Μπορεί η άνοδος των νέων κρουσμάτων λόγω της δομής στο Κρανίδι να “χάλασε” τα νούμερα της χώρας, όμως ο “κανένας” θανάτου το τελευταίο 24ωρο είναι το πιο σημαντικό στοιχείο.
Μόλις 7 νέα κρούσματα ανακοινώθηκαν χθες από το Υπουργείο Υγείας, δείχνοντας ότι η διασπορά του κορονοϊού στη χώρα έχει περιοριστεί σημαντικά παρά τις “εξαιρέσεις” σε κλειστές δομές. Το βασικό στοιχείο για την πορεία της επιδημίας σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα, είναι ο χαμηλός αριθμός θανάτων αλλά και η μείωση των διασωληνωμένων ασθενών.
“Έχουμε πετύχει τη μείωση της επιδημίας. Όλοι μαζί την πετύχαμε. Ναι, έχει μειωθεί η διασπορά στον πληθυσμό και η επιδημία φθίνει, μειώνεται, σβήνει. Με πολλή χαρά ανακοινώσαμε ότι δεν είχαμε κανένα θάνατο χθες 22/4. Για εμάς είναι μια τεράστια ανακούφιση αυτό το πράγμα. Να μην μιλάμε για θανάτους, να μιλάμε για ζωές που σώζονται” ανέφερε χθες συγκινημένος ο καθηγητής λοιμωξιολογίας κ. Σωτήρης Τσιόδρας.
Την ίδια στιγμή όμως τόνιζε ότι είναι αδύνατο να σβήσει μία τέτοια επιδημία, όταν υπάρχει εισαγωγή της από άλλες περιοχές, όταν υπάρχουν «μικρές φωτιές» που σιγοκαίνε και δεν πάρει κανείς τα μέτρα του έγκαιρα.
“Ιδιαίτερα όσο παλεύουμε με την άρση των μέτρων, οποιαδήποτε χαλάρωση μπορεί να οδηγήσει σε επάνοδο της επιδημίας, την οποία θα παρακολουθούμε με μαθηματικά κριτήρια, θα παρακολουθούμε με αυξημένο testing. Θα παρακολουθούμε με ορο-επιδημιολογικές μελέτες, οι οποίες θα δείχνουν τυχόν παρουσία του ιού σε περισσότερο και σε μεγαλύτερο βαθμό, σε κάποια από τα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας, στα οποία μπήκαν και πιο αυστηρά μέτρα και στα οποία οι άνθρωποι συμμορφώθηκαν. Εκεί μπορούμε να δούμε πολύ περισσότερη κυκλοφορία του ιού και με μεγαλύτερη συλλογική ανοσία. Θέλει λοιπόν πολλή προσοχή στο να πεις ότι μηδένισα, έσβησα την επιδημία αυτή τη στιγμή’ επισημαίνει ο καθηγητής.
Όσο λοιπόν θα ανοίγει η χώρα και τα μέτρα θα χαλαρώνουν, θα υπάρχουν και περισσότερες ευκαιρίες διασποράς του ιού, από κάποιον ο οποίος ενδεχομένως είναι ασυμπτωματικός ή κάποιον ο οποίος έχει ελαφρά συμπτώματα. Γι’ αυτό θα είναι η συνεργασία των μαθηματικών, των επιδημιολόγων, των κλινικών γιατρών και οι αντοχές του συστήματος υγείας από την άλλη μεριά.