Γράφει ο Δημητρης Καμπουρακης
Στις 7 Φεβρουαρίου 1981, στα ανάκτορα Θαρθουέλα της Μαδρίτης, πέθανε από καρδιακή προσβολή η 64χρονη βασίλισσα και βασιλομήτωρ της Ελλάδος, Φρειδερίκη, Λουίζα, Τύρα, Βικτώρια, Θυρεσία, Μαργαρίτα, Όλγα, Καικιλία, Ελισάβετ, Χριστίνα, που ήταν επίσης πριγκίπισσα του Ανόβερου, της Μεγάλης Βρετανίας, της Ιρλανδίας και δούκισσα του Μπράουνβαιχ,
Ήταν κόρη του Δούκα του Μπραουνσβάιχ Ερνέστου Αυγούστου Γ′, αρχηγού του Οίκου του Ανοβέρου, και της πριγκίπισσας Βικτώριας Λουίζας της Πρωσίας, μοναχοκόρης του Γερμανού Αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β′ και της Αυγούστας Βικτωρίας του Σλέσβιχ-Χολστάιν. Μέσω του παππού της Αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β′, ήταν τρισέγγονη της Βασίλισσας Βικτωρίας του Ηνωμένου Βασιλείου. Εγγονός της ήταν ο Βασιλιάς της Ισπανίας Φελίπε ΣΤ′ και ανιψιός της ο Πρίγκιπας του Ανόβερου Ερνέστος Αύγουστος Ε′ ο οποίος ήταν παντρεμένος με την Πριγκίπισσα Καρολίνα του Μονακό.
Για την συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων, η κυρία που πέθανε στα ισπανικά ανάκτορα όπου φιλοξενούνταν από την κόρη της βασίλισσα Σοφία, ήταν απλώς μια από τις πιο αμφιλεγόμενες και μισητές προσωπικότητες του καιρού της, η βασίλισσα Φρειδερίκη, σύζυγος του βασιλιά Παύλου και μητέρα του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου. Όταν πέθανε στην Ισπανία, η βασιλεία είχε ήδη καταργηθεί στην Ελλάδα οκτώ χρόνια, με το δημοψήφισμα του 1974. Στην κυβέρνηση βρισκόταν η ΝΔ υπό τον Γεώργιο Ράλλη και το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου κάλπαζε προς την εξουσία. Το γενικό κλίμα ήταν έντονα αντιβασιλικό.
Η κηδεία της Φρειδερίκης κατέληξε πολιτικό γεγονός πρώτης γραμμής με εντονότατες αντιπαραθέσεις και απρόβλεπτες εξελίξεις. Η ελληνική βασιλική οικογένεια είχε μεν χάσει τον θρόνο και ζούσε στο εξωτερικό, αλλά δεν είχε χάσει ούτε την ελληνική ιθαγένεια, ούτε την προσωπική της περιουσία. Το Τατόι, όπου βρίσκεται και το βασιλικό κοιμητήριο, τους ανήκε. Η Φρειδερίκη είχε από παλιά ζητήσει να ταφεί στο Τατόι, δίπλα στον άνδρα της τον Παύλο. Υπάρχει μάλιστα στα απομνημονεύματα της ‘’Μέτρον κατανοήσεως’’, μια συνομιλία τους στην οποία η Φρειδερίκη αστειευόμενη τον ρώτησε αν θα της έφτιαχνε μετά θάνατο ένα μνημείο σαν το Ταζ Μαχάλ, και αυτός της απάντησε ότι το Τατόι με τα ελάφια και τα αγριολούλουδα ήταν καλύτερο για να ταφούν οι δυο τους.
Ο γιος της τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος, ενημέρωσε την κυβέρνηση ότι σκόπευε να τελέσει την κηδεία της μητέρας του στην Μητρόπολη και μετά να τη θάψει στο Τατόι. Θέμα αδείας δεν υπήρχε, η Φρειδερίκη ήταν Ελληνίδα πολίτης και θα την έθαβαν σε δική της ιδιοκτησία. Το μόνο που θα μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση ήταν να περάσει νόμο με τον οποίον θα απαγόρευε την κηδεία, κάτι που θα εξέθετε τη χώρα στο εξωτερικό. Εξ’ άλλου, πολλοί εν’ ενεργεία βασιλείς από την Ευρώπη είχαν ενημερώσει ότι θα παρίσταντο στην κηδεία.
Η αντιπολίτευση, σ’ ένα κρεσέντο πολιτικοποίησης του απρόσμενου γεγονότος, πρότεινε στην κυβέρνηση να περάσει αυτό τον νόμο, με την δικαιολογία ότι η Φρειδερίκη είχε πολλαπλώς βλάψει τη χώρα. Η κυβέρνηση αρνήθηκε και τα πράγματα οξύνθηκαν. Ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης, μετριόφρων και σοβαρός άνθρωπος αλλά με μηδενική λαϊκή αποδοχή, ήξερε ότι ένας τέτοιος νόμος θα αποτελούσε κόλαφο για ευρωπαϊκή κυβέρνηση.
Επειδή όμως ο Ράλλης ήταν γνωστός βασιλόφρων, η αντιπολίτευση απέδωσε την άρνηση του στις πολιτειακές του πεποιθήσεις φανατίζοντας το μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού που ήταν αντιβασιλικό. Τελικά η κυβέρνηση έκανε Κυβερνητική Επιτροπή και επέβαλε στον Κωνσταντίνο να κάνει και την κηδεία και τη ταφή στο Τατόι.
Ο Κωνσταντίνος, που δεν είχε ξανάρθει στην Ελλάδα από το δημοψήφισμα του 1974, μόλις κατέβηκε απ’ το αεροπλάνο, γονάτισε και φίλησε το ελληνικό χώμα ή μάλλον το τσιμέντο του Ελληνικού. Η φωτογραφία του έμεινε ιστορική, για τους μεν βασιλόφρονες ως ένδειξη πατριωτισμού, για τους δε αντιβασιλικούς ως η απόλυτη κοροϊδία. Για να μην υπάρξουν επεισόδια ανάμεσα σε αντιβασιλικούς και βασιλόφρονες, το κτήμα Τατοϊου την ημέρα της κηδείας, την 12η Φεβρουαρίου, αποκλείστηκε από παντού από χιλιάδες αστυνομικούς. Μέχρι τεθωρακισμένα είχαν βάλει κάθετα στους δρόμους.
Παρά ταύτα, 3.000 βασιλόφρονες κατάφεραν να περάσουν μέσα από τα βουνά και να παραστούν στην τελετή, μαζί με πολλούς εστεμμένους της Ευρώπης. Την επομένη μέρα η βασιλική οικογένεια υποχρεώθηκε να ξαναφύγει στο εξωτερικό για να ηρεμήσουν τα πράγματα.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.