Ήταν οι Beatles και τίποτε το απροσπέλαστο δεν έμοιαζε να ορθώνεται ως εμπόδιο γι’ αυτούς. «Πιο δημοφιλείς από τον Ιησού Χριστό» για να δανειστούμε την περίφημη ατάκα του Τζον Λένον εκείνη την εποχή, που είχε προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων. Φαντάζει ιερόσυλη δήλωση, όμως μετάφερε πλήρως το μέγεθος της δημοτικότητας των «Σκαθαριών», την ασύγκριτη απήχησή τους στην παγκόσμια ποπ κουλτούρα.
Κάθε άλλο παρά εύκολο ήταν προφανώς να διαχειριστούν τόση δημοσιότητα. Τα «Σκαθάρια» συχνά πυκνά φλέρταραν με την ιδέα του break, του να ξεφύγουν από την απάνθρωπη πίεση των media και της ασφυκτικής αγάπης των φαν. Ορμώμενοι και από το πνεύμα ελευθερίας και απελευθέρωσης της εποχής, τη θέλησή τους να ζήσουν τα πάντα, στο όριο.
Αναζητώντας στιγμές ανωνυμίας και χαλάρωσης, ο δρόμος τους έφερε για διακοπές στην Ελλάδα, τον Ιούλιο του 1967. Με διευκόλυνση της… Χούντας! Ο τότε ελεγχόμενος από το καθεστώς ΕΟΤ έκανε τα πάντα για να εκμεταλλευτεί επικοινωνιακά το γεγονός.
Πώς; Μα «δεν διέφθειραν τη χριστιανική νεολαία» αυτοί οι «τεντιμπόηδες», οι «άπλυτοι χίπηδες» από την Αγγλία; Τελικά η δικτατορία των Συνταγματαρχών δεν είχε πρόβλημα να κάνει στην άκρη το κατά τα άλλα αδιαπραγμάτευτο «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια» προκειμένου να εξυπηρετήσει τους σκοπούς της. Προσπαθώντας έτσι να πουλήσει στη διεθνή κοινή γνώμη το ψέμα της κανονικότητας. Την πλάνη πως η Ελλάδα ήταν μια χαρά χώρα για να ζει κανείς και να συμβαδίζει με τις τάσεις της εποχής. Προπαγάνδα, μια απεγνωσμένη προσπάθεια για κάποιου είδους νομιμοποίηση.
Ουσία είναι πως οι Beatles βρέθηκαν εκείνο το καλοκαίρι στα μέρη μας. Μαζί με τις τότε συντρόφους τους και ορισμένα μέλη του στενού τους φιλικού κύκλου, έκαναν κρουαζιέρα από την Αττική προς τις Σποράδες και το βόρειο Ευβοϊκό. Ξεκινώντας παράλληλα ένα εσωτερικό ταξίδι αναζήτησης, πνευματικά και μουσικά. Μην το ωραιοποιούμε μόνο. Αυτό συνεπάγονταν ναρκωτικά, πολλά ναρκωτικά. Είναι ένα ερώτημα αν κατάλαβαν ποτέ πού ήταν και τι έκαναν έτσι συνεχώς που ήταν «φτιαγμένοι» με LSD.
Πάνω πάντως στην ευφορία και στη μέθη των στιγμών, τους καρφώθηκε η ιδέα πως θα ήταν τέλειο να αγόραζαν ένα ελληνικό νησί για να χτίσουν την κοινωνία των ονείρων τους, το δικό τους ψυχεδελικό θέρετρο. Έναν επίγειο παράδεισο που θα ήταν ελεύθεροι να ζήσουν και να κάνουν ό,τι θέλουν.
Δεν ήταν μια τρέλα της στιγμής που μόλις… ξενέρωσαν από τη μαστούρα άφησαν να περάσει και πήγαν παρακάτω. Το «θέλω» αυτό πήρε πρακτική μορφή. Οι Beatles, μέσω εκπροσώπων τους, όντως έψαξαν να αγοράσουν ένα ελληνικό νησί. Τρεις εκδοχές υπάρχουν γι’ αυτό. Όλες είναι πιθανόν να ισχύουν. Αλλά οι δύο εξ αυτών των περιπτώσεων φαίνεται πως «κάηκαν» εν τη γενέσει τους. Και μόνο μία τράβηξε σε μάκρος, παίρνοντας επίσημο χαρακτήρα.
Η κρατούσα άποψη είναι πως αυτή που έκλεψε την καρδιά των μελών του διάσημου συγκροτήματος ήταν η Αγία Τριάδα, κοντά στην Ερέτρια. Βοήθησε πολύ σε αυτό και πως σχήμα της θυμίζει κιθάρα και ο συμβολισμός ήταν προφανής. Μόνο που το καταπράσινο αυτό νησί δεν ήταν τότε «for sale» κι αυτό προκύπτει από διάφορες πηγές.
Το ίδιο ισχύει και για το δεύτερο ελληνικό νησάκι που συνδέεται στενά με το βρετανικό γκρουπ όταν η συζήτηση πάει σε αυτήν την ιστορία των 60s. Μιλάμε για την Τσουγκριά, κοντά στη Σκιάθο. Υπάρχουν μάλιστα και δηλώσεις του Πολ ΜακΚάρτνεϊ που αναπαρήγαγε τότε ρεπορτάζ της εφημερίδας «Μακεδονία» στις οποίες λέει πως «θέλαμε να αγοράσουμε το νησί, αλλά δεν το πουλάνε». Λέγεται πως το Υπουργείο Γεωργίας ύψωσε τότε stop σε ενδεχόμενη διαπραγμάτευση.
Με άλλα λόγια οι Beatles πιθανότατα ρώτησαν για τα δύο αυτά νησιά, μόνο και μόνο για να γίνει σαφές πως δεν είχε νόημα να συνεχίσουν να το ψάχνουν. Κι εδώ εισέρχεται ακόμα ένας κρίσιμος παράγοντας που μας δίνει τα εφόδια να καταλάβουμε ποιο ήταν τελικά το ελληνικό νησί που ξεκίνησαν επισήμως διαδικασίες για να περιέλθει στην κατοχή τους. Όλα δείχνουν πως ήταν οι Λιχάδες ή Λιχαδονήσια.
Μια συστάδα 7 κατά βάση μικρών νησίδων στα βορειοδυτικά της Εύβοιας. Στο βόρειο άκρο της Εύβοιας. Περιοχή που στις μέρες μας είναι γνωστή και ως Σεϋχέλλες της Ελλάδας. Τότε, ωστόσο, ήταν ένας παρθένος τόπος, με αίσθηση ερημονησιού που ήξεραν ελάχιστοι και δεν είχε την παραμικρή τουριστική υποδομή – ούτε κατά διάνοια.
Για να προβούν σε μια τέτοια αγορά εκείνη την εποχή, οι Beatles χρειαζόντουσαν άδεια αγοράς από τη βρετανική κυβέρνηση. Στα αρχεία της αρμόδιας υπηρεσίας υπάρχει όντως αίτημα για κάτι τέτοιο και οι περιγραφές δείχνουν πως το υποψήφιος προς αγορά μέρος δεν ήταν ούτε η Αγία Τριάδα ούτε η Τσουγκριά.
Αρχικά, η αναγραφόμενη έκταση σε τετραγωνικά μέτρα είναι κοντά στα 80 έικρ (320 στρέμματα), ενώ η πρώτη είναι 48 στρέμματα και η δεύτερη, πάνω από 1.000. Το εν λόγω μέγεθος είναι ταμάμ με αυτό της Μονολιάς, του μεγαλύτερου δηλαδή από τα Λιχαδονήσια. Επίσης λέγεται ρητώς πως το κυρίως νησί περιβάλλεται από μικρότερα παράκτια νησιά.
Κι έρχεται εδώ το μυστηριώδες αναγραφόμενο στα αρχεία της βρετανικής υπηρεσίας όνομα του νησιού ως «Aegos in Konstadinos». Τέτοιο πράγμα στην Ελλάδα δεν υπάρχει. Άρα τι έγραψε ο εκεί υπάλληλος; Αυτό που κατάλαβε πιθανότατα όταν του είπαν “Agios Konstantinos”! Ναι, μιλάμε για την γνωστή κωμόπολη της Φθιώτιδας που βρίσκεται κοντά στα Καμμένα Βούρλα (τα οποία είναι ακριβώς απέναντι από τα Λιχαδονήσια). Δεν μπορούμε να ξέρουμε ακριβώς πώς έγινε το μπέρδεμα και δεν αποδεικνύει από μόνο του κάτι. Αλλά είναι μια ακόμα ένδειξη που μας ωθεί προς τα Λιχαδονήσια.
Σε κάθε περίπτωση, τα σχέδια για αγορά ναυάγησαν. Προέκυψαν πολλές νομικές δυσκολίες κυρίως επειδή ήταν αδύνατον να βρεθεί άκρη με το πόσοι και πώς είχαν στην ιδιοκτησία τους γη στο νησί. Πέντε οικογένειες είχαν οικόπεδα σε αυτά τα μέρη.
Η γραφειοκρατία ήταν χαοτική και η υπόθεση άρχισε να τραβάει σε μάκρος. Ίσως επίσης όταν τα μέλη της μπάντας περιήλθαν σε κατάσταση νηφαλιότητας να κατάλαβαν πόσο «βαρύ» ήταν αυτό που είχαν κατά νου, ακόμα και γι’ αυτούς, τους «επί γης θεούς».
Στα τέλη Οκτωβρίου του 1967 αυτό που ξεκίνησε ως καλοκαιρινός έρωτας για τους Beatles έσβησε οριστικά ως πιθανότητα. Δεν έγιναν και ούτε θα γινόντουσαν ποτέ ιδιοκτήτες ελληνικού νησιού.
Χάρη στην αποτυχία τους εμείς οι… κοινοί θνητοί μπορούμε ακόμα να κάνουμε μπάνιο σήμερα στα Λιχαδονήσια. Αν ήταν αυτό το μέρος που τα «Σκαθάρια» γλυκοκοίταζαν «τριπάροντας» – αυτό πάντως υποδηλώνουν τα ντοκουμέντα και τα στοιχεία που έχουν έρθει στο φως.