Είναι παιδιά των μιλένιαλ, παιδιά που γεννήθηκαν τον 21ο αιώνα, που έπιασαν κινητό πριν μάθουν να μιλάνε, που μεγάλωσαν στην καραντίνα, που εκπαιδεύονται στο TikTok. Είναι η γενιά που έρχεται
υριακή απόγευμα και ο Διονύσης, μαθητής Β΄ Γυμνασίου, κάθεται μπροστά στον υπολογιστή. Πιο παλιά μπορεί να έπαιζε όλο το Σαββατοκύριακο Fortnite με τους φίλους του ονλάιν, όμως τώρα έχει βαρεθεί και «άντε να παίξει δύο-τρεις ώρες το Σάββατο και την Κυριακή». Παίζει επίσης ντραμς, έχει Instagram στο οποίο δεν ανεβάζει ποτέ τίποτα, χαζεύει στο TikTok relatable αστεία βίντεο και φωτογραφίες με ζωάκια. Τη χρονιά που γεννήθηκε, το 2010, λανσαρίστηκε το πρώτο iPad αλλά και το Instagram, πρόσωπο του έτους για το περιοδικό Time ήταν ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ, ενώ η λέξη της χρονιάς δεν ήταν άλλη από το «app».
Σύμφωνα με τους αναλυτές μάρκετινγκ τάσεων, ο Διονύσης βρίσκεται ακριβώς στην αρχή της γενιάς Α, που ξεκινάει από όσους γεννήθηκαν το 2010, όπως εκείνος, και θα ολοκληρωθεί με όσους θα γεννιούνται έως και το 2025. Στον ίδιο, το πιθανότερο είναι να μην προκαλεί καμία απολύτως εντύπωση αυτό, αλλά καθημερινά σπαταλάται άπειρη φαιά ουσία από ανθρώπους διαφορετικών ειδικοτήτων σε όλο τον πλανήτη για να αναλύσουν τις συνήθειες τις δικές του και των συνομηλίκων του. Να ερευνήσουν τι τους αρέσει και σε τι θα ήθελαν να ξοδεύουν τα χρήματά τους, να προβλέψουν τις μελλοντικές τους συμπεριφορές. Καθόλου παράξενο, αν σκεφτεί κανείς ότι τα παιδιά αυτά έχουν πρόσβαση σε ψηφιακές πλατφόρμες συχνά από τα δύο ή τα τρία έτη – πλατφόρμες στις οποίες υπάρχουν διαφημίσεις.
Να απαγορευτούν τα social media στα παιδιά κάτω των 16 ετών;
Για την ακρίβεια, η γενιά αυτή είχε βαφτιστεί γενιά Α το 2008, πριν καν γεννηθούν οι πρώτοι εκπρόσωποί της, με πρωτοβουλία ενός συμβούλου επιχειρήσεων στην Αυστραλία, του Μαρκ Μακ Κριντλ, ο οποίος προσπαθούσε –τι άλλο;– να κατανοήσει το επόμενο κύμα καταναλωτών. Πώς μπορούσε όμως να ερευνήσει ανθρώπους που δεν υπήρχαν καν; «Αναλύοντας ορισμένους βασικούς τομείς, ξεκινώντας από τα δημογραφικά στοιχεία», θα έλεγε στους New York Times μερικά χρόνια αργότερα, το 2015. «Υπάρχει η ηλικία των γονέων (μεγαλύτερη), το πολιτισμικό μείγμα (πιο ποικιλόμορφο), η κοινωνικοοικονομική κατάσταση (ελαφρώς πλουσιότερη), το μέγεθος της οικογένειας (μικρότερο), το προσδόκιμο ζωής (μεγαλύτερο)».
Σίγουρα η ανάγκη να αποδοθούν κοινά χαρακτηριστικά σε τεράστιες μάζες ανθρώπων με μόνο κοινό παρονομαστή την ηλικία, οδηγεί συχνά σε αυθαίρετα συμπεράσματα και στερεοτυπικές θεωρήσεις, πασπαλισμένες με λίγο μάρκετινγκ και διαγενεακή προκατάληψη: Από τους εργασιομανείς μπούμερ περάσαμε στους κακομαθημένους μιλένιαλ, που δεν μπορούν να αγοράσουν σπίτι επειδή τρώνε κάθε μέρα avocado toast, και στην αυθάδικη Gen Z, που αρνείται να υποταχθεί στη στρεβλή εργασιακή κουλτούρα που οδήγησε στο burnout τους μεγαλύτερους. Κάθε γενιά εφευρίσκει για τον εαυτό της έναν ρόλο, συνήθως αβανταδόρικο, κάθε γενιά απορρίπτει την προηγούμενη, κάθε γενιά κοιτάζει με μισό μάτι την επόμενη.
Υπάρχουν, όμως, ορισμένα δεδομένα: Η γενιά Α είναι η πρώτη που θα γεννηθεί εξ ολοκλήρου τον 21ο αιώνα (οι μεγαλύτεροι εκπρόσωποι της γενιάς Ζ είναι γεννημένοι το 1997). Επίσης, η τεχνολογία προϋπάντησε αυτά τα παιδιά, αφού γεννήθηκαν κυριολεκτικά μπροστά σε μια οθόνη (η οθόνη γι’ αυτούς είναι σαν την πιπίλα, λέει ο Μακ Κριντλ), ενώ, σε όποια γωνιά της Γης και αν βρίσκονταν, αντιμετώπισαν την πρωτόγνωρη κατάσταση της πανδημίας και της καραντίνας σε νεαρή και ευαίσθητη ηλικία.
«Τα παιδιά του Δημοτικού έχουν επηρεαστεί πάρα πολύ από την καραντίνα», λέει η Πόπη Αντωνακάκη, εκπαιδευτικός σε δύο ιδιωτικά δημοτικά σχολεία της Αθήνας. «Δυσκολεύονται πολλές φορές να χρησιμοποιήσουν ακόμη και τα βιβλία ή να κρατήσουν σημειώσεις. Έχουν συνηθίσει όλα να μπαίνουν μέσα σε πλατφόρμες, ακόμα και το ίδιο το μάθημα, οπότε σου λένε “περάστε τα στην πλατφόρμα”. Ορισμένα δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι πλέον είναι δική τους δουλειά αυτό. Επίσης, έχει επηρεαστεί η κοινωνική τους συμπεριφορά. Δεν αντιλαμβάνονται εύκολα τα όρια. Μπορεί να βγάλουν, ας πούμε, το φαγητό τους να φάνε την ώρα του μαθήματος, επειδή έτσι έκαναν και στην τηλεκπαίδευση, και δυσκολεύονται να κατανοήσουν ακόμα και μετά από μια παρατήρηση ότι τώρα δεν μπορούν να το κάνουν πια αυτό». Η Γιούλα Μπλέσιου, νηπιαγωγός και ειδική παιδαγωγός για παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα κοινωνικοποίησης, συναισθηματικής ανάπτυξης και συμπεριφοράς, και επίσης ιδιοκτήτρια ιδιωτικού δημοτικού σχολείου, παρατηρεί πως, ενώ παλαιότερα αναπτυξιακά έβλεπε αλλαγές στα παιδιά κάθε οκτώ με δέκα χρόνια, τελευταία είναι πολύ μικρό το ενδιάμεσο διάστημα και κάθε δύο με τρία χρόνια τα χαρακτηριστικά αλλάζουν. Όπως λέει, η καραντίνα και η τηλεκπαίδευση δημιούργησαν καινούργια διλήμματα για τους γονείς.
Ο Διονύσης έμαθε μέσα από το TikTok τα πάντα για το κίνημα Black Lives Matter όταν πήγαινε στην Δ΄ Δημοτικού.Σήμερα είναι μαθητής της Β΄ Γυμνασίου.
«Όταν το παιδί κάνει μάθημα μπροστά σε ένα τάμπλετ όλη μέρα, είναι δύσκολο να του πεις ότι απαγορεύεται να φάει παράλληλα ή να παίξει και να μιλήσει με τους φίλους του. Αυτό έχει επιφέρει μια αστάθεια, τα περισσότερα ωρίμασαν κάπως… εκβιαστικά. Δεν μπορείς πλέον να πεις ότι έχεις 20 παιδιά Δ’ Δημοτικού με τα ίδια χαρακτηριστικά, όταν κάποια παίζουν κάθε μέρα ονλάιν παιχνίδια για ηλικίες πολύ μεγαλύτερες ή καταναλώνουν περιεχόμενο σχετικό με το σεξ ή τη βία. Προκύπτουν θέματα στο σχολείο που, με βάση τη νευροβιολογία των παιδιών, κανονικά εμφανίζονται στην εφηβεία και μέχρι πριν από τέσσερα-πέντε χρόνια δεν απασχολούσαν ένα δημοτικό σχολείο», λέει.
Είναι τα social media εθιστικά; Η επιστήμη έχει την απάντηση
Εννέα ετών, 40.000 followers
«Στην καραντίνα, η Μαρία, που τότε ήταν στη Β΄ Δημοτικού, βρήκε μια νέα μορφή κοινωνικοποίησης», λέει η μητέρα της, Ελπίδα. «Περνούσε βραδιές παίζοντας μέσα από το τάμπλετ με άλλα παιδιά, φωνάζοντας και γελώντας. Ήταν πολύ ανακουφιστικό μέσα σε όλα όσα συνέβαιναν να ξέρεις ότι το παιδί σου τουλάχιστον περνάει καλά. Έτσι της το επιτρέψαμε και σταδιακά αυτό γιγαντώθηκε». Η 9χρονη, τότε, Μαρία, έφτιαξε TikTok και ανέβαζε βιντεάκια που έδειχναν τον εαυτό της να παίζει στο τάμπλετ παιχνίδια, χωρίς να φαίνεται το πρόσωπό της, με μουσική που τρένταρε εκείνη την εποχή. Τα βίντεό της έφτασαν να έχουν εκατοντάδες χιλιάδες views και το προφίλ της απέκτησε 40.000 followers: «Προσπάθησα να της εξηγήσω τα μεγέθη, τι είναι 40.000 άνθρωποι, και ήμουν πολύ προσεκτική σε αυτά που της έγραφαν από κάτω. Ευτυχώς, ήταν ακόμα η εποχή που δεν πολυκαταλάβαινε αγγλικά, δεν είχε και πολλή συνείδηση του τι γινόταν και δεν έδινε σημασία. Κάποια στιγμή ο αλγόριθμος αντιλήφθηκε ότι πρόκειται για παιδί κάτω από 13 ετών (είναι το όριο στο TikTok), όταν ανέβασε ένα βίντεο με το πρόσωπό της, και της κατέβασε το προφίλ. Ανακουφίστηκα πολύ, γιατί πραγματικά δεν ήξερα πού θα πάει όλο αυτό».
Σήμερα, που η Μαρία πηγαίνει πλέον στην ΣΤ΄ Δημοτικού, εξακολουθεί να παίζει παιχνίδια στο iPad, αλλά ο λογαριασμός της στο TikTok έχει γίνει ιδιωτικός. Της αρέσουν τα μαθηματικά, το βόλεϊ, να μιλάει με τις φίλες της στο FaceTime. Μέσα από το Pinterest έμαθε πώς να φτιάχνει κοσμήματα, ακολουθεί influencers όπως η Βενετία Καμάρα και ο Fipster και της αρέσει να βλέπει βιντεάκια με συνταγές μαγειρικής και tutorials για μακιγιάζ, ενώ έχει μάσκαρα, σκιές, μέικ απ. Όπως πολλά πιτσιρίκια, παίζει στο app Roblox το Adopt Me, ένα παιχνίδι όπου υιοθετείς ένα αυγό, το φροντίζεις μέχρι να βγει από μέσα ένα κατοικίδιο και μετά μπορείς να το ανταλλάξεις με το κατοικίδιο ενός άλλου. Τα χόμπι της Μαρίας είναι πολύ τυπικά για την ηλικία της. Τα περισσότερα παιδιά με τα οποία μιλήσαμε γι’ αυτό το ρεπορτάζ απαντούν ότι στο Instagram ή στο TikTok βλέπουν παιδιά ή νεαρούς ενήλικες που περιγράφουν τη μέρα τους, δείχνουν πώς ντύνονται, πώς βάφονται, κάνουν πλάκες μεταξύ τους. Στο YouTube βλέπουν τον Gianuba, έναν YouTuber που από ό,τι φαίνεται πρόσφατα αγόρασε μια βίλα και δείχνει στους ακολούθους πώς τη διακοσμεί («Μετακόμισα σε 1.000.000 ΒΙΛΑ» και «Έκανα 1.000 ευρώ ψώνια για τη ΒΙΛΑ», τιτλοφορούνται δύο από τα τελευταία βίντεό του), τον Mano, έναν 26χρονο που χρησιμοποιεί άψογα κινηματογραφικά εφέ και όλα του τα βίντεο έχουν πάνω από ένα εκατομμύριο views, κάποια κορίτσια που πηγαίνουν σχολείο (ένα από αυτά ανεβάζει βίντεο με τη βοήθεια, προφανώς, της μαμάς της από τα επτά ή τα οκτώ, με τίτλους όπως «Μου έδωσαν 400 ευρώ για να ψωνίσω, τι πήρα;», «Βραδινή ρουτίνα μέρες σχολείου», «Βάφτηκα με φτηνά καλλυντικά»). Δημοφιλείς σε μικρότερες ηλικίες είναι και οικογένειες που συμμετέχουν όλες μαζί στα βίντεο, γυρίζουν μικρά επεισόδια εμπνευσμένα από τις «οικογενειακές ιστορίες» στο σαλόνι τους, ανοίγουν μεγάλα πακέτα με χριστουγεννιάτικα δώρα και τα παιδιά αναφωνούν περιχαρή για τα πακέτα με τις ακριβές μάρκες. Κάποιοι από τους YouTubers ανεβάζουν και tutorials για παιχνίδια όπως το Minecraft ή το Fortnite, το παιχνίδι που παίζουν φανατικά τα περισσότερα παιδιά, κυρίως αγόρια, από οκτώ χρονών και πάνω, όπως ο Κωστής, εννέα χρονών, ο συνομήλικός του Στρατής και ο Ζώης, έντεκα ετών, που λένε ότι παίζουν κυρίως με συμμαθητές ή φίλους τους. Το Fortnite έχει 500 εκατομμύρια διεθνώς εγγεγραμμένους χρήστες και πολλοί από αυτούς είναι παιδιά: η σήμανση για το παιχνίδι είναι για άνω των 12 ετών, αλλά δεν γίνεται κάποιος έλεγχος για να παίξεις. Είναι ένα διαδικτυακό παιχνίδι επιβίωσης με εντυπωσιακά χρωματιστά γραφιστικά, όπου 100 παίκτες μάχονται μεταξύ τους για το ποιος θα σκοτώσει όλους τους υπόλοιπους και θα μείνει ζωντανός. Οι παίκτες πέφτουν με αλεξίπτωτο σε ένα νησί, εξοπλισμένοι με ένα τσεκούρι, και πρέπει να βρουν και άλλα όπλα, αποφεύγοντας ταυτόχρονα μια φονική καταιγίδα. Καθώς οι συμμετέχοντες πεθαίνουν ο ένας μετά τον άλλο, στην οθόνη αναβοσβήνουν ενημερώσεις που περιγράφουν με λεπτομέρεια το πώς σκοτώθηκε ένας άλλος χρήστης (ο τάδε σκότωσε τον τάδε με σπαθί) αλλά και αντίστροφη μέτρηση για το πότε φτάνει η καταιγίδα, καλλιεργώντας την αίσθηση του επείγοντος. Καθώς παίζουν σε ομάδες, οι παίκτες συνομιλούν μεταξύ τους μέσω ακουστικών ή μηνυμάτων.
Σύμφωνα με το Ιρλανδικό Κέντρο Ενημέρωσης για την Ασφάλεια στο Διαδίκτυο, η μεγαλύτερη ανησυχία των γονιών σε σχέση με το παιχνίδι είναι το πόσες ώρες καταναλώνουν τα παιδιά τους εκεί, καθώς είναι δομημένο με τέτοιο τρόπο που συχνά είναι πολύ δύσκολο να σταματήσεις, ειδικά όταν η ομάδα σου πηγαίνει καλά. «Πολλές φορές μάς λέει “μα είναι μέσα όλοι μου οι φίλοι”», λέει η σύντροφος του μπαμπά του Διονύση. «Αλλά πάντα κάποιος θα είναι μέσα! Όλο το εικοσιτετράωρο, εκτός από τις ώρες σχολείου, κάποιος θα είναι ονλάιν». «Και εγώ σας λέω ότι θα παίξω ένα game και κλείνω, και δεν καταλαβαίνετε ότι δεν μπορώ να το κλείσω εκείνη την ώρα», απαντά εκείνος. «Είναι ένας συνεχής προβληματισμός», λέει ο Κώστας, μπαμπάς του Στρατή και του Ζώη, οι οποίοι εκ των πραγμάτων έχουν πολλές δραστηριότητες στην καθημερινότητά τους: ποδόσφαιρο, πιάνο, θεατρικό παιχνίδι. «Για μένα δεν παίζει τόσο ρόλο ο χρόνος που αφιερώνουν, όσο το να υπάρχει μια ισορροπία. Δεν με απασχολεί αν περάσει επτά ώρες στην οθόνη ο μεγάλος το Σαββατοκύριακο, που κυρίως εκείνος παίζει. Αν όμως τον δω να διεγείρεται πολύ, να τον επηρεάζει, ασχέτως αν έχει παίξει δύο ώρες ή επτά, θα σταματήσει. Επίσης, προτιμώ όταν έρχονται οι φίλοι του και παίζουν μαζί στο ίδιο δωμάτιο. Έχει μια διαφορά όταν είναι σπίτι και παίζουν δίπλα δίπλα. Σαν εικόνα. Γιατί παρόλο που είναι ονλάιν, έχουν πιο άμεση επαφή».
Η ισορροπία στην καθημερινότητα των παιδιών παίζει σημαντικό ρόλο: «Τα παιδιά που ασχολούνται με εξωσχολικές δραστηριότητες, οι οποίες συνήθως έχουν να κάνουν με τον αθλητισμό, μπορεί να παίζουν παιχνίδια και να ασχολούνται και με το Instagram, αλλά έχουν άλλη συμπεριφορά. Δεν έχουν στο μυαλό τους μόνο πότε θα γυρίσουν σπίτι να παίξουν. Στα υπόλοιπα, έχει επηρεαστεί όλη τους η ζωή, η μαθητική τους εξέλιξη, η κοινωνική τους ζωή, έχουν στενότερο κύκλο. Στην τάξη παρατηρείς έντονα φαινόμενα, όπως όταν κρατάς ένα χειριστήριο και παίζεις, θα βγάλεις την ένταση γιατί έχασες, μπορεί να φωνάξεις ή να βρίσεις. Τέτοιες ακραίες συμπεριφορές τις βγάζουν και αλλού, γιατί έχουν μαζέψει πολλή ένταση», λέει η Πόπη Αντωνακάκη.
Η Μυρτώ, μαθήτρια της ΣΤ΄ Δημοτικού, κάνει χιπ χοπ και αναρρίχηση, βλέπει βιντεάκια στο YouTube και ελληνικές σειρές. Δεν έχει ακόμα κινητό. Όπως λέει ο πατέρας της, αυτό θα συμβεί όταν πάει στο Γυμνάσιο.
Δύο ταχύτητες
«Είναι μια γενιά που δεν ξέρει να βαριέται», λέει ο Ανδρέας, ο πατέρας του Διονύση. «Αν δεν είναι ο υπολογιστής, θα είναι το playstation, αν δεν είναι το playstation, θα είναι το κινητό. Δεν μπορούν να παρακολουθήσουν ταινία που είναι πολύ αργή. Η προσοχή τους διακόπτεται πανεύκολα. Εμάς οι πιο ωραίες ιδέες μάς έρχονταν όταν βαριόμασταν. Αλλά είναι λογικό, όταν και εμείς, οι γονείς τους, είμαστε εγκλωβισμένοι στο κινητό μας, αν μας συγκρίνεις με τους συνομηλίκους μας 20 χρόνια πριν, το ίδιο θα πεις».
Πράγματι, τα παιδιά της γενιάς Α είναι παιδιά της εποχής τους, αλλά είναι και παιδιά των γονιών τους. Τα ερεθίσματα που παίρνουν από το σπίτι πολλές φορές καθοδηγούν τα χόμπι και τις δραστηριότητές τους. Για παράδειγμα, η μικρή Μέλι, οκτώ ετών, μεγαλώνοντας σε ένα σπίτι με έντονη οικολογική συνείδηση λόγω των γονιών της, Χριστίνας και Ρομάν, έχει μεγάλη αγάπη και φροντίδα για το περιβάλλον. Από τις αγαπημένες της ασχολίες είναι να περιποιείται το σπιτικό κομπόστ της οικογένειας, φροντίζοντας να έχει πάντα φλούδες από λαχανικά, ενώ ζητά από τους γονείς της βιβλία σχετικά με την οικολογία. Στο ίδιο μήκος κύματος, η Μαριάννα και ο Αρίωνας είναι ένα ζευγάρι που αγαπά πολύ τη φύση, την εξερεύνηση στα δάση. Κατά τη διάρκεια της καραντίνας προσπάθησαν να κάνουν συνεχώς δραστηριότητες με την κόρη τους, Μυρτώ, και δεν αύξησαν τον χρόνο που της επέτρεπαν να περνάει στο τάμπλετ για ψυχαγωγία.
«Μαγειρεύαμε, πηγαίναμε στο δάσος, κάναμε μεγάλα παζλ, παίζαμε επιτραπέζια οι τρεις μας». Σήμερα, η Μυρτώ, στη ΣΤ΄ Δημοτικού πια, αγαπά πολύ την αναρρίχηση και το χιπ χοπ. «Είναι ένα χαρακτηριστικό της γενιάς της, φεύγουν τα στερεότυπα από τα παιδιά και τις ελεύθερες επιλογές τους. Εμείς την είχαμε γράψει στο μπαλέτο, αλλά δεν της άρεσε. Πιο παλιά, ίσως να ήταν πιο δύσκολο να επιλέξει ένα κορίτσι το χιπ χοπ, αλλά τώρα τα παιδιά είναι πιο ενημερωμένα», λέει η Μαριάννα. Εκείνη και ο σύντροφός της δεν έχουν σόσιαλ μίντια και, όπως πολλοί άλλοι γονείς, έχουν έναν μικρό φόβο για τον τεχνολογικό αποκλεισμό που μπορεί να βιώσουν όσο η κόρη τους μεγαλώνει. «Δεν έχω ποτέ νιώσει την ανάγκη να διαβάσω τα μηνύματά της στο Skype, να δω τι λέει με τις φίλες της, γιατί έχουμε μια σχέση εμπιστοσύνης», σχολιάζει. «Έχω αγωνία για το μέλλον, όμως νιώθω ότι το μόνο όπλο είναι η σχέση της εμπιστοσύνης με το παιδί. Δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο», λέει.
Άλλοι γονείς, θορυβημένοι από τους κινδύνους που κρύβει το διαδίκτυο, επιλέγουν να διαβάζουν τα μηνύματα των παιδιών τους: «Κάθε βδομάδα ή κάθε δύο βδομάδες παίρνω το κινητό της και το ξεκοκαλίζω. Δεν γίνεται ως έλεγχος, δεν τη μαλώνω ποτέ γι’ αυτά που θα δω, αντίθετα είναι ευκαιρία για συζήτηση. Έτσι δεν αντιδρά, προς το παρόν», λέει η Ελπίδα. Ο Αρίωνας συμπληρώνει πως του χρόνου, στο Γυμνάσιο, έχουν αποφασίσει ότι θα πάρουν στη Μυρτώ κινητό. «Και για λόγους ασφάλειας, αλλά και γιατί υπάρχει ένα όριο στο τι απαγορεύεις στο παιδί και στο πότε πρέπει να επιτρέπεις κάποια πράγματα, για να συμβαδίσει με τα υπόλοιπα, να μη μείνει πίσω».
Πράγματι τα ερωτήματα «πότε κινητό, πότε τάμπλετ, πόση ώρα λάπτοπ το Σαββατοκύριακο» είναι από τις πιο hot θεματολογίες στις παρέες των γονιών. Κάποια παιδιά που οι γονείς τους προσπαθούν να τα κρατήσουν εκτός οθόνης, κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός «φάσης». Μου λένε για ένα δημόσιο δημοτικό σχολείο στα βόρεια προάστια, όπου όλοι οι γονείς της έκτης αποφάσισαν από κοινού να μην πάρει κανένας στο παιδί του κινητό, για να μην προκύψει πρόβλημα. «Πέρυσι, που εγώ δεν είχα κινητό, οι περισσότεροι συμμαθητές μου είχαν και ζήλευα λιγάκι», λέει η Άρτεμις, μαθήτρια της Α΄ Γυμνασίου σε άλλο σχολείο. «Όταν πηγαίναμε εκδρομές, οι άλλοι είχαν κάτι να χαζεύουν και να κοιτάζουν, εγώ όχι». Η Γιούλα Μπλέσιου εξηγεί πως, «όταν το παιδί ζητήσει κινητό στην Ε΄ Δημοτικού, κανονικά η σωστή απάντηση είναι όχι, αν όμως έχουν όλα τα υπόλοιπα, εκεί προκύπτει ένα πρόβλημα».
Επίσης, είναι πιο κουλ να παίζεις ηλεκτρονικά παιχνίδια που κανονικά είναι για πολύ μεγαλύτερα παιδιά, και τα περισσότερα αυτό κάνουν. «Αν το δικό σου παιδί δεν το αφήνεις να παίξει, το θέτεις εκτός ομάδας σταδιακά, του προκαλείς δυσκολία στην κοινωνικοποίηση – παρόλο που θεωρητικά έχεις πράξει σωστά με βάση την ανάπτυξή του». Η Ελπίδα σχολιάζει πως ένας από τους λόγους που επιτρέπει στην κόρη της να χρησιμοποιεί τα σόσιαλ μίντια από μικρή, είναι και αυτός: «Δεν θέλω να νιώθει αποκλεισμένη από την εποχή της, θα ήταν κρίμα να φερόμαστε στο παιδί λες και είμαστε στη δεκαετία του ’90. Αυτή η δεκαετία έχει παρέλθει».
Γεννημένος το 2015, ο Στρατής κάνει ποδόσφαιρο, πιάνο και θεατρικό παιχνίδι, του αρέσει να παίζει Roblox και να παρακολουθεί τον YouTuber Gianuba.
Μια άποψη για όλα
«Οι γονείς, ή καλύτερα οι φροντιστές, παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο και η δική τους συμπεριφορά έχει επηρεάσει πολύ τα παιδιά», λέει μια δασκάλα δημόσιου δημοτικού σχολείου στην Ανατολική Αττική. «Με την τηλεκπαίδευση, μπήκαν τα σχολεία μέσα στο σπίτι και έγιναν θέαμα, κάτι σαν το MasterChef. Θεωρούν ότι τώρα ξέρουν να ελέγχουν τη δουλειά του σχολείου, οπότε αυτό έχει αντίστοιχα τον αντίκτυπο ότι τα παιδιά αποκτούν την εντύπωση ότι το σχολείο δεν είναι και κάτι το ιδιαίτερο. Υπήρχε μια μαγική συνθήκη παλιά, ειδικά στις μικρές ηλικίες, που ό,τι συνέβαινε στο σχολείο παρουσιαζόταν στους γονείς σαν επίτευγμα. Αυτό ξαφνικά εξαφανίστηκε και εμφανίστηκε μια άποψη για όλα τα πράγματα, που είναι και λάθος συνήθως. Επίσης, δεν τους έχουν εξηγήσει πώς πρέπει να συμπεριφέρονται. Έρχονται στο σχολείο νομίζοντας ότι ο ρόλος τους είναι να κάνουν ό,τι θέλουν». Όπως λέει, υπάρχουν φορές που οι δάσκαλοι απευθύνονται στα παιδιά και εκείνα δεν γυρνούν καν να τους κοιτάξουν. «Γίνονται πράγματα που, στα 20 χρόνια που μπαίνω σε τάξεις, δεν πίστευα ότι θα δω».
Οι γονείς της γενιάς Α είναι σχεδόν όλοι μιλένιαλ και, αν δεχτούμε ότι τα άπειρα βίντεο στο Instagram που παρουσιάζουν νέους γονείς να αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι το να υψώσουν τη φωνή στο παιδί τους, και κάνουν συνειδητή προσπάθεια να μην τους μεταδώσουν διαγενεακά τραύματα, αυτό επηρεάζει την ανατροφή τους. Οι μιλένιαλ θεωρείται πως ακολουθούν σε μεγάλο βαθμό αυτό που ονομάζεται «ήπια γονεϊκότητα», η οποία βασίζεται στην ενσυναίσθηση, στον σεβασμό, στην κατανόηση, στα όρια. «Θα έλεγα ότι η γενιά μου έχει κάνει λίγο περισσότερη ψυχοθεραπεία, και η θεραπεία έχει βοηθήσει μεγάλο ποσοστό γονέων να ξέρουν ότι θα κάνουν λάθη αλλά θα αποφύγουν να βαρύνουν το παιδί με τύψεις, ενοχές, στερεότυπα», λέει η Έλενα, μητέρα του πεντάχρονου Στάθη. «Επίσης, σε αντίθεση με τους γονείς μας, δεν διστάζουμε στιγμή να απευθυνθούμε σε έναν ειδικό». Η ίδια, όταν παρατήρησε ότι ο γιος της έδειχνε μια προσκόλληση στο κινητό, το διερεύνησε με τη βοήθεια ειδικού επιστήμονα και συνειδητοποίησε ότι κάτι τον ενοχλούσε στο σχολείο. «Το κινητό ήταν το σύμπτωμα, όχι η αιτία. Ας μην τα δαιμονοποιούμε όλα», λέει.
Ο Ιάσονας, μπαμπάς της 12χρονης Σοφίας, συμφωνεί: «Δεν καταλαβαίνω την απελπισία που έχουν κάποιοι άλλοι γονείς με την τεχνολογία. Είναι φοβερός συντηρητισμός. Εμένα αυτή η γενιά μού φαίνεται εξαιρετική. Η κάθε γενιά έχει τα χαρακτηριστικά της, δεν είναι ίδια με την προηγούμενη, δεν πρέπει να την οικτίρουμε επειδή δεν μοιάζει με τη δική μας. Τώρα είναι το TikTok, τότε ήταν η Σούπερ Κατερίνα, δεν το θεωρώ καλύτερο αισθητικά ή ποιοτικά».
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η γενιά Α ξέρει πράγματα που οι συνομήλικοί τους τις προηγούμενες δεκαετίες ούτε καν είχαν φανταστεί. Όταν πρωτοαπέκτησε κινητό, στη Δ΄ Δημοτικού, ο Διονύσης έμαθε τα πάντα γύρω από το κίνημα Black Lives Matter. Στην ίδια ηλικία, ο Κωστής έχει μάθει για τα κρέατα, όπως το περίφημο Wagyu, και τις κοπές τους από το TikTok. Η Κατερίνα φτιάχνει κοσμήματα με οδηγό το Pinterest. Η Μυρτώ ζει σε μια εποχή που της επέτρεψε να φανταστεί τον εαυτό της να κάνει χιπ χοπ. Και ο Σωτήρης, ένας μαθητής της Α΄ Γυμνασίου, πριν από λίγα χρόνια είπε στους γονείς του ότι δεν θέλει να ξαναπάει στο καράτε επειδή ο καθηγητής είναι σεξιστής και λέει «μη βαράς σαν κοριτσάκι». «Το τι είναι σεξιστής το έμαθε από το TikTok, όχι από εμάς»,, λένε οι γονείς του.