Απογοητευμένοι, εναλλακτικοί ή απλώς «ψεκασμένοι»; – Τα Πυρηναία Ορη η «μητρόπολη» των φευγάτων
Στο ευρύτερο πεδίο της οικουμενικής και μάλλον πανανθρώπινης τάσης προς τον αναχωρητισμό, την αποκοπή από τον σύγχρονο πολιτισμό κ.λπ., η περίπτωση του 45χρονου «παλαιοχριστιανού της Κορινθίας» Μανώλη Καλαϊτζιδάκη και της οικογένειάς του είναι, ομολογουμένως, αρκετά ιδιάζουσα. Διότι δύσκολα μπορεί να συλλάβει κάποιος με την κοινή λογική το πώς συμβιβάζονται κάποια εντελώς αντιφατικά στοιχεία, όπως αφενός η διαβίωση του ίδιου, της συμβίας και των παιδιών τους στην ύπαιθρο, ανάμεσα σε ένα αυτοσχέδιο όρυγμα, ένα σαραβαλιασμένο τροχόσπιτο και ένα παράπηγμα, ενώ ταυτόχρονα ο pater familias των τρωγλοδυτών υπάγεται σε ένα ιδιόμορφο καθεστώς τηλεργασίας ως υπάλληλος σε υπηρεσία (και δη καθαριότητας) ενός δήμου που βρίσκεται σε διαφορετικό γεωγραφικό διαμέρισμα της χώρας. Και όλα αυτά εν ονόματι μιας ακραία πουριτανικής αντίληψης για τη χριστιανική ευλάβεια, η οποία επιγράφεται ως «παλαιοχριστιανική της Ρωμανίας», όπως λέει ο κ. Καλαϊτζιδάκης, και ακολουθεί το ίδιο μονοπάτι με τους «παλαιόπιστους της Ρωσίας», την οπισθοδρομική αίρεση των Αμερικανών Αμις κ.τ.λ.
Το δε προφίλ του Μανώλη Καλαϊτζιδάκη και των οικείων του περιπλέκεται ακόμη περισσότερο με την προσθήκη επιπλέον σημαντικών -πλην μετωπικά αντικρουόμενων μεταξύ τους- παραμέτρων, όπως η ομολογία του ότι κατά το παρελθόν υπήρξε οργανωμένος στη Χρυσή Αυγή, στον κύκλο του πρώην βουλευτή και διακεκριμένου στελέχους της νεοναζιστικής οργάνωσης, Ηλία Παναγιώταρου. Μάλιστα, σύμφωνα με ό,τι δήλωσε ο ίδιος σε τηλεοπτικό σταθμό, στράφηκε στον δρόμο του Θεού ύστερα από εμπλοκή σε βίαια επεισόδια.
Παρ’ όλα αυτά, ταυτόχρονα και από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε στα ΜΜΕ, ο κ. Καλαϊτζιδάκης προσδιορίζει τον εαυτό του ως «παλαιοχριστιανό» και την πολυμελή οικογένειά του σαν «μία από τις τέσσερις παλαιοχριστιανικές κοινότητες που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα» – μολονότι τίποτα τέτοιο δεν επιβεβαιώνεται από κάποια έγκυρη μαρτυρία.
Μια άλλη πτυχή της ιδιοτυπίας που παρουσιάζει η περίπτωση Καλαϊτζιδάκη, έγκειται στο ότι δεν μπορεί να καταταγεί σε καμία από τις λίγο-πολύ γνωστές κατηγορίες ή «φυλές» των ανά την Ελλάδα, ή ακόμη και ανά τον κόσμο, σύγχρονων αναχωρητών. Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, όσοι αποφασίζουν να «πάρουν τα βουνά», κατά το κοινώς λεγόμενο, να «επιστρέψουν στη φύση» ή, έστω, να υιοθετήσουν έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής μακριά από τις πόλεις και τις σύγχρονες τεχνολογικές ανέσεις, έχοντας μπουχτίσει ή απογοητευτεί από την αλλοτρίωση, τον καταναλωτισμό, το μάταιο κυνήγι τις επιτυχίας, το υπερβάλλον αυτοκαταστροφικό στρες -και υπό την προϋπόθεση ότι δεν ανήκουν στους ανεπανόρθωτα «ψεκασμένους»- κατά κανόνα ωθούνται από δύο ελατήρια: είτε από την προοπτική της επανασύνδεσης με πατρογονικά εδάφη από όπου έλκουν την καταγωγή τους, είτε με στόχο την ανάπτυξη κάποιας επιχειρηματικής δραστηριότητας στην ελληνική περιφέρεια – συχνά, δε, ως κίνητρο φυγόκεντρης αναχώρησης λειτουργεί ένας συνδυασμός και των δύο.
Κατά τα λοιπά, κυρίως λόγω των πατροπαράδοτων και στενών δεσμών -θρησκευτικών, γεωγραφικών, πολιτισμικών κ.ο.κ.- της Ελλάδας με το Άγιον Όρος ως του προεξάρχοντος κέντρου μοναχισμού για ολόκληρο τον πλανήτη της Ορθοδοξίας, ο χριστιανικού τύπου αναχωρητισμός ταυτίζεται κατ’› ανάγκην με την εγκαταβίωση παντός ενδιαφερομένου στη μοναστική κοινότητα του Αθω. Αν και προφανώς ως πολύτεκνος οικογενειάρχης, ο Μανώλης Καλαϊτζιδάκης δεν θα μπορούσε να ακολουθήσει έναν ασκητικό βίο κατά την κυριολεξία του όρου.
Κοινόβια στα Πυρηναία
Από την άποψη της εντύπωσης -επιπέδου σοκ ενδεχομένως- που προκάλεσε η αποκάλυψη των λεπτομερειών για τις συνθήκες ζωής των «παλαιοχριστιανών της Κορινθίας», οι αναλογίες με παρόμοια περιστατικά από τον διεθνή χώρο παραπέμπουν σε υποθέσεις όπως λ.χ. αυτή του Αλεξ Μπάτι, ενός αγοριού από το Μάντσεστερ της Βρετανίας, το οποίο επί μία επταετία ήταν εξαφανισμένο από προσώπου γης, για να αποδειχθεί εν τέλει ότι είχε ενσωματωθεί στη «Γαία», μια εναλλακτική κοινότητα αναχωρητών η οποία διαβιούσε, υπαιθρίως και κατά τον νομαδικό τρόπο, κυρίως σε αντίσκηνα, περιφερόταν στο Μαρόκο, αλλά και τα Πυρηναία, στα σύνορα μεταξύ Ισπανίας και Γαλλίας. Μια περιοχή η οποία θεωρείται γενικότερα κάτι σαν Μέκκα για ομάδες ανθρώπων με ιδιαίτερες πνευματικές ανησυχίες, που θέλγονται από τη συμμετοχή σε κοινόβια, εκτελούν όλοι μαζί ασκήσεις αναπνοής, χαλάρωσης και διαλογισμού, παίρνουν αγκαλιά τα δέντρα και αφουγκράζονται τον παλμό της φύσης, βαδίζουν ξυπόλυτοι για να βρίσκονται σε άμεση επαφή με τη Μητέρα
Γη κ.λπ.
Ο Αλεξ Μπάτι ήταν 11 χρόνων τον Σεπτέμβριο του 2017, όταν κατά τη διάρκεια διακοπών μαζί με τη μητέρα και τον παππού του στην Μαρμπέγια, στα νότια της Ισπανίας, εξαφανίστηκε – παραδόξως μαζί με τους δύο ενηλίκους που τον συνόδευαν. Οι οποίοι, όμως, δεν είχαν την κατά νόμο κηδεμονία του παιδιού, εφόσον αυτή είχε αποδοθεί στη γιαγιά του (από την πλευρά της μητέρας του Αλεξ). Η γιαγιά ενημερώθηκε για την απόφαση του συζύγου και της κόρης του να γίνουν αναχωρητές μέσω ενός βιντεοσκοπημένου μηνύματος στο Facebook. Στο οποίο η μητέρα του Αλεξ ανακοίνωνε την απόφασή της να μη στείλει το παιδί στο σχολείο και αντί γι’ αυτό να το μεγαλώσει περιπλανώμενη.
Οπως διηγήθηκε στις Αρχές αφότου επανεμφανίστηκε, ο Αλεξ Μπάτι πέρασε τα πρώτα δύο χρόνια στο Μαρόκο, περνώντας την ώρα του με διάβασμα, ζωγραφική και τριγυρνώντας στην παραλία. Μαζί με τη μητέρα και τον παππού του μετακινούνταν διαρκώς διαμένοντας οπουδήποτε έβρισκαν στέγη, σε διάφορα σπίτια που τους παραχωρούνταν, έως ότου κατέληξαν στα Πυρηναία. Εν τω μεταξύ, όμως, ο Αλεξ είχε φτάσει πλέον σε ηλικία 14 ετών και απλώς βαρέθηκε τις κοινοβιακές τελετουργίες κ.λπ., οπότε αποφάσισε να αποσπαστεί από τους δικούς του και να επιστρέψει στην «κανονική» κοινωνική ζωή, κάτι που θα έκανε τελικά στα 17 του, τον Δεκέμβριο του 2023. Ο Αλεξ, που είχε σκοπό να επιστρέψει στη Βρετανία, γνωρίζοντας όμως ότι η μαμά του είχε άλλα σχέδια (να συνεχίσει την περιπλάνησή της στη Φινλανδία), σκέφτηκε να φύγει κρυφά αφήνοντας πίσω του μόνο ένα γράμμα, στο οποίο θα εξηγούσε πόσο αγαπούσε τη μητέρα του, αλλά ότι προτίμησε να γυρίσει στη Βρετανία. Και ξεκίνησε με τα πόδια από τη Νότια Γαλλία. Πέρασε τέσσερις μέρες στον δρόμο, κατά τις οποίες κοιμόταν όπου έβρισκε και τρεφόταν με καρπούς που έκλεβε από κήπους. Τελικά εντοπίστηκε από έναν διερχόμενο, ο οποίος και φρόντισε να παραδώσει τον Αλεξ στην Αστυνομία ώστε να μην κινδυνεύσει βαδίζοντας εντελώς μόνος του στο άγνωστο.
Ομως, λόγω της περιπέτειας του Αλεξ Μπάτι, το διεθνές ενδιαφέρον εστίασε στις κοινοβιακές κοινότητες των Πυρηναίων, σε διάφορες ομάδες ανθρώπων που επί δεκαετίες ζουν μακριά από τις συνήθειες των κοινών ανθρώπων, χωρίς προηγμένα τεχνολογικά μέσα, σαν πρωτόγονοι, αποφεύγοντας να στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο κ.ο.κ. Οπως δηλαδή οραματιζόταν το μέλλον του γιου της η Μέλανι Μπάτι και όπως το διαμορφώνει για τα δικά του παιδιά ο Μανώλης Καλαϊτζιδάκης και η σύζυγός του στην Κορινθία.
Σε κοντέινερ και κορυφές
Ως προς τους εν Ελλάδι οπαδούς της τάσης προς απομάκρυνση από τον πολιτισμό, ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν δύο περιπτώσεις ανθρώπων των media -με την ευρεία έννοια-, οι οποίοι εγκατέλειψαν το άστυ για να ζήσουν, υπό συνθήκες σχετικής απομόνωσης, στην επαρχία. Η μία είναι η Δήμητρα Σωτηριάδου, πρώην δημοσιογράφος στον τηλεοπτικό σταθμό MEGA, ο άλλος είναι ο φωτογράφος Κωνσταντίνος Βασιλακάκος. Η μεν κυρία Σωτηριάδου, αφού συνταξιοδοτήθηκε, μετοίκησε σε ένα χωριό του Ρεθύμνου από όπου καταγόταν η μητέρα της, αλλά χωρίς να υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος δεσμός της ίδιας με τον τόπο. Παρ’ όλα αυτά, με τη βοήθεια ενός εφευρετικού γνωστού της μετασκεύασε ένα κοντέινερ σε μια μικροσκοπική αλλά πολύ λειτουργική κατοικία – αν και χωρίς ρεύμα, παρά μόνο με την ενέργεια των φωτοβολταϊκών για την κάλυψη των απολύτως στοιχειωδών αναγκών. Κατά τα άλλα, η επιταγή της «επιστροφής στη φύση» εξαργυρώνεται καθημερινά από την κυρία Σωτηριάδου στο ακέραιο με σχεδόν μηδενική επιβάρυνση του περιβάλλοντος από την παρουσία της και με την ίδια να καλλιεργεί τα νωπά εδώδιμα που χρειάζεται για τη διατροφή της.
Σε ό,τι αφορά τον φωτογράφο Κωνσταντίνο Βασιλακάκο, ο οποίος εξειδικεύεται στην αποτύπωση του ουράνιου στερεώματος, η εσωτερική φωνή του τον έστειλε πίσω στον τόπο καταγωγής των προγόνων του, το Πετρίλο της Ευρυτανίας. Ενα χωριό με ελάχιστους κατοίκους κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους. Εκεί όμως ο κ. Βασιλακάκος βρήκε αυτό που έψαχνε, καθώς συνδύασε την αγάπη του για τη φωτογραφία με εκείνη για την ορειβασία. Και μολονότι χτυπήθηκε από μια ανείπωτη τραγωδία, όταν πέθανε το νεογέννητο παιδί του από κάποιο αναπνευστικό ατύχημα, ο ίδιος παραμένει και επιμένει: ακόμη και η ονομασία του καναλιού του στο YouTube (@MonimosKatoikosPetrilou) διακηρύσσει ότι δεν έχει μετανιώσει που πήρε τα βουνά.
Το ίδιο ισχύει για ένα ζευγάρι νέων ανθρώπων, την Ελενα Χατζημιχάλη και τον Σίλα Βούλγαρη, οι οποίοι αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την προηγούμενη ζωή τους, να μην αξιοποιήσουν τις σπουδές τους στην Ελλάδα και το εξωτερικό, να μην προχωρήσουν στις επαγγελματικές επιλογές που είχαν ήδη ξεκινήσει. Ετσι, αντί π.χ. για την επίβλεψη λειτουργίας του δικού της φροντιστηρίου στη Θεσσαλονίκη, η Ελενα έγινε αγρότισσα, κτηνοτρόφος, νοικοκυρά και οικοτεχνήτρια βιολογικών σαπουνιών με αρωματικά βότανα και έλαια σε μια φάρμα έξω από το χωριό Παλιά Σκάλα στη Βόρεια Εύβοια. Και ακόμη κι όταν οι φοβερές πυρκαγιές το καλοκαίρι του 2021 κατέστρεψαν σχεδόν ολοσχερώς ό,τι είχαν καταφέρει να φτιάξουν με τα χέρια τους, οι ίδιοι άνθρωποι βρήκαν τη δύναμη να αναστήσουν τη ζωή τους από την αρχή. Εξάλλου η Ελενα σε αυτή την αγροικία έφερε στον κόσμο τα δύο παιδιά της με τη βοήθεια από δύο ντόπιες μαίες, σαν να μην πέρασε ποτέ ο χρόνος από τότε που δεν υπήρχε άλλος τρόπος για τον τοκετό στην ελληνική επαρχία.
Νυν γκουρού, πρώην ζεν πρεμιέ
Οπως είναι φυσικό, ιδιαίτερα στα χρόνια κορύφωσης της οικονομικής κρίσης, η αναχωρητική τάση ενισχύθηκε και επιταχύνθηκε για πολλούς Ελληνες, οι οποίοι θέλησαν να δοκιμάσουν την τύχη τους ξεκινώντας μια επιχείρηση στο χωριό των γονέων ή του συντρόφου τους. Αλλά αυτή η τάση είναι μάλλον παράπλευρη του γενικότερου φαινομένου και δεν σχετίζεται, αιτιακά τουλάχιστον, με την επιθυμία απόδρασης από τον πολιτισμό.
Από μια διαφορετική σκοπιά, η αμιγώς lifestyle απόσυρση από τον συμβατικό αστικό τρόπο ζωής περιορίζεται σε ελάχιστα ντόπια δείγματα του είδους. Με πλέον διάσημο, εννοείται, αυτό του ηθοποιού και συγγραφέα, εναλλακτικού και -άτυπου μέχρι στιγμής- κήρυκα μεθόδων για την κατάκτηση της εσωτερικής ισορροπίας/γαλήνης/ειρήνης κ.λπ. Θανάση Ευθυμιάδη. Τα μαθήματα ζωής που παραδίδει με γενναιοδωρία μέσα από τα βιβλία που εκδίδει («Μια όμορφη μέρα» και «Μικρές ιστορίες, μεγάλα μαθήματα», εκδ. Key Books), τις εμφανίσεις και τις συνεντεύξεις του στα ΜΜΕ, τις αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κ.λπ. παρουσιάζονται κατά κανόνα με φόντο το φυσικό περιβάλλον.
Ο Ευθυμιάδης φωτογραφίζεται γαλήνιος και ευτυχής ενώ σκαρφαλώνει σε δέντρα, τα οποία επίσης συχνά αγκαλιάζει και μιλά μαζί τους, κολυμπά σε ποτάμια ακόμη και τον χειμώνα, χορεύει πυρρίχιο στη βροχή, εκτελεί ασκήσεις γιόγκα με αξιοθαύμαστη ευλυγισία, περπατά σε σπασμένα γυαλιά χωρίς να πονά ή να τραυματίζεται. Ειδικά στα δέντρα, φαίνεται πως ο Θανάσης Ευθυμιάδης έχει ιδιαίτερη αδυναμία, ενώ τα τοποθετεί στο επίκεντρο των «μαθημάτων ζωής» που έχει πάρει, πρώτος από όλους, ο ίδιος. Χαρακτηριστικά, γράφει γι’ αυτά: «Μόνο αν διδάξουμε στα παιδιά πόσο πολύ μας αγαπάνε τα δέντρα θα αφυπνίσουμε τη φιλία μαζί τους. Μόνο αν επιτρέψουμε στα παιδιά να σκαρφαλώσουν σε ένα δέντρο θα καταλάβουν ότι το δέντρο είναι ζωντανό και τα αγαπάει. Παρ’› όλες τις ανησυχίες των γονιών, το παιδί θα νιώσει ασφάλεια στην αγκαλιά του δέντρου, ίδια με αυτή της αγκαλιάς της μητέρας του. Μόνο έτσι θα αγαπήσει το παιδί τα δέντρα. Μόνο αν τα δέντρα μπουν στις προσευχές των παιδιών θα γλιτώσουν από την τρέλα τού σύγχρονου ανθρώπου».
Γενικότερα, ο άλλοτε ζεν πρεμιέ του τηλεοπτικού σίριαλ «Ντόλτσε Βίτα» σήμερα θυμίζει έναν λιπόσαρκο γιόγκι, έναν σαμάνο, έναν μύστη τέλος πάντων της εσωτερικής αναζήτησης, επηρεασμένο σαφώς από τη σοφία της Ασίας, της Απω Ανατολής και των Ινδιάνων. Προσθέτοντας στο πνευματικό αυτό κοκτέιλ την πίστη στον Θεό -«αλλά με το δικό μου τρόπο», όπως υπογραμμίζει πάντα-, ο Ευθυμιάδης έχει συνθέσει μια ιδιαίτερη φιλοσοφία ζωής, μια βιοσοφία, η οποία θα μπορούσε άνετα να τον κατατάξει στους νεο-χίπις. Παρ’ όλα αυτά, σε αντιδιαστολή με τους «παλαιοχριστιανούς της Κορινθίας», ο ίδιος δεν είναι ακριβώς ερημίτης, καθώς ζει μεν σε μια μυστική τοποθεσία κοντά στην Αθήνα μαζί με τη σύζυγό του (με την οποίαν «κάνει έρωτα και όχι πια σεξ»), αλλά δεν έχει αποκοπεί εντελώς από τον πολιτισμό. Κηρύσσει συστηματικά την αυτογνωσία και τη συμφιλίωση με τη φύση, προτάσσοντας το εύλογο επιχείρημα ότι «ζω με τρόπο φυσιολογικό, κάτι που άλλοι αποκαλούν “εναλλακτικό”. Γιατί αυτό έχει γίνει: μετονομάσαμε το φυσιολογικό σε εναλλακτικό και το αφύσικο σε φυσικό».
Οσο για τη διατήρηση της αταραξίας, ακόμη και όταν το ανθρώπινο περιβάλλον γίνεται ενοχλητικό, το δίδαγμα ζωής που δίνει ο Ευθυμιάδης συνίσταται στο εξής: «Προσέχω πού δίνω την ενέργειά μου. Δεν την σπαταλάω κρίνοντας τους άλλους και προσπαθώντας να τους αλλάξω.
Γιατί, όπως έλεγε και ένας φίλος μου, “η μέλισσα δεν προσπαθεί να πείσει τη μύγα ότι το μέλι είναι πιο νόστιμο από την κοπριά». Τέλος, ο αναγεννημένος Θανάσης Ευθυμιάδης, ο «Ευθυμιάδης version 0.2», αν προτιμά κανείς μια πιο σύγχρονη τεχνοκρατική ορολογία, δεν παραλείπει τις πιο πρακτικές συμβουλές προς τους διαδικτυακούς φίλους του σε σχέση με τη σωματική υγιεινή, ευεξία και αναζωογόνηση: «Εδώ και αρκετά χρόνια προτιμώ τις απομακρυσμένες παραλίες για να μπορώ να απολαμβάνω τον Ηλιο και τη θάλασσα γυμνός. Η θεραπεία που προσφέρει ο Ηλιος τις πρωινές και τις απογευματινές ώρες είναι ανεκτίμητη για την καλή υγεία των γεννητικών οργάνω (ανδρών και γυναικών). Αλλωστε, το έχει πει και κάποιος σοφός: Ο,τι δεν το βλέπει ο Ηλιος, μαραζώνει!».
Παλαιοχριστιανοί ή όχι;
Σε μία από τις τηλεοπτικές συνεντεύξεις του, ο 45χρονος «παλαιοχριστιανός» Μανώλης Καλαϊτζιδάκης αποκάλυψε ότι πάσχει από διπολική διαταραχή – και μάλιστα ότι θα μπορούσε να μην εργάζεται καν, ως ανάπηρος. Σχετικά δε με τη φύση της θρησκευτικής πίστης που ασπάζεται και διακονεί με κάθε πτυχή της προσωπικής και οικογενειακής ζωής του, ο κ. Καλαϊτζιδάκης εξηγεί ότι «είμαστε μια κοινότητα παλαιοχριστιανών στα πρότυπα των παλαιόπιστων Ρωσίας ή των Αμις. Αρνούμαστε την τεχνολογική πρόοδο και ζούμε παραδοσιακά, όπως οι πρώτοι χριστιανοί. Τη γυναίκα μου τη λέω “αδελφή Σεβαστιανή” και τον γιο μου “αδελφό Νικόλαο”. Είμαστε όλοι οι άνθρωποι αδέλφια».
Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ότι οι απόψεις του ιδίου ευσταθούν. Ενας διδάκτωρ Θεολογίας, ο κ. Παναγιώτης Ασημακόπουλος, σε παρέμβασή του σε ραδιοφωνικό σταθμό της Κρήτης (88,4), αμφισβητεί και ουσιαστικά καταρρίπτει τους ισχυρισμούς του αναχωρητή, επισημαίνοντας ότι «οι συγκεκριμένοι άνθρωποι καπηλεύονται έναν όρο που δεν γνωρίζουν. Δεν έχουμε κάποια τέτοια κοινότητα στην Ελλάδα και την Ορθοδοξία. Είναι αλήθεια, όμως, ότι ο τρόπος ζωής της συγκεκριμένης οικογένειας προσομοιάζει περισσότερο στους Αμις. Στην Εκκλησιαστική Ιστορία, όταν αναφερόμαστε σε παλαιοχριστιανική εποχή εννοούμε την περίοδο από τον 4ο έως τον 7ο αιώνα. Ο διαχωρισμός έγινε για να σηματοδοτηθούν οι διαφορές κυρίως στην τέχνη, π.χ. μια παλαιοχριστιανική εκκλησία δεν έχει τρούλο. Αυτό που υποστηρίζει η οικογένεια από την ορεινή Κορινθία παραπέμπει στην εποχή των κατακομβών, η οποία όμως δεν λέγεται επιστημονικά “παλαιοχριστιανική”.
Τότε οι χριστιανοί ήταν υπό διωγμό μεν, αλλά δεν ζούσαν σε κατακόμβες. Ούτε είχαν αρνηθεί τις ανέσεις του τότε πολιτισμού. Οι κατακόμβες/σπηλιές ήταν κοιμητήρια. Οπότε, αυτά που λένε οι συγκεκριμένοι άνθρωποι δεν έχουν καμία σχέση με τον παλαιοχριστιανισμό. Πιστεύουν πως είναι παλαιοχριστιανοί λόγω της λανθασμένης αντίληψης ότι ο χριστιανισμός είναι αναχρονιστικός και απορρίπτει τον πολιτισμό. Αλλά αυτό δεν ισχύει. Ακόμα και στα χρόνια του Χριστού, δεν βλέπουμε τους χριστιανούς να αρνούνται αυτά που τους δίνει η πόλη – εκτός από την περίπτωση που επέλεγαν οι ίδιοι τον ασκητικό βίο. Δεν υπάρχει πουθενά γραμμένο ότι ο πολιτισμός και η σύγχρονη ζωή είναι κάτι αμαρτωλό και πρέπει να το απορρίπτουμε, να το πετάξουμε στα σκουπίδια. Η Εκκλησία δεν δέχτηκε ποτέ τέτοιες ακραίες συμπεριφορές διαβίωσης και συμπεριφοράς».
Ως εκ τούτου, για πολλούς και διάφορους λόγους οι «παλαιοχριστιανοί της Κορινθίας» δεν εμπίπτουν ακριβώς σε καμία από τις προαναφερθείσες τάσεις, τουλάχιστον των γνωστών καθ’ ημάς, αναχωρητών. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η περίπτωση Καλαϊτζιδάκη όντως, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται, προσιδιάζει σε πρακτικές που απαντώνται κυρίως στον διεθνή χώρο. Είναι γνωστό άλλωστε ότι σε πολλά σημεία της υφηλίου εμφανίζονται άτομα με τάσεις αποδέσμευσης από τον σύγχρονο πολιτισμό, είτε κατά μόνας είτε ομαδικά. Ανθρωποι κάθε φύλου και ηλικίας, από έφηβοι έως υπέργηροι, κάθε μορφωτικού επιπέδου, κοινωνικο-οικονομικής τάξης κ.ο.κ., οι οποίοι αίφνης εξεγείρονται και απαρνούνται όλα όσα ήταν και έκαναν έως τότε για να ακολουθήσουν κάποιο πανίσχυρο εσωτερικό κάλεσμα. Το οποίο τους ωθεί προς ενός είδους εξαγνισμό, συνήθως ταυτισμένο με την υποτιθέμενη χαμένη αθωότητα του πρωτογονισμού και της ζωής σε πλήρη συντονισμό με τη φύση κ.λπ. Ασφαλώς, ισχυρή έλξη ασκεί στους αντιστοίχως ευεπίφορους ο θρησκευτικού τύπου αναχωρητισμός, ακριβώς όπως αυτόν που επικαλείται ο 45χρονος «παλαιοχριστιανός» Μανώλης Καλαϊτζάκης.
Σύγχρονοι Ροβινσώνες
Συναρπαστικές και εξίσου παράξενες είναι επίσης διάφορες ιστορίες που κατά περιόδους αναδύονται στη διεθνή επικαιρότητα και αφορούν σε περιπτώσεις ερημιτών. Ενας πρώην εκατομμυριούχος, ο οποίος στα 78 του άρχισε να δίνει συνεντεύξεις για το πώς έζησε επί 25 χρόνια ως μετενσάρκωση του μυθικού Ροβινσώνα Κρούσου, μόνος σε ένα έρημο νησί, στην ευρύτερη περιοχή της Αυστραλίας.
Ενώ το 2017 ανάμεικτα συναισθήματα διέγειραν οι αφηγήσεις της Μίριαμ Λάνσεγουντ στο βιβλίο της με τίτλο «Woman in the Wilderness» για το πώς φροντίζει τον εαυτό της μια νέα γυναίκα που αποφάσισε να ζήσει περιπλανώμενη στην άγρια φύση της Νέας Ζηλανδίας. Η Λάνσεγουντ είναι Ολλανδή και τυγχάνει γυμνάστρια, χορτοφάγος, παντρεμένη με έναν Νεοζηλανδό εξίσου φανατικό οπαδό του νομαδικού, φυσιολατρικού βίου κ.λπ. Στο ημερολόγιο των περιπετειών της, μεταξύ άλλων, υπεισέρχεται ακόμη και σε ειδεχθείς λεπτομέρειες της καθημερινότητάς της, όπως το ότι συχνά λούζει τη μακριά και πλούσια κόμη που διαθέτει με τα ούρα της, δοκιμάζοντας την αποτελεσματικότητα των ίδιων της των απεκκριμάτων κατά της πιτυρίδας βάσει ενός γιατροσοφιού που συνηθίζουν οι Εσκιμώοι.
Κατά τα λοιπά, η Λάνσεγουντ μυεί τους αναγνώστες στην απόλυτη οπισθοδρόμηση, αποτυπώνοντας σκηνές όπως το κυνήγι της ζωικής πρωτεΐνης με τόξο και βέλη, τη διατροφή με τους σωστούς -και μη δηλητηριώδεις- καρπούς, βότανα και ρίζες κ.λπ. Πάνω από όλα, με το είδος ζωής που έχει επιλέξει η ίδια αποδεικνύει ότι στην πραγματικότητα κάθε άνθρωπος μπορεί να ζήσει με τα απολύτως στοιχειώδη εφόδια, με ελάχιστα ενδύματα και υποδήματα, πλαγιάζοντας όταν πέφτει το σκοτάδι σε ένα ελαφρύ αντίσκηνο ή μέσα στην πρώτη άδεια καλύβα που θα βρει στον δρόμο του.
Ασφαλώς, ένα από τα αρχέτυπα του συνειδητοποιημένου αναχωρητή είναι ο Γάλλος ζωγράφος Πολ Γκογκέν, ένας από τους σπουδαιότερους εικαστικούς καλλιτέχνες όλων των εποχών. Ενώ σήμερα τα έργα του θεωρούνται ανυπέρβλητα αριστουργήματα και αλλάζουν χέρια έναντι αμύθητων χρηματικών ποσών, κοντά στο γύρισμα του 19ου προς τον 20ό αιώνα ο ίδιος αναζητούσε εναγωνίως την καθαρότητα της έμπνευσης, αλλά και εξίσου την καταξίωση στην πατρίδα του. Επειδή όμως τίποτα δεν φαινόταν να πηγαίνει καλά στη ζωή και την τέχνη του, το 1891, απένταρος και σε βαθιά κατάθλιψη, επιβιβάστηκε σε ένα καράβι με προορισμό την Ταϊτή. Φτάνοντας εκεί, ασφαλώς δεν βρήκε αμέσως την αναγνώριση του χαρίσματός του, όπως διακαώς επιθυμούσε, ούτε την οικονομική αποκατάσταση. Στην εξωτική Ταΐτή όμως ο Γκογκέν ανακάλυψε κοιτάσματα ερεθισμάτων, τα οποία διαμόρφωσαν το εντελώς ξεχωριστό στυλ του και τον ανέδειξαν σε έναν κολοσσό της παγκόσμιας ζωγραφικής, δίνοντάς του το διαβατήριο για την αιωνιότητα.