Η μυθιστορηματική ζωή του αντιφατικού θρύλου του αυτοκινήτου, Έντσο Φερράρι, που έγινε ταινία
Ήταν ο μεγιστάνας της ταχύτητας, ο δημιουργός της θρυλικής Ferrari που έγραψε ιστορία τόσο σε διεθνείς αγώνες όσο και στην παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία. Παράλληλα, όμως, ο Έντσο Φερράρι υπήρξε μια από τις πλέον αντιφατικές αλλά και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του 20ού αιώνα που έχοντας βιώσει μεγάλες οικογενειακές τραγωδίες, μεταλλάχθηκε, ως σύγχρονος τραγικός ήρωας, σε έναν χαρισματικό αλλά χειριστικό σκληρό «Δράκο», όπως χαρακτηριστικά τον αποκαλούσαν οι Ιταλοί, δίχως ίχνος ανθρωπιάς που παραδόθηκε ολοκληρωτικά στα πάθη του, αδιαφορούσε για την ασφάλεια των οδηγών της ομάδας του, αντιμετώπιζε τις γυναίκες ως λάφυρα που τόνωναν την αυτοπεποίθησή του με απόλυτο σύμμαχο την οποία ορμούσε στις προκλήσεις, ρίσκαρε και δεν το έβαζε ποτέ κάτω.
Φως στις διαφορετικές πτυχές της πολυσύνθετης και εξαιρετικά περίπλοκης αυτής προσωπικότητας επιχειρεί να ρίξει η νέα ταινία του Μάικλ Μαν, με τίτλο «Ferrari» με πρωταγωνιστές τον Άνταμ Ντράιβερ και την Πενέλοπε Κρουζ, η οποία θα βγει στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες στις 25 Ιανουαρίου.
«Αυτοκίνητα και σεξ»: αυτό φαίνεται πως ήταν το πρωταγωνιστικό δίπτυχο στο μεγαλύτερο μέρος της μυθιστορηματικής ζωής του Ιταλού που έδωσε το όνομά του στο θρυλικό αυτοκίνητο με σήμα το μαύρο άλογο πάνω στο κίτρινο φόντο, το οποίο συνδυάστηκε, διαχρονικά, με την πολυτέλεια και τη χλιδή. Μιας ζωής που είχε τα πάντα: υψηλά οράματα, επιτυχίες, νίκες, διασημότητα αλλά και τεράστιες απώλειες, και δυσκολίες και εμπόδια τα οποία ο ίδιος έκανε τα πάντα για να υπερπηδήσει θυσιάζοντας ολοκληρωτικά κάθε έννοια του συναισθήματος.
Μεγαλωμένος με έναν δεσποτικό πατέρα που ήθελε τα παιδιά του απολύτως υποταγμένα σε εκείνον και αντιμετώπιζε τη γυναίκα του ως σκλάβα του σεξ ήταν αναμενόμενο να λάβει εντελώς λανθασμένα μηνύματα για τη ζωή και τις ανθρώπινες σχέσεις οι οποίες υπήρξαν, πάντα, το αδύνατο σημείο του. Δεν κατάφερε ποτέ του να καλλιεργήσει μια υγιή συντροφική σχέση, η συνύπαρξη με την σύζυγό του, Λάουρα, ήταν εφιαλτική και για τους δύο, ακόμη ο δεσμός του με τον έρωτα της ζωής του, τη Λίνα, με την οποία απέκτησε ένα παιδί εκτός γάμου, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Η εμμονή του με το σεξ ήταν αρρωστημένη, το ίδιο και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπιζε τις αμέτρητες ερωτικές σχέσεις του. «Ένας άνδρας πρέπει πάντα να έχει δύο γυναίκες» είχε δηλώσει κάποτε δημόσια ενώ όταν σε μια συζήτηση κάποιος υπερηφανεύτηκε πως είχε στη ζωή του 3000 ερωμένες, εκείνος του απάντησε υποτιμητικά: «Μόνο 3000;».
Πιθανότατα με αυτόν τρόπο προσπαθούσε να ξορκίσει τους εφιάλτες του, που ξεκίνησαν από την βαριά καταπίεση που υπέστη στα παιδικά του χρόνια, συνεχίστηκαν με τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του και του αδελφού του, το 1916, κατά τη διάρκεια επιδημίας γρίπης, και κορυφώθηκε με την τραγική απώλεια του Ντίνο, του γιού που απέκτησε με τη σύζυγό του και πέθανε το 1956, σε ηλικία μόλις 24 ετών, χτυπημένος από μυική δυστροφία. «Από τότε έγινε «πιο απομονωμένος και πικραμένος, περισσότερο κυνικός και στωικός για όλα τα άλλα άψυχα σώματα που ξαφνικά φάνταζαν μέρος της καθημερινής του ύπαρξης» αναφέρει χαρακτηριστικό ο Μπροκ Γέιτς στο βιβλίο του «Enzo Ferrari: The Man and the Machine», που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε ανανεωμένη έκδοση και στο οποίο είναι βασισμένη η ταινία.Με τη μία και μοναδική γυναίκα που παντρεύτηκε, την Λάουρα διατηρούσε μια ταραχώδη σχέση αγάπης και μίσους. Όπως αποκαλύπτουν άνθρωποι από το περιβάλλον του, οι απιστίες του ξεκίνησαν από τον πρώτο κιόλας χρόνο του γάμου τους με αποτέλεσμα εκείνη να επιχειρήσει, κάποια στιγμή, να δώσει τέλος στη ζωή της, πηδώντας σε ένα ποτάμι. «Αν ξαναπηδήσει, αφήστε την εκεί μέσα!» φέρεται να ήταν η απάντησή του όταν πληροφορήθηκε το γεγονός. Οι δυο τους, ωστόσο, ήταν σφιχτά δεμένοι και από τα επιχειρηματικά τους συμφέροντα καθώς κατείχαν από κοινού την ιδιοκτησία του εργοστασίου της Ferrari. Παρά τις αγεφύρωτες διαφορές τους, μάλιστα, στις κρίσιμες στιγμές, τουλάχιστον τις επαγγελματικές, στήριζαν ο ένας τον άλλο.
Το ίδιο, ίσως και περισσότερο σκληρός και αδίστακτος φέρεται να ήταν ο Έντσο και απέναντι στους ανθρώπους με τους οποίους συνεργαζόταν επαγγελματικά: « Στη δουλειά του ήταν ένας τυραννικός νταής που δεν νοιαζόταν καθόλου για τους οδηγούς του, ο οποίος καυχιόταν στον ιερέα που επισκεπτόταν συχνά ότι με τα χρόνια είχε τελειοποιήσει το θλιμμένο πρόσωπο που έπρεπε να έχει κάθε φορά που κάποιος οδηγός του πέθαινε πάνω στο τιμόνι» αναφέρεται χαρακτηριστικό στο βιβλίο. Εκείνος πάντως, αναφερόμενος στον εαυτό του στο τρίτο πρόσωπο, ανέφερε χαρακτηριστικά στην αυτοβιογραφία του: «Αυτός ο νεαρός άνδρας πίστευε ότι τίποτα άλλο δεν είχε σημασία όταν υπήρχε αγάπη. Έφτασα να συνειδητοποιήσω ότι τα υπόλοιπα είχαν σημασία και μάλιστα πολύ μεγαλύτερη».
Η ταινία
Η υπόθεση της ταινίας επικεντρώνεται σε μια συγκεκριμένη, ιδιαίτερη δύσκολη χρονική περίοδο της ζωής του Έντσο Φερράρι, το καλοκαίρι του 1957, που ενώ η εταιρεία του βρισκόταν στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης και μόλις λίγους μήνες πριν είχε χάσει τον γιο του, παίρνει την τολμηρή απόφαση να συμμετάσχει σε έναν αγώνα δρόμου 1000 μιλίων στην Ιταλία, τον περίφημο Mille Miglia. Στόχος του ήταν να φτιάξει μια ομάδα οδηγών ικανή να προσελκύσει κεφάλαια που θα κρατούσαν το εργοστάσιο σε λειτουργία και θα τού επέτρεπαν να διατηρήσει τον έλεγχό του.
«Η ιστορία του Φεράρι με συνεπήρε γιατί θυμίζει τη ζωή. Η ζωή είναι ασύμμετρη. Η ζωή είναι ακατάστατη. Η ζωή είναι χαοτική. Ο Φεράρι ήταν ακριβής και λογικός∙ ορθολογιστής σε ότι είχε να κάνει με το εργοστάσιο του και την ομάδα αγώνων. Στην υπόλοιπη ζωή του ήταν παρορμητικός, αμυντικός, φιλήδονος, χαοτικός. Αυτή η ασυμμετρία και η υπέροχη αντίφαση σε εκείνον και τους υπόλοιπους χαρακτήρες ήταν που τους έκανε τόσο ανθρώπινους στα μάτια μου» εξηγεί ο σκηνοθέτης Μάικλ Μαν εξηγώντας τους λόγους που τον ώθησαν να γυρίσει τη συγκεκριμένη ταινία.
Τον ιδανικό εκφραστή της πολύπλοκης αυτής προσωπικότητας τον βρήκε στο πρόσωπο του Άνταμ Ντράιβερ ο οποίος μελέτησε σε βάθος τη ζωή του Έντσο προκειμένου να κατανοήσει τον τρόπο ζωής, τις αποφάσεις και τις σκέψεις του ανθρώπου αντιφατικού αυτού ανθρώπου. «Όλοι είχαν μια διαφορετική άποψη για τον Έντζο. Για κάποιους ήταν χειριστικός, για άλλους χαρισματικός, για μένα ήταν ένας ενστικτώδης άνθρωπος σε διαρκή κίνηση, προσπαθώντας ίσως να ξεχάσει τον θάνατο του γιου του, τον οποίον δεν αντιμετώπισε ποτέ πραγματικά» αναφέρει ο πρωταγωνιστής της ταινίας.
Η ταινία όμως επιχειρεί να φωτίσει και τον επίσης ιδιαίτερο χαρακτήρα της συζύγου του τον οποίο ερμηνεύει η Πενέλοπε Κρουζ: «Κανείς δεν μπορεί να προσδιοριστεί από ένα μόνο πράγμα-καλό ή κακό, τρελό ή όχι. Θα μπορούσες να κοιτάξεις αυτή τη γυναίκα, τη Λάουρα, και να προσπαθήσεις να της βάλεις πολλές ταμπέλες, αλλά είναι τρομερά περίπλοκη, εξαιτίας όλων αυτών που πέρασε» σημειώνει η ίδια αποκαλύπτοντας μάλιστα πως «στη διάρκεια των αγώνων η Λάουρα συνήθιζε να κοιμάται δίπλα στα λάστιχα των αυτοκινήτων για να σιγουρευτεί πως δεν θα πλησιάσει κάποιος για να κλέψει το οτιδήποτε».