Υπόθεση «παραγωγής» πλαστών πτυχίων αγγλικών, που διαπιστώθηκαν κατά δεκάδες στη Μυτιλήνη, απασχολεί τις τοπικές αρχές.
Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται όταν το ΑΣΕΠ, σε δειγματοληψία που πραγματοποίησε, διαπίστωσε πλαστό πιστοποιητικό αγγλικής γλώσσας που είχε υποβάλει υποψήφιος για προκήρυξη.
Παράλληλα, βρέθηκαν άλλα δύο πλαστά πιστοποιητικά σε δημόσιες υπηρεσίες της Λέσβου. Και τα τρία μη γνήσια πιστοποιητικά αφορούν εξεταζομένους από πιστοποιημένο εξεταστικό κέντρο, σε υπολογιστές και ξένες γλώσσες. Επίσης, και τα τρία πιστοποιητικά, αλλά και άλλα 64 που, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, θεωρούνται μη γνήσια, δόθηκαν από το ίδιο κέντρο και οι ενδιαφερόμενοι εξετάστηκαν μέσω ηλεκτρονικής εφαρμογής στους υπολογιστές (το πρόγραμμα Bulats-Business Language Testing Service)
Υπ’ ατμόν βρίσκονται δεκάδες επιτυχόντες του εν λόγω προγράμματος, διεθνώς πιστοποιημένου από το Cambridge Assessment English, δεδομένου ότι η πρώτη υπόθεση πλαστού αφορούσε υποψήφιο του ΑΣΕΠ που είχε δώσει εξετάσεις το 2017 και έκτοτε δίνονταν μαζικά δύο φορές τον χρόνο εξετάσεις στο εξεταστικό κέντρο της Μυτιλήνης. Νομικοί σύμβουλοι ορισμένων παθόντων τόνιζαν στην «Κ» ότι «αρκετά πτυχία ξεχωρίζουν ότι είναι πλαστά με γυμνό μάτι». Μάλιστα, αρκετοί εξεταζόμενοι παρέδωσαν μόνοι τους τα πτυχία τους στην Αστυνομία και πήγαν να καταθέσουν.
Το κέντρο Cambridge Assessment English ενημέρωσε ότι, με αφορμή την εν εξελίξει υπόθεση, «περί πιθανά πλαστών πιστοποιητικών ή παραποιημένων αποτελεσμάτων της εξέτασης BULATS, στη Λέσβο, από άγνωστο σε εμάς πρόσωπο», έχουν επιληφθεί οι εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές του νησιού. Το Cambridge Assessment English, όπως ενδεχομένως και άλλοι, «φέρεται να έχει πέσει θύμα σειράς ποινικά κολάσιμων πράξεων, σχετικών με την παραποίηση των αποτελεσμάτων που απέστειλε σε σχετικές εξετάσεις από άγνωστο/α σε εμάς πρόσωπο/α. Παρακολουθούμε στενά τις εξελίξεις και διαβεβαιώνουμε ότι θα πράξουμε τα δέοντα», προσθέτει.
Πηγές του περιβάλλοντος του φροντιστηρίου, που φέρεται ως κατηγορούμενο για την παραγωγή πλαστών πτυχίων, ανέφεραν στην «Κ» ότι η ιδιοκτησία του κέντρου ενημέρωσε απευθείας τους ενδιαφερόμενους και ότι «σε καμία περίπτωση δεν τύπωνε το κέντρο τα πτυχία. Ο διαπιστευμένος ερχόταν στο εξεταστικό κέντρο από τη Θεσσαλονίκη και πραγματοποιούσε τις εξετάσεις. Βρισκόταν μόνος του στην αίθουσα με τους εξεταζομένους. Για τη βαθμολογία των εξεταζομένων ενημέρωνε το κέντρο, το οποίο με τη σειρά του ενημέρωνε τους ενδιαφερομένους και δέκα ημέρες μετά έρχονταν οι φάκελοι με τις βαθμολογίες, τους οποίους η ιδιοκτησία του φροντιστηρίου παρέδιδε κλειστούς στους εξεταζομένους».