Ενας από τους πιο ισχυρούς σεισμούς που έγινε ποτέ στην Ελλάδα και θα μπορούσε να αποβεί καταστροφικός και μοιραίος, ευτυχώς δεν είχε παρά ελάχιστα αρνητικά αποτελέσματα.
Η Ζάκυνθος και όλη η περιοχή άντεξε το συνεχές χτύπημα του Εγκέλαδου με τα 6,4 Ρίχτερ και τη μετασεισμική ακολουθία να προκαλούν μόνον εύλογο φόβο και ελάχιστες ζημιές σε σχέση με το φαινόμενο.
Οι επιστήμονες που παρακολουθούν το σεισμό και κατέγραψαν από την πρώτη στιγμή τα όσα έγιναν, με το πρώτο φως της ημέρας διαπίστωσαν ότι πράγματι η δραστηριότητα στην περιοχή είχε ελάχιστες συνέπειες. Κατολισθήσεις, κατάρρευση παλαιών κτιρίων, κυρίως σε χωριά χωρίς κατοίκους, ζημιές στο λιμάνι. Όμως, τα κτίρια στάθηκαν όρθια και δεν υπήρξαν τραυματισμοί ή κάτι χειρότερο. Μην ξεχνάμε ότι το 1953 Ζάκυνθος, Κεφαλονιά και Ιθάκη, χτυπήθηκαν από τον Εγκέλαδο ο οποίος ουσιαστικά διέλυσε ολόκληρες περιοχές και προκάλεσε πάνω από 450 νεκρούς.
Οι λόγοι που καταγράφονται σχετικά με το πώς άντεξε το νησί επί της ουσίας συγκεντρώνονται σε ένα βασικό συμπέρασμα: Στο παράδειγμα του 1953. Από εκείνον τον σεισμό και μετά όλα τα κτίρια που κτίζονταν στην ευρύτερη περιοχή του Ιονίου ήταν με βάση αυστηρούς αντισεισμικούς κανονισμούς. Αλλωστε, εξαιτίας εκείνου του καταστροφικού σεισμού η Ελλάδα απέκτησε αντισεισμικό κανονισμό. O πρώτος Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός στην Ελλάδα συντάχθηκε και άρχισε να ισχύει το 1959. Το 1984 συμπληρώθηκε με πρόσθετα άρθρα, η αποκλειστική εφαρμογή των οποίων άρχισε το 1985.
Οι λόγοι της αντοχής, λοιπόν, είναι οι εξής:
- Εφαρμόζεται απαρέγκλιτα ο αντισεισμικός κανονισμός για κάθε δημόσιο και ιδιωτικό κτίριο που κτίζεται στην περιοχή. Τα κτίρια είναι θωρακισμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να αντέξουν σεισμούς τέτοιου μεγέθους, αφού βεβαίως υπάρχουν κι άλλες προϋποθέσεις (εστιακό βάθος, χρονική διάρκεια κ.λπ.). Μην ξεχνάμε ότι τις καταστροφές που προκάλεσε ο πρόσφατος σεισμός στην Κεφαλονιά. Σε κάθε περίπτωση τα κτίρια γίνονται με τρόπο ώστε να μπορούν να αποφευχθούν τα χειρότερα. Οπλισμένο σκυρόδεμα, κατάλληλα υλικά, ισχυρά θεμέλια κ.λπ. Ειδικά στη Λευκάδα, αλλά και στα άλλα νησιά, η κατασκευή και αρχιτεκτονική των κτισμάτων είναι μοναδική και η παγκόσμια πρωτοτυπία έχει αντιγραφεί από πολλούς. Συγκεκριμένα το δομικό τους μοντέλο συνίσταται σε ένα έξυπνο σύστημα μεικτής δόμησης με πέτρες στο ισόγειο και ξύλο στους ορόφους, ενώ στο εσωτερικό των τοίχων του ισογείου υπάρχει δευτερεύων βοηθητικός φέρων οργανισμός από αραιά ξύλινα υποστυλώματα, τα οποία υποβαστάζουν τους ορόφους. Αυτό έχει ένα ασύγκριτο πλεονέκτημα: ακόμη και αν τμήματα της λιθοδομής στο ισόγειο καταρρεύσουν, το επάνω τμήμα συνεχίζει να στηρίζεται μέχρι να αποκατασταθούν οι βλάβες. Ο αντισεισμικός τρόπος κατασκευής που υιοθετήθηκε κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας μέσα από την εμπειρία των παραδοσιακών μαστόρων δοκιμάστηκε στην πράξη το 1825 με τον ισχυρό σεισμό των 6,7 Ρίχτερ που έπληξε τη Λευκάδα και στη συνέχεια κωδικοποιήθηκε σε οικοδομική νομοθεσία.
- Η δεύτερη αιτία που άντεξε η Ζάκυνθος ήταν ότι το συγκεκριμένο ρήγμα δεν «κοιτάζει» προς τον ελληνικό χώρο, αλλά προς τον ιταλικό. Η ενέργεια εκτονώθηκε προς την Αδριατική κι όχι προς το Ιόνιο και τη δυτική Ελλάδα. Γι’ αυτό και ο σεισμός έγινε περισσότερο αισθητός στην Ιταλία παρά στην Ελλάδα.
- Το εστιακό βάθος του σεισμού επίσης βοήθησε στο να μην υπάρξουν μεγάλες καταστροφές. Εντοπίστηκε 34 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του νησιού και σε βάθος 10 χιλιομέτρων, ακριβώς στα όρια του ελληνικού τόξου.
Όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, ένας τέτοιος σεισμός, σε οποιοδήποτε άλλος μέρος της χώρας μπορεί να είχε καταστροφικά αποτελέσματα και νεκρούς.