«Εκείνο που δίνει η φύση είναι το μικρόβιο. Τα υπόλοιπα, η υγεία, η ακεραιότητα, η αγνότητα εάν θέλετε, είναι αποτέλεσμα της θέλησης, που δεν πρέπει ποτέ να σταματάει».
Αυτή η θέληση, για την οποία κάνει λόγο ο Αλμπέρ Καμί στο βιβλίο του «Η Πανούκλα», είναι διάχυτη στην ελληνική κοινωνία. Κόντρα σε συναισθήματα, όπως μία αγκαλιά ή ένα χαμόγελο, η πλειονότητα των Ελλήνων αποφάσισε να κρατήσει αποστάσεις από τα αγαπημένα πρόσωπα, προκειμένου έτσι να «σπάσει» η αλυσίδα μετάδοσης του κορονοϊού.
Οπως η προγιαγιά, που έγινε viral τις προηγούμενες ημέρες, γιατί αντάλλασε λόγια αγάπης από το μπαλκόνι της με τα δισέγγονά της, που βρίσκονταν κάτω από το σπίτι της.
Η περιγραφή της Σοφίας Μίντζια, που έκανε και τη σχετική ανάρτηση σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, είναι τόσο ρεαλιστική, που δεν μπορεί παρά να συγκινεί: «Σήμερα θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας ένα γεγονός, που συνέβη στην περιοχή μου νωρίτερα το μεσημέρι και με συγκλόνισε… Εντέκατη ημέρα καραντίνας και αποφάσισα να καθαρίσω το ψυγείο μου. Ξαφνικά από την απέναντι πολυκατοικία βλέπω μία ηλικιωμένη κυρία με τη σύνοδό της να είναι κρεμασμένη στο μπαλκόνι και να κοιτά το πεζοδρόμιο και να φωνάζει όσο πιο δυνατά μπορούσε: “Αγάπες μου, λουλούδια μου, ομορφιές μου, σας αγαπώ πολύ”. Κοιτάζω έξω στη μεριά που κοίταζε και εκείνη και βλέπω δύο παιδάκια με τη μαμά τους να της λένε: “Και εμείς σ’ αγαπάμε γιαγιά… Σε παρακαλώ μην πεθάνεις”. Η γιαγιά βάζει τα κλάματα και τους λέει: “Δεν θα πεθάνω, θα μείνω σπίτι με τη Μαρία, που με προσέχει, και θα περιμένω να σας πάρω αγκαλιά και να πούμε ξανά το αγαπημένο μας τραγούδι”. Και ξεκινά να τραγουδά ένα παραδοσιακό. Τα παιδιά της λένε ότι έχουν ζωγραφίσει κάτι και ότι θα το αφήσουν στην είσοδο και εκείνη εξακολουθούσε να τους φωνάζει: “Λουλούδια μου αγαπημένα, μου λείπετε πολύ”. Είπαν τα νέα τους και τα παιδιά της φώναξαν: “Τώρα θα πάμε σπίτι, αλλά αύριο θα ξαναέρθουμε άμα μας αφήσει ο πρωθυπουργός”. Η γιαγιά έκλαιγε και συνέχισε να τους τραγουδά».
Οπως ο 43χρονος πατέρας, που μολονότι επέστρεψε από Ιταλία λίγες ημέρες πριν η κυβέρνηση αποφασίσει την υποχρεωτική 14ήμερη καραντίνα για όσους εισέρχονται από το εξωτερικό, ο ίδιος επέλεξε να μη διαμείνει σπίτι του.
«Εχω ένα αγοράκι πέντε μηνών. Η γυναίκα μου είναι καθηγήτρια αγγλικών. Δεν υπήρχε λόγος να ρισκάρω», σχολιάζει στον Ελεύθερο Τύπο και ενόσω βρίσκεται ήδη σε κατ’ οίκον περιορισμό. Ερωτηθείς για το πώς νιώθει, που βλέπει την οικογένειά του μέσω Ιντερνετ, χωρίς να μπορεί να τους αγκαλιάσει, η απάντηση είναι αποστομωτική: «Είναι δύσκολο. Ετσι, όμως, πρέπει. Σύντομα θα έχουμε την ευκαιρία να αναπληρώσουμε για τις χαμένες ημέρες».
Οπως τόσες και τόσες περιπτώσεις ανθρώπων, που στερούνται τα αγαπημένα τους πρόσωπα, για να τα έχουν και πάλι κοντά τους μόλις «κοπάσει» αυτή η θύελλα.