«Διάνα» χτύπησε ένας τραπεζικός ο οποίος αποφάσισε να αφήσει πίσω τα… κοστούμια και το γραφείο και να ποντάρει στο τσάι.
Εν τέλει, το «βελούδινο» κλωναράκι από το τσάι του βουνού, που συνοδεύει τα μυρωδάτα βότανα του, αποτελεί ελληνική πατέντα που κατέκτησε τις αγορές του κόσμου.
«Ζητούσε ο (ιερέας) πατέρας μου να ανακατέψουμε το τσάι του, που ήταν το καθημερινό του ρόφημα χειμώνα-καλοκαίρι. Δηλαδή να πιάσουμε τα κλωνάρια τσάι που περίσσευαν και να τα αναδεύσουμε, να τα στροβιλίσουμε στο ζεστό νερό», εκμυστηρεύεται στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο ιδιοκτήτης εταιρείας με βότανα, Χριστόδουλος Βηλαράς.
Οπως εξομολογείται, αυτή η καθημερινή συνήθεια των παιδικών του χρόνων αποτελεί σήμερα το πιο δυνατό στοιχείο της εταιρείας του, που έχει έδρα τον Βόλο. Σήμερα το προϊόν του, ένα κλαράκι που αντικαθιστά το σχοινάκι που συγκρατεί το φακελάκι με τα βότανα, έχει γίνει περιζήτητο.
Κλωναράκι από το τσάι για ανακάτεμα
«Η όραση υπήρχε, η όσφρηση υπήρχε, η γεύση υπήρχε ….αλλά φύση δεν υπήρχε. Για εμάς ήταν απαίτηση να αγγίξουμε τη φύση και αυτό έγινε με την προσθήκη του κλωναριού», υπογραμμίζει ο κ. Βηλαράς, τονίζοντας ότι όλα τα προϊόντα της εταιρείας είναι βιολογικά. Οι αντιδράσεις του κόσμου κυρίως στις χώρες του εξωτερικό εντυπωσιακές.
Συγκεκριμένα όπως περιγράφει ο ίδιος, στην πρώτη έκθεση που συμμετείχαν με το κλωναράκι, υποψήφιος πελάτης του, στην Αυστρία του είπε ότι «ανατρίχιασε όταν κατάλαβε ότι ήταν πραγματικό βότανο αυτό που άγγιζε».
Πώς ξεκίνησε η ιδέα για το κλωναράκι στο τσάι
«Παιδική ανάμνηση, ώριμη επεξεργασία. Αυτή είναι η απάντηση. Για εμάς ήταν απαίτηση να αγγίξουμε τη φύση. Αλλά πώς να συμπεριλάβουμε την αφή; Πώς να αγγίξεις τη φύση, αλλά επιπλέον να έχεις την ίδια ποσότητα (με ακρίβεια δεκάτου του γραμμαρίου) ώστε και η γεύση και η δράση να είναι η επιθυμητή;» διερωτάται ο κ. Βηλαράς και προσθέτει:
«Η απάντηση ήρθε από τις παιδικές αναμνήσεις και από τη λαχτάρα μας για τη φύση. Χρησιμοποιήσαμε το κλαδάκι αντί για το σχοινάκι (πατέντα του 1934, το σχοινάκι, πατέντα του 2017 το κλαδάκι) που συγκρατεί το φακελάκι με τα βότανα και αυτό μας διαφοροποίησε από όλους τους υπόλοιπους».
Σύμφωνα με τον πρώην τραπεζικό, «οι πελάτες μας είναι πελάτες χοντρικής, κυρίως cafe, εστιατόρια, ξενοδοχεία, φαρμακεία, delicatessen και e-shop. Όταν κυκλοφόρησαν τα προϊόντα μας για πρώτη φορά, είχαμε την πεποίθηση αλλά και τη φιλοδοξία να προσφέρουμε κάτι μοναδικό (σε δράση πρωτίστως). Το (τσάι) digestion να είναι ό,τι καλύτερο για τη χώνεψη, το night cup να βοηθήσει αυτόν που θα το πιει να ηρεμήσει και να έχει καλό ύπνο , το energy για να δώσει ενέργεια σε κάποιον κ.λπ».
Ο πρώτος πελάτης από την Αυστρία
«Στην πράξη διαπιστώσαμε ότι οι πελάτες μας έδιναν περισσότερη έμφαση στη γεύση, στο άρωμα, στο άγγιγμα του βλαστού, στην ανακάλυψη του νέου. Αυτό μας ξάφνιασε αλλά μας έδειξε και κάτι πιο σημαντικό από τη δράση (του τσαγιού) που εμείς είχαμε ως πρώτο στόχο. Την ανάγκη του ανθρώπου για την έκπληξη, το αναπάντεχο, το ωραίο» εξηγεί ο Χριστόδουλος Βηλαράς και προσθέτει:
«Ένας πρώτος μας υποψήφιος πελάτης από την Αυστρία μας είχε πει στην πρώτη έκθεση που συμμετείχαμε, ότι ανατρίχιασε όταν κατάλαβε ότι ήταν πραγματικό βότανο αυτό που άγγιζε. Ο μέσος Έλληνας που νομίζει ότι έχει ξεχάσει να πίνει τσάι του βουνού, όταν πιει τα βότανά μας ζει την έκπληξη ότι αυτό που ήπιε ήταν στη φύση του, πολύ πριν από το να εθιστεί σε λίγες μόνο γεύσεις».
Ερωτηθείς τί ήταν αυτό που συντέλεσε ώστε να αλλάξει τελείως την επαγγελματική του ρότα και να στραφεί στα βότανα και το τσάι, ο κ. Βηλαράς απάντησε:
«Πιστεύω ότι δύο παράμετροι είναι καθοριστικοί για κάθε άνθρωπο: το πού μεγάλωσε και το τι ονειρεύτηκε. Ακολουθεί τη ζωή του, με βάση ποικίλες αιτίες και αφορμές, αλλά αυτά τα δύο τον ακολουθούν με συνέπεια. Μεγάλωσα με δύο γονείς που λάτρευαν τη φύση, τους άρεσε να περιποιούνται τα δέντρα, να κλαδεύουν, να φυτεύουν, να μπολιάζουν, να συλλέγουν, σε ένα χωριό του κάμπου και με παραστάσεις από το Πήλιο και ατελείωτες εκδρομές στη φύση, απέραντη αισιοδοξία και πολλή χαρά.
»Ονειρεύτηκα ελευθερία και αυτεξούσιο… Ο δικηγόρος αδερφός μου κάποτε μου σχολίασε “μιλάς σαν τραπεζικός υπάλληλος”. Αυτή η διαπίστωση με έκανε να σκεφτώ ότι είχα χάσει τον εαυτό μου και είχα γίνει αυτό που έκανα. Την στιγμή λοιπόν που η τράπεζα στην οποία εργαζόμουν, πρόσφερε εθελουσία έξοδο, δίνοντας τον τόνο της κρίσης που ξεσπούσε, συνειδητοποίησα ότι έχω ακόμα τις δυνάμεις να τολμήσω να ασχοληθώ με το επιχειρείν και τη φύση».
Τσάι και ελληνικά βότανα ταξιδεύουν στο εξωτερικό
Ποια βότανα και ποικιλίες τσαγιού παίρνουν όμως το «εισιτήριο» για το εξωτερικό; Σύμφωνα με τον Χριστόδουλο Βηλαρά, «τα βότανα που χρησιμοποιούμε είναι ως επί το πλείστον ελληνικά αλλά και από το εξωτερικό. Κύριος σκοπός μας είναι να προσφέρουν -στην τελική τους μορφή που είναι οκτώ μείγματα βοτάνων σε μορφή αφεψημάτων – αυτό που υπόσχονται (δράση) αλλά και απόλαυση. Χρησιμοποιούμε γνωστά βότανα, όπως δίκταμο, φλισκούνι, λουίζα, τσάι του βουνού, μαραθόσπορος, πασιφλώρα, τσουκνίδα, ταραξάκο, αλλά και πολλά άλλα, άγνωστα στον πολύ κόσμο, όπως σκουτελάρια, γουιθάνια, σχισάνδρα, στελλάρια, γανόδερμα».
Ο ίδιος επισημαίνει ότι είναι στο σύνολό τους 34 βότανα στην κατηγορία των τροφίμων που ελέγχει ο ΕΦΕΤ και όχι των συμπληρωμάτων διατροφής που επιβλέπει ο ΕΟΦ, όπως το βαλσαμόχορτο, εχινάκεια, γαιδουράγκαθο, «διότι υπάρχουν αλληλεπιδράσεις με φάρμακα και υπάρχουν αυστηροί κανόνες στην κατανάλωση τους, γεγονός που πολλοί καταναλωτές αφεψημάτων δεν γνωρίζουν».
Μιλώντας για την επιχείρησή του, ο πρώην τραπεζικός υπάλληλος αναφέρει ότι ξεκίνησε «τη δραστηριότητά της πριν δυόμιση χρόνια με αφετηρία την ελληνική αγορά στο χώρο του HO.RE.CA, delicatessen, φαρμακεία, είδη δώρων, e-shop και τον τελευταίο χρόνο με εξαγωγές στην Αμερική, στη Γερμανία, στη Γαλλία και στη Δανία, ενώ γίνονται συζητήσεις με Ιαπωνία και Ρωσία».
Το τσάι αντιστάθηκε στην κρίση
Καταφέρατε εν μέσω κρίσης όχι μόνο να αντέξετε αλλά και να αναπτυχθείτε σημαντικά. Πώς τα καταφέρατε; «Για να αντέξει κάποιος είτε σε περίοδο κρίσης είτε στο ξεκίνημά του, που από μόνο του σε κάθε περίοδο είναι δύσκολο, πρέπει, κατά την άποψή μου, να έχει ξεκάθαρους στόχους, σωστούς συνεργάτες και να μη διστάζει να αναζητά τις γνώσεις των ειδημόνων στα κρίσιμα θέματα. Στην περίπτωση μας , κρίσιμο σημείο θεωρώ ότι ήταν η ένταξη της επιχείρησης σε ένα πρόγραμμα με χρηματοδότηση ΕΣΠΑ, τη «νεοφυή επιχειρηματικότητα». Υπήρξαν οι σωστοί συνεργάτες. Κύριος συνεργάτης υπήρξε ο βοτανολόγος γιατρός Μανώλης Μάνος ο οποίος σπούδασε στο Εδιμβούργο της Σκωτίας, Βοτανική Ιατρική. Τα μείγματά μας είναι δικές του δημιουργίες. Ο αρχικός σχεδιασμός ήταν να δοθούν κάποιες βαθιές αρχέγονες γεύσεις κλασικών ελληνικών βοτάνων.
Ο κ. Μάνος όμως μας δίδαξε ότι μπορούμε να κάνουμε πολύ παραπάνω από τον ανταγωνισμό, διότι διέθετε τη γνώση και διότι κλασικό ελληνικό δεν είναι το να επαναλαμβάνεσαι αλλά το να ταξιδεύεις, να τολμάς, να μαθαίνεις. Συνεργάτης βασικός η γραφίστρια μας Αλεξάνδρα Κοκκέβη, την οποία εμπιστευθήκαμε απόλυτα, διότι ο δημιουργικός της οίστρος ξεπερνούσε και τα πιο αισιόδοξα σχέδια μας. Στην πορεία αυτών των δύο χρόνων, μάθαμε ότι συνεργάτης γίνεται ακόμα και αυτός που απλά πας να αγοράσεις το προϊόν του, όπως ο κυτοποιός Διονύσης Γεωργιάδης και αυτό που σου δίνει ξεπερνά ότι έχεις δει σε πολύ πιο ακριβά project, γιατί απλά αγαπά τη δουλειά του και σέβεται τον πελάτη του. Να σημειώσω ότι ήταν πολύ σημαντική η συμμετοχή σε εκθέσεις, στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Σε έκθεση βιολογικών προϊόντων στη Γαλλία πέρυσι, ο άγνωστος Γάλλος συνεκθέτης, δοκίμασε τα προϊόντα μας και σε δύο ώρες έφερε ‘’σηκωτό’’ τον εκπρόσωπο μιας τεράστιας γαλλικής εταιρείας, με την οποία πλέον συνεργαζόμαστε! Αν δεν είχαμε πάει, αν ο συνεκθέτης δεν είχε αυτή την παρέμβαση, αν…, αν.., αν… Όμως τελικά κάτι γίνεται όταν προσπαθείς» λέει καταλήγοντας.