Μελέτη που ανέλυσε δημοφιλείς υδατοδιαλυτές βαφές της παγκόσμιας αγοράς έδειξε ότι αρκετές εξ αυτών περιέχουν εν δυνάμει επικίνδυνες για τον ανθρώπινο οργανισμό χημικές ουσίες
Οι βαφές με βάση το νερό που έχουν γίνει άκρως δημοφιλείς τα τελευταία χρόνια για βάψιμο των σπιτιών (και όχι μόνο) διαφημίζονται ως πιο «οικολογικές», χωρίς μυρωδιά και με ελάχιστες ως καθόλου πτητικές οργανικές ενώσεις (VOCs). Ωστόσο νέα μελέτη που ανέλυσε 40 διαφορετικές τέτοιες ευπώλητες βαφές από Ευρώπη, Βόρεια Αμερική και Ασία έδειξε ότι αρκετές εξ αυτών περιέχουν ουσίες που θεωρούνται VOCs καθώς και άλλα χημικά τα οποία προκαλούν ανησυχία.
Οι βαφές τοίχου αποτελούνται από τέσσερα συστατικά: χρωστικές, συγκολλητικές ουσίες, προσθετικά και ένα υγρό. Αν το υγρό είναι το νερό, τότε η βαφή κατηγοριοποιείται ως υδατοδιαλυτή και διαχωρίζεται από τις βαφές διαλύτη.
Τα μειονεκτήματα των βαφών διαλύτη
Οι βαφές διαλύτη που χρησιμοποιούνταν ευρέως επί πολλά χρόνια ήταν εύκολες στην εφαρμογή και πολύ σταθερές, ωστόσο εξέλυαν πολλά VOCs στον αέρα κατά τη διάρκεια της εφαρμογής τους και μετά από αυτή. Το αποτέλεσμα ήταν ότι τα δωμάτια όπου εφαρμόζονταν οι συγκεκριμένες βαφές μύριζαν πολύ επί μέρες. Τα VOCs μπορούν να προκαλέσουν αναπνευστικά προβλήματα και πονοκεφάλους, μεταξύ άλλων πιθανών προβλημάτων υγείας, ιδίως όταν βρίσκονται σε υψηλές συγκεντρώσεις και οι άνθρωποι εκτίθενται σε αυτά για μεγάλα διαστήματα.
Η νέα μελέτη που «θέτει στο εδώλιο» τις υδατοδιαλυτές βαφές
Ετσι εμφανίστηκαν οι υδατοδιαλυτές βαφές οι οποίες συχνά διαφημίζουν ότι δεν περιέχουν καθόλου VOCs ή περιέχουν VOCs σε χαμηλές συγκεντρώσεις. Η νέα μελέτη ωστόσο που διεξήχθη από ερευνητές διαφορετικών πανεπιστημίων της Κίνας καθώς και του Πανεπιστημίου του
Τέξας στο Οστιν και η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Environmental Science & Technology Letters» της Αμερικανικής Χημικής Εταιρείας (ACS), έδειξε ότι τα υδατοδιαλυτά χρώματα τοίχου δεν είναι τόσο «αθώα» όσο παρουσιάζονται.
Ανάλυση με βάση τον ορισμό του ΠΟΥ
Οπως ανέφερε η ερευνητική ομάδα με επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια του Τμήματος Επιστήμης της Δόμησης του Πανεπιστημίου Tsinghua στο Πεκίνο Γινγκ Σου, υπάρχουν διαφορετικοί ορισμοί σχετικά με το ποιες ουσίες θεωρούνται VOCs, ορισμένοι εκ των οποίων είναι αυστηρότεροι από άλλους. Η συγκεκριμένη μελέτη βασίστηκε στον ορισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Εξέταση σε 40 βαφές από δημοφιλείς μάρκες
Οι ερευνητές συνέλεξαν 40 υδατοδιαλυτές βαφές τοίχου από – όλες οι βαφές ανήκαν στις 70 πιο ευπώλητες μάρκες του είδους παγκοσμίως και σε πολλές από αυτές αναγραφόταν στην ετικέτα ότι είχαν μηδενικά VOCs ή σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Τα ανησυχητικά ευρήματα
Αναλύθηκαν τόσο ξηρά όσο και υγρά δείγματα με αέρια χρωματογραφία – φασματομετρία μάζας προκειμένου να προσδιοριστεί η σύνθεσή τους.
Με βάση τα ευρήματα:
Είκοσι ημι-πτητικές οργανικές ενώσεις εντοπίστηκαν σε συγκεντρώσεις που κυμαίνονταν από 10 ως 35.000 μέρη ανά εκατομμύριο. Παρότι οι ενώσεις αυτές ήταν λιγότερο πιθανό να βρίσκονται σε αέρια μορφή, μπορούν να παραμένουν στους εσωτερικούς χώρους επί έτη, συχνά ενσωματωμένες στη σκόνη.
Στα δείγματα δεν εντοπίστηκαν φθαλάτες, χημικά που δρουν ως ενδοκρινικοί διαταράκτες. Ωστόσο εντοπίστηκαν χημικά που είναι αντικαταστάτες των φθαλατών – η τοξικότητά τους βρίσκεται ακόμη υπό αξιολόγηση.
Σχεδόν τα μισά από τα δείγματα που αναλύθηκαν περιείχαν ισοθειαζολινόνες σε μετρήσιμα επίπεδα – συντηρητικά που έχουν συνδεθεί με ερεθισμούς στο δέρμα και με ασθματικά συμπτώματα.
Σε 24 από τα υγρά δείγματα βαφών που διαφημίζονταν ως βαφές χωρίς καθόλου VOCs ή με χαμηλά επίπεδα VOCs, εντοπίστηκαν 11 διαφορετικά VOCs σε συγκεντρώσεις ως και 20.000 μέρη ανά εκατομμύριο.
Απαιτούνται περαιτέρω μελέτες του… αέρα
Οι συγκεντρώσεις που εντοπίστηκαν αφορούσαν τη χημική σύσταση της βαφής και όχι την ύπαρξη των χημικών στον αέρα. Απαιτούνται τώρα, σύμφωνα με τους ερευνητές, περαιτέρω μελέτες προκειμένου να φανεί τι ποσότητα από αυτά τα εν δυνάμει επικίνδυνα χημικά εκλύεται στον αέρα των εσωτερικών χώρων όταν στεγνώνουν οι επιφάνειες που έχουν βαφτεί. Σε κάθε περίπτωση, οι συγγραφείς της μελέτης τονίζουν ότι η ερευνητική αυτή δουλειά ανοίγει τον δρόμο για σχεδιασμό ασφαλέστερων βαφών τοίχων στο μέλλον.