Πέρασε στην ιστορία ως η πιο πατριωτική απάντηση Έλληνα πολιτικού και δεν είναι άλλο από το περίφημο «ΟΧΙ». Φέρεται να το είπε ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Ιωάννης Μεταξάς στον Ιταλό πρέσβη στην Αθήνα Εμανουέλε Γκράτσι τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου του 1940.
O Ιωάννης Μεταξάς το είπε το «ΟΧΙ» ή το υπονόησε με την άρνηση του; Ποιος πραγματικά είπε το «ΟΧΙ» που έγινε σύμβολο της ελληνικής αντίστασης και του έπους του 1940;
Κι όμως αυτός που είπε – για την ακρίβεια – έγραψε το «ΟΧΙ» ως τίτλο του άρθρου του για τις εξελίξεις ήταν ένας εκδότης διευθυντής καθημερινής αθηναϊκής εφημερίδας, δύο ημέρες μετά την επίσκεψη Γκράτσι στο σπίτι του Μεταξά.
Τα ξημερώματα στην Κηφισιά
Ήταν 3 τα ξημερώματα της Δευτέρας 28 Οκτωβρίου 1940. Ο Γκράτσι φτάνει στο σπίτι του Μεταξά στην Κηφισιά. Κρατάει στα χέρια του ιδιόχειρο τελεσίγραφο με το οποίο και απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του ιταλικού στρατού από την ελληνοαλβανική μεθόριο προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία του Βασιλείου της Ελλάδος, όπως γέφυρες, λιμάνια, αεροδρόμια και νησιά για ανάγκες ανεφοδιασμού και άλλων διευκολύνσεών του, στη μετέπειτα προώθησή του στην Αφρική.
«Τα χέρια του Μεταξά έτρεμαν ελαφρά»
«Μόλις καθίσαμε, του είπα ότι η κυβέρνησή μου μού είχε αναθέσει να του κάνω μία άκρως επείγουσα ανακοίνωση και χωρίς άλλα λόγια και του έδωσα το κείμενο. Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει. Τα χέρια που κρατούσαν το χαρτί έτρεμαν ελαφρά, και μέσα από τα γυαλιά έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν όπως συνήθιζε όταν ήταν συγκινημένος», έγραψε ο Εμανουέλε Γκράτσι το 1945 στα απομνημονεύματα του περιγράφοντας τις ιστορικές στιγμές και συνεχίζει:
«Λοιπόν… έχουμε πόλεμο»
«Όταν [ο Μεταξάς] τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο και μου είπε με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή φωνή: «Alors, c’est la guerre!» (λοιπόν έχουμε πόλεμο). Τού απάντησα ότι η ιταλική κυβέρνηση ήλπιζε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα δεχόταν τα αιτήματά της και θα άφηνε να περάσουν ελεύθερα τα ιταλικά στρατεύματα τα οποία θα άρχιζαν τις μετακινήσεις τους στις 6 το πρωί. Ο Μεταξάς με ρώτησε τότε πως θα μπορούσα να σκεφτώ ότι ακόμα και αν είχε πρόθεση να ενδώσει θα του ήταν δυνατόν μέσα σε τρεις ώρες να λάβει τις διαταγές του βασιλιά και να δώσει τις απαραίτητες οδηγίες για την ελεύθερη διέλευση των ιταλικών στρατευμάτων».
Αρχισαν άμεσα οι βομβαρδισμοί
Στην πραγματικότητα ο Μεταξάς είπε τη φράση «λοιπόν έχουμε πόλεμο» δίνοντας έμεση άρνηση προς τον Ιταλό πρεσβευτή ο οποίος και αποχώρησε άπρακτος. Η συνέχεια γνωστή. Πολύ πριν λήξει το τελεσίγραφο η ιταλική αεροπορία χτυπά ελληνικές πόλεις, μεταξύ αυτών και την Πάτρα και μάλιστα δύο φορές σκοτώνοντας περισσότερους από 50 αμάχους που στην πλειοψηφία τους βρίσκονται στο δρόμο.
Ποιος είπε το «ΟΧΙ»;
Και αφού δεν είπε ο Ιωάννης Μεταξάς το «ΟΧΙ», τότε ποιος το είπε; Στην πραγματικότητα η απάντηση του «ΟΧΙ» παγιώθηκε στη συνείδηση όλων των Ελλήνων 48 ώρες αργότερα από το τελεσίγραφο του Γκράτσι…
Ο διευθυντής και εκδότης Νίκος Π. Ευστρατίου
Ήταν ο τίτλος του άρθρου του εκδότη και διευθυντή της εφημερίδας «Ελληνικόν Μέλλον» Νίκου Π. Ευστρατίου ο οποίος θεωρούνταν μία από τις σημαντικότερες μορφές της εποχής. Έγραφε στην πρώτη παράγραφο ο Ευστρατίου:
«Η Ελλάς εδέχθη ένα τελεσίγραφον. Και έδωσεν μίαν απάντησιν. Όχι. Της εζητήθη να παραβιάση την ουδετερότηταν της. Απήντησεν: Όχι. Της ηξιώθη να παραβή τον λόγο της. Τα χείλη της εκινήθησαν αυτομάτως. Και απήντησεν: Όχι.», γράφει στο επικό άρθρο του ο Νίκος Π.Ευστρατίου. Το άρθρο με τον τίτλο του έγινε σημαία. Η μία μετά την άλλη οι εφημερίδες παρά τον έντονο ανταγωνισμό υιοθετούν το «ΟΧΙ» ως απάντηση και σύμβολο της αντίστασης των Ελλήνων κατά των Ιταλών, αλλά και λίγους μήνες αργότερα στις 6 Απριλίου 1941 όταν η εφημερίδα «Βραδυνά» το βάζει τίτλο με αφορμή την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα.
Τους βομβαρδίζουν και… πανηγυρίζουν
Όπως γράφουν οι εφημερίδες εκείνων των ημερών οι ώρες είναι κρίσιμες. Οι Ιταλοί βομβαρδίζουν τις ελληνικές πόλεις, αλλά το παράδοξο είναι πως οι Έλληνες όχι μόνο δεν κρύβονται στην ασφάλεια των σπιτιών τους αλλά ζητωκραυγάζουν συνθήματα υπέρ του Έθνους και του Ελληνικού Στρατού, ενώ στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις ιταλικές επιχειρήσεις γίνονται στόχος των διαδηλωτών.
Και ο τορπιλισμός της «Έλλης»
Αξίζει να σημειωθεί πως την ώρα που ανοίγει το μέτωπο στα ελληνοαλβανικά σύνορα βγαίνουν επίσημα και οι αποκαλύψεις για τη βύθιση της «Έλλης» τον Δεκαπενταύγουστο του 1940 στο λιμάνι της Τήνου. Όπως αποκαλύπτεται με ντοκουμέντα πρόκειται για ιταλικές τορπίλες δημιουργώντας έτσι ένα εκρηκτικό μείγμα στην ελληνική κοινή γνώμη που αναζητά μία καλή είδηση για να ανέβει το ηθικό της.
Σβήνετε τα φώτα
Κηρύσσεται Γενική Επιστράτευση και δίνονται οδηγίες προς τους πολίτες να σβήνουν τα φώτα τις νυχτερινές ώρες ή να κλείνουν τα παραθυρόφυλλα για να μη δίνουν στόχο στην ιταλική αεροπορία η οποία βομβαρδίζει αδιακρίτως. Καλούνται επίσης οι πολίτες να μένουν προστατευμένοι στα σπίτια τους ή σε καταφύγια όπου υπάρχουν, ενώ προωθείται νόμος με αυστηρές ποινές για όσους συλλαμβάνονται να κάνουν πλιάτσικα ή να επωφελούνται τις ώρες που σβήνουν τα φώτα.
Γεμίζουν τα τρένα
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου αλλά και την επομένη ημέρα – Τρίτη 29 Οκτωβρίου 1940 – το πλήθος σχεδόν παραληρεί στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας και των άλλων μεγάλων ελληνικών πόλεων. Χιλιάδες άνδρες σπεύδουν να καταταγούν στο στρατό. Τα εμπορικά βαγόνια στο σταθμό Λαρίσης γεμίζουν ασφυκτικά. «Οι Έλληνες έχουν πόλεμο και νιώθουν πως πηγαίνουν σε γιορτή», θα σχολιάσει ο επιτετραμμένος της αγγλικής πρεσβείας σε δηλώσεις του στον Τύπο της Αγγλίας που δημοσιεύει δηλώσεις του.
Από την άμυνα στην επίθεση
Εκεί που η κατάσταση κυριολεκτικά ξεπερνάει κάθε προηγούμενο είναι η αντίδραση του πλήθους στην αναγγελία των πρώτων μεγάλων επιτυχιών στο ελληνοαλβανικό μέτωπο σε βάρος των Ιταλών και όσων τους υποστηρίζουν. Ο Ελληνικός Στρατός όχι μόνο αμύνεται με επιτυχία αλλά περνάει και στην αντεπίθεση κατακτώντας μεγάλο μέρος της Αλβανίας.
Τα Δωδεκάνησα στο προσκήνιο
Ντελίριο ενθουσιασμού καταλαμβάνει τους πάντες, ενώ οι δηλώσεις θαυμασμού από τον Τσόρτσιλ και άλλους ηγέτες δίνει επικές διαστάσεις στις ελληνικές επιτυχίες, ενώ στη δημοσιότητα έρχονται πιο δυναμικά από ποτέ οι ελληνικές διεκδικήσεις για τα Δωδεκάνησα τα οποία ήταν υπό ιταλική κυριαρχία.
Και ο Ινονού… συμπαραστέκεται
Αξιοσημείωτη είναι η τηλεφωνική επικοινωνία του Ιωάννη Μεταξά με τον Ισμέτ Ινονού. Ο Τούρκος πρόεδρος εκφράζει τη συμπαράσταση του στον αγώνα των Ελλήνων και υπόσχεται να διατηρήσει την ασφάλεια στα ανατολικά της Ελλάδας.
Οι Άγγλοι βομβαρδίζουν την Αστυπάλαια
Οι Άγγλοι στηρίζουν ανοικτά την Ελλάδα και σε μία προσπάθεια να δημιουργήσουν αντιπερισπασμό και αντίποινα στους Ιταλούς βομβαρδίζουν ανηλεώς τη Νάπολη αλλά και το λιμάνι της Αστυπάλαιας Μαλτεζάνα όπου υπάρχει βάση του ιταλικού στρατού και μάλιστα είναι η πιο κοντινή στην Αθήνα και για τους Άγγλους θεωρείται στρατηγικής σημασίας.
Το έπος του ΄40 είναι γεγονός
Από τις αρχές Νοεμβρίου, δηλαδή, 4-5 24ωρα μετά την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου ακόμα και ο διεθνής Τύπος τιτλοφορεί τις ανταποκρίσεις ως το «έπος της Ελλάδας».
Η πρώτη γιορτή στο Πανεπιστήμιο
Η επέτειος του «ΟΧΙ» γιορτάστηκε για πρώτη φορά στα χρόνια της Κατοχής. Στο κεντρικό κτίριο και στον προαύλιο χώρο του Πανεπιστημίου Αθηνών πραγματοποιήθηκε ο πρώτος εορτασμός στις 28 Οκτωβρίου 1941. Γίνονταν ομιλίες από τους φοιτητές, ενώ μίλησε για την επέτειο την παραμονή και ο καθηγητής Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο οποίος αρνήθηκε να κάνει μάθημα την ημέρα της επετείου με αποτέλεσμα να απολυθεί από το Πανεπιστήμιο. Στην δεύτερη επέτειο (28/10/1942), ο εορτασμός έγινε στην Πλατεία Συντάγματος. Στον Πειραιά πραγματοποιήθηκαν ολιγοπληθείς συγκεντρώσεις. Ανέβαινε κάποιος σε μια καρέκλα, έβγαζε ένα σύντομο λόγο, και κατόπιν διαλύονταν, για να αποφύγουν επέμβαση των καραμπινιέρων. Σύμφωνα με τον Ηλία Βενέζη το 1943 γιορτάστηκε η επέτειος στο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας, στην πλατεία Κοτζιά (ο Βενέζης ήταν τότε υπάλληλος της τράπεζας). Κατέφθασαν όμως οι Γερμανοί, που είχαν την ευθύνη της αστυνόμευσης πλέον, υποχρέωσαν όσους συμμετείχαν να σταθούν με τα χέρια ψηλά μέχρι το βράδυ. Περίπου 20 άτομα στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και κάποιοι δεν επέστρεψαν.