογή, ακόμα και αν δεν αναφέρονται αποκλειστικά και μόνο στα αρώματα.
Απομιμήσεις…πώς το κάνουν και πώς ξεκίνησαν;
Οι αντιγραφές αρωμάτων δεν είναι κάτι νέο σαν πρακτική. Αν και στις αρχές της βιομηχανίας αρωμάτων, οι αρωματοποιοί χρησιμοποιούσαν φυσικά συστατικά για τη δημιουργία τους, όσο η βιομηχανία μεγάλωνε και η ζήτηση αυξανόταν, το ίδιο συνέβαινε και με το κόστος των πρώτων υλών που απαιτούνταν για την παραγωγή των αρωμάτων. Αυτό οδήγησε στην ανάπτυξη συνθετικών αρωμάτων που ήταν φθηνότερα στην παραγωγή.
Η δημοτικότητα των αρωματικών αντιγράφων όμως απογειώθηκε πραγματικά τη δεκαετία του 1990, με την άνοδο των αρωμάτων που ανήκαν σε διασημότητες. Πολλά από αυτά τα αρώματα ήταν ακριβά και απρόσιτα για τον άνθρωπο μέσου εισοδήματος, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη αρωματικών αντιγράφων που ήταν εμπνευσμένες από αυτά τα προϊόντα των celebrities, αλλά κόστιζαν πολύ λιγότερο. Με την επέλαση του διαδικτύου φυσικά αυτό το φαινόμενο γιγαντώθηκε, καθώς έγινε ευκολότερο για τις μικρότερες εταιρείες αρωμάτων να προωθούν και να πωλούν τα dupes (απομιμήσεις) τους, εκτοξεύοντας σταδιακά τη δημοτικότητά τους. Πολλοί φυσικά, αναρωτιούνται πώς γίνεται να κοπιάρεται ένα πολυτελές άρωμα και το αντίγραφο να θυμίζει τόσο πιστά το αυθεντικό.
Σήμερα, υπάρχει η θεωρία (συνωμοσίας;) ότι πολλές εταιρείες, για οικονομικούς σκοπούς, “διαρρέουν” τη φόρμουλα του αρώματος σε μερικούς προμηθευτές, οι οποίοι στη συνέχεια το διανέμουν σε όλο τον κόσμο πολύ φθηνότερα. Με αυτόν τον τρόπο, καταφέρνουν πραγματικά να πουλήσουν πολλά αρώματα, αντί για ένα προϊόν πολυτελείας που μόνο λίγοι θα αγοράσουν και να προωθήσουν με έναν λίγο ιδιαίτερο τρόπο το brand τους. Παράλληλα, πολλοί πιστεύουν ότι τα αρώματα αντιγράφονται μέσω μιας προηγμένης τεχνικής που ονομάζεται Gas chromatography (χρωματογραφία αερίων) και η οποία μπορεί να δείξει την ακριβή συγκέντρωση κάθε αρωματικής ουσίας που χρησιμοποιείται σε ένα άρωμα.
Βιομηχανία απομιμήσεων
Τα αρώματα αποτελούν σημαντικό κρίκο της οικονομίας και της βιομηχανίας των καλλυντικών, σημειώνοντας, σύμφωνα με τη Διεθνή Ένωση Αρωμάτων, πωλήσεις ύψους 7,3 δισ. ευρώ σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο μεγαλύτερη αγορά της είναι φυσικά η Ευρώπη και οι βασικοί παίκτες της είναι οι οίκοι Chanel SA, Dolce & Gabbana, LVMH Louis Vuitton Moët Hennessy, Burberry Group PLC και PVH Corp, οι οποίοι κυριαρχούν στην αγορά με τη βοήθεια σημαντικών στρατηγικών που περιλαμβάνουν εξαγορές, επεκτάσεις και λανσαρίσματα προϊόντων, σύμφωνα με στοιχεία της Mordor Intelligence, εταιρεία που παρέχει εκθέσεις έρευνας αγοράς.
Ωστόσο, αν και μεγάλη και ταχέως αναπτυσσόμενη, η αγορά πολυτελών αρωμάτων αντιμετωπίζει μια νέα πρόκληση, η οποία παίρνει την μορφή των αρωμάτων απομιμήσεων. Μεταξύ 2017 και 2018, μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο κατασχέθηκαν περισσότερα από 2,2 εκατομμύρια πλαστά είδη περιποίησης σώματος, συμπεριλαμβανομένων καλλυντικών και αρωμάτων, σύμφωνα με τον παγκόσμιο Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Στις αρχές Οκτωβρίου 2022 επίσης, ο όρος “perfume dupes” είχε αυξηθεί κατά 650% στο Google Trends του Ηνωμένου Βασιλείου και οι όροι αναζήτησης Aldi, Zara, Lidl και M&S “perfume dupes list 2022” ήταν όλοι οι όροι αναζήτησης που ξεχώρισαν. Αυτό φυσικά δεν αποτελεί μεγάλη έκπληξη, αν σκεφτούμε ότι τόσο η Αγγλία, όσο και η Ευρώπη βρίσκεται στη μέση μιας βιοποριστικής κρίσης, με το κόστος ζωής να αγγίζει ποσά απαγορευτικά και τις αγορές ειδών πολυτελείας να συρρικνώνονται. Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση.
Τα αρωματοπωλεία αυτά ξεκίνησαν να ξεπηδούν σε κάθε γωνία της Αθήνας, από τον Πειραιά μέχρι την Κηφισιά, ξεκινώντας πριν από περίπου 6 με 7 χρόνια, με το φαινόμενο να εντείνεται τα τελευταία πέντε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περιοχή του Παγκρατίου όπου σε μια χιλιομετρική ακτίνα 1-2 χιλιομέτρων υπάρχουν τουλάχιστον 17 αρωματοπωλεία με απομιμήσεις. Σε αυτά ο καθένας μπορεί να βρει όποιο πολυτελές άρωμα του αρέσει και αγαπά και να το ντουμπλάρει για το μικρό ποσό των 9 έως 15 ευρώ κατά μέσο όρο στα ίδια ml της αυθεντικής συσκευασίας, με μια ελάχιστη διαφορά στην μυρωδιά.
Πόσο νόμιμοι είμαστε όταν αγοράζουμε αυτά τα αρώματα;
Πολύ, αυτή είναι η απάντηση. Οι απομιμήσεις δεν είναι πλαστά αρώματα -που είναι όντως παράνομα-, αλλά απλά κόπιες που πουλιούνται σε άλλο μπουκαλάκι και με άλλο όνομα. Αυτές οι εταιρείες και τα καταστήματα απομιμήσεων μπορούν να υπάρχουν επειδή, σε αντίθεση με τα λογότυπα ή τα μονογράμματα, οι τύποι αρωμάτων δεν προστατεύονται από πνευματικά δικαιώματα. Επιπλέον, προσφέρουν ένα ελκυστικό μοντέλο για τους καταναλωτές αφού ισχυρίζονται ότι “εκδημοκρατίζουν” το άρωμα μέσω χαμηλότερων τιμών, παρέχοντας πολύτιμες αρωματικές φόρμουλες στις μάζες, χωρίς την προσαύξηση τιμών λόγω οίκου και διασημοτήτων.
Έτσι, με τον δρόμο να παραμένει ανοιχτός για τις απομιμήσεις, όλο και περισσότερα καταστήματα υιοθετούν αυτή την πρακτική, ενώ ταυτόχρονα μεγάλες αλυσίδες fast fashion μπαίνουν στο παιχνίδι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Zara, της οποίας τα αρώματα κυκλοφορούν εδώ και αρκετό καιρό, μιμούνται πολύ γνωστά πολυτελή αρώματα, όπως τα Olympea του Paco Rabanne, J’ Adore του Dior, Flora του Gucci και έχουν τραβήξει περισσότερη προσοχή χάρη στο TikTok, εκεί όπου συγκεντρώνουν πάνω από 350 εκατομμύρια προβολές τη στιγμή αυτή. Τους βηματισμούς του Zara ακολουθούν τα Marks and Spencer και το Lidl, δείχνοντας έτσι ότι το μέλλον της αγοράς απομιμήσεων αρωμάτων μοιάζει ευοίωνο, τουλάχιστον όσο υπάρχει πληθωρισμός και Tik Tok.
Φωτογραφίες: Getty Images / Ideal Image