Θάνατος: Το μεγαλύτερο μυστήριο απ’ όλα. Το μεγάλο ερωτηματικό: Τι συμβαίνει μετά το θάνατο; Οι επιστήμονες έχουν μελετήσει μέχρι και περίπτωση ατόμου που είχε διαγνωσθεί κλινικά νεκρός, αλλά παρόλα αυτά ο εγκέφαλος του συνέχισε να λειτουργεί. Πέντε άνθρωποι κατάφεραν να περιγράψουν το θάνατό τους. Πέντε συναρπαστικές διηγήσεις για το πως είναι να βρίσκεσαι στου Χάρου τα δόντια.
Τζορτζ Όργουελ: Ο κος «1984» που τον πυροβόλησαν στον λαιμό
Ο διάσημος λογοτέχνης και δημοσιογράφος George Orwell βρίσκονταν στην Ισπανία το 1937, ως μαχητής απέναντι στους φασίστες στον εμφύλιο πόλεμο. Σε μια μάχη, δεδομένου ότι ήταν ψηλός και το κεφάλι του προεξείχε από το χαράκωμα, μια σφαίρα διαπέρασε το λαιμό του. Ξυστά από την καρωτίδα, τόσο ξυστά ώστε την… καυτηρίασε. «Η όλη εμπειρία να σε διαπερνά μια σφαίρα είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα… και νομίζω αξίζει να περιγραφεί λεπτομερώς» έγραψε μετέπειτα ο Όργουελ στο βιβλίο του Πεθαίνοντας στην Καταλωνία (1938) όπου αποτύπωσε μοναδικά τις εμπειρίες και τη δράση του.
«Χοντρικά, ήταν η αίσθηση πως είσαι στο κέντρο μιας έκρηξης. Έμοιαζε σαν να ακούστηκε ένα τεράστιο μπαμ και ένα εκτυφλωτικό φως τριγύρω μου, και ένιωσα ένα τρομακτικό σοκ —καθόλου πόνο, μόνο ένα βίαιο σοκ, όπως αυτό που λαμβάνεις από κάποιο ηλεκτρόδιο. Και μαζί, μια αίσθηση απόλυτης αδυναμίας, ένα αίσθημα πως χτυπήθηκες και συρρικνώθηκες μέχρις εκμηδένισης». Δεν ήξερε πόσο άσχημα είχε λαβωθεί μέχρι που προσπάθησε να κουνήσει το χέρι του. Δεν ανταποκρίθηκε. Προσπάθησε να μιλήσει, φωνή μηδέν.
Και μετά άκουσε τους στρατιώτες να λένε πως μια σφαίρα διαπέρασε το λαιμό του. Ο Όργουελ κατάλαβε πως θα πέθαινε. «Η πρώτη μου σκέψη, εντελώς συμβατικά, ήταν η γυναίκα μου» έγραψε. «Η δεύτερη μια βίαιη άρνηση να εγκαταλείψω αυτόν τον κόσμο». Τον τσάντιζε που πέθαινε από μια ηλίθια σύμπτωση: Πόσο ανόητο (“The meaninglessness of it!”) σκέφτηκε. Δεν μπορούσε να κάνει τον εαυτό του όμως να θυμώσει με τον άνθρωπο που τον πυροβόλησε. «Αν τον έπιαναν αιχμάλωτο και τον έφερναν μπροστά μου, αυτή τη στιγμή απλά θα τον συνέχαιρα για το καλό σημάδι» καταλήγει ο Όργουελ.
Karl Patterson Schmidt: Αφέθηκε να πεθάνει από δηλητήριο φιδιού για χάρη της επιστήμης
Το 1957, ο εξειδικευμένος στα φίδια επιστήμονας Karl Patterson Schmidt προσπαθούσε να αναγνωρίσει ένα φίδι κι εκείνο τον δάγκωσε. Τις επόμενες 24 ώρες, ο ερευνητής είχε την ψυχραιμία να καταγράψει τα πάντα καθώς το δηλητήριο του έπαιρνε τη ζωή. Το αφρικανικής καταγωγής φίδι ήταν ένα Boomslang, που σημαίνει φίδι του δέντρου. Το δηλητήριο του, μεταξύ άλλων, προκαλεί μικρούς θρόμβους στο αίμα με αποτέλεσμα να προκαλείται εσωτερική και εξωτερική αιμορραγία. Όταν προσέφεραν ιατρική βοήθεια στον Schmidt, εκείνος αρνήθηκε γιατί κάτι τέτοιο θα διέκοπτε τα συμπτώματα που προσπαθούσε να καταγράψει… «4:30–5:30 μ.μ» έγραψε μόλις επέστρεψε σπίτι του.
«Έντονη ναυτία αλλά χωρίς εμετούς στη διάρκεια του ταξιδιού στο Homewood με τον προαστιακό». Μια ώρα αργότερα, «κρύωνα έντονα και έτρεμα, και έπειτα πυρετός 38.7, ο οποίος δεν επέμεινε. Η αιμορραγία των μαλακών μορίων στο στόμα άρχισε περίπου στις 5:30, κυρίως μάλλον από τα ούλα.» Κατάφερε να ξεκλέψει καμια-δυο ώρες ύπνο αλλά ξύπνησε τα μεσάνυχτα. «Ούρηση στις 12:20 π.μ,» σημείωσε. «Κυρίως αίμα, αλλά μικρή ποσότητα». Ξύπνησε λίγο αργότερα από ένα βίαιο εμετό.
Παραδόξως λίγες ώρες αργότερα νιώθει ιδιαίτερα καλά και έχει ενέργεια: μάλιστα τηλεφωνεί στο Μουσείο για να τους πει πως θα επιστρέψει στη δουλειά την επόμενη ημέρα. Η τελευταία του καταγραφή ήταν στις 6:30 τα ξημερώματα. «Ελαφριά αιμορραγία πάει τώρα στα εντόσθια, με συχνή ενόχληση στον πρωκτό. Γλώσσα και μύτη συνεχίζουν να αιμορραγούν, αλλά όχι υπερβολικά». Το μεσημέρι, τηλεφωνεί στη γυναίκα του πανικόβλητος. Όταν τον βρήκαν οι γιατροί ήταν κάθιδρος, και αδυνατούσε να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση. Στις τρεις το απόγευμα ήταν νεκρός.
H.G. Wells: Φυματίωση, θανάσιμη απειλή
Ο συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας H.G. Wells κόντεψε να πεθάνει στα νιάτα του. Είχε χτικιό, αυτό που σήμερα αποκαλείται επιστημονικά φυματίωση. Κανείς δεν πίστευε πως θα επιβιώσει. Το κατάλαβε σε ένα ματς καθώς έπαιζε μπάλα. «Ένας τεράστιος πόνος στα πλευρά μου. Το κουράγιο μου με εγκατέλειψε. Δεν μπορούσα να τρέξω. Δεν μπορούσα να κλωτσήσω» έγραψε ο Wells.
«Στο σπίτι, είχα βίαιη ναυτία. Πήγα να ξαπλώσω. Έπειτα πήγα να ουρήσω και ανακάλυψα τον εαυτό μου να κοιτάει καρφωμένος ένα δοχείο νυκτός μισογεμάτο με κατακόκκινο αίμα. Ήταν η πιο απελπιστική στιγμή της ζωής μου. Δεν ήξερα τι να κάνω. Ξάπλωσα και περίμενα να έρθει κάποιος». Αργότερα, ο γιατρός του ανακοίνωσε πως έχει μάξιμουμ πέντε μήνες ζωή. Ο Wells συνέχισε να πηγαίνει στη σχολή καθώς το χτικιό του κατέτρωγε το σώμα. Αλλά τη νύχτα, έπρεπε να αντιμετωπίσει την ιδέα του επερχόμενου θανάτου του.
«Στα κόκκαλά μου, αντιπαθούσα την ιδέα ότι θα πεθάνω» έγραφε. «Ήμουνα εξοργισμένος που δεν είχα γίνει διάσημος, που δεν είχα δει τον κόσμο.» Το χειρότερο όμως ήταν οι ανεκπλήρωτες σεξουαλικές ορμές ενός νεαρού αγοριού που πέθαινε. «Ακόμη πιο εξοργισμένος ήμουνα με τα δίχτυα της αυτοσυγκράτησης γύρω μου που απειλούσαν να πεθάνω παρθένος.»
Αισθανόταν ανεξέλεγκτη οργή για τις γυναίκες, επειδή δεν είχαν κοιμηθεί μαζί του. Ο φόβος της ανυπαρξίας τον τρομοκρατούσε περισσότερο απ’ όλα. «Αν και διανοητικά δεν πίστευα στην αθανασία, το έβρισκα αδύνατο να φανταστώ τον εαυτό μου ανύπαρκτο» έγραφε. «Είχα μια εφιαλτική αίσθηση πως πλησιάζει αυτή η συναίσθηση του τίποτα.» Ο Wells, βεβαίως, επέζησε. Το σώμα του πολέμησε την ασθένεια. Αλλά ο φόβος να αφανιστεί μέσα στο τίποτα του άλλαξε τη ζωή. Ήταν η στιγμή που γεννήθηκε η απόφασή του να διακριθεί ως συγγραφέας.
Kassem Eid: Ο θάνατος από δηλητηριώδη αέρια
Ήταν 21 Αυγούστου 2013. Ο Σύρος μαχητής Kaseem Eid που συμμετείχε ενεργά στην επανάσταση βρισκόταν στη Δαμασκό όταν έγινε επίθεση με αέριο Σαρίν. Άκουσε μια ρουκέτα να προσκρούει στο έδαφος, αλλά δεν έσκασε όπως περίμενε. Αντί γι’ αυτό, άρχισε να απελευθερώνει δηλητηριώδες αέριο. «Μέσα σε δευτερόλεπτα έχασα την ικανότητα να αναπνέω» αφηγείται ο Eid. «Ένιωσα πως το στήθος μου πήρε φωτιά. Τα μάτια μου έκαιγαν διαολεμένα. Δεν μπορούσα να φωνάξω, να κάνω το παραμικρό.» Άρχισε να χτυπά το στήθος του, προσπαθώντας να εξαναγκάσει τον εαυτό του να αναπνεύσει. «Ήταν τόσο επώδυνο, αφηγείται.
«Ένιωθα ότι κάποιος μου σκίζει το στήθος με πύρινο μαχαίρι».
Η γειτόνισσα του χτύπησε την πόρτα ικετεύοντας για βοήθεια. Τα παδιά της πέθαιναν, από τα στόματά τους έβγαινε μια λευκή ουσία. Εκείνη και οι περισσότεροι στη γειτονιά δεν τα κατάφεραν να βγουν ζωντανοί. «Είδα εκατοντάδες ανθρώπους να πεθαίνουν, να πνίγονται. Η καρδιά μου πρακτικά σταμάτησε. Και με βάλανε με τα πτώματα.» λέει ο Κασίμ.
Τον τράβηξαν από το σωρό με τους πεθαμένους όταν κατάφερε να δώσει σημάδια ζωής. Ο 26χρονος τότε Κασίμ τα κατάφερε να επιβιώσει δια πυρός και σιδήρου. «Το να πεθαίνεις έτσι» διηγιόταν μετέπειτα «είναι από τους πιο άσχημους τρόπους που έχει ζήσει ο άνθρωπος σε όλη την ιστορία του».
Matthew Botsford: Στην κόλαση και πίσω
«Ένιωσα ένα καυτό βέλος στην κορυφή του κεφαλιού μου από πίσω. Μετά όλα μαύρισαν» Ο Matthew και η Nancy Botsford ήταν ωραίο ζευγάρι: δούλευαν πολύ, διασκέδαζαν περισσότερο. Ζούσαν τη ζωή τους con gusto. Μέχρι που μια νύχτα ο Matthew έπεσε σε κώμα και είδε αυτό που ο ίδιος ισχυρίζεται πως είναι «η άλλη πλευρά». Καθόλου ευχάριστη εμπειρία. Τον πυροβόλησαν μέλη μιας συμμορίας σε ένα καυγά τους στο πίσω μέρος του κεφαλιού. «Ένιωσα ένα καυτό τρύπημα σαν βελόνα, ασύλληπτα επώδυνο, για ένα δευτερόλεπτο στην κορυφή του κεφαλιού μου» αφηγείται. «Κι έπειτα, απόλυτο σκοτάδι με τύλιξε σαν να μου χύσανε πυκνό μαύρο μελάνι στα μάτια.»
«Απόλυτη μαυρίλα. Απίστευτος φόβος. Πήγα σε ένα μέρος που πλέον πιστεύω πως ήταν η κόλαση. Δεν υπήρχε εκεί τίποτα καλό. Πέρα από οτιδήποτε μπορούν να περιγράψουν οποιεσδήποτε λέξεις. Αυτό το χέρι ήρθε προς εμένα, και μου έφερε ζεστασιά, πλημμυρίζοντας το χώρο όπου ήμουν με ζεστό λευκό φως. Με τραβούσε προς τα πάνω. Άκουσα αυτή τη φωνή να λέει «Δεν είναι η ώρα σου». Για τις επόμενες 27 μέρες, το σώμα του ήταν σε κώμα. Αλλά η ψυχή του, πιστεύει ο ίδιος ο Botsford, παγιδεύτηκε στην κόλαση.
«Το να προσπαθώ να κάνω επαφή απλά μου αποδείκνυε πως ήμουνα κλεισμένος σε ένα είδος κελιού», λέει «Το κρύο με τύλιγε μέχρι το μεδούλι» Ένιωθε πως ήταν γυμνός, αβοήθητος, και περιτρυγιρισμένος από μια δαιμονική παρουσία: «Μπορούσα να ασιθανθώ την πραγματική δόνηση του κακού να μου πιέζει το σώμα». Εκτός από το Κακό, δεν ένιωθε και πολλά.
«Δεν υπήρχε αναπνοή. Δεν υπήρχαν καθόλου σκέψεις. Δεν είχα σκέψεις για οτιδήποτε παρά μόνο απελπισία και τρόμο, ζόφο και καταστροφή». Αν και τα μηχανήματα έδειξαν ευθεία γραμμή πολλές φορές, ο Matthew ξύπνησε, παράλυτος στην αριστερή πλευρά. Πριν δεν ήταν ιδιαίτερα θρήσκος.
«Όταν ήμουν νεκρός, δεν φώναξα το Θεό. Αλλά Εκείνος ήρθε και με το χέρι του με τράβηξε από την κόλαση. Αυτός είναι ένας Θεός αγάπης» λέει ο Matthew.
ΠΗΓΗ: http://www.newsonly.gr/