Ο Πελέ θεωρείται (κυρίως από τους παλαιότερους) ως ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής του κόσμου. Οι πιο νέοι έχουν να προτείνουν τον Μαραντόνα και τον Κρόιφ και οι αρκετά νεώτεροι τον Μέσι και τον Ρονάλντο. Κανείς όμως ποδοσφαιρόφιλος δεν διανοείται να αφήσει εκτός οποιασδήποτε δεκάδας με τους ημίθεους της στρογγυλής θεάς τον Έντσον Αράντες ντο Νασιμέντο, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα.
Αθλητής μετρίου αναστήματος (ύψος 1,73 μέτρα και βάρος 72 κιλά), συνδύαζε όλα τα γνωρίσματα ενός μεγάλου ποδοσφαιριστή: ακρίβεια στην πάσα, ισχυρό σουτ, απίθανη ντρίμπλα και προβλεπτικότητα στις κινήσεις των αντιπάλων του. Τον αποκαλούσαν «Perola Negra» («Μαύρο Μαργαριτάρι») και η ποδοσφαιρική του αίγλη τον κατέστησε εθνικό ήρωα της Βραζιλίας. Η απουσία της τηλεόρασης την εποχή που μεσουρανούσε το άστρο του φούντωσε ακόμη περισσότερο τον μύθο του.
Ο Πελέ γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1940 στην πόλη Τρες Κορασόες (Τρεις Καρδιές) της πολιτείας Μίνας Ζεράις της Βραζιλίας. Ο πατέρας του Ζοάο Ράμος ντο Νασιμέντο ή Ντοντίνιο ήταν ποδοσφαιριστής σε μικρές ομάδες της περιοχής (με εξαίρεση ένα διάστημα στην Ατλέτικο Μινέιρο) και τον μύησε στα μυστικά της μπάλας. Το παρατσούκλι Πελέ, που δεν σημαίνει κάτι στα πορτογαλικά, του το κόλλησαν οι συμμαθητές του στο σχολείο, όταν είχε αποκαλέσει κατά λάθος Πελέ τον Μπιλέ τον τερματοφύλακα της Βάσκο Ντα Γκάμα που ήταν ο αγαπημένος του ποδοσφαιριστής.
Η ποδοσφαιρική σταδιοδρομία του άρχισε στην εφηβική ομάδα της Μπαουρού, στην πολιτεία του Σάο Πάουλο, όπου ο πατέρας του είχε κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. Το 1956 η Σάντος εκτίμησε το ταλέντο του και τον ενέταξε στη δύναμή της. Με την ασπρόμαυρη φανέλα αγωνίστηκε στη θέση του επιθετικού μέσου, το διάστημα 1956-1974, σε 638 παιγνίδια επιτυγχάνοντας 619 γκολ. Με τη Σάντος ο Πελέ κατέκτησε 6 πρωταθλήματα Βραζιλίας και 6 διεθνείς τίτλους (3 Διηπειρωτικά και 3 Κόπα Λιμπερταδόρες). Στις 20 Νοεμβρίου 1969, στην 909η συμμετοχή του σε αγώνα Α’ Κατηγορίας της Βραζιλίας, σημείωσε το 1.000ό τέρμα του.
© SanSimera.gr