Αντιδράσεις έχει προκαλέσει η συνέντευξη του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Χάρτβιχ Φίσερ, ο οποίος ισχυρίστηκε πως η Ελλάδα δεν είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Ο ίδιος, απέκλεισε το ενδεχόμενο «επ’ αόριστον δανεισμού», αλλά και γενικά οποιουδήποτε δανεισμού, εάν η Ελλάδα δεν αποδεχθεί ότι τα Γλυπτά ανήκουν στους Βρετανούς.
«Δηλώσεις του τύπου “δεν δανείζουμε εάν δεν αναγνωρίσετε ότι εμείς είμαστε οι ιδιοκτήτες” είναι βαθιά αντιδημοκρατικές», δήλωσε μιλώντας στην εφημερίδα «Τα Νέα», η υπεύθυνη Δημοσίων Σχέσεων της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών, Μάρλεν Γκόλντγουιν.
«Η μετατόπιση των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι το αντίθετο της “δημιουργικής πράξης”. Το ποιος είναι ο ιδιοκτήτης τους είναι αδιαμφισβήτητο: ανήκουν στη χώρα προέλευσής τους, την Ελλάδα», δηλώνει από την πλευρά της η επικεφαλής του τμήματος Λογοτεχνίας της εφημερίδας Sunday Times Κριστίνα Μποργκ.
«Σε αντίθεση με τον ψευδή ισχυρισμό του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου, η ιστορία του μνημείου του Παρθενώνα όχι μόνο δεν “εμπλουτίζεται” από το γεγονός ότι τμήματά του βρίσκονται διασκορπισμένα σε μουσεία αλλά υποβαθμίζεται σημαντικά» απαντά στον Φίσερ ο ομότιμος καθηγητής Ελληνικού Πολιτισμού του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, Πολ Κάρτλετζ.
«Ο καλύτερος τρόπος για να θαυμάσει κανείς τα σωζόμενα κομμάτια είναι είτε στην ιδία την Ακρόπολη είτε στο Μουσείο Ακρόπολης, όχι στο Βρετανικό Μουσείο όπου εκτίθενται με φριχτά διαστρεβλωτικό τρόπο. Η αποικιοκρατική ιδοποίηση αντικειμένων ίσως ήταν αποδεκτή για κάποιοιυς στις αρχές του 19ου αιώνα αλλά σίγουρα δεν είναι ή δεν πρέπει να είναι αποδεκτή από κανέναν τον 21ο αιώνα» προσθέτει ο διαπρεπής ακαδημαϊκός.
Από την πλευρά του το Βρετανικό μουσείο σε ανακοίνωσή του υπερασπίστηκε τις δηλώσεις Φίσερ επισημαίνοντας ότι «αποτελούν πάγιες θέσεις του Μουσείου» και οτι «προκύπτει μεγάλο δημόσιο όφελος» από την έκθεση των Γλυπτών στο Λονδίνο επειδή «μπορεί κανείς να τα θαυμάσει στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας συλλογής».