Ολγα Κεφαλογιάννη, Γιάννης Παράσχης, Ακης Σκέρτσος, Κώστας Σκρέκας, Αλεξάνδρα Σδούκου στο συνέδριο του ΣΕΤΕ
Νέο ορόσημο και σημείο καμπής αποτελεί για τον ελληνικό τουρισμό το 2023, με τον κλάδο να περνά τώρα στην επόμενη μέρα με βασικές προτεραιότητες γύρω από τις υποδομές και τη βιωσιμότητα των ελληνικών προορισμών, τις επενδύσεις, τη διαχείριση προορισμών και την αγορά εργασίας.
Ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου του τουρισμού για την κοινωνία, την οικονομία, την επιχειρηματικότητα και το περιβάλλον, στο σημερινό, ταχύτατα μεταβαλλόμενο πλαίσιο αποτέλεσε ακριβώς και το θέμα του συνεδρίου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), με την παρουσία ουκ ολίγων εκπροσώπων του κυβερνητικού επιτελείου, της υπουργού Τουρισμού Ολγας Κεφαλογιάννη, του κ. Άκη Σκέρτσου, υπουργού Επικρατείας αρμόδιο για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου, του υπουργού Ανάπτυξης κ. Κώστα Σκρέκα, της κ. Αλεξάνδρας Σδούκου, υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Σημείο καμπής για το αναπτυξιακό πλαίσιο και το μέλλον του τουρισμού κι όχι απλά ορόσημο για τον κλάδο χαρακτήρισε το 2023 ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ κ. Γιάννης Παράσχης, κάνοντας λόγο για «εξαιρετική αναπτυξιακή δυναμική σε σχέση με άλλες χώρες της περιοχής μετά την πανδημία για τον κλάδο, ο οποίος θα παρουσιάσει φέτος μονοψήφια αύξηση σε αφίξεις και διψήφια αύξηση σε έσοδα και Κατά Κεφαλή Δαπάνη σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος αναφοράς 2019».
Από την πλευρά της, η υπουργός Τουρισμού κ. Κεφαλογιάννη προανήγγειλε νομοθετική πρωτοβουλία προκειμένου να εξειδικευτούν τα μέτρα για τη βραχυχρόνια μίσθωση σε επίπεδο θέσπισης ελάχιστων τεχνικών και λειτουργικών προδιαγραφών των καταλυμάτων, τονίζοντας ότι στόχος είναι ο κλάδος να λειτουργεί συμπληρωματικά και όχι ανταγωνιστικά στο τουριστικό προϊόν της χώρας.
«Εργαζόμαστε για τη χάραξη μίας πολιτικής που απαντά στις προκλήσεις, δημιουργώντας τις συνθήκες για μια νέα αρχή στον ελληνικό τουρισμό, ώστε να συνθέσουμε ένα προϊόν- πρότυπο που θα αναπτύσσεται με πρότυπο το μέτρο και η ισορροπία», ανέφερε η υπουργός εστιάζοντας σε προτεραιότητες όπως α) η οικονομική ανάπτυξη με παράλληλη εξασφάλιση ίσων ευκαιριών για όλους, β) η μέριμνα για το φυσικό περιβάλλον και το πολιτιστικό κεφάλαιο, η διαφύλαξη και ανάδειξη της ταυτότητας των προορισμών».
Σε αυτή την αναπτυξιακή λογική, είπε η υπουργός, έρχεται να δώσει κατευθύνσεις το νέο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον τουρισμό, το οποίο θα θέσει σταθερές και ξεκάθαρες βάσεις για την χρήση της γης στην τουριστική ανάπτυξη. Αναφέρθηκε ακόμα στη δημιουργία Οργανισμών Διαχείρισης και Προώθησης Προορισμών με τη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στην διαδικασία λήψης των αποφάσεων.
Αλλαγή στον δημόσιο διάλογο
«Ήταν μια χρονιά κατά τη διάρκεια της οποίας αναδείχθηκε με τον πιο ανάγλυφο και χρονικά συμπυκνωμένο τρόπο – όπως συμβαίνει ενίοτε μετά από μεγάλες κρίσεις – μια αλλαγή στον δημόσιο διάλογο αλλά και τις πολιτικές θέσεις αναφορικά με τις τρεις διαστάσεις που διαμορφώνουν αυτό που ονομάζουμε βιωσιμότητα στον τουρισμό δηλαδή την οικονομική διάσταση, την κοινωνική διάσταση, και την περιβαλλοντική», ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ κ. Παράσχης.
«Σε οικονομικό επίπεδο, ολοκληρώνεται ένας κύκλος που ξεκινά με την ελληνική κρίση και κορυφώνεται με την περίοδο της πανδημίας, όπου η οικονομική βιωσιμότητα και η στήριξη του τουριστικού κλάδου θεωρούνται απαραίτητα συστατικά μιας εθνικής οικονομίας που παλεύει με την ύφεση και την υψηλή ανεργία. Η δυναμική έξοδος από την πανδημία με αύξηση των τουριστικών ροών, το δυναμικό ενδιαφέρον για επενδύσεις και ειδικότερα άμεσες ξένες επενδύσεις υψηλού επιπέδου αλλά και οι αυξήσεις τιμών και εσόδων των τουριστικών επιχειρήσεων αλλάζουν πλήρως το διάλογο για την οικονομική βιωσιμότητα του τουρισμού. Η συζήτηση για την φορολογική πολιτική αλλά και την επιλεξιμότητα και τις ενισχύσεις τουριστικών επενδύσεων γίνεται πια με διαφορετικό πρόσημο.
Σε κοινωνικό επίπεδο και ειδικότερα στα εργασιακά, περνάμε από τις πολιτικές της πανδημίας για στήριξη εργαζομένων του χώρου μέσα από προγράμματα (όπως των αναστολών ή το ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ) σε ζητήματα που αφορούν στις συνθήκες εργασίας στο χώρο του τουρισμού, ενώ η υψηλή ανεργία δίνει την θέση της στο δομικό πλέον πρόβλημα ανεύρεσης ανθρώπινου δυναμικού. Σε επίπεδο τοπικών κοινωνιών, η αγωνία για την ανθεκτικότητα και το μέλλον του τουρισμού ως κύριου πυλώνα ευημερίας δίνει σε διάφορες περιοχές την θέση της σε συζητήσεις για τον «υπερτουρισμό».
Αναβιώνει το ζήτημα για τη βραχυχρόνια μίσθωση και τα προβλήματα στέγης, ενώ διατυπώνονται ερωτηματικά σχετικά με την συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών και τη διάχυση του κοινωνικού μερίσματος από τον τουρισμό. Και τέλος μέσα από τις φυσικές καταστροφές που ζήσαμε φέτος σε Έβρο, Θεσσαλία και ειδικά σε ένα από τα ελληνικά αλλά και διεθνή τουριστικά megabrands, τη Ρόδο, αναδεικνύεται με τον πιο σκληρό τρόπο η σύνδεση μεταξύ τουρισμού, κλιματικής αλλαγής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας.
Το γεγονός ότι ο κλάδος καλείται με ένα νέο μέτρο στο κλείσιμο του 2023, να συνεισφέρει διαχρονικά πάνω από 300 εκατ. ευρώ ετησίως συνδεόμενος με την έννοια της ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση – μέτρο για το οποίο έχουμε εκφράσει από την πρώτη στιγμή τις σοβαρότατες ενστάσεις μας – συμπυκνώνει με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο την αλλαγή του πλαισίου για την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα και ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού», ανέφερε ο κ. Παράσχης.
Ο ίδιος αναφέρθηκε στις πέντε κεντρικές προτεραιότητες του κλάδου, όπως τις έχει προτεραιοποιήσει ο ΣΕΤΕ σε επενδύσεις, υποδομές, διαχείριση προορισμών, αγορά εργασίας και βιωσιμότητα. Ενδεικτικά, οι υποδομές δεν επαρκούν να καλύψουν της απαιτήσεις της αύξησης ροών προς το 2030, ενώ «η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι μοναδική ευκαιρία για να αποφύγουμε μια ασύμμετρη ανάπτυξη. Το ζήτημα της αγοράς εργασίας είναι ακόμη μία δομική πρόκληση, γι’ αυτό και πραγματοποιούμε διάλογο με τα αρμόδια υπουργεία έτσι ώστε με προγράμματα κατάρτισης και προσέλκυσης να ανταποκριθούμε στις νέες απαιτήσεις, σε συνδυασμό και με τις μετακλήσεις».
Στα θέματα των εργαζομένων και των υποδομών αναφέρθηκε και ο κ. Σκέρτσος. Ο υπουργός Επικρατείας, αρμόδιος για το συντονισμό του κυβερνητικού έργου επεσήμανε ότι είναι βασικός στόχος να αναβαθμιστεί περαιτέρω η εκπαίδευση:
«Εχουμε πρόβλημα στην εξεύρεση εργαζομένων γι’ αυτό και θα προχωρήσουμε και σε διακρατικές συμφωνίες. Επιπλέον η τρέχουσα τετραετία είναι μία τετραετία μεγάλων αλλαγών, όπου θα κλείσουν οριστικά πολλές εκκρεμότητες σε σχέση με το πολεοδομικό πλαίσιο, ενώ πρέπει επίσης να λήξει και η μεγάλη εκκρεμότητα της διαχείρισης απορριμμάτων, ώστε να έχουμε ένα σωστό τουριστικό προϊόν.
Στο πλαίσιο αυτό, έχουμε 11 χώρους και 16 μονάδες διαχείρισης υπό κατασκευή, άλλοι 10 δημοπρατούνται το 2024 ώστε να λήξει οριστικά το φαινόμενο των χωματερών». Πολύ σημαντικός είναι και ο ψηφιακός μετασχηματισμός όπου συνολικά αφιερώνεται το 20% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. «Σύμφωνα με την McΚinsey», ανέφερε ο κ. Σκέρτσος, «ο ψηφιακός μετασχηματικός μπoρεί να φέρει ένα επιπρόσθετο 15% στα μεγέθη κάθε επιχείρησης και σε αυτό το κομμάτι έχει ανάγκες και ο τουρισμός ώς κλάδος, ώστε να επιτύχει μεγαλύτερη ψηφιακή ωριμότητα».
Αντικειμενικά κριτήρια στον Αναπτυξιακό
Για περισσότερα αντικειμενικά κριτήρια που θα βγούν ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες εγκρίσεων σε σχέση με τον Αναπτυξιακό έκανε λόγο ο υπουργός Ανάπτυξης, αναφέροντας ότι την τελευταία δεκαετία έχουν ενταχθεί στους αναπτυξιακούς έργα ύψους 6 δισ. ευρώ, 4,5 δισ. ευρώ στις στρατηγικές επενδύσεις και επιπλέον 1 δισ. ευρώ στο νέο κύκλο του Αναπτυξιακού. Απαντώντας ειδικότερα στη μεγάλή κριτική που ασκείται στις υπηρεσίες του υπουργείου Ανάπτυξης για το θέμα της (αργής) ταχύτητας πιστοποίησης των χιλιάδων αιτήσεων εκκρεμών επενδύσεων ο κ. Σκρέκας επεσήμανε ότι «θέλουμε να επιταχύνουμε τους ρυθμούς. Οι καθυστερήσεις οφείλονται σε δύο παράγοντες που έχουν να κάνουν καταρχάς με την αξιολόγηση και δεύτερον, τις διαδικασίες ελέγχου και υλοποίησης.
Στο κομμάτι της αξιολόγησης θα φροντίσουμε να υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια, ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες, κάτι που θέλουμε χρονικά να επιτύχουμε στον επόμενο κύκλο Αναπτυξιακού Νόμου. Στόχος είναι να μειωθεί ένα με δύο χρόνια η διάρκεια αξιολόγησης. Σε ό,τι έχει να κάνει με τον έλεγχο και την υλοποίηση, στόχος είναι να τυποποιήσουμε τις δαπάνες- κάτι που έχει πολλή δουλειά μεν, αλλά θεωρώ ότι θα καταφέρουμε να επιταχύνουμε τους ρυθμούς. Σήμερα ο ελάχιστος χρόνος είναι τρία χρόνια και η διαδικασία ολοκλήρωσης, πλήρους υλοποίησης και πληρωμής μιας επένδυσης μπορεί να είναι ακόμη και πάνω από 10 χρόνια.
Σκοπεύουμε άμεσα με μια διάταξη να δώσουμε μια τελευταία ευκαιρία έως τον Απρίλιο του 2024 να ολοκληρωθούν έργα που έχουν ενταχθεί πριν από το 2010». Σε σχέση με την αντικειμενικόττηα των κριτηρίων, θα έχει μεγάλη βαρύτητα το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της μονάδας που θα θέλει να ενταχθεί, λαμβάνοντας π.χ. περισσότερα μόρια αν έχει χαμηλό ή μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα και χαμηλή ποσότητα αποβλήτων. Για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και σε σχέση με την πρόσβασή τους σε χρηματοδοτικά εργαλεία για τον εκσυγχρονισμό και τον πράσινο μετασχηματισμό τους, ο ίδιος ανέφερε ότι «αυτά δεν λείπουν».
Από την πλευρά, της η κ. Αλεξάνδρα Σδούκου, υφυπουργός ΠΕΝ αναφέρθηκε στην ανάγκη για ενεργειακό μετασχηματισμό των τουριστικών επιχειρήσεων, μέσω και των νέων εργαλείων που δρομολογούνται να «ανοίξουν» τον επόμενο μήνα: Ειδικά για τις τουριστικές επιχειρήσεις 100 εκατ. ευρώ έχουν δεσμευτεί για την ενεργειακή αναβάθμιση των τουριστικών καταλυμάτων μικρών μεσαίων και μεγάλων, με επιδότηση έως 50%, για εξοικονόμηση ενέργειας κατά 40% και μείωση αποτυπώματος άνθρακα κατά 30- 35%.
Παράλληλα, με δεδομένο και τον κορεσμό των δικτύων, θα «ανοίξει» ένα ακόμα πρόγραμμα ύψους 160 εκατ. ευρώ που θα απευθύνεται σε όλες τις επιχειρήσεις και θα αφορά την επιδότηση για εγκατάσταση φωτοβολταϊκών και μπαταρίας. Η κ. Σδούκου έκανε λόγο για δυναμική της προσπάθειας της χώρας προς την κατεύθυνση της αειφορίας, «όπου το 2030 το παραγόμενο ρεύμα στην Ελλάδα θα παράγεται από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας».