Η πλειοψηφία των ανθρώπων έχει βρεθεί σε μία εξαιρετικά αμήχανη στιγμή: να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να συγκρατήσει την ανάγκη για αερισμό, ώσπου το σώμα φτάνει στα όριά του. Το μόνο που απομένει σε εκείνη τη στιγμή είναι η ελπίδα πως η επακόλουθη μυρωδιά δεν θα γίνει αντιληπτή από τους υπόλοιπους.
Όσο άβολη κι αν είναι η εν λόγω κατάσταση, στην πραγματικότητα τα αέρια αποτελούν φυσιολογικό και απαραίτητο δείκτη υγείας. Η παραγωγή τους δεν σχετίζεται μόνο με τον ανθρώπινο οργανισμό αλλά και με τα τρισεκατομμύρια μικρόβια που διαβιούν στο πεπτικό μας σύστημα, το γνωστό εντερικό μικροβίωμα. Αυτά τα μικρόβια δεν είναι απλοί «συγκάτοικοι» μας αλλά ζωτικής σημασίας σύμμαχοι στην πέψη.
Και, όπως εξηγεί η Δρ. Maximilienne Toetie Allaart, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Tübingen, σε άρθρο της στο The Conversation, η μυρωδιά των αερίων μπορεί να σας αποκαλύψει πολλά σχετικά το μικροβίωμα του εντέρου σας.
Το εντερικό μικροβίωμα: Ένας προσωπικός μικρόκοσμος
Το μικροβίωμα του εντέρου είναι εξίσου μοναδικό με το δακτυλικό αποτύπωμα κάθε ανθρώπου. Τα μικρόβια συνεργάζονται για να διασπάσουν τα μεγάλα μόρια από τις τροφές – σάκχαρα, λίπη, πρωτεΐνες και ίνες – σε μικρότερες ενώσεις, όπως πτητικά λιπαρά οξέα και αέρια. Τα πρώτα αποτελούν σημαντική πηγή ενέργειας για τα κύτταρα του παχέος εντέρου, ενώ τα δεύτερα αποβάλλονται φυσικά από τον οργανισμό. Άλλοτε αθόρυβα, άλλοτε όχι.
Τα άτομα των τροφών μας – άνθρακας, οξυγόνο, υδρογόνο, άζωτο και θείο – δίνουν στα μικρόβια τη δυνατότητα να παράγουν αέρια, όπως διοξείδιο του άνθρακα, υδρογόνο, μεθάνιο και υδρόθειο. Από αυτά, το υδρόθειο είναι υπεύθυνο για την χαρακτηριστική, δυσάρεστη οσμή, καθώς τα υπόλοιπα είναι άοσμα.
Επιπλέον, τα αέρια λειτουργούν ως «όχημα» για τη μεταφορά άλλων δύσοσμων ενώσεων, όπως τα τρία πιο σημαντικά πτητικά λιπαρά οξέα: το οξικό, το προπιονικό και το βουτυρικό. Παρά το ιδιαίτερο αρωματικό προφίλ τους, τα λιπαρά οξέα είναι εξαιρετικά ωφέλιμα για την υγεία του εντέρου.
Πώς σχετίζεται το φαγητό με τα αέρια – Ποιο είναι το πιο «ένοχο» στοιχείο
Η σύσταση και η μυρωδιά των αερίων εξαρτώνται άμεσα από τις τροφές που καταναλώνουμε. Ορισμένα συστατικά, όπως το θείο, παίζουν καθοριστικό ρόλο στην παραγωγή δύσοσμων ενώσεων. Το θείο απαντάται σε αμινοξέα, όπως η κυστεΐνη και η μεθειονίνη, τα οποία είναι άφθονα στις ζωικές πρωτεΐνες, για παράδειγμα στα αυγά και το κόκκινο κρέας.
Καθώς οι πρωτεΐνες συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία της ζύμωσης στο παχύ έντερο, η υπερκατανάλωσή τους μπορεί να οδηγήσει στην παραγωγή δύσοσμων μορίων. Ταυτόχρονα, η συσσώρευση αχώνευτων πρωτεϊνών στο έντερο έχει συσχετιστεί με παθήσεις, όπως η ελκώδης κολίτιδα και ο καρκίνος του παχέος εντέρου. Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να αποκλείσουμε τις πρωτεΐνες από τη διατροφή μας αλλά να διασφαλίσουμε την κατάλληλη ποσότητα, ώστε η πέψη τους να ολοκληρώνεται στο λεπτό έντερο.
Ο ρόλος των φυτικών ινών: Περισσότερα αέρια, λιγότερες μυρωδιές
Αντιθέτως, τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες, όπως τα φασόλια, προκαλούν αυξημένη παραγωγή αερίων, χωρίς όμως την έντονη δυσοσμία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το ανθρώπινο σώμα δεν μπορεί να διασπάσει τις ίνες από μόνο του. Την αποδόμηση αναλαμβάνουν τα εντερικά μικρόβια, μετατρέποντάς τες σε ωφέλιμα λιπαρά οξέα και άοσμα αέρια, όπως το υδρογόνο και το διοξείδιο του άνθρακα.
Το ανθρώπινο έντερο αποτελεί έναν εξαιρετικά περίπλοκο μηχανισμό αλληλεπίδρασης μεταξύ τροφής, μικροοργανισμών και σώματος. Η παρουσία αερίων δεν είναι μόνο φυσιολογική αλλά και ευεργετική, καθώς υποδηλώνει ένα ενεργό και υγιές μικροβίωμα.
Η διατροφική ποικιλία, μαζί με την τακτική σωματική άσκηση, μπορεί να ενισχύσει την ποικιλομορφία των μικροβίων του εντέρου, να προάγει την καλή λειτουργία του και να συμβάλει στην καλύτερη διαχείριση της ποσότητας και της… αρωματικής υπογραφής των αερίων.
Πηγή: Ygeiamou