Η σβάστικα είναι ένα από τα πλέον μισητά σύμβολα που υπάρχουν σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ο λόγος είναι πως, προφανέστατα, και έχει συνδεθεί με τις θηριωδίες των ναζί που το υιοθέτησαν ως σύμβολο και με αυτό στη σημαία τους έσπειραν στην Ευρώπη τον θάνατο και τον όλεθρο.
Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος
Είναι γνωστό, ωστόσο, πως ο Χίτλερ απλά καπηλεύτηκε και επί της ουσίας μόλυνε ένα πανάρχαιο σύμβολο καλοτυχίας. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, ακόμα και σήμερα το συναντάμε σε πολλούς χώρους που ουδεμία σχέση έχουν με τη ναζιστική ιδεολογία.
Ένας από αυτούς τους χώρους βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας. Στην οδό Πανεπιστημίου. Οι «μυημένοι» περνούν από δίπλα του και το θαυμάζουν ή απλά χαμογελούν. Οι «ανυποψίαστοι» κοντοστέκονται, κοιτάνε καλά- καλά για να σιγουρευτούν πως πράγματι βλέπουν αυτό που… είδαν και αναρωτιούνται «τι ακριβώς συμβαίνει εδώ»!
Είναι οι ίδιοι λόγοι που έκαναν τους πρώτους Γερμανούς εισβολείς που πάτησαν το πόδι τους στην Αθήνα το 1941 να κοντοσταθούν έξω από αυτό να παραξενευτούν και στο τέλος να το επιτάξουν για να φτιάξουν εκεί το πρώτο άτυπο διοικητήριο τους.
Το Ιλίου Μέλαθρον, ο Σλήμαν και ο Τσίλερ
Το 1869 ο Ερρίκος Σλήμαν παντρεύεται με την Ελληνίδα γυναίκα του, Σοφία. Την αμέσως επόμενη χρονιά αποφασίζει να μείνει μαζί της μόνιμα στην Ελλάδα. Για να στεγάσει την οικογένειά του, ωστόσο, θέλει κάτι το εντυπωσιακό χωρίς να τον απασχολεί το κόστος.
Αναθέτει, λοιπόν, στον προσωπικό του φίλο και διάσημο αρχιτέκτονα Ερνέστο Τσίλερ τον σχεδιασμό μιας επιβλητικής έπαυλης την οποία θα χτίσει στο κέντρο της Αθήνας. Ο σπουδαίος Τσίλερ εμπνέεται από την ιταλική αναγέννηση αλλά και το νεοκλασικό πνεύμα και δημιουργεί ένα πραγματικό κόσμημα.
«Έζησα όλο μου τον βίο εν μικρά οικία, θέλω όμως να διέλθω τα υπολοιπόμενα μου έτη εν μεγάλη οικία, ζητώ ευρυχωρίαν και ουδέν πλέον, έκλεξον οιονδήποτε ρυθμόν θέλεις, οι μόνοι μου όροι είναι πλατειά μαρμάρινη κλίμαξ άγουσα από του εδάφους μέχρι του άνω πατώματος και επί της κορυφής τεράτσα» φέρεται να είχε πει ο Σλήμαν στον Τσίλερ..
Δείχνει τα σχέδια στον Σλήμαν ο οποίος ενθουσιάζεται. Το 1878 ξεκινούν οι εργασίες οι οποίες θα κρατήσουν δυο ολόκληρα χρόνια και θα αποπερατωθούν το 1880. Στις 30 Ιανουαρίου 1881 ο Σλήμαν δίνει μια μεγάλη δεξίωση για να παρουσιάσει την εντυπωσιακή του έπαυλη στον κύκλο του.
Το κτίριο αποκτά το όνομα «Ιλίου Μέλαθρον» (Το μέγαρο της Τροίας) και όπως γίνεται γνωστό η κατασκευή του κόστισε (το αστρονομικό για την εποχή ποσό των) 439.650 δραχμών!
Η διακόσμηση και η χρήση της σβάστικας
Η διακόσμηση του κτηρίου εκφράζει το μεγάλο πάθος του Σλήμαν για την αρχαιότητα και εναρμονίζεται με τις προσπάθειες του να προβληθεί ως άνθρωπος των γραμμάτων και των τεχνών.
Οι οροφογραφίες και οι τοιχογραφίες είναι έργο του σλοβένου ζωγράφου Γιούρι Σούμπιτς γνωστού για το έργο του στη Bιέννη και το Παρίσι. O γραπτός διάκοσμος των τοίχων χαρακτηρίζεται από την αναπαραγωγή θεμάτων από τοιχογραφίες κατοικιών της Πομπηίας και την αναγραφή επιλεγμένων αποσπασμάτων από έργα αρχαίων ελλήνων συγγραφέων, όπως του Oμήρου, του Hσιόδου, του Πινδάρου και του Λουκιανού.
Οι μεταλλικές διακοσμήσεις των εξωτερικών και εσωτερικών χώρων έγιναν σε εργαστήριο του Πειραιά. Tο διάκοσμο του μεγάρου ολοκλήρωναν πήλινα αντίγραφα αρχαίων αγαλμάτων που κατασκευάστηκαν στη Βιέννη, από τα οποία τρία τοποθετήθηκαν στον κήπο και είκοσι τέσσερα περιμετρικά στην ταράτσα.
Στα ψηφιδωτά δάπεδα, που κατασκευάστηκαν από ιταλούς ψηφοθέτες απεικονίζονται ευρήματα από τις ανασκαφές του Σλήμαν ή θέματα εμπνευσμένα από αυτά. Και εδώ ακριβώς είναι που συμβαίνει αυτό το… «παράδοξο» για το οποίο ακόμα και σήμερα γίνεται λόγος.
Ο Σλήμαν θέλησε να μεταφέρει στην έπαυλή και τη σβάστικα που είχε βρει ως σύμβολο σε παραστάσεις στην Τροία. Ο αγκυλωτός σταυρός έχει μια εκτενή ιστορία. Το μοτίβο φαίνεται να χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στη νεολιθική Ινδία αλλά από εκεί και πέρα πέρασε σε διάφορους πολιτισμούς σε ολόκληρο τον πλανήτη με έναν μυστηριώδη τρόπο αφού όλοι τον χρησιμοποιούσαν με τον ίδιο τρόπο και την ίδια σημασία.
Η λέξη σβάστικα είναι σανσκριτική «svasktika» και σήμαινε ευημερία και τύχη. Σε διάφορες χώρες η σβάστικα είναι γνωστή με άλλη ονομασία. Στην Κίνα ονομάζεται «Wan», στην Ιαπωνία «Manji», στην Αγγλία «flyfot», στη Γερμανία «Hakenkreuz» και στην αρχαία Ελλάδα τετρασκέλιον ή τετραγαμμάδιον.
Όταν, λοιπόν, ο Σλήμαν το επέλεξε για τη διακόσμηση της έπαυλής του το 1878 δεν μπορούσε καν να φανταστεί ότι περίπου έξι δεκαετίες αργότερα θα μετατρεπόταν σε σύμβολο του θανάτου.
Η εισβολή των Ναζί στην Αθήνα και η χρήση του κτιρίου στο σήμερα
Λέγεται πως όταν στις 27 Απριλίου 1941 οι ναζιστικές ορδές πάτησαν το πόδι τους στην Αθήνα το Ιλίου Μέλαθρον ήταν από τα πρώτα κτίρια (αν όχι το πρώτο) που επίταξαν.
Εκείνο το μαύρο Κυριακάτικο πρωινό, μοτοσικλετιστές και τεθωρακισμένα οχήματα της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας με επικεφαλής τον ανθυπολοχαγό Φριτς Ντίρφλιγκ, εισήλθαν από τα βόρεια προάστια στην Αθήνα. Οι ναζί έφτασαν στο κέντρο της πρωτεύουσας από την οδό Τατοΐου. Οι Αθηναίοι τους είχαν «υποδεχθεί» με πόρτες και παράθυρα ερμητικά κλειστά. Η Αθήνα ήταν μια νεκρή πόλη.
Ένας από τους Γερμανούς αξιωματικούς που συμμετείχε στην πομπή των οχημάτων που «κατέβαιναν» την οδό Πανεπιστημίου παρατήρησε πως η καγκελόπορτα της εντυπωσιακής έπαυλης είχε… κάτι το ιδιαίτερο. Η πομπή σταμάτησε, ο ίδιος κατέβηκε για να την επιθεωρήσει και λίγη ώρα αργότερα εντυπωσιασμένος από αυτό που ανακάλυψε ενημέρωνε τους ανωτέρους του.
Για ένα μικρό χρονικό διάστημα η έπαυλη του Σλήμαν μετατράπηκε σε ένα άτυπο διοικητήριο μέχρι που σταδιακά διάφορες υπηρεσίες των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής αλλά και η Kommandatur μεταφέρθηκαν και εγκαταστάθηκαν μερικά μέτρα πιο χαμηλά στην Πανεπιστημίου, στο Μέγαρο της Εθνικής Ασφαλιστικής στην πλατεία Κοραή.
Πριν απ’ όλα αυτά, ωστόσο, και συγκεκριμένα το 1926 το κτήριο πουλήθηκε στο Ελληνικό Δημόσιο για την κάλυψη αναγκών της οικογένειας Σλήμαν, αντί του ποσού των 27.000.000 δραχμών. Η δαπάνη καλύφθηκε μέσω του κληροδοτήματος Aλεξάνδρου Σούτζου, με σκοπό να στεγαστεί το Mουσείο Kαλών Τεχνών και το Νομισματικό Mουσείο. Ωστόσο, από το 1929 στο κτήριο στεγάστηκαν διαδοχικά το Συμβούλιο Επικρατείας (1929-1934), ο Άρειος Πάγος (1934-1980) και το Εφετείο (1981-1983).
Tο 1983, η Kτηματική Εταιρεία του Δημοσίου παραχώρησε το Iλίου Mέλαθρον στο Yπουργείο Πολιτισμού. Μετά από εργασίες αποκατάστασης του κτηρίου, στο Iλίου Mελάθρον στεγάζεται το Νομισματικό Μουσείο, αρχικά το 1998 με τη μόνιμη έκθεσή του στον πρώτο όροφο και από το 2003 με τη μεταφορά των συλλογών, της βιβλιοθήκης και των γραφείων του.