Στο άκουσμα του ονόματος και μόνο, ο νους σκοτεινιάζει: Τσερνόμπιλ. Το πυρηνικό δυστύχημα που σημάδεψε τα τέλη της 10ετίας του 1980 ακόμα απασχολεί. Και τώρα τα σκουλήκια της περιοχής «στέλνουν» αισιόδοξο μήνυμα!
Έρευνα διενεργήθηκε πρόσφατα από επιστήμονες που εξέτασαν σκουλήκια τα οποία ζουν στη ζώνη αποκλεισμού του Τσερνομπίλ (CEZ) για να δουν τι είδους γενετικές μεταλλάξεις προκλήθηκαν από τα επικίνδυνα υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας και ακτινοβολίας.
Μετά την πυρηνική έκρηξη, περίπου 2.600 τετραγωνικά χιλιόμετρα γύρω από το εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής κρίθηκαν μη ασφαλή για τους ανθρώπους, αλλά τα φυτά και τα ζώα συνεχίζουν να «κατοικούν» στην περιοχή δίχως την ανθρώπινη παρουσία.
Αυτό που ανακάλυψαν οι ερευνητές, μετά την μελέτη και ανάλυση των σκουληκιών που ζουν στο χώμα της ευρύτερης περιοχής του Τσερνόμπιλ, ήταν κάτι που περιέγραψαν ως «υπερδύναμη»!
Μετά την έκρηξη τον Απρίλιο του 1986, ο πυρηνικός σταθμός παραγωγής ενέργειας του Τσερνόμπιλ, η κωμόπολη Πρίπιατ και η γύρω περιοχή χαρακτηρίστηκαν ως το πιο ραδιενεργό κομμάτι στη Γη. Οι άνθρωποι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και ακόμα- περίπου 40 χρόνια μετά- η περιοχή εξακολουθεί να είναι περιορισμένης επισκεψιμότητας, μάλλον απαγορευμένη θα λέγαμε, αλλά φυτά και ζώα συνεχίζουν να διαβιούν στο ραδιενεργό περιβάλλον. Η ακτινοβολία- όπως προκύπτει από έρευνες- έχει προκαλέσει γενετικές μεταλλάξεις, με αποτέλεσμα να έχουν εμφανιστεί ακόμα και νέα ζωικά είδη.
Πρόσφατα ομάδα βιολόγων από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης πραγματοποίησε έρευνα για να αποκτήσει μια πιο εμπεριστατωμένη άποψη για τις επιπτώσεις της ακτινοβολίας στα είδη που ακόμα ζουν στην περιοχή.
Ακόμα μαθαίνουμε…
«Το Τσερνόμπιλ ήταν μια ασύλληπτη τραγωδία, όμως ακόμα δεν έχουμε κατανοήσει πλήρως και επαρκώς τις επιπτώσεις της καταστροφής στους τοπικούς πληθυσμούς», δήλωσε η Σοφία Τιντόρι, επικεφαλής της έρευνας στην περιοχή. «Η ξαφνική περιβαλλοντική αλλαγή κατέδειξε είδη, ή ακόμα και άτομα μέσα στο ίδιο είδος, που εκδήλωσαν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στην ιονίζουσα ακτινοβολία».
Για τη διεξαγωγή της έρευνας, η ομάδα συνέλεξε εκατοντάδες νηματώδη-σκουλήκια από διάφορους τόπους στο CEZ, συμπεριλαμβανομένων των πεσμένων φύλλων, του εδάφους και των σάπιων καρπών. Λόγω των επικίνδυνων επιπέδων ακτινοβολίας για τον άνθρωπο, τα μέλη της ομάδας έπρεπε να φορούν ειδικές στολές για να τους προστατεύουν από τη ραδιενεργή σκόνη. Και η έρευνα καταδεικνύει ότι αυτά τα σκουλήκια έχουν αναπτύξει μια νέα «υπερδύναμη».
Τα νηματώδη είναι τύπος σκουληκιών τα οποία αποτελούν τη συνομοταξία των Νηματωδών· πρόκειται για συνομοταξία με εξαιρετικά μεγάλη ποικιλία ως προς τα περιβάλλοντα στα οποία μπορεί να προσαρμοστεί και τους διαφόρους τύπους οι οποίοι υπάρχουν.
Στο παρελθόν, οι ερευνητές έχουν εντοπίσει νηματώδεις σκώληκες να ξυπνούν έπειτα από κατάψυξη χιλιάδων χρόνων. Ωστόσο, αυτό που τα κάνει τα συγκεκριμένα σκουλήκια ιδανικά για αυτή τη μελέτη είναι ότι ζουν σύντομη ζωή, επομένως η απόκρισή τους στις τοξίνες, οι ικανότητες επιδιόρθωσης του DNA τους και η βιολογική τους ανάπτυξη θα μπορούσαν- όλα- να αναλυθούν σε αυτό το σύνολο δειγμάτων.
Τα νηματώδη
«Αυτά τα σκουλήκια ζουν παντού, μια σύντομη ζωή, έτσι περνούν από δεκάδες γενιές εξέλιξης ενώ στον ίδιο χρόνο ένα τυπικό σπονδυλωτό μόλις έχει αρχίσει να ανασαίνει», δήλωσε ο Μάθιου Ρόκμαν, καθηγητής βιολογίας στο NYU και ανώτερος συντάκτης της μελέτης. «Μπορούμε να συντηρήσουμε τα σκουλήκια στην κατάψυξη και μετά να τα αποψύξουμε για να τα μελετήσουμε αργότερα», εξήγησε. «Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να σταματήσουμε την εξέλιξη τους, κάτι αδύνατο με τα περισσότερα άλλα μοντέλα ζώων, κάτι που είναι πολύτιμο όταν θέλουμε να συγκρίνουμε οργανισμούς που έχουν βιώσει διαφορετικές εξελικτικές ιστορίες».
Χωρίς βλάβες στο DNA τους
Το δείγμα των νηματωδών από την απαγορευμένη περιοχή του Τσερνόμπιλ συγκρίθηκε με άλλα δείγματα που ελήφθησαν από διάφορα μέρη σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, της Αυστραλίας, των Φιλιππίνων, της Γερμανίας και του Μαυρίκιου. Όπως ήταν αναμενόμενο, η γενετική τους απόσταση από τα άλλα νηματώδη απέδειξε ότι είχαν μεγάλες διαφορές από τους μακρινούς (γεωγραφικά) ομολόγους τους. Εκείνο όμως που προκάλεσε έκπληξη ήταν ότι δεν υπήρχαν σαφή σημάδια βλάβης του DNA τους από την ακτινοβολία. Η «υπερδύναμή» τους ήταν ότι είχαν αναπτύξει ανοσία στην θανατηφόρο ακτινοβολία!